ΤΟ ΒΗΜΑ – The New York Times

Φαίνεται ότι αυτή είναι μια εποχή δυσφορίας, δυσθυμίας και μελαγχολίας για την Γαλλία. Εχω διαβάσει πολλά για την υπαρξιακή αγωνία της Γαλλίας, ενός έθνους που έχει χάσει την κατεύθυνσή του υπό έναν ασήμαντο πρόεδρο. Υπάρχουν ακόμη και φόβοι για την Πέμπτη Δημοκρατία
Να κάτι που διάβασα: «Η Γαλλία σήμερα βασανίζεται από την αμφιβολία και την ενδοσκόπηση. Υπάρχει μια διάχυτη αίσθηση ότι όχι μόνο θέσεις εργασίας – αλλά και δύναμη, πλούτος, ιδέες και η ίδια η εθνική ταυτότητα – μεταναστεύουν, μονίμως και με αστραπιαία ταχύτητα».
Το άρθρο συνεχίζει: «Η υπέροχη πρωτεύουσα της χώρας, οι άψογοι δρόμοι, το θαυμάσιο φαγητό, τα σαγηνευτικά αρώματα προσφέρουν μια συναρπαστική εικόνα πλούτου και παράδοσης. Αλλά ακριβώς όπως τα χρυσά αγάλματα στις γέφυρες του Παρισιού αποσπούν το μάτι από τους άστεγους που κοιμούνται κάτω από τις καμάρες, έτσι και η συγκινητική ομορφιά της Γαλλίας τείνει να καλύψει κάτι που μοιάζει πολύ με απελπισία».
Ανησυχητικά πράγματα, εντάξει – και το άρθρο σημείωνε πώς το ακροδεξιό Εθνικό Μέτωπο θα μπορούσε να εκμεταλλευθεί αυτή την διάχυτη αγωνία.
Λοιπόν, αυτό ήταν ένα άρθρο που το έγραψα πριν από 16 χρόνια, το 1997, όταν ήμουν ανταποκριτής στο Παρίσι.
Στη Γαλλία, η δυσθυμία είναι περισσότερο μια μόνιμη κατάσταση, παρά μια αντίδραση σε κάτι συγκεκριμένο. Οι Γάλλοι τρέφονται από την δυσπραγία όπως οι Βρετανοί από την βασιλική οικογένεια. Είναι ένα τέχνασμα εθνικού μάρκετινγκ με μεγάλο βαθμό επιτήδευσης για να γοητεύσει τους ξένους, και όχι τόσο μια ανησυχητική κατάσταση.
Πες σε έναν Γάλλο τί ωραία που είναι η ημέρα, και θα σου απαντήσει ότι έρχεται βροχή. Αυτή η δυστροπία είναι περισσότερο μια έντονη μορφή ρεαλισμού, παρά σημάδι δυσφορίας. Είναι μια πικρή σοφία. Είναι ένα νεύμα στην άποψη του Χομπς ότι η ζωή του ανθρώπου είναι, σε γενικές γραμμές, «μοναχική, φτωχή, άσχημη, κτηνώδης και σύντομη».
Τίποτα δεν προκαλεί έκπληξη, τίποτα δεν σοκάρει (ιδίως στον τομέα του γάμου και του σεξ), και τίποτα δεν απογοητεύει πραγματικά.
Κανένα έθνος δεν ανασηκώνει τους ώμους με τρόπο πιο εμφατικό. Κανένα έθνος δεν είναι το αντικείμενο τόσου ρομαντισμού, και όμως δεν υπάρχει λαός λιγότερο ρομαντικός από τους Γάλλους. Κανένα έθνος δεν εσωτερικεύει με τόσο απόλυτο τρόπο την ιδέα ότι στο τέλος είμαστε όλοι νεκροί.
Είναι βεβαίως αλήθεια ότι η Γαλλία ζει με υψηλή ανεργία μέσα στην κρίση χρέους της ευρωζώνης. Οτι είναι μάλλον υποτελής, παρά ισότιμη με την Γερμανία αυτές τις μέρες. Οτι είναι χρονίως διχασμένη μεταξύ ενός ιδιωτικού τομέα παγκοσμίου κλάσεως και ενός τεράστιου κρατικού τομέα γκρινιάρηδων δημοσίων υπαλλήλων. Οτι η διεθνής ισχύς της μειώνεται, και ότι το κράτος πρόνοιας είναι δυσβάσταχτα ακριβό.
Και όμως, η Γαλλία είναι μια χώρα με εξαιρετικά νοσοκομεία, καλή εκπαίδευση, απέραντη ομορφιά, το καλύτερο κρασί στον κόσμο, δεμένες οικογένειες και μια βαθιά, γήινη σοφία.
Προσφάτως μου σέρβιραν ένα τυρί που λέγεται «Cachat». Για να το φτιάξουν παίρνουν όλα τα τυριά που τους έχουν περισσέψει, τα θρυμματίζουν, προσθέτουν ελαιόλαδο, κονιάκ, φύλλα δάφνης, θυμάρι, και τα κλείνουν σε ένα βάζο για περίπου ένα χρόνο. Η δυσωδία είναι συγκλονιστική, και το μυστικό είναι να το τρως σε ελάχιστη ποσότητα. «Είναι πιο δυνατό από αντιβιοτικό, τα γιατρεύει όλα», μου είπαν.

Ακόμη και την δυσθυμία; Οχι, αυτή είναι ανίατη, πολύ αγαπημένη για να την απαρνηθούν οι Γάλλοι. Οταν ζήτησαν από τον Βολταίρο, στο νεκροκρέβατό του, να απαρνηθεί τον Σατανά, και να αγκαλιάσει τον Θεό, αρνήθηκε λέγοντας ότι «δεν ήταν η κατάλληλη στιγμή για να κάνει νέους εχθρούς».

Καλύτερα να αισθάνεσαι χάλια παρά να είσαι υποκριτής, καλύτερα να νιώθεις ναυτία παρά να είσαι αφελής – και πολύ καλύτερα να είσαι πικρόχολος, παρά να είσαι ανόητος.