Tom Behan
Arditi del Popolo: Η ιστορία της πρώτης αντιφασιστικής οργάνωσης και η αποτρέψιμη άνοδος του Μπενίτο Μουσολίνι

Μετάφραση Ανθή Τσεκρέκου, Κώστας Πίττας
Μαρξιστικό Βιβλιοπωλείο, 2012
σελ. 191, τιμή 11 ευρώ

«Υπάρχει ένα πτώμα σε κατάσταση σήψης που το ξέβρασε το κανάλι, μιλάμε για τον Μπενίτο Μουσολίνι» έγραφε λίγο μετά τις εκλογές του Νοεμβρίου 1919 η εφημερίδα «Avanti!» για τις 4.000 ψήφους που έλαβε τότε ο τελευταίος έναντι των 180.000 ψήφων που είχε αποσπάσει ο σοσιαλιστής ηγέτης Φίλιπο Τουράτι. Το ενδιαφέρον είναι ότι το συγκεκριμένο «πτώμα» υπήρξε και εκδότης του επίσημου κομματικού εντύπου του Σοσιαλιστικού Κόμματος Ιταλίας (PSI) –δημιουργήθηκε το 1892 στη Γένοβα –ως ένας από τους βασικούς ανερχόμενους ηγέτες του.

Η αποπομπή του δημαγωγού Μουσολίνι μάλιστα υπήρξε επεισοδιακή όταν το 1914, σε μια συνάντηση που πραγματοποιήθηκε στο Μιλάνο, βρέθηκε αντιμέτωπος με εκατοντάδες ακτιβιστές που άρχισαν να τον φτύνουν και να τον αποκαλούν προδότη. Τον Μάρτιο του 1919 ο ίδιος είχε ιδρύσει στην ίδια πόλη το Φασιστικό Κίνημα –που έτυχε γενναιόδωρης χρηματοδότησης από τον βιομηχανικό κόσμο της Ιταλίας –με σκοπό να επαναφέρει «τον νόμο και την τάξη» στον πυρετώδη αντίποδα των μαζικών εργατικών κινητοποιήσεων, τότε που «ο κόσμος απεργούσε ευτυχισμένος» και οι διεκδικήσεις –το οκτάωρο επί παραδείγματι –είχαν αποτέλεσμα.
Μόλις τρία χρόνια αργότερα, το 1922, το συγκεκριμένο «πτώμα», που είχε καταγγείλει τους παλαιούς συντρόφους του ως «δεξιούς» επειδή ακολουθούσαν τον κοινοβουλευτικό ρεφορμισμό και όχι την επαναστατική ρήξη, θα γινόταν, ύστερα από μοναρχική φροντίδα, πρωθυπουργός της Ιταλίας και λίγο αργότερα (πραξικοπηματικά) δικτάτοράς της. Το 1920 η Ιταλία, μια χώρα με μια επαναστατική Αριστερά ιδιαίτερα μαχητική και ιδεολογικά πολυποίκιλη, βίωσε το όνειρο της ριζοσπαστικής ανατροπής, βρέθηκε ένα βήμα πριν από τη σοσιαλιστική επανάσταση. Αυτό που συνέβη τελικώς ήταν η αντεπανάσταση της πλέον αποκρουστικής αντίδρασης: η επικράτηση του φασισμού.
Η περίοδος είναι αντιφατική αλλά άκρως αξιοσημείωτη γιατί η εξάπλωση των φασιστών συνέβαινε ταυτόχρονα με τις εκλογικές νίκες των σοσιαλιστών. Πώς ήρθε, επομένως, ανάποδα ο ντουνιάς για να θυμηθούμε και τον ποιητή; Ο Τομ Μπίαν (1957-2010), μέλος του Σοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματος της Βρετανίας για περισσότερα από 30 χρόνια, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Κεντ με ειδίκευση στην Εργατική Αριστερά, στον μεσοπολεμικό φασισμό αλλά και στο οργανωμένο έγκλημα στην Ιταλία, απαντά σε αυτό το ερώτημα αφηγούμενος την εν πολλοίς άγνωστη ιστορία της πρώτης αντιφασιστικής οργάνωσης στον κόσμο, που ήταν οι «Arditi del Popolo» (ADP), οι «Λαϊκές Ομάδες Κρούσης» όπως αποδίδονται στην ελληνική έκδοση του «Μαρξιστικού Βιβλιοπωλείου».
Αυτές ξεπήδησαν από τα χαρακώματα του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου και δημιουργήθηκαν αυθορμήτως από πρώην στρατιώτες και εργάτες στη βάση μιας αναγκαιότητας, αυτού που θα μπορούσαμε να ονομάσουμε «αυτοοργάνωση της άμυνας». Διακηρυγμένος στόχος ήταν «να ηττηθεί ο φασισμός», ο οποίος άλλοτε με τη σιωπηρή ανοχή και άλλοτε με την απροκάλυπτη βοήθεια του ιταλικού κράτους –από τα φιλελεύθερα αστικά κόμματα που φοβούνταν την επικράτηση του κομμουνισμού ως τις συντεταγμένες δυνάμεις καταστολής που ήταν συγγενικές ιδεολογικά με τους φασίστες –είχε στήσει ένα παρακρατικό καθεστώς επιθετικής τρομοκρατίας και βίας.

Οργάνωση με 40.000 μέλη
Υπολογίζεται ότι οι φασιστικές συμμορίες και οι αστυνομικές επιθέσεις μεταξύ 1917 και 1922 σκότωσαν συνολικά 6.000 εργάτες και τραυμάτισαν δεκάδες χιλιάδες. Η δυναμική που ανέπτυξαν οι «Arditi del Popolo» –έφθασαν να αριθμούν 40.000 μέλη στο αποκορύφωμα της δράσης τους –οφειλόταν στην ετερόκλητη πολιτική τους σύνθεση. Στην πλειονότητά τους ήταν κομμουνιστές, αλλά υπήρχαν και πολλοί αναρχικοί, Ρεπουμπλικανοί, σοσιαλιστές, επαναστάτες συνδικαλιστές –ακόμη και μερικοί καθολικοί.
Στην οργάνωση, που πέτυχε σημαντικές νίκες κατά των Μελανοχιτώνων του Μουσολίνι στα περίφημα οδοφράγματα της Πάρμας, στο Λιβόρνο, στη Σαρτσάνα αλλά και στη Ρώμη, συμμετείχαν κυρίως εργάτες, με πολύ υψηλή μάλιστα συμμετοχή των εργαζομένων στους σιδηροδρόμους. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο υπολοχαγός Αργκο Σεκοντάρι, ηγετική αλλά και αντιπροσωπευτική φυσιογνωμία των ADP εν γένει, που είχε επιστρέψει από τις ΗΠΑ για να στρατευθεί εθελοντικά στη διάρκεια του πολέμου, ως τη δημιουργία των ομάδων αυτών ήταν οπαδός του εθνικιστή ποιητή Γκαμπριέλε ντ’ Ανούντσιο αλλά είχε έντονες αναρχικές και αντιμοναρχικές επιρροές.
Ο Τομ Μπίαν υποστηρίζει ότι «η δράση των ADP, έστω και σε εμβρυακή κατάσταση, ήταν η μόνη ικανή στρατηγική να σταματήσει τον Μουσολίνι». Προσέκρουσε όμως πάνω σε δύο παράγοντες, στη σεχταριστική ηγεσία του Κομμουνιστικού Κόμματος (PCI) υπό τον Αμαντέο Μπορντίγκα που υπέσκαψε ένα ενιαίο αντιφασιστικό κίνημα –είχε και η Μόσχα τις δικές της απόψεις –και στην τυφλή πίστη της ηγεσίας του Σοσιαλιστικού Κόμματος στον κοινοβουλευτισμό, παρά τον εξτρεμιστικό βερμπαλισμό του.
Αξίζει να σημειωθεί ότι ο Αντόνιο Γκράμσι, διαβλέποντας με περισσότερη οξύνοια τη φύση αλλά και την επέλαση του φασισμού, δεν έβλεπε με παρωπίδες τους ADP. Παρά τις όποιες ενστάσεις μπορεί να έχει ο αναγνώστης, είτε σε ιδεολογικό είτε σε υφολογικό επίπεδο, το βιβλίο είναι αποκαλυπτικό δεδομένης της συγκυρίας και άκρως ενδιαφέρον ως χρονικό μιας ολόκληρης εποχής. Κατά την «Κόκκινη Διετία» (1919-1920) με τις μαζικές καταλήψεις στα εργοστάσια μηχανουργίας κυρίως στο Τουρίνο, ο τότε πρωθυπουργός Τζιοβάνι Τζιολίτι έφθασε στο σημείο να προτείνει στον ιδιοκτήτη της Fiat Τζιοβάνι Ανιέλι να βομβαρδίσει τα εργοστάσια!

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ