Το δρόμο του Ειδικού Δικαστηρίου ανοίγει για τον πρώην υπουργό Οικονομικών κ. Γ. Παπακωνσταντίνου η απόφαση της Ολομέλειας της Βουλής να τον παραπέμψει για τα κακουργήματα της απιστίας περί την υπηρεσία και την νόθευση εγγράφου, όπως και για παράβαση καθήκοντος σε βαθμό πλημμελήματος. Πλέον, το αρμόδιο Δικαστικό Συμβούλιο, το οποίο θα κληρωθεί σε ειδική συνεδρίαση της Ολομέλειας του Σώματος, θα κληθεί να αποφανθεί επί της βασιμότητας των αποδιδόμενων κατηγοριών και επί της παραγραφής ή μη των αδικημάτων. Εφ’ όσον κρίνει ότι δεν τίθεται θέμα παραγραφής και ότι είναι βάσιμες οι κατηγορίες που του αποδίδονται, τότε ο κ. Παπακωνσταντίνου θα καθίσει στο εδώλιο του Ειδικού Δικαστηρίου με κίνδυνο να καταδικαστεί σε βαρύτατες ποινές φυλάκισης.
Σε σύνολο 283 ψηφισάντων υπήρξαν 269 έγκυρα ψηφοδέλτια, 9 άκυρα και 5 λευκά. Για το αδίκημα της νόθευσης εγγράφου 166 βουλευτές ψήφισαν «ναι», 34 «όχι» και 67 «παρών». Για το αδίκημα της απιστίας 206 βουλευτές ψήφισαν «ναι», 42 «όχι» και 18 «παρών». Και για την παράβαση καθήκοντος 220 ψήφισαν «ναι», 35 «όχι» και 11 «παρών».
Ο ίδιος, πάντως, δήλωσε στην τελευταία ομιλία – «απολογία» του ενώπιον των βουλευτών, ότι η παραπομπή του ήταν μια προειλημμένη απόφαση με πολιτικές σκοπιμότητες, μέσα από μια «απόλυτα προσχηματική διαδικασία με προκατάληψη και προκατασκευασμένο πόρισμα», όπως είπε χαρακτηριστικά. Μάλιστα, ο κ. Παπακωνσταντίνου θύμισε την παραπομπή του Ανδρέα Παπανδρέου στο Ειδικό Δικαστήριο το 1989, λέγοντας: «Η ιστορία επαναλαμβάνεται 25 χρόνια μετά αλλά ως φάρσα. Γιατί τι άλλο εκτός από φάρσα -φαρσοκωμωδία – είναι αυτό που έχει εκτυλιχθεί έξι μήνες τώρα;».
«Αρνούμαι απόλυτα τις κατηγορίες»
Όσον αφορά το κατηγορητήριο, ο κ. Παπακωνσταντίνου το αρνήθηκε: «Τις κατηγορίες αυτές τις αρνούμαι απόλυτα και κατηγορηματικά. Ούτε απιστία έχω διαπράξει, ούτε νόθευση εγγράφου, ούτε παράβαση καθήκοντος». Όπως είπε, παραπέμπεται «όχι για άλλα μύρια όσα έχουν συμβεί στη χώρα μας τις τελευταίες δεκαετίες, όχι για όλα τα πραγματικά, τα μεγάλα σκάνδαλα, που έχουν κοστίσει δις στη χώρα, όχι για τα σκάνδαλα από τα οποία πολιτικοί πλούτισαν».
Και συμπλήρωσε: «Αλλά για μία ιστορία μη πρωτοκόλλησης μίας παράνομης λίστας που εγώ έφερα στη χώρα για αξιοποίηση, και αφαίρεσης τριών ονομάτων συγγενών μου που δεν έκανα. Μια υπόθεση από την οποία ούτε εγώ έχω αποκομίσει οποιοδήποτε οικονομικό όφελος, ούτε έχει ζημιωθεί το Δημόσιο».
Όσον αφορά το πόρισμα της προανακριτικής επιτροπής, είπε ότι «κάνει επιλεκτική και ακραία μεροληπτική χρήση στοιχείων και μαρτυριών, ενώ παραβλέπει μαρτυρίες και απλώς αγνοεί αντικειμενικά και αδιαμφισβήτητα στοιχεία». Μνημονεύεται μόνο ό,τι βολεύει στην κατασκευή της ενοχής μου – με απολύτως αστήρικτη και αυθαίρετη εξαγωγή συμπερασμάτων», σημείωσε.
Μάλιστα κατηγόρησε τα μέλη της προανακριτικής για μεροληπτική στάση εις βάρος του: «Αντί για μία μυστική διαδικασία προανάκρισης με τα μέλη της Προανακριτικής να λειτουργούν ως οιονεί εισαγγελείς, διεξήχθη μια απόλυτα διαβλητή, μεροληπτική, προκατειλημμένη και δικονομικά άκυρη διαδικασία. Μία διαδικασία που έδειξε περίτρανα ότι είχε προειλημμένη την απόφαση για παραπομπή. Με άλλα λόγια: τον ένοχο τον είχαμε εξαρχής. Έμενε απλώς να βρούμε τι θα του φορτώσουμε», είπε.
Βολές κατά Βενιζέλου-Διώτη
Δεν έλειψαν και οι βολές κατά του προέδρου του ΠαΣοΚ κ. Ευ. Βενιζέλου, όπως και κατά του πρώην επικεφαλής του ΣΔΟΕ κ. Ι. Διώτη, για τους οποίους είπε: «Αυτός που μαζί με τον κ. Διώτη κυριολεκτικά έθαψαν τα στοιχεία για όλο το μετέπειτα χρονικό διάστημα, επιβραβεύεται και γίνεται αντιπρόεδρος της κυβέρνησης και Υπουργός Εξωτερικών. Και ξεπερνάμε το γεγονός – ακόμα και αν δεχτούμε πως πίστευε ότι κατείχε αντίγραφο και το ΣΔΟΕ συνέχιζε την έρευνα – πως σε όλους τους μήνες που ήταν Υπουργός δεν έκανε μία – έστω – ερώτηση για την πρόοδο των ερευνών. Έστω μία! Ή μια σύσκεψη για το θέμα αυτό!». «Ave Ceasar! Morituri te salutant! (σ.σ. Χαίρε Καίσαρ! Οι μελλοθάνατοι σε χαιρετούν!»)», συμπλήρωσε ο κ. Παπακωνσταντίνου.
«Ποιος έπαιζε και άλλαζε τις λίστες;»
Ο πρώην υπουργός αρνήθηκε κατηγορηματικά ότι αφαίρεσε από την λίστα Λαγκάρντ τα ονόματα των συγγενών του, ενώ διερωτήθηκε: «Ποιος και για ποιο λόγο ασχολήθηκε και τι είδους μεταβολές επέφερε στα αρχεία ώστε να κρατήσει το προϊόν της επεξεργασίας του σε αρχείο «Greece – final»; Ποιος έπαιζε και άλλαζε τις λίστες στον υπολογιστή του κ. Διώτη; Αν όχι ο κ. Διώτης (που επανειλημμένα διαβεβαίωσε την Επιτροπή για την έλλειψη ικανότητάς του για τον χειρισμό υπολογιστών), τότε ποιός άλλος; Ένα πράγμα είναι σίγουρο: δεν ήμουν εγώ».
Αναφερθείς μάλιστα στο θέμα της αλλοίωσης της λίστας, είπε ότι «υπάρχει ένα βασικό και εύλογο ερώτημα: αν όχι εγώ, ποιος; Ποιος άλλος μπορούσε να το έχει κάνει και είχε και κίνητρο να το κάνει;». Και έδωσε την εξής απάντηση: «Πολλοί και σε πολλές διαφορετικές στιγμές της διαδρομής της λίστας αφότου έφυγε από τα χέρια μου. Στο ΣΔΟΕ. Ή έξω από αυτό. Με, ή χωρίς, πολιτική παρέμβαση».
«Στοχοποιούμαι γιατί είμαι ο υπουργός του Μνημονίου»
Εμφανίστηκε δε ως στοχοποιημένος: «Στοχοποιούμαι γιατί υπήρξα ο υπουργός Οικονομικών που έβαλε τη χώρα στο Μνημόνιο. Το Μνημόνιο το οποίο ΄΄πολλοί εμίσησαν΄΄ αλλά σήμερα το υπηρετούν», είπε χαρακτηριστικά. Ενώ πρόσθεσε: «Ορισμένοι νομίζουν ότι αν προσφέρουν στην κοινωνία το θέαμα μιας ανθρωποθυσίας, θα ανακουφιστεί η πίεση σε αυτούς, για όλα όσα οι πολίτες υφίστανται. Θα έχει βρεθεί ο αποδιοπομπαίος τράγος από την κυβέρνηση Παπανδρέου, για να επικεντρωθεί εκεί το ανάθεμα για όλα τα δεινά του τόπου».
Ωστόσο, σημείωσε ότι «η εναντίον μου λυσσαλέα προσπάθεια έχει κοντά ποδάρια». «Ο κόσμος ξέρει ποιοι είναι λαμόγια και ποιοι δεν είναι. Και είναι σε όλους σας γνωστό ότι εγώ δεν έκανα περιουσία με την πολιτική. Σήμερα, έχω μόνο χρέη. Ούτε offshore είχα ή έχω, ούτε λογαριασμούς στην Ελβετία», τόνισε, ενώ καταλήγοντας την πυκνογραμμένη ομιλία του είπε: «Ναι, για όλα τα δεινά της χώρας, δεν φταίω εγώ. Δεν είναι μόνο ότι είναι άδικο να γίνεται προσπάθεια να ξεπλυθούν τα αμαρτήματα πολλών κυβερνήσεων, και των δύο κομμάτων, στην πλάτη μου. Είναι κάτι παραπάνω: είναι ανέντιμο». Και κάλεσε τους βουλευτές να αποφασίσουν «με βάση τα πραγματικά στοιχεία και την αίσθηση του δικαίου».
Ειδικό Δικαστήριο και Δικαστικό Συμβούλιο
Σύμφωνα με το Σύνταγμα, αρμόδιο για την εκδίκαση των υποθέσεων παραπομπής νυν ή πρώην μέλους της κυβέρνησης σε πρώτο και τελευταίο βαθμό είναι το Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο που συγκροτείται από έξι μέλη του Συμβουλίου της Επικρατείας και επτά μέλη του Αρείου Πάγου. Τα τακτικά και αναπληρωματικά μέλη του Ειδικού Δικαστηρίου κληρώνονται, μετά την άσκηση δίωξης, από τον Πρόεδρο της Βουλής σε δημόσια συνεδρίαση της Ολομέλεια (η ψηφοφορία γίνεται με σφαιρίδια…) μεταξύ των μελών των δύο ανώτατων αυτών δικαστηρίων, που έχουν διορισθεί ή προαχθεί στο βαθμό που κατέχουν πριν από την υποβολή πρότασης για άσκηση δίωξης. Του Ειδικού Δικαστηρίου προεδρεύει ο ανώτερος σε βαθμό από τα μέλη του Αρείου Πάγου που κληρώθηκαν και μεταξύ ομοιόβαθμων ο αρχαιότερος.
Το Δικαστικό Συμβούλιο λειτουργεί στο πλαίσιο του Ειδικού Δικαστηρίου. Αυτό συγκροτείται για κάθε υπόθεση από δύο μέλη του Συμβουλίου της Επικρατείας και τρία μέλη του Αρείου Πάγου. Τα μέλη του Δικαστικού Συμβουλίου δεν μπορεί να είναι και μέλη του Ειδικού Δικαστηρίου. Με απόφαση του Δικαστικού Συμβουλίου ορίζεται ένα από τα μέλη του που ανήκει στον Άρειο Πάγο ως ανακριτής, ενώ η προδικασία λήγει με την έκδοση βουλεύματος.
Το Δικαστικό Συμβούλιο, όπως αναφέρθηκε ήδη, είναι αυτό που θα αποφανθεί επί της βασιμότητας των κατηγοριών και τυχόν παραγραφή των αποδιδόμενων αδικημάτων πριν φτάσει η υπόθεση στο Ειδικό Δικαστήριο, όπως έγινε στην περίπτωση των πρώην υπουργών της ΝΔ κκ. Αλ. Κοντού και Ευ. Μπασιάκου (υπόθεση Μονής Βατοπαιδίου), των οποίων τα αδικήματα κρίθηκαν παραγεγραμμένα.
Καθήκοντα εισαγγελέα στο Ειδικό Δικαστήριο και στο Δικαστικό Συμβούλιο ασκεί μέλος της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου που κληρώνεται μαζί με τον αναπληρωτή του. Μετά την κλήρωση o Πρόεδρoς της Boυλής απoστέλλει στoν Πρόεδρo του Συμβουλίου της Επικρατείας ή στον Πρόεδρο τoυ Aρείoυ Πάγoυ την απόφαση της Boυλής για την άσκηση δίωξης, τα oνόματα των τακτικών και αναπληρωματικών μελών που κληρώθηκαν και όλη τη σχετική δικoγραφία.
Σημειώνεται ότι, αν για οποιονδήποτε άλλο λόγο, στον οποίο περιλαμβάνεται και η παραγραφή, δεν περατωθεί η διαδικασία που αφορά δίωξη κατά προσώπου που είναι ή διετέλεσε μέλος της κυβέρνησης ή υφυπουργός, η Βουλή μπορεί, ύστερα από αίτηση του ίδιου ή των κληρονόμων του, να συστήσει ειδική επιτροπή στην οποία μπορούν να μετέχουν και ανώτατοι δικαστικοί λειτουργοί για τον έλεγχο της κατηγορίας.