Το 2000 είχε γίνει μια σοβαρή προσπάθεια από την πλευρά της Πολιτείας για την ενίσχυση των Κέντρων Υγείας και των Περιφερειακών Ιατρείων των νησιών, και δη των ακριτικών. Είχαν δοθεί κίνητρα στους γιατρούς, πολλοί εκ των οποίων δέχθηκαν να στελεχώσουν υγειονομικές μονάδες απομακρυσμένων περιοχών. Με το πέρασμα του χρόνου τα κίνητρα σταδιακά ατόνησαν μέχρις ότου καταργήθηκαν, θέσεις προκηρύσσονταν με το «σταγονόμετρο» και οι επικουρικοί γιατροί άρχισαν να καλύπτουν κενά μεγάλων νοσοκομείων αστικών πόλεων. Σήμερα, 13 χρόνια μετά, πολλά νησιά, κυρίως μικρά και απομακρυσμένα, είναι υγειονομικώς ακάλυπτα. Οι νέοι γιατροί δεν τα επιλέγουν, καθώς φοβούνται ότι θα «εγκλωβιστούν» μακριά από τις επιστημονικές εξελίξεις, ενώ αρκετοί που προσφέρουν ήδη έργο σε ένα από αυτά έχουν κινήσει διαδικασίες αναζητώντας την τύχη τους αλλού, ακόμη και στο εξωτερικό. Πώς αντιδρούν οι κάτοικοι; Οι μεν γονείς μικρών παιδιών, που ζουν σε νησιά χωρίς παιδίατρο, με φόβο και ανασφάλεια, οι δε μεγαλύτεροι κάνουν την… προσευχή τους να μην τους χτυπήσει την πόρτα η αρρώστια ή να επιτρέπεται ο απόπλους όταν έλθει το κακό…Το θέμα ήρθε ξανά στο προσκήνιο πριν από περίπου δέκα ημέρες, μετά την καταγγελία των εκπροσώπων του Ιατρικού Συλλόγου Αθηνών (ΙΣΑ) για την υγειονομική «γύμνια» της Πάτμου. Οι περίπου 3.500 μόνιμοι κάτοικοι έχουν μείνει με έναν γιατρό, παθολόγο, ο οποίος είχε υποβάλει προφορική παραίτηση. Στο νησί, το οποίο έχει τρία δρομολόγια την εβδομάδα για Πειραιά και τέσσερα για Ρόδο, δεν υπήρχε ούτε παιδίατρος.
«Την προηγούμενη εβδομάδα είχαν στην Πάτμο ένα σοβαρό περιστατικό πνευμονίας. Ο γιατρός ξενύχτησε στο πλάι του ασθενούς, μέχρις ότου μεταφέρθηκε το περιστατικό με ελικόπτερο στη Λέρο» αναφέρει ο κ. Λουκάς Λουκαΐδης, συνταξιούχος παιδίατρος. Ο κ. Λουκαΐδης μετέβη στο νησί μέσω του εθελοντικού ιατρείου της Ρόδου προκειμένου να προσφέρει τις υπηρεσίες του στα παιδιά της Πάτμου. «Είδα περισσότερα από 100 παιδιά. Το άγχος των γονιών είναι μεγάλο λόγω της έλλειψης παιδιάτρου» τονίζει.
Σύμφωνα με τον διοικητή της 2ης Υγειονομικής Περιφέρειας (ΥΠΕ Πειραιώς και Αιγαίου) κ. Γιάννη Ευδοκιμίδη, εστάλησαν στο νησί δύο ειδικευμένοι γιατροί για λίγες ημέρες προκειμένου να συμβάλουν στην αποσυμφόρηση της κατάστασης. Παράλληλα, εστάλη αγροτικός γιατρός από τη Ρόδο και αναμένεται εντός των ημερών μια γενική γιατρός από την Τήλο. Να σημειωθεί ότι δεν υπήρχε διαθέσιμος αγροτικός γιατρός στην περιοχή ευθύνης του Νοσοκομείου της Λέρου όπου ανήκει η Πάτμος. «Επίσης», συνεχίζει ο κ. Ευδοκιμίδης, «διερευνώνται οι δυνατότητες τρόπου ένταξης συνταξιούχων γιατρών στο Σύστημα Υγείας για να εξυπηρετήσουν τις ανάγκες του πληθυσμού. Υπάρχει προσφορά από συνταξιούχους στα διάφορα νησιά».
Οπως σημειώνει ο διοικητής της 2ης ΥΠΕ, παραμένει το χρόνιο πρόβλημα της έλλειψης αγροτικών γιατρών στα νησιά. «Οι επανειλημμένες προκηρύξεις», τονίζει, «πολλές φορές είναι άγονες και γι’ αυτό η 2η ΥΠΕ προσπαθεί να διαμορφώσει ένα πλαίσιο κινήτρων για την προσέλκυση αγροτικών γιατρών, ιδίως στις περιοχές των νησιών που το καλοκαίρι πολλαπλασιάζουν τον πληθυσμό και τις αντίστοιχες ανάγκες τους».
Το ντόμινο των μετακινήσεων
Στην ίδια μοίρα με την Πάτμο βρίσκεται και η Τήλος, καθώς και η πλειονότητα των μικρών νησιών του Αιγαίου. Στην Τήλο των 700 κατοίκων υπάρχει μόνο μία γιατρός, η οποία –σύμφωνα με το σχέδιο –θα μετακινηθεί στην Πάτμο και η θέση της θα καλυφθεί από αγροτικό γιατρό. «Η ζωή για τους γιατρούς στα μικρά νησιά είναι σκληρή όταν δεν έχουν βοήθεια και μέσα. Οσοι επιλέξαμε αυτές τις θέσεις πριν από κάποια χρόνια το κάναμε για να προσφέρουμε έργο. Οταν όμως έρχεται στο ιατρείο ένα έμφραγμα και είσαι τελείως μόνος, χωρίς μέσα, όταν δεν μπορείς να πάρεις αναρρωτική άδεια, όταν ο μισθός έχει περικοπεί τόσο που δεν μπορείς καλά-καλά να ζήσεις, αρχίζουν τα προβλήματα» εξηγεί γιατρός μικρού αιγαιοπελαγίτικου νησιού.
Πάμε στη Σύμη, στο υπέροχο νησί των 3.000 μόνιμων κατοίκων που απέχει με το πλοίο από τη Ρόδο μιάμιση ώρα. Το 2000 είχε παιδίατρο, δύο γενικούς γιατρούς, έναν χειριστή ακτινολογικού μηχανήματος, μία μαία και οδηγούς ασθενοφόρου με σύμβαση. Τον Δεκέμβριο του 2011 οι συμβασιούχοι «απολύθηκαν» και οι θέσεις τους έμειναν κενές, ενώ η μαία και ο χειριστής ακτινολογικού μετατέθηκαν σε άλλες υγειονομικές μονάδες. Το καινούργιο φορητό ακτινολογικό μηχάνημα και ένα ακόμη, σταθερό, «αραχνιάζουν».
Σήμερα στο νησί υπάρχουν μία γενική γιατρός, ένας παθολόγος και τον τελευταίο μήνα ένας αγροτικός γιατρός ο οποίος θα μείνει ως τον Οκτώβριο. Οι γιατροί είναι υπεύθυνοι για την υγεία όχι μόνο των 3.000 μόνιμων κατοίκων αλλά και των τουριστών οι οποίοι από 1ης Απριλίου ως 9 Νοεμβρίου (αυτή είναι η τουριστική περίοδος του νησιού) «βουλιάζουν» καθημερινά τη Σύμη. Κατά την τουριστική περίοδο η Σύμη δέχεται καθημερινά 1.500 επισκέπτες από τη Ρόδο.
Με έναν αγροτικό στο Καστελόριζο
Χειρότερη είναι η εικόνα του Καστελόριζου και της Χάλκης. Στο μεν Καστελόριζο των 492 κατοίκων υπάρχει μόνο ένας αγροτικός γιατρός, αφού ο διευθυντής-γενικός γιατρός έχει αποσπαστεί στο Κέντρο Υγείας Βύρωνα. Χρέη οδηγού ασθενοφόρου εκτελεί υπάλληλος του δήμου. Στη δε Χάλκη (478 μόνιμοι κάτοικοι) υπάρχει, εκτός από τον αγροτικό γιατρό, και μία νοσηλεύτρια.
Λίγο καλύτερη είναι η κατάσταση στην Κάσο (1.084 μόνιμοι κάτοικοι), αφού το νησί διαθέτει εξειδικευμένο γιατρό-παθολόγο. «Δεν είναι δυνατόν ένα ολόκληρο νησί να διαθέτει μόνο έναν γιατρό. Ο γιατρός δεν θέλει μόνο να ξεκουραστεί, που κι αυτό είναι αναγκαίο. Πρέπει να πάει και σε ένα συνέδριο, να επιμορφωθεί. Με «παρατημένους», εξαθλιωμένους γιατρούς δεν κερδίζεις κάτι ως κράτος» σχολιάζει γιατρός μικρού νησιού.
«Εγκλωβισμένος» στην Ικαρία
Είκοσι μία αιτήσεις για να μετατεθεί σε νοσοκομείο της Αθήνας έχει κάνει γιατρός που εργάζεται την τελευταία 15ετία στο Νοσοκομείο – Κέντρο Υγείας της Ικαρίας, αλλά φωνή βοώντος εν τη ερήμω. «Η οικογένειά μου έχει σκορπίσει. Η σύζυγός μου εργάζεται σε νοσοκομείο της Αθήνας και η κόρη μου σπουδάζει. Εχουμε φθάσει στο σημείο να συναντιόμαστε κάθε Χριστούγεννα, Πάσχα και καλοκαίρι. Γι’ αυτό κυρίως έχω κάνει τόσες αιτήσεις για να μετατεθώ σε νοσοκομείο της Αττικής, αλλά δεν έχουν γίνει αποδεκτές» εξηγεί και προσθέτει: «Το κράτος πρέπει να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για να καλύψει το κενό. Ποιος θα καθήσει με ή χωρίς την οικογένειά του σε ένα απομακρυσμένο νησί χωρίς κίνητρα;».
Ολόκληρο ταξίδι για ένα στραμπούληγμα
Τέσσερις ώρες με το πλοίο της γραμμής και 30 ευρώ, μόνο για το εισιτήριό τους, χρειάζονται οι 2.000 κάτοικοι της Αμοργού κάθε φορά που τους συμβαίνει κάτι σε σχέση με την υγεία τους, όχι απαραιτήτως σοβαρό. Κι αυτό διότι το νησί διαθέτει μόνο έναν γενικό γιατρό, ο οποίος μετακόμισε εκεί πριν από λίγο καιρό μαζί με τη σύζυγό του, και δύο αγροτικούς. Οι κάτοικοι της Αμοργού δεν μπορούν να βγάλουν στο νησί τους ούτε μια απλή ακτινογραφία. Αν δηλαδή ένα παιδί στραμπουλήξει το πόδι του ενώ παίζει μπάσκετ ή ποδόσφαιρο πρέπει να ταξιδέψει με τους γονείς του ως τη Νάξο. Ως τη Νάξο αναγκάζονται να μεταβαίνουν κάθε δύο εβδομάδες και οι 100 ασθενείς που λαμβάνουν αντιπηκτική αγωγή, προκειμένου να υποβάλλονται σε μία ειδική εξέταση (INR). Η εξέταση είναι απλή και φθηνή. Σε αυτούς όμως το κοστολόγιο ανεβαίνει, καθώς περιλαμβάνει και το εισιτήριό τους.
Καθεστώς μόνιμου στρες στην Κάρπαθο
Σε καθεστώς μόνιμου στρες ζουν οι γιατροί της Καρπάθου των 7.000 μόνιμων κατοίκων. Κάποιες βασικές ιατρικές ειδικότητες, όπως αυτή του παθολόγου, του καρδιολόγου, του παιδιάτρου, του γυναικολόγου και του χειρουργού, υπάρχουν στο νησί. Ωστόσο καλούνται να αντιμετωπίσουν σοβαρά περιστατικά, τα οποία χρειάζονται ολόκληρη ιατρική ομάδα. Ως εκ τούτου, συχνά διακομίζουν περιστατικά προς τα νοσοκομεία της Ρόδου, της Κρήτης, ακόμη και της Αθήνας.
Η Αστυπάλαια, με λιγότερους από 1.500 μόνιμους κατοίκους αυτή την εποχή, καλύπτεται από έναν γενικό γιατρό και δύο αγροτικούς γιατρούς. «Δύο είναι σήμερα. Πέρυσι βγάλαμε την καλοκαιρινή σεζόν χωρίς αγροτικό γιατρό» λέει ο δήμαρχος του νησιού Πανορμίτης Κονταράτος.
Αν και στο νησί υπάρχει νοσηλευτής και ασθενοφόρο, ο κ. Κονταράτος εμφανίζεται ιδιαίτερα επικριτικός απέναντι στις κατεστημένες δομές υγείας στη χώρα μας. «Στα σοβαρά περιστατικά γίνονται, όπως είναι λογικό, αεροδιακομιδές. Επειδή όμως και το νοσοκομείο της Ρόδου παρουσιάζει ελλείψεις σε προσωπικό, είναι συνηθισμένο φαινόμενο να υπάρχει και δεύτερη αεροπορική μετακίνηση προς την Αθήνα ή το Ηράκλειο». Κι εδώ, όπως και σχεδόν σε όλα τα νησιά, η έλλειψη παιδιάτρου είναι ίσως το κυριότερο πρόβλημα. «Καταλαβαίνω ότι τα οικονομικά του κράτους δεν είναι στα καλύτερά τους, όμως πολλά πράγματα θα μπορούσαν να γίνουν χωρίς να ξοδευτούν χρήματα. Είναι απαράδεκτο το 2013 να μιλάμε ακόμη για αγροτικούς γιατρούς. Θα έπρεπε κάθε γιατρός του ΕΣΥ να υποχρεώνεται να εργαστεί για έναν χρόνο σε κάποιο απομακρυσμένο μέρος. Εμείς το μόνο που είχαμε ήταν συστήματα τηλεϊατρικής που διαφημίστηκαν αλλά ποτέ δεν λειτούργησαν».
«Θέλω να προσφέρω, αλλά…»
Πριν από δύο εβδομάδες τρία σοβαρά περιστατικά έφυγαν από τη Σκιάθο για τα νοσοκομεία της Λάρισας και του Βόλου. Σύνηθες φαινόμενο για ένα νησί, λόγω των σοβαρών ελλείψεων σε εξειδικευμένους γιατρούς και νοσηλευτές. Το Κέντρο Υγείας του νησιού διαθέτει ακτινολογικό μηχάνημα, αλλά μόνο έναν ακτινολόγο, ο οποίος μπορεί να καλύψει τη μία από τις τρεις βάρδιες. Ετσι, αν κάποιος σπάσει το πόδι του βραδινές ώρες, θα μπει προληπτικά στον γύψο και το πρωί θα κάνει ακτινογραφία.
Ο γιατρός κ. Γεώργιος Ντόντος, ο οποίος εγκαταστάθηκε στο νησί πριν από έξι μήνες ρίχνοντας μαύρη πέτρα στην Αθήνα, εξηγεί ότι η «γκρίνια» πολλών νησιωτών συναδέλφων του προέρχεται από τον φόβο, καθώς θέλουν να προσφέρουν χωρίς να έχουν τα μέσα.
«Ο ερχομός μου στη Σκιάθο», τονίζει, «είναι επιλογή μου. Ολοι καταβάλλουμε καθημερινά υπεράνθρωπες προσπάθειες με κοινό γνώμονα τον πολίτη, προσπερνώντας την αδιαφορία των Αρχών».
Στον Βόλο για μια εξέταση ούρων
Το νησί της Αλοννήσου εξυπηρετείται αυτή τη στιγμή από έναν γιατρό Γενικής Ιατρικής και έναν αγροτικό γιατρό. Αυτό σημαίνει ότι πολλές φορές οι εφημερίες δεν καλύπτονται. «Κανονικά προβλέπονταν δύο θέσεις αγροτικού, ένας παιδίατρος και ένας οδοντίατρος» αναφέρει ο δήμαρχος του νησιού Πέτρος Βαφίνης. Μεγαλύτερο πρόβλημα είναι όμως η έλλειψη ενός παρασκευαστή, καθώς οι κάτοικοι του νησιού αναγκάζονται ακόμη και για μια απλή εξέταση ούρων ή αίματος να ταξιδέψουν ως τον Βόλο. Και βέβαια η έλλειψη παιδιάτρου, αφού εκτιμάται ότι στο νησί κατοικούν περίπου 200 παιδιά. Θα περίμενε κανείς ότι οι κενές θέσεις στο ιατρείο του νησιού ήταν αποτέλεσμα της οικονομικής συγκυρίας, όπως όμως εξηγεί ο δήμαρχος «η θέση του αγροτικού γιατρού, για παράδειγμα, έχει προκηρυχθεί, παραμένει όμως κενή καθώς δεν υπάρχει ενδιαφέρον. Κάτι που έχει ξανασυμβεί στο παρελθόν». Ολα αυτά συμβαίνουν σε ένα νησί 2.500 κατοίκων, οι οποίοι στην κορύφωση της τουριστικής σεζόν τριπλασιάζονται.
Αιμορραγία για τα Ταμεία
€8.000 για διακομιδή με ιδιωτικό σκάφος
Σε πλωτά ασθενοφόρα μετατρέπονται κάθε χρόνο τα πλωτά σκάφη του Λιμενικού. Συχνά, παρά τις δυσμενείς καιρικές συνθήκες, τα πληρώματα των σκαφών δίνουν μάχη με τον χρόνο προκειμένου να μεταφερθεί με ασφάλεια ο ασθενής στο πλησιέστερο νοσοκομείο. Κι αν δεν υπάρχει κανονικό δρομολόγιο ή πλωτό του Λιμενικού; Τότε ως και 8.000 ευρώ, ίσως και περισσότερα, ζητούν τα ιδιωτικά σκάφη από το ΕΚΑΒ και κατ’ επέκταση τα ασφαλιστικά ταμεία προκειμένου να μεταφέρουν τους ασθενείς από ένα νησί σε άλλο.
€8.000 για διακομιδή με ιδιωτικό σκάφος
Σε πλωτά ασθενοφόρα μετατρέπονται κάθε χρόνο τα πλωτά σκάφη του Λιμενικού. Συχνά, παρά τις δυσμενείς καιρικές συνθήκες, τα πληρώματα των σκαφών δίνουν μάχη με τον χρόνο προκειμένου να μεταφερθεί με ασφάλεια ο ασθενής στο πλησιέστερο νοσοκομείο. Κι αν δεν υπάρχει κανονικό δρομολόγιο ή πλωτό του Λιμενικού; Τότε ως και 8.000 ευρώ, ίσως και περισσότερα, ζητούν τα ιδιωτικά σκάφη από το ΕΚΑΒ και κατ’ επέκταση τα ασφαλιστικά ταμεία προκειμένου να μεταφέρουν τους ασθενείς από ένα νησί σε άλλο.
Μια μικρή έρευνα έδειξε ότι το 2012 ιδιοκτήτης «πλωτού ασθενοφόρου» ζήτησε από το ΕΚΑΒ 8.760 ευρώ προκειμένου να μεταφέρει ασθενή από την Κάσο στην Κάρπαθο και από εκεί στη Σητεία, με επιστροφή. Χωρίς την Κάρπαθο η τιμή «πέφτει» στα 7.630 ευρώ και μειώνεται ακόμη περισσότερο (4.360 ευρώ) αν δεν φθάσει το σκάφος ως τη Σητεία.
Το δρομολόγιο Φούρνοι – Ικαρία – Φούρνοι κοστίζει 2.320 ευρώ και 2.668 αν ο ασθενής πρέπει να μεταφερθεί από τον Αγιο Κήρυκο στο Καρλόβασι, με επιστροφή στο νησί του. Από τη Σκιάθο ως τον Πλατανιά Πηλίου (με επιστροφή) το δρομολόγιο είναι αρκετά οικονομικό, μόλις 800 ευρώ. Αν όμως το περιστατικό πρέπει να μεταφερθεί στον Βόλο και να επιστρέψει στη Σκιάθο, το κόστος αυξάνεται και φθάνει τις 3.000 ευρώ. Αν πάλι το σκάφος το οποίο ξεκινά από τη Σκιάθο με προορισμό τον Πλατανιά Πηλίου κάνει στάση και στη Σκόπελο, το κόστος ανέρχεται σε 3.248 ευρώ.
Από την Ιο ως τη Σύρο (και επιστροφή) το δρομολόγιο κοστίζει 2.500 ευρώ, ενώ αν το περιστατικό διακομιστεί στη Σαντορίνη 1.300 ευρώ. Στην περίπτωση που το σκάφος για το δρομολόγιο Ιος – Σαντορίνη κάνει στάση στην Ανάφη, ζητεί από το ΕΚΑΒ 2.180 ευρώ και 2.000 αν σταματήσει στη Φολέγανδρο. Το δρομολόγιο Ιος – Νάξος – Ιος κοστίζει 1.800 ευρώ.
Επίσης, στην περίπτωση που μεταφερθεί ασθενής κάτοικος της Σαμοθράκης στην Αλεξανδρούπολη (συμπεριλαμβανομένης της επιστροφής), το ιδιωτικό σκάφος ζητεί από το ΕΚΑΒ 1.476 ευρώ.
Η τιμή του ναύλου καθορίζεται από τον ιδιοκτήτη κάθε σκάφους ελλείψει θεσμοθετημένης κοστολόγησης. Παράγοντες των υπουργείων Οικονομικών και Υγείας εκτιμούν ότι το ετήσιο κόστος των διακομιδών ασθενών με ιδιωτικά πλωτά μέσα ανέρχεται σε 1 εκατ. ευρώ.
301 διακομιδές από το Λιμενικό
Το Λιμενικό Σώμα πάντως πέρυσι προέβη σε διακομιδές ασθενών – τραυματιών κατόπιν σχετικού αιτήματος του ΕΚΑΒ. Το Κέντρο Επιχειρήσεων του Λιμενικού συντόνισε 678 διακομιδές ασθενών, εκ των οποίων οι 301 πραγματοποιήθηκαν με περιπολικό ή ναυαγοσωστικό σκάφος του Σώματος. Οι υπόλοιπες 377 έγιναν είτε με τη συνδρομή δρομολογημένων επιβατηγών πλοίων είτε με ιδιωτικά πλωτά σκάφη υπό τον συντονισμό του Κέντρου Επιχειρήσεων και τη διαχείριση των περιστατικών από τα κατά τόπους λιμεναρχεία. Οπως διευκρινίζεται στη σχετική ανακοίνωση του Λιμενικού, «σε κάθε περίπτωση, η τελική απόφαση ή μη του ανευρεθέντος πλωτού μέσου ανήκε στην αποκλειστική αρμοδιότητα του ΕΚΑΒ».
Τα μεγαλύτερα ποσοστά διακομιδών έγιναν προς την Κέρκυρα, από Σποράδες προς Βόλο, στο Αγιον Ορος, από Θάσο προς Καβάλα, από Σαμοθράκη προς Αλεξανδρούπολη, από τα νησιά των Κυκλάδων προς Σύρο και από τα νησιά των Δωδεκανήσων κυρίως προς Ρόδο αλλά και Κω.
«Παράλληλα κάνουμε και συμπληρωματικές δουλειές όπως εκείνη του οδηγού του ασθενοφόρου. Και βέβαια έχουμε να αντιμετωπίσουμε την έλλειψη φαρμάκων και υλικών. Ευτυχώς εδώ στη Μήλο, αλλά και στα περισσότερα νησιά, η τοπική κοινωνία είναι συνηθισμένη στο να δείχνει αλληλεγγύη».
«Το σύστημα δεν είναι δομημένο έτσι ώστε να εξυπηρετούνται οι ιδιαιτερότητες μιας νησιωτικής χώρας όπως η Ελλάδα» λέει από την πλευρά του ο κ. Δημήτρης Τσιργής, απερχόμενος διοικητής του νοσοκομείου της Σύρου. «Από τις 69 οργανικές θέσεις γιατρών στο νοσοκομείο είναι καλυμμένες περίπου 40, ποσοστό χαμηλότερο από τον εθνικό μέσο όρο. Οι λόγοι; Πολλοί. Ο γιατρός που τελικά θα επιλεγεί θα προτιμήσει άλλη θέση στα αστικά κέντρα. Ετσι πρέπει να γίνει νέα προκήρυξη. Επιπλέον κάθε γιατρός είναι αναγκασμένος να μείνει στη θέση του για τουλάχιστον πέντε χρόνια, κάτι που δυσκολεύει πολλούς να πειστούν να μετακομίσουν στα νησιά. Εμείς είχαμε προτείνει ο χρόνος υποχρεωτικής παραμονής να μειωθεί στα δύο έτη. Και βέβαια στα μεγάλα τουριστικά κέντρα των Κυκλάδων, που παρουσιάζουν και τις μεγαλύτερες ελλείψεις, όπως η Μύκονος και η Σαντορίνη, το κόστος ζωής είναι πολύ υψηλό και τα οικονομικά ή άλλου είδους κίνητρα για τον γιατρό ανύπαρκτα».
Ελλείψεις προσωπικού στη Μήλο και στη Σύρο
Οι γιατροί οδηγούν και το ασθενοφόρο
«Από το 2000 που είμαι εδώ υπήρχαν πάντα ελλείψεις, αλλά εδώ και δύο χρόνια τα πράγματα έχουν ξεφύγει» δηλώνει ο διευθυντής του Κέντρου Υγείας της Μήλου κ. Ηλίας Αποστολόπουλος. Τον χειμώνα εξετάζει γύρω στους 40 ασθενείς την ημέρα, το καλοκαίρι όμως –όπως είναι λογικό –ο αριθμός πολλαπλασιάζεται. Δεν συμβαίνει όμως το ίδιο με το προσωπικό του Κέντρου Υγείας. Ο ίδιος μαζί με μια συνάδελφό του κάνουν από 15 εφημερίες αλλά πληρώνονται για επτά.
Οι γιατροί οδηγούν και το ασθενοφόρο
«Από το 2000 που είμαι εδώ υπήρχαν πάντα ελλείψεις, αλλά εδώ και δύο χρόνια τα πράγματα έχουν ξεφύγει» δηλώνει ο διευθυντής του Κέντρου Υγείας της Μήλου κ. Ηλίας Αποστολόπουλος. Τον χειμώνα εξετάζει γύρω στους 40 ασθενείς την ημέρα, το καλοκαίρι όμως –όπως είναι λογικό –ο αριθμός πολλαπλασιάζεται. Δεν συμβαίνει όμως το ίδιο με το προσωπικό του Κέντρου Υγείας. Ο ίδιος μαζί με μια συνάδελφό του κάνουν από 15 εφημερίες αλλά πληρώνονται για επτά.
«Παράλληλα κάνουμε και συμπληρωματικές δουλειές όπως εκείνη του οδηγού του ασθενοφόρου. Και βέβαια έχουμε να αντιμετωπίσουμε την έλλειψη φαρμάκων και υλικών. Ευτυχώς εδώ στη Μήλο, αλλά και στα περισσότερα νησιά, η τοπική κοινωνία είναι συνηθισμένη στο να δείχνει αλληλεγγύη».
Σύμφωνα τον κ. Αποστολόπουλο, ο βασικός λόγος των προβλημάτων που αντιμετωπίζουν τα κέντρα υγείας των νησιών «είναι η απροθυμία των ειδικευόμενων γιατρών να μετατεθούν εκεί. Για τους ειδικευόμενους της γενικής ιατρικής προβλέπεται ότι τουλάχιστον για έναν χρόνο θα υπηρετούν στα Κέντρα Υγείας. Παρ’ όλα αυτά, παρατύπως κάτι τέτοιο πολλές φορές δεν εφαρμόζεται».
«Το σύστημα δεν είναι δομημένο έτσι ώστε να εξυπηρετούνται οι ιδιαιτερότητες μιας νησιωτικής χώρας όπως η Ελλάδα» λέει από την πλευρά του ο κ. Δημήτρης Τσιργής, απερχόμενος διοικητής του νοσοκομείου της Σύρου. «Από τις 69 οργανικές θέσεις γιατρών στο νοσοκομείο είναι καλυμμένες περίπου 40, ποσοστό χαμηλότερο από τον εθνικό μέσο όρο. Οι λόγοι; Πολλοί. Ο γιατρός που τελικά θα επιλεγεί θα προτιμήσει άλλη θέση στα αστικά κέντρα. Ετσι πρέπει να γίνει νέα προκήρυξη. Επιπλέον κάθε γιατρός είναι αναγκασμένος να μείνει στη θέση του για τουλάχιστον πέντε χρόνια, κάτι που δυσκολεύει πολλούς να πειστούν να μετακομίσουν στα νησιά. Εμείς είχαμε προτείνει ο χρόνος υποχρεωτικής παραμονής να μειωθεί στα δύο έτη. Και βέβαια στα μεγάλα τουριστικά κέντρα των Κυκλάδων, που παρουσιάζουν και τις μεγαλύτερες ελλείψεις, όπως η Μύκονος και η Σαντορίνη, το κόστος ζωής είναι πολύ υψηλό και τα οικονομικά ή άλλου είδους κίνητρα για τον γιατρό ανύπαρκτα».
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ