Δεν θα καταθέσει ο ΣΥΡΙΖΑ δικό του πόρισμα για την υπόθεση της λίστας Λαγκάρντ ώστε «να μην νομιμοποιηθούν οι μεθοδεύσεις της πλειοψηφίας της επιτροπής», όπως ειπώθηκε σε συνέντευξη Τύπου που παραχώρησαν τα μέλη του κόμματος που συμμετείχαν στην προανακριτική επιτροπή (Θ. Δρίτσας, Ζωή Κωνσταντοπούλου και Στ. Κοντονής). Ωστόσο, θα καταθέσει την «εμπεριστατωμένη γνώμη» που διαμορφώθηκε από τα στοιχεία που συγκεντρώθηκαν (αλλά και δεν συγκεντρώθηκαν, όπως είπε χαρακτηριστικά η κυρία Κωνσταντοπούλου), σύμφωνα με τα οποία προκύπτουν για τον ΣΥΡΙΖΑ επαρκείς ενδείξεις για να ασκηθεί κατά του κ. Παπακωνσταντίνου ποινική δίωξη:
1. Για απιστία περί την υπηρεσία σε βαθμό κακουργήματος.
2. Για πλαστογραφία και όχι νόθευση εγγράφου, όπως προτείνει το πόρισμα της πλειοψηφίας, καθώς θεωρείται ότι δεν είναι αυτό το πραγματικά διαπραχθέν αδίκημα. Η πλαστογραφία, σύμφωνα με τους βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, προκύπτει από την δημιουργία ενός usb με διαφορετικό περιεχόμενο από το γνήσιο cd.
3. Για υπεξαγωγή εγγράφου σε βαθμό κακουργήματος, αδίκημα που δεν περιλαμβάνεται στο πόρισμα της πλειοψηφίας.
4. Για παράβαση καθήκοντος σε βαθμό πλημμελήματος.
Επίσης, η αξιωματική αντιπολίτευση θεωρεί ότι χρειάζεται περαιτέρω διερεύνηση για ενδεχόμενη συμμετοχική δράση των κκ. Παπακωνσταντίνου, Ι. Καπελέρη και Ι. Διώτη και για ενδεχόμενη διάπραξη αδικημάτων περί την υπηρεσία. Όσον αφορά τον κ. Ευ. Βενιζέλο, ο ΣΥΡΙΖΑ πιστεύει ότι από τα στοιχεία που προέκυψαν «επιβάλλεται να συζητηθεί το προφανές: η αναζήτηση ενδεχόμενων ποινικών ευθυνών για την τέλεση των ίδιων αδικημάτων» (με αυτά που αποδίδονται στον κ. Παπακωνσταντίνου). Μάλιστα η κυρία Κωνσταντοπούλου κατηγόρησε τον πρόεδρο της Επιτροπής κ. Χρ. Μαρκογιαννάκη και τα κόμματα που συγκροτούν την πλειοψηφία (ΝΔ, ΠαΣοΚ, ΔΗΜΑΡ) ότι ενήργησαν στην κατεύθυνση του «να συγκαλυφθούν και να μην αποκαλυφθούν αυτά που πρέπει: οι ποινικές ευθύνες για την διαχείριση του αρχείου από τον έτερο υπουργό Οικονομικών τον κ. Βενιζέλο ο οποίος το έκρυψε».
Όσον αφορά τον πρώην πρωθυπουργό κ. Γ. Παπανδρέου υποστηρίζεται ότι «ενισχύθηκαν τα στοιχεία ευθύνης του από την διερεύνηση της υπόθεσης».
Κατά τα λοιπά, η κυρία Κωνσταντοπούλου κατηγόρησε την πλειοψηφία της επιτροπής διότι «ως συμπράττουσα τρικομματική πλειοψηφία που συνεχίζει να δρα ως μπλοκ δυνάμεων, αποφάσισε να αποκλείσει τα μέλη της επιτροπής από την νόμιμη δικονομική διαδικασία διαβούλευσης (επί του πορίσματος) η οποία τεκμηριώνει και εμπεδώνει την αποκάλυψη της αλήθειας». «Ματαίωσε τον σκοπό μιας αντικειμενικά συλλογικής διαδικασίας διαβούλευσης και τορπίλισε δόλια μια τέτοια προοπτική», δήλωσε η βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ κατηγορώντας τον πρόεδρο και την πλειοψηφία για «αντιδικονομική και παράνομη άρνηση» να γίνει διαβούλευση επί του πορίσματος «υπονομεύοντας έτσι το τελικό στάδιο της διερεύνησης της υπόθεσης».
Όπως συμπλήρωσε η κυρία Κωνσταντοπούλου, «κανείς δεν επιτρέπεται να φοβάται τον διάλογο και τα επιχειρήματα ώστε να μεθοδεύει τέτοιες αδιανόητες διαδικασίες», ζητώντας για άλλη μια φορά να γίνει συνεδρίαση της προανακριτικής όπου τα μέλη της θα διασκεφθούν επί του πορίσματος, το οποίο ωστόσο έχει ψηφιστεί από την πλειοψηφία και έχει κατατεθεί στον Πρόεδρο της Βουλής κ. Ευ. Μεϊμαράκη, παίρνοντας έτσι τον δρόμο του για την Ολομέλεια της Βουλής η οποία και θα τοποθετηθεί επί των αποδιδόμενων αδικημάτων στον κ. Παπακωνσταντίνου για να κρίνει, τελικώς, αν θα τον παραπέμψει ή όχι στο Δικαστικό Συμβούλιο που με την σειρά του θα αποφανθεί περί της βασιμότητας των αδικημάτων και της τυχόν παραγραφής κάποιου εξ αυτών, ώστε να παραπέμψει ή όχι τον πρώην υπουργό στο Ειδικό Δικαστήριο.