Το ιδρυτικό συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ τελείωσε και μαζί του η πρώτη περίοδος αναδιάρθρωσης του ενιαίου πλέον κόμματος. Πού βρίσκεται λοιπόν σήμερα ο ΣΥΡΙΖΑ;
1. Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει αλλάξει. «Στα τρία χρόνια των μνημονίων» έγραφε πρόσφατα ο Κ. Λαπαβίτσας, έντονα κριτικός προς την πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ και θιασώτης της εξόδου από το ευρώ, «ο ΣΥΡΙΖΑ μετεξελίχθηκε με τρόπο εκπληκτικό. Το 2010 είχε ελάχιστη αντίληψη της σημασίας του χρέους, ή ακόμη και του τι συνέβαινε στη χώρα, ή την Ευρώπη γενικότερα». Πράγματι, από την αρχική θέση ότι η επίκληση της χρεοκοπίας ήταν ένα «τέχνασμα» της κυβέρνησης ΠαΣοΚ για να επιβάλει νεοφιλελεύθερα μέτρα (αλήθεια, έκανε κανένας αυτοκριτική;) μέχρι τη σημερινή –πολύ πιο συγκροτημένη –στρατηγική μεγάλης αναδιαπραγμάτευσης του χρέους εντός της ευρωζώνης, η μετεξέλιξη της πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ είναι εντυπωσιακή. Επίσης, ειδικότερα σε ό,τι αφορά την ευρωπαϊκή πολιτική, το συνομοσπονδιακό σχήμα πέρασε από τον «ασπόνδυλο ευρωσκεπτικισμό» των ευρωεκλογών του 2009 (πολιτική απίστευτα χοντροκομμένη για έναν σχηματισμό του οποίου μια από τις δεξαμενές ιστορικής ιδεολογικής αναφοράς ήταν το φιλοευρωπαϊκό ΚΚΕ εσωτερικού) σε μια ευρωπαϊκή αντίληψη πιο ευέλικτη και συνολική, παρά τις μεγάλες –ενεργές και σήμερα –αντιφάσεις της.
2. Μακριά από τους προβολείς της τηλεόρασης, μακριά και από πολλούς εν κενώ (λόγω τεμπελιάς) δημοσιολογούντες αναλυτές (οι οποίοι δεν είχαν αντιληφθεί τίποτε), η πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ σταδιακά άλλαζε. Η διαδικασία αλλαγής υπήρξε το θεμέλιο επί του οποίου χτίστηκαν –εξαιρετικά αργά και αντιφατικά –οι επιλογές που θα βοηθούσαν, σε μεταγενέστερη φάση, τον ΣΥΡΙΖΑ να κεφαλαιοποιήσει εκλογικά τη δυσαρέσκεια που προκαλούσε η πολιτική των μνημονίων.
3. Σήμερα, ο ΣΥΡΙΖΑ έχει καθιερωθεί ως η μόνη δύναμη εναλλακτικής πολιτικής στη χώρα, γεγονός που διευκολύνθηκε από τη συμμετοχή της ΔΗΜΑΡ στην κυβέρνηση αλλά και τον βίαια δημαγωγικό και ετερόκλητο χαρακτήρα των άλλων αντιπολιτεύσεων. Ισως φανεί πλεονασμός, αλλά για ένα κόμμα παραδοσιακά του 4%, δεν είναι: ο ΣΥΡΙΖΑ επιβεβαίωσε τη θέση του ως αξιωματικής αντιπολίτευσης και, υπό μια έννοια, «ξανακέρδισε» μετεκλογικά αυτό που απέκτησε στις εκλογές. Κοινώς, το πουλόβερ δεν ξηλώθηκε. Οσο ο ΣΥΡΙΖΑ διατηρείται σχετικά υψηλά, μια εκλογική κίνηση υπέρ του, σε μεταγενέστερη φάση, δεν πρέπει να αποκλείεται.
4. Ωστόσο, τα σύννεφα πάνω από τον ΣΥΡΙΖΑ είναι αρκετά, με κυριότερο το ότι η πολιτική του δεν προξενεί αυθεντική πλειοψηφική δυναμική. Ολες οι έρευνες κοινής γνώμης δείχνουν ότι «τα πράγματα στην οικονομία θα ήταν χειρότερα» αν είχε εκλεγεί ο ΣΥΡΙΖΑ. Παρά τη συνεκτική δουλειά του οικονομικού επιτελείου του, η ΝΔ διατηρεί το προβάδισμα στον κρίσιμο αυτόν τομέα. Επίσης, γνωστές αδυναμίες του ΣΥΡΙΖΑ (μέτρια ποιότητα πολιτικού προσωπικού, απωθητικός παλαιο-αριστερός λόγος συνιστωσών, διαιρέσεις) δεν έχουν, παρά τη συντελεσθείσα ωρίμανση, ξεπεραστεί. Προπάντων όμως η σύνολη παράταξη (κόμμα, προσκείμενες συνδικαλιστικές οργανώσεις, διανοούμενοι) μοιάζει να μην έχει το πολιτισμικό βάθος και την πολιτική διορατικότητα που απαιτεί η ιστορική στιγμή. Για να συνοψίσουμε σε μια φράση την αδυναμία του, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν λειτουργεί –ή, τουλάχιστον, όχι ακόμη –ως η μεγάλη ήρεμη δύναμη εναλλακτικής εξόδου από την κρίση. Σε αυτό είναι βέβαιο ότι η τάση Λαφαζάνη δεν βοηθάει.
5. Το ιδρυτικό συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ αποτύπωσε την κυριαρχία του Α. Τσίπρα εντός της παράταξης. Με δεδομένη την αποφασιστική συμβολή του στο έξοχο αποτέλεσμα του Ιουνίου, η κυριαρχία αυτή ήταν αναμενόμενη. Ταυτόχρονα, το συνέδριο απέδωσε, με αυξημένα ποσοστά, στη λεγόμενη «Αριστερή Πλατφόρμα» τον ρόλο της αξιωματικής αντιπολίτευσης εντός της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Η μειοψηφία του ΣΥΡΙΖΑ έχει ριζοσπαστικοποιηθεί, καθώς η επιλογή της για έξοδο από την ευρωζώνη εντάσσεται –με επιθετικό πλέον τρόπο –σε μια στρατηγική «ανοίγματος του δρόμου για τον σοσιαλισμό». Αν η έξοδος από το ευρώ είναι μειοψηφική στην ελληνική κοινωνία, η πολιτική εξόδου «με στόχο τον σοσιαλισμό» δεν έχει, αν υιοθετείτο, ούτε μία πιθανότητα να δημιουργήσει πλειοψηφική δυναμική. Η τάση Λαφαζάνη, έχοντας επιλέξει τον ρόλο εγγυητή της «αριστερής συνείδησης» της παράταξης, ωθεί το κέντρο βάρους του ΣΥΡΙΖΑ σε μια κατεύθυνση, ας μου επιτραπεί η προσωπική γνώμη, όχι ριζοσπαστική αλλά παλαιο-κομμουνιστική. Ακόμη και μοντέρνες αναλύσεις (κυρίως του Κ. Λαπαβίτσα) υπέρ εξόδου από το ευρώ, αφομοιώνονται σε έναν ιδεολογικό μύλο εξαιρετικά παλαιάς κοπής. Ταυτόχρονα, η επιρροή της τάσης περιορίζει τον Α. Τσίπρα, δημιουργώντας αμφιβολίες για τη δυνατότητά του, αν εκλεγεί πρωθυπουργός, να χειριστεί επιτυχώς έναν «έντιμο συμβιβασμό» με τους ευρωπαίους εταίρους.
Από μακρο-ιστορική σκοπιά, συγκρίνοντας με την κρίση της δεκαετίας του 1930, οι οικονομικές επιλογές του ΣΥΡΙΖΑ κινούνται, τηρουμένων των αναλογιών, στην ίδια κατεύθυνση που επέλεξαν, με μεγάλη επιτυχία, οι Δημοκρατικοί με το New Deal στην Αμερική και οι Σοσιαλδημοκράτες στη Σουηδία. Ουδείς καλόπιστος οικονομολόγος θα αμφισβητήσει το ανωτέρω. Ταυτόχρονα, λόγω παγκοσμιοποίησης και ευρωπαϊκής ενοποίησης, οι εξωτερικοί καταναγκασμοί είναι ισχυρότεροι σήμερα από τότε. Ο ΣΥΡΙΖΑ, συνεπώς, βαδίζει οικονομικά πάνω σε ένα τεντωμένο σκοινί. Ταυτόχρονα, προερχόμενος από τα σπλάγχνα της κομμουνιστικής οικογένειας αλλά όντας υποχρεωμένος να ακολουθήσει μεταρρυθμιστική πολιτική, έχει δυσκολία να σχεδιάσει, λόγω και εσωτερικών κλυδωνισμών, τη διαδρομή εξόδου από την κρίση. Τίποτε δεν αποτυπώνει καλύτερα τα διλήμματα και τις αντιφάσεις του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και του συνόλου της νέας ριζοσπαστικής Αριστεράς στην Ευρώπη, όσο ο τίτλος ενός κεφαλαίου της B. Steiner: «Communists we are no longer, Social Democrats we can never be».
Ο κ. Γεράσιμος Μοσχονάς είναι αναπληρωτής καθηγητής Συγκριτικής Πολιτικής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ