Πήρε φωτιά το Διαδίκτυο γιατί η ποιήτρια Κική Δημουλά φέρεται να είπε –μάλλον ανεπίσημα– σε κάποια εκδήλωση στην Κυψέλη (περιοχή όπου διαμένει) το εξής «εξωφρενικό»: ότι φοβάται να βγει απ’ το σπίτι της λόγω της αυξημένης εγκληματικότητας, αποτέλεσμα της υπερσυγκέντρωσης μεταναστών (νομίμων ή μη) στην εν λόγω περιοχή! Πώς το μάθαμε; Έτυχε να την ακούσει η δημοσιογράφος Άννα Δαμιανίδη, που ήταν παρούσα στην εκδήλωση των Atenistas. Και δεν έχασε τη μοναδική ευκαιρία να γίνει (έστω για λίγο) ένα από τα πιο πολυσυζητημένα πρόσωπα του Διαδικτύου.
Όπως έλεγε κι ο παππούς μου, «αν δεν φας θεριό δεν θεριεύεις»! Βέβαια, η δήλωση (αν την έκανε…) της ποιήτριας παραβιάζει ανοικτές θύρες: όλοι γνωρίζουμε το μαρτύριο των κατοίκων της Κυψέλης – ιδιαίτερα των ηλικιωμένων που είναι πιο ευάλωτοι σε συνθήκες περιρρέουσας εγκληματικότητας. Και, αν δεν επιμείνουμε να εθελοτυφλούμε (εκ του –πολιτικώς– πονηρού;), τα κύρια αίτια του φαινομένου δεν πρέπει να μας είναι και τόσο άγνωστα!
Επειδή όμως τα media μίλησαν ελαφρά τη καρδία για «ρατσιστικό και ξενοφοβικό παραλήρημα»(!) της κ. Δημουλά, θεωρούμε πως είναι μια καλή ευκαιρία να διατυπώσουμε δυο-τρεις σκέψεις πάνω στην ίδια την έννοια της ξενοφοβίας, με οδηγό την κοινή λογική και μόνο…
Καταρχήν, ο συνήθης συσχετισμός των όρων «ρατσισμός» και «ξενοφοβία» ως συγγενών εννοιών, είναι αδόκιμος. Αυτό ισχύει τόσο σε εννοιολογική, όσο και σε ηθική αλλά και νομική βάση. Ας εξετάσουμε αυτές τις παραμέτρους χωριστά:
1. Εννοιολογικά, η ξενοφοβία είναι κατά το μάλλον ή ήττον καλά καθορισμένη (παραπέμπω στα λεξικά –έντυπα και ηλεκτρονικά– για λεπτομέρειες). Αναφέρεται στον παράλογο έως νοσηρό φόβο απέναντι σε οποιονδήποτε μπορεί να θεωρηθεί «ξένος» ως προς το κοινωνικό σύνολο στο οποίο ο ξενοφοβικός εντάσσεται αυτοπροσδιοριστικά. Αντίθετα, ο εννοιολογικός καθορισμός του ρατσισμού είναι ιδιαίτερα περίπλοκος, και η έννοια αυτή παραμένει –σε κάποιο βαθμό, τουλάχιστον– ασαφής (δείτε κι ένα πρόσφατο σχετικό άρθρο μου, όπου προτείνεται ένας κατά το δυνατόν γενικός ορισμός: https://www.tovima.gr/opinions/useropinions/article/?aid=499930).
2. Ο ρατσισμός είναι ηθικά αξιολογήσιμος και φέρει σαφώς αρνητικό πρόσημο. Τούτο οφείλεται στο ότι προσπαθεί να εισαγάγει ανισοτικές σχέσεις μεταξύ διαφορετικών ομάδων ανθρώπων με βάση αυθαίρετα θεωρούμενα χαρακτηριστικά, που μάλιστα είναι μη-επιλεγμένα (δείτε το προαναφερόμενο άρθρο). Πώς όμως μπορεί να αξιολογηθεί ηθικά ένα συναίσθημα όπως ο φόβος ή μια βαθιά ριζωμένη προκατάληψη; Σε ποιο βαθμό, λοιπόν, είναι ηθικά καταδικαστέα η ξενοφοβία;
3. Από νομική άποψη, ο ρατσισμός, εφόσον εκδηλώνεται ως κοινωνική συμπεριφορά με πράξεις βίας (φυσικής ή ψυχολογικής), οφείλει να είναι ποινικά κολάσιμος σε κάθε πολιτισμένη κοινωνία. Πώς όμως μπορεί κανείς να ποινικοποιήσει τον φόβο – ένα κατά βάση αυτοσυντηρητικό συναίσθημα; Έτσι, η ξενοφοβία καθαυτή δεν μπορεί να θεωρείται «παράνομη» (πράγμα που αποτυγχάνουν να καταστήσουν σαφές οι νόμοι και τα νομοσχέδια «κατά του ρατσισμού και της ξενοφοβίας»).
Αυτό που ενδεχομένως θα αποτελούσε αντικείμενο της Δικαιοσύνης είναι η πρόκληση ξενοφοβικών αισθημάτων μέσω δημόσιου λόγου. Και πάλι, όμως, τίθενται προϋποθέσεις: Το να διασπείρει κάποιος σκόπιμα ψευδείς ειδήσεις με σκοπό την πρόκληση τέτοιων αισθημάτων είναι εντελώς διαφορετικό από την δημόσια εξωτερίκευση προσωπικών βιωμάτων. Αν η δημόσια εξομολόγηση ενός θύματος εγκληματικής πράξης στοχοποιεί εκ των πραγμάτων κάποια κοινωνική ομάδα, θα ήταν παράλογο να τιμωρηθεί το θύμα για μια στοιχειώδη άσκηση ελευθερίας του λόγου εκ μέρους του!
Για να επιστρέψουμε στην κ. Δημουλά και το υποτιθέμενο «ρατσιστικό και ξενοφοβικό παραλήρημά της», θα αρκεστούμε να πούμε πως η ποιήτρια εξέφρασε χωρίς περιττά ταμπού το απολύτως αυταπόδεικτο! Αψηφώντας την αναμενόμενη διαστρέβλωση των λόγων της από τις επιλεκτικές ευαισθησίες των δήθεν «προοδευτικών», και την εκμετάλλευσή τους από τον καιροσκοπισμό των φερεφώνων κάποιων υποψήφιων επιβητόρων της εξουσίας…
Όπως έλεγε κι ο παππούς μου, «αν δεν φας θεριό δεν θεριεύεις»! Βέβαια, η δήλωση (αν την έκανε…) της ποιήτριας παραβιάζει ανοικτές θύρες: όλοι γνωρίζουμε το μαρτύριο των κατοίκων της Κυψέλης – ιδιαίτερα των ηλικιωμένων που είναι πιο ευάλωτοι σε συνθήκες περιρρέουσας εγκληματικότητας. Και, αν δεν επιμείνουμε να εθελοτυφλούμε (εκ του –πολιτικώς– πονηρού;), τα κύρια αίτια του φαινομένου δεν πρέπει να μας είναι και τόσο άγνωστα!
Επειδή όμως τα media μίλησαν ελαφρά τη καρδία για «ρατσιστικό και ξενοφοβικό παραλήρημα»(!) της κ. Δημουλά, θεωρούμε πως είναι μια καλή ευκαιρία να διατυπώσουμε δυο-τρεις σκέψεις πάνω στην ίδια την έννοια της ξενοφοβίας, με οδηγό την κοινή λογική και μόνο…
Καταρχήν, ο συνήθης συσχετισμός των όρων «ρατσισμός» και «ξενοφοβία» ως συγγενών εννοιών, είναι αδόκιμος. Αυτό ισχύει τόσο σε εννοιολογική, όσο και σε ηθική αλλά και νομική βάση. Ας εξετάσουμε αυτές τις παραμέτρους χωριστά:
1. Εννοιολογικά, η ξενοφοβία είναι κατά το μάλλον ή ήττον καλά καθορισμένη (παραπέμπω στα λεξικά –έντυπα και ηλεκτρονικά– για λεπτομέρειες). Αναφέρεται στον παράλογο έως νοσηρό φόβο απέναντι σε οποιονδήποτε μπορεί να θεωρηθεί «ξένος» ως προς το κοινωνικό σύνολο στο οποίο ο ξενοφοβικός εντάσσεται αυτοπροσδιοριστικά. Αντίθετα, ο εννοιολογικός καθορισμός του ρατσισμού είναι ιδιαίτερα περίπλοκος, και η έννοια αυτή παραμένει –σε κάποιο βαθμό, τουλάχιστον– ασαφής (δείτε κι ένα πρόσφατο σχετικό άρθρο μου, όπου προτείνεται ένας κατά το δυνατόν γενικός ορισμός: https://www.tovima.gr/opinions/useropinions/article/?aid=499930).
2. Ο ρατσισμός είναι ηθικά αξιολογήσιμος και φέρει σαφώς αρνητικό πρόσημο. Τούτο οφείλεται στο ότι προσπαθεί να εισαγάγει ανισοτικές σχέσεις μεταξύ διαφορετικών ομάδων ανθρώπων με βάση αυθαίρετα θεωρούμενα χαρακτηριστικά, που μάλιστα είναι μη-επιλεγμένα (δείτε το προαναφερόμενο άρθρο). Πώς όμως μπορεί να αξιολογηθεί ηθικά ένα συναίσθημα όπως ο φόβος ή μια βαθιά ριζωμένη προκατάληψη; Σε ποιο βαθμό, λοιπόν, είναι ηθικά καταδικαστέα η ξενοφοβία;
3. Από νομική άποψη, ο ρατσισμός, εφόσον εκδηλώνεται ως κοινωνική συμπεριφορά με πράξεις βίας (φυσικής ή ψυχολογικής), οφείλει να είναι ποινικά κολάσιμος σε κάθε πολιτισμένη κοινωνία. Πώς όμως μπορεί κανείς να ποινικοποιήσει τον φόβο – ένα κατά βάση αυτοσυντηρητικό συναίσθημα; Έτσι, η ξενοφοβία καθαυτή δεν μπορεί να θεωρείται «παράνομη» (πράγμα που αποτυγχάνουν να καταστήσουν σαφές οι νόμοι και τα νομοσχέδια «κατά του ρατσισμού και της ξενοφοβίας»).
Αυτό που ενδεχομένως θα αποτελούσε αντικείμενο της Δικαιοσύνης είναι η πρόκληση ξενοφοβικών αισθημάτων μέσω δημόσιου λόγου. Και πάλι, όμως, τίθενται προϋποθέσεις: Το να διασπείρει κάποιος σκόπιμα ψευδείς ειδήσεις με σκοπό την πρόκληση τέτοιων αισθημάτων είναι εντελώς διαφορετικό από την δημόσια εξωτερίκευση προσωπικών βιωμάτων. Αν η δημόσια εξομολόγηση ενός θύματος εγκληματικής πράξης στοχοποιεί εκ των πραγμάτων κάποια κοινωνική ομάδα, θα ήταν παράλογο να τιμωρηθεί το θύμα για μια στοιχειώδη άσκηση ελευθερίας του λόγου εκ μέρους του!
Για να επιστρέψουμε στην κ. Δημουλά και το υποτιθέμενο «ρατσιστικό και ξενοφοβικό παραλήρημά της», θα αρκεστούμε να πούμε πως η ποιήτρια εξέφρασε χωρίς περιττά ταμπού το απολύτως αυταπόδεικτο! Αψηφώντας την αναμενόμενη διαστρέβλωση των λόγων της από τις επιλεκτικές ευαισθησίες των δήθεν «προοδευτικών», και την εκμετάλλευσή τους από τον καιροσκοπισμό των φερεφώνων κάποιων υποψήφιων επιβητόρων της εξουσίας…