Η ιστορία του φτάνει πίσω στο 1850. Οι ντόπιοι τον γνωρίζουν ως τον νερόμυλο του Κατσαπρόκου ή του Μαυρογένη. Πρόκειται για τον 10ο από μια σειρά μύλων, οι οποίοι λειτουργούσαν με το ίδιο νερό και βρίσκεται μόλις δύο χιλιόμετρα έξω από την πόλη της Κυπαρισσίας.

Υπήρξε το αγαπημένο στέκι των παλιών κατοίκων. Στρατοκόποι και κυπαρισσιώτες «ξενύχτηδες» απολάμβαναν εκεί τα ξημερώματα τις συναυλίες των αηδονιών, καθώς ο νερόμυλος δεν άλεθε μόνο, αλλά λειτούργησε και ως μαγαζάκι και ταβέρνα. Αρχηγείο των αντιστασιακών και των ανταρτών στον πόλεμο, σταμάτησε να αλέθει το 1974, όταν ο Δήμος Κυπαρισσίας πήρε το νερό για να εξασφαλίσει επάρκεια ύδρευσης στην πόλη και αποζημίωσε τον μυλωνά. {{{ moto }}}

Σήμερα, έχοντας ανακηρυχθεί διατηρητέο μνημείο από το Κεντρικό Συμβούλιο Νεωτέρων Μνημείων, απέκτησε και πάλι ζωή. Αναστηλώθηκε, συντηρήθηκε και μάλιστα δουλεύει κανονικά, αλέθοντας σιτάρι. Παράλληλα, όπως και παλιά, λειτουργεί και ως ένα γραφικό παραδοσιακό καφενείο, ενώ το μαγαζάκι που βρίσκεται στο ισόγειο προβάλει την πλούσια προσφορά της φύσης στην ελληνική γαστρονομία. Διαθέτει μια ποικιλία προϊόντων από γνήσια υλικά, πολλά από τα οποία, ο σημερινός «μυλωνάς» Νάσος Σμέρδης μαζεύει από τα βουνά της περιοχής και συσκευάζει μαζί με την γυναίκα του, την Αννα, με γνώση, αγάπη και μεράκι.