Οταν το 1955 ο Ανρί-Ζορζ Κλουζό, ήδη καταξιωμένος σκηνοθέτης παγκοσμίου βεληνεκούς με το «Μεροκάματο του τρόμου», έδωσε στο κοινό την ταινία «Οι διαβολογυναίκες», κάποιοι τον βάφτισαν «Αλφρεντ Χίτσκοκ της Γαλλίας». Το παράξενο μάλιστα είναι ότι ο ίδιος ο Αλφρεντ Χίτσκοκ το φυσούσε και δεν κρύωνε, αφού είχε δείξει προσωπικό ενδιαφέρον για το μυθιστόρημα των Πιερ Μπουαλό και Τομά Ναρσεζάκ. Με άλλα λόγια, ο Κλουζό τον είχε προλάβει στη γωνία…
Τι είναι όμως αυτό που κάνει τις «Διαβολογυναίκες» μια ταινία τόσο θρυλική και ανεξίτηλης γοητείας, όπως θα αντιληφθούν όσοι τη δουν για πρώτη φορά (ή που θα τη δουν ξανά) από την ερχόμενη Πέμπτη, 8 Αυγούστου, στις αίθουσες; Η ιστορία των «Διαβολογυναικών» παρακολουθεί δύο γυναίκες ενόσω προσπαθούν να σκοτώσουν έναν άνδρα. Η μία είναι η σύζυγός του (Βέρα Κλουζό) και η άλλη η ερωμένη του (Σιμόν Σινιορέ). Οσο για τον σύζυγο (Πολ Μερίς) είναι ένα τομάρι, ένα αντιπαθητικό δεσποτικό αρσενικό που συμπεριφέρεται απαράδεκτα. Πάει γυρεύοντας και η δολοφονία του, κατά κάποιον τρόπο, μοιάζει απολύτως αιτιολογημένη.
Την ώρα όμως που η ταινία ξεκινά ως ένα σκοτεινό και παράδοξο φιλμ νουάρ (πού ακούστηκε η σύζυγος και η ερωμένη να συνεργάζονται για τον φόνο του ίδιου άνδρα;), αργότερα μετατρέπεται σχεδόν σε ταινία τρόμου, με το μεταφυσικό στοιχείο να αποκτά σημαίνουσα θέση στην ιστορία.
Δεν είναι όμως μόνον η ιστορία των Μπουαλό – Ναρσεζάκ, το σκηνοθετικό ύφος του Κλουζό και η ατμοσφαιρική ασπρόμαυρη φωτογραφία του Αρμάν Τιράρ που συμβάλλουν στο μεγαλείο αυτής της ταινίας. Είναι και οι ηθοποιοί της, κυρίως το πρωταγωνιστικό ντουέτο των Σιμόν Σινιορέ στον ρόλο της ψυχρής ξανθιάς, όλο ζωής ερωμένης, και της Βέρα Κλουζό σε εκείνον της συναισθηματικά καταπιεσμένης, ασθενικής και ευαίσθητης συζύγου. Είναι δε κάπως ειρωνικό που η ταινία απέκτησε ακόμη μεγαλύτερη δημοσιότητα από τον Τύπο πέντε χρόνια μετά την πρώτη προβολή της, εξαιτίας του αιφνιδίου θανάτου της Κλουζό (συζύγου του Ανρί-Ζορζ) από καρδιά. Ηταν μόλις 47 ετών.
Οσο για τον Πιερ Μπουαλό και τον Τομά Ναρσεζάκ, η σχέση τους με τον Χίτσκοκ δεν έληξε άδοξα με τη μη απόκτηση των δικαιωμάτων των «Διαβολογυναικών».
Αντιθέτως, οι δύο συγγραφείς έχουν εν μέρει την ευθύνη για μία από τις πιο διάσημες ταινίες του «Χιτς», τον «Δεσμώτη του ιλίγγου» («Vertigo»), που επίσης στηρίζεται σε δικό τους μυθιστόρημα. Λέγεται πάντως ότι ο Χίτσκοκ θαύμαζε (αν όχι ζήλευε) απεριόριστα την ταινία του Κλουζό, σε σημείο μάλιστα που είχε αφίσα της ταινίας σπίτι του. Παραπάνω από 40 χρόνια μετά την πρώτη προβολή αυτής της ταινίας, το Χόλιγουντ θέλησε να κάνει ένα ριμέικ της. Και δυστυχώς το έκανε, με τη Σάρον Στόουν και την Ιζαμπέλ Ατζανί στους ρόλους των Σινιορέ και Κλουζό αντιστοίχως. Αυτή η ταινία αποδεικνύει περίτρανα ότι ορισμένα πράγματα πρέπει να μένουν ανέγγιχτα!
HeliosPlus