Χώρος ταφής για τους καταδικασμένους σε θάνατο υπήρξε κατά τον 7ο ως τον 5ο αιώνα π.Χ. ένα τμήμα του αρχαίου νεκροταφείου του Παλαιού Φαλήρου στην περιοχή όπου πρόκειται να ανεγερθεί το Κέντρο Πολιτισμού του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος. Θαμμένοι με τα χέρια δεμένα πισθάγκωνα, με σοβαρές θλάσεις στα οστά, ενίοτε μάλιστα και με αποκοπή τους, είναι φανερό ότι αυτοί οι άνθρωποι είχαν τιμωρηθεί σκληρά από τη Δικαιοσύνη για σοβαρά εγκλήματα που είχαν διαπράξει. Μπροστά σε αυτό το μακάβριο αλλά εξαιρετικά ενδιαφέρον για τις αρχαίες κοινωνίες εύρημα βρέθηκαν οι αρχαιολόγοι της ΚΣΤ’ Εφορείας Αρχαιοτήτων, που με επικεφαλής την προϊσταμένη της κυρία Στέλλα Χρυσουλάκη ανασκάπτουν το νεκροταφείο, έκτασης σχεδόν 3.000 τ.μ. Ηδη μάλιστα έχει ερευνηθεί ένα τμήμα 1.150 τ.μ., ενώ την πρώτη εκτίμηση των στοιχείων έκανε η ίδια η κυρία Χρυσουλάκη σε ανακοίνωσή της την περασμένη Δευτέρα στη Βρετανική Σχολή Αθηνών.

«Στην ανασκαφή εντοπίστηκε σκελετός που έχει ταφεί αλυσοδεμένος ενώ σε ορισμένους από τους τάφους υπήρχε σήμανση με λίθινη πλάκα τοποθετημένη παράλληλα με τον σκελετό»
ανέφερε η αρχαιολόγος, προσθέτοντας ότι «αυξάνουν όλο και περισσότερο οι πιθανότητες οι νεκροί αυτοί να είχαν βρει βίαιο ή και βασανιστικό θάνατο, που διέλυσε το σώμα τους εν όσω ακόμα ζούσαν». Οι σκελετοί βρέθηκαν σε στάση πρηνηδόν με έντονα συνεσταλμένα τα κάτω άκρα ή σε έκταση, μερικοί μάλιστα φαίνεται ότι είχαν χέρια και πόδια δεμένα μαζί. «Πολλοί εξ αυτών παρουσιάζουν κακώσεις που έγιναν εν ζωή, αλλά και μετά θάνατον. Πιο συγκεκριμένα, οι κλείδες είναι πεσμένες και συγκλίνουν στην περιοχή του στέρνου, το οποίο συχνά δεν σώζεται, η κάτω σιαγόνα είναι εξαρθρωμένη, τα γόνατα έχουν συστηματικά υποστεί οστεοθλασία που διέλυσε την κλείδωση και τέλος έχουν κοπεί τα άκρα πόδια μαζί με τα πέλματα από το μέσο της κνήμης περίπου. Στη γενική αυτή εικόνα προστίθενται ανάλογα με τον νεκρό και άλλες κακώσεις, π.χ. στις κλειδώσεις του βραχίονα ή στο ιερό οστούν» περιέγραψε η κυρία Χρυσουλάκη.
Θα πρέπει να σημειωθεί πάντως ότι η πρώτη φορά που ανέκυψε παρόμοιο εύρημα ταφής (17 ανδρών) ήταν το 1915 κατά την ανασκαφή του Στρατή Πελεκίδη. Η ανακοίνωσή της μάλιστα προκάλεσε μεγάλη αναστάτωση, ακόμη περισσότερο δε από τη μελέτη του τότε εφόρου αρχαιοτήτων Αντώνη Κεραμόπουλου που με τον τίτλο «Αποτυμπανισμός» (1923) συνδύασε τα ανασκαφικά δεδομένα του Φαλήρου με τις αρχαίες φιλολογικές πηγές, αλλά και με τις σύγχρονές του λαογραφικές μαρτυρίες. Οι ακριβέστερες περιγραφές αποτυμπανισμού εγκληματιών εντοπίζονται στις «Θεσμοφοριάζουσες» του Αριστοφάνη και στον «Περικλή» του Πλουτάρχου, ενώ το είδος της θανάτωσης περιγράφεται ως «θάνατος επί σανίδος».
Σήμερα η ανασκαφή γίνεται κυριολεκτικά μέσα στην άμμο σε βάθος από 50 εκ. ως 1,20 μ. από την επιφάνεια της θάλασσας, στο γνωστό δηλαδή από την αρχαιότητα φαληρικό αλίπεδο. Στο σύνολό τους (πέραν των θανατωμένων) έχουν αποκαλυφθεί ως τώρα 264 ταφές: ελεύθερες (που υπερτερούν), εγχυτρισμοί (μέσα σε αγγεία) και καύσεις. Από τις πρώτες μελέτες μάλιστα των σκελετών προκύπτει ότι στα παιδιά υπήρχαν έντονες διατροφικές ελλείψεις που πιθανότατα τα οδήγησαν σε χρόνια αβιταμίνωση και υποσιτισμό ενώ παθολογικές αλλοιώσεις για τον ίδιο λόγο είχαν και οι ενήλικοι, όπως και έντονη καταπόνηση του μυοσκελετικού συστήματος από επίπονη και κοπιαστική καθημερινή εργασία με πολλά κατάγματα στα άνω και κάτω άκρα.
Η ανασκαφή όμως συνεχίζεται με την υποστήριξη του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος το οποίο, όπως επισημαίνει η κυρία Χρυσουλάκη, παρέχει όλα τα σύγχρονα μέσα της διεπιστημονικής έρευνας. Οσο για τις ταφές, απομακρύνονται, όπως είναι φυσικό, ώστε να προστατευθούν και να μελετηθούν.

HeliosPlus