Ο «μεγάλος αρχηγός» διάλεξε την κρεμάλα

Συμπληρώνονται εφέτος 40 ολόκληρα χρόνια από την ημέρα που ο Νίκος Ζαχαριάδης άφησε την τελευταία του πνοή στη Σιβηρία – κρεμασμένος σε μια αυτοσχέδια αγχόνη.

Συμπληρώνονται εφέτος 40 ολόκληρα χρόνια από την ημέρα που ο Νίκος Ζαχαριάδης άφησε την τελευταία του πνοή στη Σιβηρία – κρεμασμένος σε μια αυτοσχέδια αγχόνη. Δεν έχουν γίνει ακόμη γνωστές οι λεπτομέρειες του φρικτού τέλους που επιφύλασσε η μοίρα στον μυθικό ηγέτη του ΚΚΕ. Ο Ζαχαριάδης υμνήθηκε και τραγουδήθηκε όσο κανένας άλλος κομμουνιστής ηγέτης για να μισηθεί από ακόμη περισσότερους, οι οποίοι τον θεώρησαν υπεύθυνο για τον αιματηρό εμφύλιο που βύθισε την Ελλάδα στο σκότος.Ο άνθρωπος ο οποίος απέκτησε τιμητικά τον τίτλο του σοβιετικού πολίτη και τον επίζηλο τίτλο του μέλους του ΚΚΣΕ τερμάτισε τη ζωή του γιατί το καθεστώς στο οποίο αφιέρωσε τον βίο του δεν του επέτρεψε να γυρίσει στην Ελλάδα για να δικαστεί όπως είχε ο ίδιος ζητήσει. Οργισμένος και αμείλικτος με τον εαυτό του, προτού αυτοκτονήσει έγραψε τη φράση: «…Το κουφάρι μου το κληροδοτώ στον Μπρέζνιεφ, στον Κολιγιάννη και στον Φλωράκη…».Ο Νίκος Ζαχαριάδης, θαυμαστής του Στάλιν, άρχισε να απωθείται στο περιθώριο όταν ο Νικίτα Χρουστσόφ (μαζί με τον Σεπίλοφ, τον Καγκάνοβιτς και άλλους) αποκαθήλωσε τον Στάλιν και παραμέρισε τον Ζαχαριάδη. Ακολούθησε η αποκαθήλωση του Χρουστσόφ από την τριανδρία Μπρέζνιεφ, Κοσίγκιν και Ποντγκόρνι που έθεσε οριστικά τον σταλινισμό στο περιθώριο.Ο Νίκος Ζαχαριάδης χαρακτηρίστηκε εχθρός του λαού και του κομμουνισμού και είχε τελικώς τύχη χειρότερη από εκείνους τους συντρόφους του οι οποίοι επί των ημερών του κατηγορήθηκαν για προδοσία. Οπως δείχνει η Ιστορία, η απόσταση ανάμεσα στο Ωσαννά!.. και στο Σταύρωσον!.. είναι σχεδόν μηδενική.

Ο Ζαχαριάδης κρεμάστηκε σε ένδειξη διαμαρτυρίας για την άρνηση της ηγεσίας του ΚΚΣΕ να αποδεχθεί τα αιτήματά του: δικαιώματα πολιτικού πρόσφυγα, δυνατότητα να μετακινείται ελεύθερα εντός της (τότε) ΕΣΣΔ και δυνατότητα να ταξιδέψει εκτός αυτής. Για τα δικαιώματα αυτά δεν δίστασε να προχωρήσει σε αλλεπάλληλες απεργίες πείνας διότι τα «παράνομα και επαίσχυντα μέτρα εναντίον του συνεχίζονταν», όπως ανέφερε σε επιστολές του προς τη Μόσχα. Οι απεργίες πείνας είχαν θορυβήσει τις ηγεσίες τόσο του ΚΚΣΕ όσο και του KKE που προσπάθησε επανειλημμένως με απεσταλμένους του να τον σταματήσει. Ομως ο Ζαχαριάδης ήταν ανένδοτος.

Η άτεγκτη στάση της Μόσχας φάνηκε και από το γεγονός ότι η αυτοκτονία του κρατήθηκε κρυφή επί πολλά χρόνια από τη σοβιετική κομματική νομενκλατούρα, η οποία απέδωσε ψευδώς τον θάνατό του σε παθολογικά αίτια (καρδιακή προσβολή, σύμφωνα με το πλαστό πιστοποιητικό θανάτου που συνέταξε ο ιατροδικαστής, καθ’ υπόδειξη της KGB). Οι μόνοι που γνώριζαν ότι ο Ζαχαριάδης αυτοκτόνησε ήταν ο γιος του Σήφης, η σύζυγός του Ρούλα Κουκούλου, εκ των ηγετικών στελεχών του μεταπολιτευτικού ΚΚΕ, ο μεγαλύτερος γιος του Κύρος (από τον πρώτο γάμο του με την τσεχοσλοβάκα κομμουνίστρια Μάνια Νοβάκοβα, με την οποία είχε αποκτήσει και μια κόρη, την Ολγα) και προφανώς το Πολιτικό Γραφείο του ΚΚΕ. Ωστόσο, η είδηση της αυτοκτονίας έγινε γνωστή πολλά χρόνια αργότερα, τον Δεκέμβριο του 1990, από την εφημερίδα «Κομσομόλσκαγια Πράβντα» της Μόσχας. H μεταφορά των οστών και η ταφή τους στην Ελλάδα έγινε με ευθύνη της ΚΕ του ΚΚΕ στις 28 Δεκεμβρίου 1991, ενώ είκοσι χρόνια μετά, το 2011, το κόμμα τον αποκατέστησε πολιτικά και κομματικά.
Το κρυφό ταξίδι


Η σύγκρουση «ζαχαριαδικών» και «αντιζαχαριαδικών» στην Τασκένδη πριν και μετά την αποκαθήλωση του Ζαχαριάδη, το 1956, ήταν για τους Σοβιετικούς μεγάλος πονοκέφαλος, οι οποίοι στήριζαν όσους είχαν δηλώσει υπακοή στη νέα χρουστσοφική κατάσταση. Τραγική ειρωνεία: ο Ζαχαριάδης υπήρξε κάποτε επίλεκτο μέλος του κόμματος των μπολσεβίκων, του οποίου ήταν μέλος και εκ των επιφανών ξένων κομμουνιστών που διακρίθηκαν για την επαναστατική τους συνέπεια –μαζί με τον τούρκο ποιητή και φίλο του Ναζίμ Χικμέτ στάθηκε σε ηλικία 21 ετών τιμητική φρουρά δίπλα στο φέρετρο του Λένιν τον Ιανουάριο του 1924 ως φοιτητής του περιβόητου «ΚΟΥΤΒ», του Κομμουνιστικού Πανεπιστημίου των Εργαζομένων της Ανατολής.
Το 1957, χρονιά κατά την οποία ο άλλοτε πανίσχυρος ηγέτης διαγράφηκε και από μέλος του ΚΚΕ, οι Σοβιετικοί τον έστειλαν στην περιοχή του Νόβγκοραντ, στην πόλη Μποροβίτσι, όπου εργάστηκε ως διευθυντής δασικής επιχείρησης ως το 1962 και στη συνέχεια τον εκτόπισαν στο παγωμένο Σουργκούτ, αφού πρώτα οι Αρχές του απέσπασαν τον μικρό γιο του, Σήφη, τον οποίο ανέλαβε να φροντίζει ο πιστός μέχρι σήμερα σε αυτόν ποιητής και πεζογράφος Αλ. Πάρνης. Μοιραία κίνηση απέβη η πρωτοβουλία του Ζαχαριάδη να απευθυνθεί στην ελληνική πρεσβεία στη Μόσχα, όπου υπέβαλε αίτημα (από 1.2.1962) προς την Εισαγγελία Αθηνών με το οποίο ζητούσε να του επιτραπεί η επιστροφή στην Ελλάδα για να δικαστεί. Ηταν μια απεγνωσμένη προσπάθεια με στόχο να ξεφύγει από τον κλοιό των Σοβιετικών και παράλληλα να παρέμβει πολιτικά στην εσωτερική πολιτική κατάσταση της Ελλάδας και του ΚΚΕ. Στις 8.4.1962 η απάντηση που πήρε ήταν αρνητική. Ο εκτοπισμός του στην παγωμένη Σιβηρία πιστοποιούσε την απόφαση της Μόσχας να τον βγάλει απ’ τα πόδια της.
Ο γάμος με τη Ρούλα


Τη Ρούλα Κουκούλου την παντρεύτηκε στο Βουνό, την περίοδο του εμφυλίου πολέμου. Ο γάμος έγινε στις 17 Φεβρουαρίου 1948 στην κατεχόμενη από τον ΔΣΕ κοινότητα Αγίου Αχιλλείου Φλωρίνης, από τον ιερέα της 670ής Μονάδας του ΔΣΕ, ο οποίος αργότερα σκοτώθηκε σε μάχη. Ακολούθησε η ήττα (Αύγουστος 1949). Από την πολιτική προσφυγιά, όπου βρέθηκαν οι χιλιάδες αποδεκατισμένοι μαχητές και μαχήτριες του ΔΣΕ και η ηγεσία του ΚΚΕ, η Κουκούλου ζήτησε το 1955 να επιστρέψει στην Ελλάδα γνωρίζοντας ότι το κόμμα δρούσε σε συνθήκες βαθιάς παρανομίας. Ο Ζαχαριάδης δέχθηκε. Δεν ξανασυναντήθηκαν ποτέ. Στην Ελλάδα η Κουκούλου συνελήφθη και φυλακίστηκε, ενώ από τις φυλακές της Αίγινας μαζί με συγκρατούμενες κομμουνίστριες θα «αποκηρύξει» τον άνδρα της το 1957. «Το ίδιο θα έκανε και ο Νίκος αν μάθαινε ότι με διαγράψανε» είχε πει έπειτα από πολλά χρόνια σε συνέντευξή της στον Φρέντυ Γερμανό. Παρά τη βαθιά πικρία και απογοήτευση, ο Ζαχαριάδης δεν έπαψε να την αγαπά, αν και η φωτογραφία της, η οποία ως τότε κοσμούσε το κομοδίνο του, μπήκε σε ένα συρτάρι. Φορούσε όμως για πολλά χρόνια το πουλόβερ που κάποτε του είχε πλέξει εκείνη.
Το γράμμα και ο απεσταλμένος


Ο Ζαχαριάδης είχε στείλει στη σύντροφό του ένα γράμμα μέσω του γιου τους Σήφη με τη ρητή εντολή να της το παραδώσει μετά την 1η Αυγούστου, τη μοιραία ημέρα. Η ίδια γνώριζε για τις απειλές του, όμως δεν τις πίστεψε. Τις απειλές του γνώριζε και το KKE. Γι’ αυτό και έστειλε για άλλη μια φορά –εν γνώσει πάντα των Σοβιετικών –απεσταλμένο του: τον Κώστα Λουλέ, μέλος του νεοεκλεγέντος τότε Πολιτικού Γραφείου υπό τον Χαρίλαο Φλωράκη που είχε αναδειχθεί στην ηγεσία του κόμματος στη 17η Ολομέλεια του Δεκεμβρίου 1972 στη Βουδαπέστη.
Το ταξίδι του Λουλέ, που έγινε στις 26 Ιουλίου 1973, στέφθηκε από παταγώδη αποτυχία. Εκ των υστέρων κάποιοι είπαν ότι δεν ήταν το πιο κατάλληλο πρόσωπο. Λέγεται ότι οι Σοβιετικοί είχαν αποτρέψει τον Φλωράκη να μεταβεί ο ίδιος στο Σουργκούτ, όπως είχε εκφράσει την επιθυμία. Η πρόταση του Λουλέ ήταν να συνεργαστεί ο Ζαχαριάδης με τη νέα ηγεσία για να μεταφερθεί στην έδρα της ΚΕ του ΚΚΕ στη Βουδαπέστη ως σύμβουλος.

«Ο Λουλές μάς το είπε ξεκάθαρα όταν γύρισε»
θα πει αργότερα η Κουκούλου, «ο Ζαχαριάδης δεν θα αυτοκτονήσει», εκφράζοντας η ίδια το παράπονο: «Αχ, γιατί να μην ήμουν την 1η Αυγούστου εκεί…». Ο Λουλές πάντως την είχε ειδοποιήσει ότι φεύγει για το Σουργκούτ για να πάει και εκείνη μαζί του. «Δεν πίστεψα ότι θα αυτοκτονούσε, αλλιώς θα πήγαινα» είχε πει η ίδια.
H πιο χαρακτηριστική στιγμή της συνάντησης με τον Λουλέ ήταν όταν εκείνος είπε στον άλλοτε δοξασμένο ηγέτη του: «Εγώ πιστεύω ότι δεν θα το κάνεις»! Ενα λεπτό μετά τα μεσάνυχτα ώρα Ελλάδας και λίγο προτού περάσει τη θηλιά στον λαιμό του, ο Ζαχαριάδης θα γράψει στο στερνό σημείωμά του: «Βγαίνει ότι ο Λουλές το ‘χασε το στοίχημα»!
Η μαρτυρία του Σήφη Ζαχαριάδη
Ο κ. Σήφης Ζαχαριάδης, γιος του άλλοτε κομμουνιστή ηγέτη και της Ρούλας Κουκούλου, θεωρεί υπεύθυνους τους Σοβιετικούς για την αυτοκτονία του πατέρα του.
«Ηταν πρόβλημα για τους σοβιετικούς γραφειοκράτες που προφανώς αποφάσισαν: «Θέλει να αυτοκτονήσει; Ας το κάνει. Μόνο να μας αφήσει ήσυχους»».
«Στη μητέρα μου έδωσα το γράμμα, όπως μου το είχε ζητήσει ο πατέρας, μετά την 1η Αυγούστου 1973. Ποτέ δεν μου πέρασε από το μυαλό να της το δώσω νωρίτερα. Για μένα η θέληση του πατέρα μου ήταν νόμος. Είμαι βέβαιος πως αν η μητέρα μου είχε αυτό το γράμμα στα χέρια της πριν από την 1η Αυγούστου, θα είχε πάει να τον δει και να τον αποτρέψει».

ΕΝΑ ΦΑΝΤΑΣΜΑ ΣΤΟ ΥΠΟΓΕΙΟ ΤΗΣ ΟΔΟΥ ΚΑΤΕΧΑΚΗ
Αίσθηση προκαλεί ότι σαράντα χρόνια μετά την αυτοκτονία, το «φάντασμα» του Ζαχαριάδη συνεχίζει να πλανιέται, όχι μόνο πάνω από τη Μόσχα, όπου κρατείται απόρρητος ο φάκελός του, αλλά και την Αθήνα καθώς ο αντίστοιχος φάκελος με τα στοιχεία για την πολυκύμαντη και αμφιλεγόμενη δράση του παραμένει επτασφράγιστο μυστικό! Με απόφαση των συναρμοδίων υπουργών το 2009 δόθηκε παράταση (για άλλα 20 χρόνια) στην απόφαση της κυβέρνησης Τζαννετάκη του 1989 να τον χαρακτηρίσει απόρρητο για μια 20ετία! Ετσι, ο φάκελος Ζαχαριάδη παραμένει ερμητικά κλειστός ως το 2029 (!) σε κάποιο υπόγειο, ενδεχομένως της Κατεχάκη, παραδομένος στην ιστορική λήθη και στην απαξία.
«Οι διατηρούμενοι ατομικοί φάκελοι πολιτικών φρονημάτων δεν είναι προσιτοί στους ενδιαφερομένους ή στο κοινό, θα παραδοθούν δε στην ιστορική έρευνα μετά την πάροδο εικοσαετίας» ανέφερε η σχετική υπουργική απόφαση της 7ης Σεπτεμβρίου 1989, που υπέγραφαν οι τότε υπουργοί Προεδρίας Αθ. Κανελλόπουλος, Δικαιοσύνης κ. Φ. Κουβέλης και Δημόσιας Τάξης Ι. Κεφαλογιάννης (ΦΕΚ 672/8.9.1989), ενώ η νεότερη υπουργική απόφαση που ελήφθη λίγο πριν από τις εκλογές του 2009 και υπογράφεται από τους τότε υπουργούς Εσωτερικών κ. Πρ. Παυλόπουλο, αναπληρωτή υπουργό Εσωτερικών κ. Χρ. Μαρκογιαννάκη και Δικαιοσύνης κ. Ν. Δένδια, παρατείνει την εν λόγω προθεσμία για 20 χρόνια ακόμα.
Σημειώνεται πως επί κυβερνήσεως Τζαννετάκη, όταν αποφασίστηκε το κάψιμο των φακέλων, ελήφθη απόφαση ότι οι φάκελοι των ιστορικών προσώπων θα φυλάσσονταν και θα παραδίδονταν στην ιστορική έρευνα. Στη βάση αυτών των αποφάσεων πολλοί τότε είχαν πάρει τους προσωπικούς τους φακέλους, όπως ο Χαρίλαος Φλωράκης κ.ά. Το ερώτημα που παραμένει αναπάντητο είναι γιατί ως σήμερα δεν δίνονται στους συγγενείς των ιστορικών προσώπων που δεν τους παρέλαβαν το ’89.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.