Το δήθεν μέλλον

Ο αείμνηστος Χαρίλαος Φλωράκης επιβεβαιώνεται: τελικά, ένα είν’ το κόμμα.

Ο αείμνηστος Χαρίλαος Φλωράκης επιβεβαιώνεται: τελικά, ένα είν’ το κόμμα. Από χθες το βράδυ, η Νέα Δημοκρατία και το ΠαΣοΚ ενώθηκαν πλέον και επισήμως με τα δεσμά του γάμου. Κι όσοι έχουν τόσα χρόνια φαγωθεί να μιλούν για το τέλος της Μεταπολίτευσης, τώρα, δικαιώνονται κι εκείνοι: από χθες το βράδυ, η Μεταπολίτευση πέρασε οριστικώς στην ιστορία. Το ερώτημα όμως είναι, τι αφήνει πίσω της. Και, δυστυχώς, η απάντηση στο ερώτημα είναι, σε όλα τα επίπεδά της, αποκαρδιωτική.

Ως προς το πολιτικό σκηνικό, αυτό που πραγματικά συμβαίνει είναι ότι βρισκόμαστε ήδη σε ένα νέο τριπολισμό: η μία κύρια πολιτική οντότητα είναι τα δύο κόμματα της συγκυβέρνησης που, πλέον, το πιο πιθανό είναι ότι θα κατέβουν και μαζί στις επόμενες εκλογές όποτε αυτές γίνουν. Η άλλη κύρια οντότητα είναι ο ΣΥΡΙΖΑ. Και, φυσικά, η τρίτη, είναι η Χρυσή Αυγή. Αυτή είναι η νέα αδήριτη πραγματικότητα της ελληνικής πολιτικής σκηνής, στο περιθώριο της οποίας θα κινηθούν το ΚΚΕ και ορισμένοι ακόμα σχηματισμοί όπως οι Ανεξάρτητοι Ελληνες από τα δεξιά και η ΔΗΜΑΡ από τα αριστερά, συν διαφόρους μεμονωμένους που συν το χρόνο, εκ των πραγμάτων, κάπου θα ενταχθούν.

Ως προς την ουσία της πορείας της χώρας, το πράγμα είναι εξίσου ξεκάθαρο αλλά και πολύ δυσάρεστο. Παρά τα όσα θέλει να λέει η κυβέρνηση, όπως κάθε κυβέρνηση, η κατάσταση είναι κυριολεκτικώς τραγική. Παλιά, όταν μιλούσε κανείς για ανασχηματισμούς, ή, επί το πασοκικότερο αναδομήσεις, αναφερόταν διεξοδικά στα πρόσωπα. Παρά το γεγονός ότι η Μεταπολίτευση υπήρξε απολύτως πρωθυπουργοκεντρική ειδικά από τη συνταγματική αναθεώρηση του 1985 και μετά, τα πρόσωπα είχαν πάντοτε τη δική τους σημασία. Σήμερα, αυτή η σημασία είναι μειωμένη όσο ποτέ τα τελευταία σαράντα χρόνια.

Ο λόγος που συμβαίνει αυτό δεν είναι άλλος παρά το γεγονός ότι η ασκούμενη πολιτική είναι απολύτως ελεγχόμενη και υπαγορευμένη: οι υπουργοί, στα περισσότερα τουλάχιστον υπουργεία, δεν ασκούν επί της ουσίας πολιτική, αλλά το πλαίσιο λειτουργίας τους είναι καθαρά εφαρμοστικό. Κάνουν ακριβώς ότι τους πουν να κάνουν τα κλιμάκια του διεθνούς οικονομικού ελέγχου και κρίνονται από το πόσο «καλά» ή «κακά» το κάνουν. Η λέξη υπουργός δεν ανταποκρίνεται πλέον εννοιολογικά στο παλιό της περιεχόμενο, αλλά, πολύ περισσότερο, σε μία παλαιά και όχι πολύ τιμητική εκδοχή της ετοιμολογίας της. Γι αυτό άλλωστε και δεν υπάρχει καν λόγος να σχολιάσει κανείς ορισμένες τουλάχιστον από τις επιλογές προσώπων και σηματοδοτήσεων που έρχονται ξανά στο προσκήνιο από το βαθύ παρελθόν ενδεδυμένα το μανδύα ενός δήθεν μέλλοντος…

Και έτσι φτάνουμε στο τρίτο και το πλέον σημαντικό από τα δεδομένα που συνθέτουν τη σημερινή μεγάλη εικόνα: το διεθνή παράγοντα, εν προκειμένω, κατ ουσίαν, το Βερολίνο. Η νέα κυβέρνηση έχει μεν στα λόγια τις «ευλογίες» της Γερμανίας, στην πράξη όμως δεν έχει τη βοήθειά της: η γερμανική κυβέρνηση δεν της δίνει ούτε το ελάχιστο περιθώριο ανάσας. Και η πίεση που ασκείται είναι τώρα μεγαλύτερη από κάθε άλλη περίοδο της σχεδόν τετραετούς πια κρίσης.

Στριμωγμένη μεταξύ μίας πραγματικότητας δυσκολότερης από ποτέ και μίας γερμανικής πίεσης που ούτε χαλάρωσε, ούτε πρόκειται να χαλαρώσει (το αντίθετο μάλιστα θα συμβεί μετά τις γερμανικές εκλογές παρά τους διάφορους αστήρικτους ευσεβείς πόθους), η νέα κυβέρνηση οφείλει τώρα να επιχειρήσει στα σοβαρά να τετραγωνίσει τον κύκλο. Όμως, αυτό δεν πρόκειται να συμβεί, για τον απλούστατο λόγο ότι τα προβλήματα έχουν καταστεί πλέον άλυτα: έσοδα, ασφαλιστικό, ανεργία, ύφεση, φόροι και φορολογικό σύστημα, δημόσιο, αποκρατικοποιήσεις, κοινωνική αποσάθρωση, κράτος υπό κατάρρευση, φτώχεια και πόλωση δεν έχουν καμία ελπίδα να αντιστραφούν και αυτό το γνωρίζουν άπαντες – το πιστοποιεί άλλωστε και σειρά διεθνών εκθέσεων. Από όλα αυτά τίποτα δεν παρουσιάζει σημάδια βελτίωσης.

Που φτάνουμε λοιπόν; Φτάνουμε στο σημείο να έχουμε μία κυβέρνηση που όλοι γνωρίζουν ότι ο πραγματικός της ορίζοντας των αντοχών της είναι περίπου λίγο μετά τις γερμανικές εκλογές.

Τότε, όταν η Γερμανία θα έχει τελειώσει με τις δικές της κάλπες, η Ελλάδα θα οδηγείται πιθανότατα στις δικές της. Και, τότε, το νέο ελληνικό τριπολικό σχήμα, αυτό που σφράγισε από χθες το βράδυ το πραγματικό τέλος της Μεταπολίτευσης, θα αναμετράται με τον εαυτό του και με τις επιλογές πολλών χρόνων, αλλά, κυρίως, με την πραγματικότητα.

Αν θέλει λοιπόν κάτι να προσφέρει πραγματικά αυτή η κυβέρνηση στον εαυτό της και στον τόπο, αν επιθυμεί να κάνει μία αληθινή προσπάθεια να βγει η Ελλάδα από τη φοβερή στενωπό, καλά θα κάνει να θυμηθεί ότι είναι κυβέρνηση. Και ότι έχει και το δικαίωμα και την υποχρέωση να επιχειρήσει επιτέλους αληθινά αυτό με το οποίο πριν από ένα χρόνο εξελέγη – ισχύει αυτό κυρίως για τη ΝΔ αλλά και για το ΠαΣοΚ: την επαναδιαπραγμάτευση ενός προγράμματος που οδηγεί τη χώρα με μαθηματική ακρίβεια στον όλεθρο. Αλλιώς, δεν μπορεί να ελπίζει. Αν δεν βρει το κουράγιο να το πράξει, θα πρέπει να γνωρίζει ότι το τέλος είναι ήδη κοντά. Ακριβώς επειδή είναι δήθεν μέλλον…

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.