Οταν ο καιρός ανοίγει, αλλά η θερινή σεζόν δεν έχει αρχίσει ακόµη, ένα σίγουρο µέρος για να βρεις τραπεζάκια έξω είναι η πλατεία Μαβίλη. Εκεί ακριβώς βρεθήκαµε και εµείς µε off season καλοκαιρινή διάθεση, πρoτού καλά καλά ο Απρίλιος φθάσει στη µέση του, αποφασισµένες να τα δούµε όλα – ή, τουλάχιστον, όσο περισσότερα µπορούµε, γιατί εδώ τα µπαρ είναι πολλά.
Sutsu
Για αλλαγή, ξεκινήσαµε από το Sutsu, το οποίο καµία από τις δυο µας δεν είχε τύχει να επισκεφθεί ξανά. Παραδόξως, βρήκαµε τραπεζάκι έξω στο πεζοδρόµιο: ό,τι πρέπει για να ακούς τη «µαύρη» soul-funky µουσική (στα τραπέζια επί της πλατείας κάτι τέτοιο είναι αδύνατον) και να κόβεις κίνηση, βλέποντας πού και πού και κανέναν γνωστό. Εγκατασταθήκαµε, λοιπόν, µε τις καλύτερες διαθέσεις, αλλά γρήγορα άρχισαν τα στραβοπατήµατα. Το πρώτο ήταν αυτό του καταλόγου. Μόλις τον ζητήσαµε, λάβαµε από τη σερβιτόρα την αποστοµωτική απάντηση: «Εγώ είµαι ο κατάλογος. Ζητήστε µου ό,τι θέλετε και θα σας το πω». Τώρα, βεβαίως, και εσείς θα µας πείτε «παράξενες», αλλά, ειδικά σε καιρούς οικονοµικής κρίσης, νοµίζουµε ότι ο πελάτης έχει κάθε δικαίωµα να µπορεί να κάνει τις επιλογές του µε βάση τις τιµές, χωρίς να κινδυνεύει να τον κοιτάξουν στραβά αν αρχίσει να ρωτάει.
Το προσπεράσαµε. «Διαβάζοντας» την κατά τα άλλα εύγλωττη σερβιτόρα-µενού, η Τόνικ πήρε ένα Moscato, ενώ η Τζιν παρέµεινε ως συνήθως πιστή στο κόκκινο κρασί. Τα κρασιά µας ήρθαν γρήγορα αλλά – στραβοπάτηµα Νο 2 – ήταν ζεστά (της Τζιν, βεβαίως, ήταν κόκκινο, αλλά ήταν σαν να έχει βγει από τον θερµοσίφωνα) και στην ακριβή πλευρά της κλίµακας των τιµών (€6 το Moscato και €5 το κόκκινο κρασί). Καθ’ ότι εκ φύσεως καλοπροαίρετες, τα ήπιαµε χωρίς διαµαρτυρία, αν και µε καρδιά κατά τι βαρύτερη από την ανάλαφρη σφαίρα στην οποία βρισκόταν όταν φθάσαµε. Και επειδή – ενίοτε – η τύχη ανταµείβει την καλοσύνη, η βραδιά σώθηκε από την καταστροφή: συναντήσαµε φίλους που περνούσαν και µας τράβηξαν στον διπλανό Λώρα.
Λώρας
Το κλασικό ποτάδικο της πλατείας διατηρεί πάντα τη φήµη του ιστορικού. Ως λάτρεις του κλασικού (ναι, ξέρουµε, έχετε βαρεθεί να το ακούτε, ή µάλλον να το διαβάζετε) πήγαµε µε τις καλύτερες διαθέσεις. Εδώ δεν καθήσαµε έξω, αλλά στην cozy πλευρά της µπάρας προς το ανοιχτό παράθυρο, εξασφαλίζοντας πλήρη άποψη του µέσα-έξω και άµεση απόλαυση της επίσης «µαύρης»-soul-funky µουσικής. Ο κατάλογος έλαµπε και εδώ διά της απουσίας του (η µπαργούµαν, πάντως, δεν διεκδίκησε την ταυτότητά του). Στα τυφλά, από απόψεως τιµών, είπαµε να σκληρύνουµε λίγο τις επιλογές µας: η Τζιν πέρασε στο ουίσκι-κόλα (€7) και η Τόνικ στο Jack Daniel’s (€9). Αν και πάλι στην ακριβή πλευρά, τα ποτά όλης της παρέας ήταν ΟΚ, µε εξαίρεση το µπουκαλάκι Moscato µιας φίλης που ήταν και πάλι χλιαρό (µήπως στην περιοχή σπανίζουν τα ψυγεία;). Η ατµόσφαιρα, πάντως, ήταν ευχάριστη και η βραδιά άρχισε να παίρνει τα πάνω της. Γι’ αυτό και αποφασίσαµε να την παρατείνουµε όταν οι υπόλοιποι αποχώρησαν.
Μπρίκι
Συνεχίσαµε στο Μπρίκι – άλλο κλασικό µπαρ. Εδώ περάσαµε στα ενδότερα, µια και ο έξω χώρος ήταν παραπάνω από ασφυκτικά κατειληµµένος. Η επιλογή αποδείχθηκε σοφή. Οχι µόνο χάρη στο ζεστό modern-classic ντεκόρ, αλλά και χάρη στην ευχάριστη, ζωντανή ατµόσφαιρα (να µη σας πούµε πόσο χαρήκαµε όταν είδαµε ότι υπάρχει κατάλογος, αν και στην ίδια γκάµα τσιµπηµένων τιµών της περιοχής).
Τα – όλων των ηλικιών – πρόσωπα γύρω µας ήταν κεφάτα ενώ, στον ελάχιστο κενό χώρο, κάποιοι χόρευαν υπό τους ήχους των κάθε άλλο παρά mainstream 80s µουσικών επιλογών του dj, οι οποίες κάλυπταν από OMD και Madness µέχρι Clash και Iαν Ντιούρι. Δεν ξέρουµε αν το 80s mood ήταν τυχαίο ή εσκεµµένο – ήταν, βλέπετε, η εβδοµάδα του θανάτου της Μάργκαρετ Θάτσερ και κάποια µπαρ είχαν διοργανώσει βραδιές προς τιµήν της. Μας έδωσε, πάντως, την ευκαιρία να θυµηθούµε ότι, αν µη τι άλλο, υπό τη σιδηρά πυγµή της εκλιπούσης γεννήθηκαν µερικές από τις σπουδαιότερες φωνές της σύγχρονης µουσικής. Φυσικά, δεν µπορούσαµε παρά να ακολουθήσουµε το ρεύµα. Κουνηθήκαµε και εµείς απολαµβάνοντας τα ποτά µας (η Τζιν παρέµεινε στο ουίσκι-κόλα, η Τόνικ πέρασε στο Prosecco – €7 ευρώ έκαστο, τα καλύτερα της βραδιάς), σχεδόν µέχρι πρωίας.
Συµπέρασµα
Κανείς δεν µπορεί να πει ότι δεν θα ξαναπάει σε µπαρ της πλατείας Μαβίλη. Η περιοχή έχει κάτι που σε κάνει να τα συγχωρείς όλα. Η Τζιν και η Τόνικ, πάντως, έχουν µια προτίµηση στο Μπρίκι και στον Λώρα (κλασικά και ιστορικά γαρ, όπως οι ίδιες). Αυτό δεν σηµαίνει ότι δεν θα ξανακάθονταν, αν τύχαινε, στα τραπεζάκια του Sutsu, πίνοντας ίσως κάτι άλλο και όχι κρασί.