Εναλλακτικές μεθόδους «τεχνητής» αύξησης της απόδοσης των καταθέσεών τους θα πρέπει να αναζητήσουν οι αποταμιευτές αν θέλουν να αναπληρώσουν τις απώλειες που συνεπάγεται η περικοπή των επιτοκίων στους λογαριασμούς προθεσμίας. Το «μυστικό» του εγχειρήματος κρύβεται στην όσο το δυνατόν καλύτερη αξιοποίηση του εισοδήματος που λαμβάνουν από ένα προϊόν προσυμφωνημένης διάρκειας. Συγκεκριμένα, με την εξασφάλιση μιας υψηλής απόδοσης και για τους τόκους, αυξάνεται η συνολική ανταμοιβή για τον καταθέτη, ως ποσοστό επί της αρχικής του επένδυσης.

Για να γίνει όμως αυτό, θα πρέπει οι αποταμιευτές να βρουν και να συνδυάσουν τα κατάλληλα «εργαλεία», ακόμη και αν αυτά αποτελούν καταθετικά προγράμματα δύο διαφορετικών τραπεζών. Κατά τη διαδικασία αυτή απαιτείται ιδιαίτερη προσοχή, διότι το παραμικρό λάθος μπορεί να στοιχίσει στο τελικό επιτόκιο. Ειδικότερα, θα πρέπει το ύψος και η συχνότητα καταβολής των τόκων να συνδυαστούν κατάλληλα με το δεύτερο ή και με το τρίτο καταθετικό προϊόν, ώστε να μεγιστοποιείται η συνολική απόδοση.
Σε κάθε περίπτωση, βασική προϋπόθεση αποτελεί η επιλογή ενός λογαριασμού προθεσμίας που να αποδίδει τους τόκους οποτεδήποτε πριν από τη λήξη της περίοδος ισχύος του. Με τον τρόπο αυτό δίνεται η δυνατότητα στον αποταμιευτή να εκμεταλλευτεί με τον καλύτερο τρόπο τους δεδουλευμένους τόκους, για όσο διάστημα το αρχικό του κεφάλαιο είναι δεσμευμένο στην προθεσμιακή.
Ειδικότερα, οι τρόποι μεγιστοποίησης της απόδοσης είναι οι εξής:
Συνδυασμός προθεσμιακής και αποταμιευτικού προγράμματος: Η εξασφάλιση ενός υψηλού επιτοκίου για τους τόκους της προθεσμιακής κατάθεσης μπορεί να επιτευχθεί με τον συνδυασμό της με ένα αποταμιευτικό πρόγραμμα. Αυτό προϋποθέτει την επιλογή από τη μία πλευρά ενός λογαριασμού προθεσμίας με απόδοση των τόκων ανά τακτά χρονικά διαστήματα και από την άλλη του κατάλληλου αποταμιευτικού προγράμματος στο οποίο θα κατατίθεται αυτό το τακτικό εισόδημα.
Αρχικά ο καταθέτης θα πρέπει να επιλέξει την προθεσμιακή κατάθεση που τον συμφέρει, διασφαλίζοντας ότι οι τόκοι θα εισπράττονται κάθε μήνα, δίμηνο ή τρίμηνο. Το εισόδημα αυτό στη συνέχεια θα πρέπει να κατατίθεται σε έναν δεύτερο λογαριασμό. Οπότε, ο αποταμιευτής θα πρέπει να αναζητήσει το προϊόν εκείνο που «δένει» με το ύψος των τόκων και τη συχνότητα καταβολής τους.
Για παράδειγμα, μία προθεσμιακή κατάθεση με μηνιαία καταβολή των τόκων μπορεί να συνδυαστεί με ένα αποταμιευτικό πρόγραμμα που προσφέρει υψηλό επιτόκιο, υπό την προϋπόθεση ότι κάθε μήνα καταβάλλεται ένα συγκεκριμένο ποσό. Ο καταθέτης θα πρέπει να διασφαλίσει ότι το ελάχιστο ποσό της αποταμίευσης, που αποτελεί προϋπόθεση για την εξασφάλιση του υψηλού επιτοκίου, είναι τουλάχιστον ίσο ή μικρότερο με το ύψος των τόκων που εισπράττει από την προθεσμιακή.
Ετσι, αν οι τόκοι που λαμβάνει κάθε μήνα ανέρχονται σε 100 ευρώ, θα πρέπει να βρει ένα πρόγραμμα συστηματικής αποταμίευσης με ελάχιστο ποσό κατάθεσης σε αυτό το επίπεδο. Σήμερα, προσφέρονται στην αγορά τέτοια προϊόντα, που διασφαλίζουν επιτόκια ως και 3% ακόμη και με την αποταμίευση ενός ευρώ κάθε μήνα, ενώ για μεγαλύτερα ποσά η απόδοση μπορεί να φτάσει ως και το 5%.

Ευέλικτες προθεσμιακές:
Πρόκειται για λογαριασμούς προθεσμίας που λειτουργούν με μεγαλύτερη ευελιξία για τους αποταμιευτές, ως προς το σκέλος των επιπρόσθετων καταβολών. Στο πλαίσιο αυτό, ο καταθέτης μπορεί να επιλέξει την επανεπένδυση των τόκων που λαμβάνει σε τακτική βάση στον ίδιο προϊόν, διατηρώντας το υψηλό επιτόκιο που συμφωνήθηκε στην αρχή της προθεσμιακής.
Με την επανατοποθέτηση των τόκων, το κεφάλαιο επί του οποίου υπολογίζεται το εισόδημα στην αμέσως επόμενη περίοδο εκτοκισμού αυξάνεται. Με τον τρόπο αυτό ενισχύεται η συνολική πραγματική απόδοση επί του αρχικού κεφαλαίου του πελάτη.

Οι προσφορές των τραπεζών, τα μυστικά και οι «ποινές»
Τρία εργαλεία για την επιλογή των καταθετικών προγραμμάτων

Τα καταθετικά προγράμματα που μπορεί να χρησιμοποιήσει ένας αποταμιευτής, παράλληλα με την προθεσμιακή κατάθεση, για την αύξηση της τελικής του απόδοσης μέσω της επανεπένδυσης των τόκων της, είναι τα εξής:


1. Λογαριασμοί υπό προειδοποίηση:
Τα προγράμματα αυτά συνδυάζουν τα πλεονεκτήματα ενός κλασικού λογαριασμού με αυτά της προθεσμιακής κατάθεσης, δηλαδή τη ρευστότητα και τις αυξημένες αποδόσεις.
Από τη μία πλευρά, σε σχέση με το σκέλος της κατάθεσης, λειτουργούν ακριβώς όπως οι απλοί λογαριασμοί. Ο πελάτης μπορεί να πραγματοποιεί καταθέσεις όποια στιγμή επιθυμεί χωρίς ανώτατο όριο στο ύψος τους, απολαμβάνοντας αμέσως προνομιακό επιτόκιο για τα χρήματά του. Ως εκ τούτου, τα προγράμματα της κατηγορίας μπορούν να λειτουργήσουν ως το αποταμιευτικό εργαλείο στο οποίο θα τοποθετούνται ανά τακτά χρονικά διαστήματα οι τόκοι της προθεσμιακής. Εναλλακτικά, μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την κατάθεση των τόκων που εισπράχθηκαν προκαταβολικά.

Σημειώνεται ότι στους λογαριασμούς αυτούς για να πραγματοποιηθεί μια ανάληψη θα πρέπει ο καταθέτης να προειδοποιήσει προηγουμένως εγγράφως την τράπεζα. Ανάλογα με το προϊόν ο χρόνος της προειδοποίησης μπορεί να κυμαίνεται από μία εβδομάδα και να φθάνει ως και τους τρεις μήνες. Σε γενικές γραμμές, όσο μεγαλύτερο είναι το διάστημα αυτό τόσο υψηλότερο είναι και το επιτόκιο.


2. Λογαριασμοί ταμιευτηρίου:
Διατίθενται αυτή τη στιγμή στην αγορά λογαριασμοί ταμιευτηρίου και τρεχούμενοι λογαριασμοί με προνομιακά επιτόκια. Συγκεκριμένα, υπάρχουν προσφορές με επιτόκια ως και το 3,30% χωρίς καμία δέσμευση από την πλευρά του καταθέτη, αρκεί το υπόλοιπο της κατάθεσης να διαμορφώνεται πάνω από ένα ελάχιστο όριο, το οποίο ανάλογα με την τράπεζα μπορεί να ξεκινά ακόμη και από τις 10.000 ευρώ.

Ετσι ο καταθέτης μπορεί όποτε επιθυμεί να καταθέτει οποιοδήποτε ποσό, απολαμβάνοντας το ίδιο υψηλό επιτόκιο. Το προϊόν αυτό κατά συνέπεια μπορεί να λειτουργήσει ως ο «υποδοχέας» των τόκων της προθεσμιακής, είτε αυτοί καταβλήθηκαν προκαταβολικά είτε αποδίδονται ανά τακτά χρονικά διαστήματα.


3. Αποταμιευτικοί λογαριασμοί:
Οι ετήσιες αποδόσεις των προγραμμάτων αυτών φθάνουν ως και το 5%, υπό την προϋπόθεση ότι ο πελάτης αποταμιεύει κάθε μήνα ένα ποσό. Το ύψος του μπορεί να είναι είτε προκαθορισμένο είτε να υπάρχουν όρια. Αν δεν γίνει η κατάθεση, σαν ποινή προβλέπεται η σημαντική μείωση του επιτοκίου. Ο καταθέτης λοιπόν θα πρέπει να επιλέξει εκείνο το προϊόν που έχει ως ελάχιστο όριο αποταμίευσης το ύψος των τόκων που θα εισπράττει από την προθεσμιακή.
Στην αγορά υπάρχει προϊόν που θέτει ως προϋπόθεση το ελάχιστο ποσό της αποταμίευσης κάθε μήνα να είναι μόνο 1 ευρώ και άλλα που έχουν ως μίνιμουμ κατάθεση τα 200 ευρώ. Από την άλλη, ορισμένα προγράμματα μπορεί να βάζουν πλαφόν στο ανώτατο ύψος της μηνιαίας αποταμίευσης, ενώ άλλα δεν θέτουν κανένα όριο.

Προκαταβολή και επανεπένδυση
Μία εναλλακτική επιλογή για την αύξηση της τελικής απόδοσης με επανεπένδυση των τόκων αποτελούν οι προθεσμιακές καταθέσεις που τους αποδίδουν προκαταβολικά στον πελάτη. Στην προκειμένη περίπτωση, ο αποταμιευτής δεσμεύει το κεφάλαιό του και την ίδια ημέρα λαμβάνει το σύνολο των τόκων, τους οποίους μπορεί να αξιοποιήσει όπως θέλει.
Οι τόκοι μπορεί να διατηρηθούν σε έναν λογαριασμό ταμιευτηρίου, ή τρεχούμενο, ή υπό προειδοποίηση, που προσφέρει υψηλό επιτόκιο, για ένα συγκεκριμένο επίπεδο υπολοίπου και άνω. Εκτός από αυτό, εφόσον βρεθεί το κατάλληλο προϊόν, ο καταθέτης μπορεί να χρησιμοποιήσει επιπρόσθετα και ένα αποταμιευτικό προϊόν, όπως αυτά που προαναφέρθηκαν, για να καταθέτει ανά τακτά χρονικά διαστήματα ένα μέρος των χρημάτων που διατηρεί στον λογαριασμό πρώτης ζήτησης.
Για παράδειγμα, έστω ότι κάποιος έλαβε τόκους προκαταβολικά από μία προθεσμιακή της τάξης των 6.000 ευρώ. Θα πρέπει να αναζητήσει ένα προϊόν που να διασφαλίζει όσο το δυνατόν υψηλότερο επιτόκιο για το συγκεκριμένο υπόλοιπο. Παράλληλα, εφόσον το επιθυμεί και το επιτρέπουν οι όροι του προγράμματος, μπορεί να συνδυάσει όλα τα παραπάνω και με ένα τρίτο αποταμιευτικό πρόγραμμα, εξασφαλίζοντας ακόμη πιο υψηλό επιτόκιο για ένα μέρος των τόκων.
Αν για παράδειγμα ο λογαριασμός πρώτης ζήτησης προσφέρει το υψηλό επιτόκιο για ποσά άνω των 5.000 ευρώ, ο καταθέτης έχει τη δυνατότητα να αποταμιεύσει σταδιακά ως και 1.000 ευρώ σε ένα τρίτο προϊόν που μπορεί να του διασφαλίζει επιτόκιο της τάξης ακόμη και του 5%.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ