Συμφέροντα, συμφέροντα, συμφέροντα… Ο «άγραφος νόμος» της διεθνούς πολιτικής μίλησε πάλι πριν από λίγες ημέρες, με αποτέλεσμα το Ισραήλ και η Τουρκία να βάλουν τέλος στη διαμάχη που ξεκίνησε πριν από περίπου τρία χρόνια με την κρίση του «Μαβί Μαρμαρά». Ο ισραηλινός πρωθυπουργός Μπέντζαμιν Νετανιάχου τηλεφώνησε στον τούρκο ομόλογό του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν υπό το βλέμμα του αμερικανού προέδρου Μπαράκ Ομπάμα. Η Ουάσιγκτον πέτυχε αυτό που με κόπο επεδίωκε επί τρία χρόνια: να συγκολλήσει τον τουρκοϊσραηλινό άξονα σε μια περίοδο που η κρίση στη Συρία είναι σε πλήρη εξέλιξη, οι διαπραγματεύσεις με την Τεχεράνη εισέρχονται σε κρίσιμο στάδιο και οι κινήσεις στην «ενεργειακή σκακιέρα» της Ανατολικής Μεσογείου είναι συνεχείς.

Η συμφιλίωση Αγκυρας – Τελ Αβίβ προκάλεσε προβληματισμό σε Αθήνα και Λευκωσία. Η Αγκυρα έχει ήδη υιοθετήσει πολύ επιθετική τακτική, που εκφράστηκε κυρίως με την επιστολή του Αχμέτ Νταβούτογλου και τις δημόσιες δηλώσεις του με τις οποίες έθεσε ουσιαστικά το δίλημμα «συνεκμετάλλευση φυσικού αερίου ή διχοτόμηση» της Κύπρου.

Ο σκοπός της Τουρκίας, σύμφωνα με διπλωματικούς παράγοντες, είναι διττός: πρώτον, θέλει να πιέσει για ταχεία λύση του Κυπριακού και, δεύτερον, να δείξει στο Ισραήλ ότι η Κύπρος, που βρίσκεται στη δίνη της μεγαλύτερης οικονομικής κρίσης στην ιστορία της, δεν αποτελεί αξιόπιστο εταίρο με τον οποίο θα μπορούσε το Τελ Αβίβ να συνεργαστεί για να εξάγει μελλοντικά φυσικό αέριο προς την ευρωπαϊκή αγορά. Σε αυτό το πλαίσιο, ήλθε η απαντητική επιστολή του έλληνα υπουργού Εξωτερικών κ. Δ. Αβραμόπουλου, με την οποία χαρακτηρίζει «αδιανόητη» οποιαδήποτε σκέψη για διχοτόμηση, απορρίπτει αναφανδόν ιδέες για τετραμερή διάσκεψη προς επίλυση του Κυπριακού και επαναλαμβάνει ότι τα κυριαρχικά δικαιώματα Ελλάδος και Κύπρου στηρίζονται στο Δίκαιο της Θάλασσας.
Παράλληλα, ο τούρκος υπουργός Ενέργειας Τανέρ Γιλντίζ ανακοίνωσε ότι η ιταλική εταιρεία Eni, που τον Ιανουάριο κέρδισε ένα από τα κυπριακά οικόπεδα προς έρευνα κατά τον δεύτερο γύρο παραχωρήσεων, θα αποκλειστεί από τρέχοντα ή μελλοντικά ενεργειακά σχέδια στην Τουρκία εφόσον κάνει έρευνες εντός κυπριακής ΑΟΖ. Ωστόσο, αν και η Eni είναι παρούσα στην Τουρκία σε ένα έργο που μάλλον δεν προχωράει (τον αγωγό Σαμψούντα – Τζεϊχάν), η συμμετοχή της στον South Stream θα μπορούσε, σε περίπτωση αποκλεισμού της, να επιβαρύνει περαιτέρω τις ρωσοτουρκικές σχέσεις.
Η Αγκυρα επιδιώκει να αποδείξει στο Τελ Αβίβ ότι ο πλέον συμφέρων δρόμος για την εξαγωγή του φυσικού αερίου που έχει ανακαλυφθεί στο γιγαντιαίο κοίτασμα «Λεβιάθαν» προς την Ευρώπη είναι μέσω κατασκευής αγωγού από το τουρκικό έδαφος. Μεγάλα επιχειρηματικά συμφέροντα, τόσο στην Τουρκία όσο και αλλού, πιέζουν παρασκηνιακά επ’ αυτού. «Η ύφεση στις σχέσεις της Τουρκίας με το Ισραήλ δεν χρειάζεται να γίνει εις βάρος της ενεργειακής συνεργασίας του Ισραήλ με την Κύπρο» σημειώνει ο Μάικλ Λι, αναλυτής του German Marshall Fund και πρώην αξιωματούχος της Κομισιόν για θέματα διεύρυνσης. «Είναι αναγκαία η λήψη δύσκολων αποφάσεων για τις εξαγωγικές στρατηγικές των δύο χωρών, που θα απαιτήσουν σημαντικές επενδύσεις. Το Ισραήλ, η Κύπρος και η Ελλάδα θα συνεχίσουν να συνεργάζονται, αλλά είναι απίθανο να δημιουργήσουν έναν εναλλακτικό ενεργειακό διάδρομο ή μια στρατηγική ευθυγράμμιση στη Μεσόγειο. Ως μέτρο οικοδόμησης εμπιστοσύνης, θα μπορούσαν να διερευνήσουν τρόπους ένταξης της Τουρκίας στο επερχόμενο ενεργειακό μπουμ» συμπληρώνει.
Διπλωματικοί κύκλοι τόνιζαν προς «Το Βήμα» ότι «η ισραηλινή «συγγνώμη» ήταν αναμενόμενη. Και η χρονική στιγμή, με την επίσκεψη του Ομπάμα στο Ισραήλ, μόνο τυχαία δεν μπορεί να χαρακτηριστεί». Ωστόσο, οι ίδιες πηγές πιστεύουν ότι «από στρατηγικής άποψης το Ισραήλ δεν μπορεί ποτέ πλέον να εμπιστευθεί πλήρως την Τουρκία. Το τραύμα στις διμερείς σχέσεις είναι πολύ βαθύ» εξηγούν.
Επιπλέον, αξιωματούχοι των εμπλεκομένων χωρών εμφανίζονται πολύ πιο συγκρατημένοι. Οπως τονίζουν προς «Το Βήμα», «καταρχήν το Ισραήλ δεν έχει αποφασίσει πόσο αέριο θα εξάγει και πού. Αυτές είναι αποφάσεις που θα ληφθούν τώρα. Δεύτερον, δεν προκύπτει ότι ένας αγωγός προς την Τουρκία είναι η πιο συμφέρουσα λύση». Οι λόγοι για αυτό είναι απλοί και πολλοί. Ενας αγωγός θα δέσμευε στρατηγικά το Ισραήλ με μια χώρα οι αντιδράσεις της οποίας δεν μπορούν να προβλεφθούν. «Δεν έχω δει κάποια ένδειξη μέχρι στιγμής ότι το Ισραήλ είναι πρόθυμο να υποχωρήσει στη συνεργασία του με την Κύπρο εξαιτίας της τουρκικής στάσης. Οι εξελίξεις θα έχουν ενδιαφέρον» σημειώνει στο «Βήμα» ο Ζαν-Λουπ Σαμαάν, αναλυτής στο Κολέγιο Αμυνας του ΝΑΤΟ.
Παράλληλα, το Τελ Αβίβ κινείται ενεργά στον τομέα του υγροποιημένου αερίου (LNG) που του προσφέρει μεγαλύτερη ελευθερία. Δεν είναι τυχαίο ότι μία από τις μεγαλύτερες εταιρείες που δραστηριοποιούνται στο LNG, η Woodside Petroleum, αγόρασε σχετικά πρόσφατα το 30% των μετοχών στην κοινοπραξία που εκμεταλλεύεται το κοίτασμα Λεβιάθαν, καταβάλλοντας το διόλου ευκαταφρόνητο ποσό των 2,5 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Αλλωστε, το αρχικό ισραηλινό σχέδιο προέβλεπε ότι ένας αγωγός θα συνέδεε το Λεβιάθαν με την Κύπρο όπου θα κατασκευαζόταν τερματικός σταθμός LNG. Στην Αθήνα, παρά το γεγονός ότι η αρχική αντίδραση κινήθηκε στη γραμμή ότι η τουρκοϊσραηλινή επαναπροσέγγιση ήταν αναμενόμενη, υπήρξε προβληματισμός όταν ανακοινώθηκε το τηλεφώνημα Νετανιάχου – Ερντογάν. Για τον λόγο αυτόν, σε ορισμένους κύκλους ήχησε παράξενα ότι σχεδόν αμέσως υπήρξε τηλεφωνική συνομιλία του ισραηλινού πρωθυπουργού με τον έλληνα ομόλογό του κ. Αντ. Σαμαρά. Οι πληροφορίες για το ποιος ανέλαβε την πρωτοβουλία για το τηλεφώνημα είναι αντικρουόμενες, αλλά το αποτέλεσμα ήταν η συμφωνία να διεξαχθεί το προσεχές διάστημα κοινό υπουργικό συμβούλιο Ελλάδος και Ισραήλ. Η πραγματικότητα είναι ότι έπειτα από μια αρχική περίοδο έντονης κινητικότητας «οι διμερείς σχέσεις έχουν ελαφρώς καθήσει» κατά την έκφραση έλληνα αξιωματούχου. Μπορεί πριν από λίγο καιρό το ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό, μαζί με το ισραηλινό και το αμερικανικό να πραγματοποίησαν την άσκηση «Noble Dina», σε άλλα πεδία όμως εμφανίζεται στασιμότητα με τη σαφή εξαίρεση του τουρισμού. Σημειώνεται πάντως εδώ ως αρνητική εξέλιξη το κλείσιμο του γραφείου του ΕΟΤ στο Ισραήλ.
Καταρχήν, το διακυβερνητικό συμβούλιο χρειάζεται προεργασία που δεν έχει γίνει. Στον αμυντικό τομέα διεξάγονται πολλές κοινές ασκήσεις, αλλά σε τομείς όπως οι συμπαραγωγές οπλικών συστημάτων δεν έγινε κάτι, παρά τις επανειλημμένες κρούσεις ισραηλινών εταιρειών για τα Ελληνικά Αμυντικά Συστήματα (ΕΑΣ). Οι Ισραηλινοί έχουν επίσης εκφράσει ενδιαφέρον για επενδύσεις σε μαρίνες και τουριστικές επιχειρήσεις, καθώς και για το Ελληνικό και για τον ΟΠΑΠ. Η εμπειρία που έχουν αποκομίσει από την πρωτοβουλία τους αυτή δεν μπορεί πάντως να χαρακτηριστεί πολύ ενθαρρυντική για μελλοντικά πρότζεκτ.
Στον τομέα της ενέργειας η Αθήνα έχει σε όλους τους τόνους δηλώσει ότι επιθυμεί να αποτελέσει διαμετακομιστικό κόμβο για τις εξαγωγές ισραηλινού και κυπριακού φυσικού αερίου στην ευρωπαϊκή αγορά, είτε μέσω αγωγού είτε μέσω τάνκερ LNG. Τούτο όμως δεν εξαρτάται τόσο από την ίδια. Σύμφωνα με πληροφορίες του «Βήματος», ισραηλινές εταιρείες έχουν εκδηλώσει εντονότατο ενδιαφέρον για συμμετοχή τόσο για έρευνες υδρογονανθράκων σε περιοχές νοτίως της Κρήτης (που αποτελούν συνέχεια των περιοχών όπου ήδη έχουν εντοπιστεί κοιτάσματα) όσο και στη Βόρεια Ελλάδα (στη Χαλκιδική). Οι ίδιες πληροφορίες αναφέρουν ότι άλλες εταιρείες επεδίωξαν και είχαν συνάντηση με υψηλόβαθμα στελέχη του υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής (ΥΠΕΚΑ). Αποχώρησαν όμως μάλλον απογοητευμένες.

Ο «διάβολος» που γνωρίζουν
Συρία και Ιράν τους φέρνουν πιο κοντά

Ενας από τους λόγους που οι δύο χώρες αποφάσισαν «να λιώσουν τους πάγους» είναι η κρίση στη Συρία και δευτερευόντως το Ιράν, έναντι του οποίου η εικόνα της Τουρκίας έχει μάλλον επιβαρυνθεί εξαιτίας της σκληρής στάσης της κατά της Δαμασκού. Το Ισραήλ αισθάνεται ότι «ο διάβολος που γνωρίζει είναι καλύτερος από τον διάβολο που δεν γνωρίζει» και ανησυχεί για μια κατάρρευση του καθεστώτος του Μπασάρ αλ Ασαντ που θα άνοιγε τον δρόμο για άνοδο στην εξουσία ακραίων ισλαμικών ομάδων, όπως η Αλ Νούσρα. Την ίδια στιγμή, η Τουρκία έχει αναδειχθεί εκ των πραγμάτων σε βασικό πόλο άσκησης της πολιτικής των «μεγάλων παικτών» στο Συριακό, όπως αποδεικνύεται και από το πρόσφατο δημοσίευμα των «New York Times» περί διοχέτευσης του μεγαλύτερος μέρους του οπλισμού των αντιστασιακών μέσω του εδάφους της.
Τούρκοι αξιωματούχοι θεωρούν ότι ο ρόλος του Ισραήλ στη συλλογή πληροφοριών μπορεί να είναι κρισιμότατος, αλλά αμφιβάλλουν για το τι άλλο μπορεί να προσφέρει. Αλλες πλευρές κρίνουν όμως ότι το Τελ Αβίβ έχει ρόλο να παίξει στο θέμα των χημικών και βιολογικών όπλων της Συρίας, που αποτελούν κίνδυνο τόσο στα χέρια του Ασαντ όσο και σε εκείνα των ισλαμιστών.
Το παρασκήνιο γύρω από τη Συρία έχει πάντως ανάψει. Η Γαλλία, σε συνεργασία με την Τουρκία και το Κατάρ, είναι υπέρ της άρσης του εμπάργκο όπλων ώστε να εξοπλιστεί βαριά η αντιπολίτευση και να επιταχυνθεί η πτώση του Ασαντ. Οι Αμερικανοί είναι πολύ προσεκτικοί. Θέλουν να ελέγξουν πλήρως ποιος εξοπλίζεται και οι ίδιοι προτιμούν πιο έμμεσες προσεγγίσεις, μέσω δραστηριοποίησης της CIA, στρατιωτικών συμβούλων, εκπαίδευσης ανταρτών κ.λπ. Σε αυτή τη γραμμή φαίνεται ότι έχουν προσαρμοστεί και οι Βρετανοί. Την ίδια στιγμή, ρωγμές εμφανίζονται στο μέτωπο της αντιπολίτευσης, όπου οι ΗΠΑ στηρίζουν τον Μοάζ αλ Χατίμπ, ενώ η Τουρκία και το Κατάρ πίεσαν για να διοριστεί «μεταβατικός πρωθυπουργός» ο Γκασάν Χίτο. Οι πληροφορίες αναφέρουν ότι η κίνηση αυτή δεν άρεσε στην Ουάσιγκτον. Πάντως, σύμφωνα και με όσα δήλωσε πρόσφατα ο Αλ Χατίμπ, ήδη έχουν αρχίσει και εξετάζονται στο παρασκήνιο ιδέες όπως η μεταβολή της σημερινής χρήσης των συστημάτων Patriot που έχουν εγκατασταθεί στην Τουρκία, ώστε να μην περιορίζονται μόνο σε αμυντικό ρόλο αλλά να μπορούν να προστατεύσουν μελλοντικά και μια περιοχή-θύλακα εντός συριακού εδάφους που θα ελέγχεται από την αντιπολίτευση.

Επαναπροσέγγιση βήμα-βήμα
Το παρασκήνιο της διαπραγμάτευσης, η Ουάσιγκτον και οι «πανηγυρισμοί» Ερντογάν

Η επαναπροσέγγιση Ισραήλ και Τουρκίας έγινε με πολύ κόπο. Προετοιμάστηκε δε με προσοχή και με απόλυτη σιγή ασυρμάτου, όπως π.χ. με συναντήσεις των επικεφαλής των δύο μυστικών υπηρεσιών στο Κάιρο. Ως συνήθως, σε τέτοιες περιπτώσεις, οι λεπτομέρειες κάνουν τη διαφορά. Ηδη, λίγες ημέρες νωρίτερα ο τούρκος πρωθυπουργός Ερντογάν είχε φροντίσει να… διευκρινίσει τις προηγούμενες σκληρές δηλώσεις του περί σιωνισμού, οι οποίες είχαν αναγκάσει ακόμη και τον αμερικανό υπουργό Εξωτερικών Τζον Κέρι να τις αποδοκιμάσει δημοσίως στην πρόσφατη επίσκεψή του στην Αγκυρα, με τον Αχμέτ Νταβούτογλου να στέκεται δίπλα του στη συνέντευξη Τύπου.
Σε συνέντευξή του λοιπόν στη δανέζικη εφημερίδα «Politiken», ευρισκόμενος στην Κοπεγχάγη, ο κ. Ερντογάν είπε ότι τα σχόλιά του περί σιωνισμού (συγκεκριμένα ότι ο σιωνισμός αποτελεί μια μορφή ρατσισμού) παρερμηνεύθηκαν. «Ολοι γνωρίζουν ότι κριτική μου (σ.σ.: εναντίον του Ισραήλ) είχε ως στόχο συγκεκριμένα ζητήματα, ιδιαίτερα την ισραηλινή πολιτική στη Γάζα. Από την άλλη πλευρά», πρόσθεσε, «έχουμε αναγνωρίσει το Ισραήλ ως κράτος με βάση τα σύνορα του 1967. Δεν πρέπει να λησμονείται ότι έχουμε φιλοξενήσει στη χώρα μας ισραηλινούς προέδρους και πρωθυπουργούς στο πλαίσιο των προσπαθειών μας για την ειρήνη. Οι ομιλίες μου, που ανοιχτά έχουν καταδικάσει τον αντισημιτισμό, καταδεικνύουν τη στάση μου» κατέληξε.
Ανάλογους ελιγμούς έκανε και ο Νετανιάχου, προκειμένου να ικανοποιήσει, στο μέτρο του δυνατού, τους όρους που είχε θέσει η Αγκυρα για την αποκατάσταση των διμερών σχέσεων: την επίσημη απολογία του Ισραήλ, την καταβολή αποζημιώσεων στις οικογένειες των θυμάτων και την άρση του αποκλεισμού της Γάζας.
Ο ισραηλινός πρωθυπουργός εκμεταλλεύθηκε καταρχήν το γεγονός ότι ο σκληροπυρηνικός Αβιγκντορ Λίμπερμαν δεν μετέχει στη νεοσύστατη κυβέρνηση συνασπισμού, έχοντας μπλεξίματα με τη Δικαιοσύνη για θέματα διαφθοράς. Παράλληλα, τοποθέτησε την αναγκαιότητα της επαναπροσέγγισης σε περιφερειακό πλαίσιο, με σκοπό τη διασφάλιση της σταθερότητας και της ειρήνης. Με βάση τις ανακοινώσεις εξέφρασε τη «λύπη» του (regret) για όσα συνέβησαν το 2010 με τον θάνατο οκτώ τούρκων πολιτών και ενός Τουρκοαμερικανού, οι οποίοι επέβαιναν στο πλοίο «Μαβί Μαρμαρά» που προσπάθησε να σπάσει τον αποκλεισμό της Λωρίδας της Γάζας. Ωστόσο, όπως σημείωναν έμπειροι παρατηρητές, δεν αποκήρυξε την τότε στάση του Τελ Αβίβ. Απέδωσε όλα όσα έγιναν σε «επιχειρησιακό λάθος» (operational error).
Αντίθετα, τόνισε ότι ήδη το Ισραήλ έχει με τον τρόπο του άρει αρκετούς από τους περιορισμούς για την κίνηση αγαθών και προσώπων σε όλα τα Παλαιστινιακά Εδάφη, της Γάζας συμπεριλαμβανομένης. Συμφώνησε δε επί των αποζημιώσεων (το ποσό θα συμφωνηθεί προσεχώς κατόπιν διαπραγματεύσεων), αλλά κέρδισε από την Αγκυρα ότι δεν θα κινηθούν νομικές διαδικασίες εναντίον των ισραηλινών κομάντο που συμμετείχαν στην επιχείρηση εναντίον του τουρκικού πλοίου –κάτι για το οποίο επέμενε η ηγεσία των Ενόπλων Δυνάμεων.
Οπως πάντα, σε τόσο πολύπλοκες υποθέσεις, ο παρασκηνιακός ρόλος συγκεκριμένων προσώπων έχει τη δική του σημασία. Δύο είναι τα βασικά πρόσωπα που σύμφωνα με όλες τις πληροφορίες σήκωσαν το μεγάλο βάρος. Από την πλευρά του Ισραήλ ήταν ο Τζόζεφ Κέχανοβερ, πρώην γενικός διευθυντής του υπουργείου Εξωτερικών και σήμερα κορυφαίος σύμβουλος του κ. Νετανιάχου. Εκ μέρους της Τουρκίας, το έργο αυτό ανέλαβε ο «άνθρωπος των δύσκολων αποστολών», ο μόνιμος υφυπουργός Εξωτερικών Φεριντούν Σινιρλίογλου. Γνωστός στην Ελλάδα διότι είναι ο εκπρόσωπος της Αγκυρας στις διερευνητικές επαφές, ο Σινιρλίογλου απολαμβάνει την εμπιστοσύνη των Ισραηλινών διότι διετέλεσε πρέσβης εκεί, ενώ μετέβη αναρίθμητες φορές στην Ουάσιγκτον για το ζήτημα αυτό.
Υπήρξαν όμως και ορισμένοι ακόμη. Ενας εξ αυτών ήταν ο Γιάακοβ Αμιντρορ, σύμβουλος εθνικής ασφαλείας, που σύμφωνα με πληροφορίες από το Ισραήλ φέρεται ως ο άνθρωπος που έπεισε τον Νετανιάχου να κάνει το μεγάλο βήμα. Από αμερικανικής πλευράς, κρισιμότατος ήταν μεταξύ άλλων ο αμερικανός πρεσβευτής στο Ισραήλ Νταν Σαπίρο. Δεν πρέπει, τέλος, να μη σημειωθεί ότι ο πρώην υπουργός Αμυνας Εούντ Μπάρακ υπήρξε ένας από τους ενθερμότερους οπαδούς της αποκατάστασης των σχέσεων, υποστηριζόμενος από τον στρατηγό Μπένι Γκαντζ, τον αρχηγό των Ενόπλων Δυνάμεων και τον διευθυντή της Μοσάντ Ταμίρ Πάρντο.
Οι παρατηρητές των τουρκοϊσραηλινών σχέσεων πάντως σημειώνουν ότι η επιστροφή στο επίπεδο των σχέσεων που είχε σφυρηλατηθεί με την υπογραφή της συμφωνίας στρατιωτικής συνεργασίας το 1997 δεν μοιάζει, τουλάχιστον με τα σημερινά δεδομένα, εφικτή. «Το βασικότερο θέμα θα είναι η επανοικοδόμηση της εμπιστοσύνης» σημειώνει προς «Το Βήμα» ο κ. Σαμαάν. «Μπορεί οι διπλωμάτες των δύο χωρών να ήλπιζαν στην επαναπροσέγγιση, αλλά θα χρειαστεί χρόνος ώστε το επίπεδο στρατηγικής συνεργασίας να επανέλθει στα επίπεδα προ του 2010» προσθέτει. Προς το παρόν έχει συσταθεί μια κοινή επιτροπή, της οποίας προΐστανται ο Φεριντούν Σινιρλίογλου από πλευράς Τουρκίας και η Τζίπι Λίβνι από πλευράς Ισραήλ, για να εξετάσει το ζήτημα των αποζημιώσεων. Οι πρώτες ενδείξεις έδειξαν μεγάλο χάσμα στα αιτήματα κάθε πλευράς (οι Τούρκοι έφθασαν στο σημείο να ζητούν 1.000.000 δολάρια για την οικογένεια κάθε θύματος, με τους Ισραηλινούς να αντιπροτείνουν 100.000 δολάρια). Εκτιμάται όμως ότι θα βρεθεί λύση.
Αυτό που ήδη ενοχλεί πάντως είναι οι θριαμβολογίες της Αγκυρας. Ο κ. Ερντογάν εμφανίστηκε πρόθυμος να μεταβεί στη Γάζα για να… ελέγξει αν έχει αρθεί ο αποκλεισμός, αλλά σύμφωνα με πληροφορίες οι Αμερικανοί του ζήτησαν να είναι προσεκτικός. Μια τραβηγμένη κίνησή του θα μπορούσε να μεταθέσει στο πολύ μακρινό μέλλον την πρόσκληση που περιμένει για να επισκεφθεί την Ουάσιγκτον. Αντιθέτως, διπλωματικοί κύκλοι από την Τουρκία σημείωναν στο «Βήμα» ότι ίσως προηγηθεί μια επίσκεψη Νταβούτογλου στο Ισραήλ και όχι στα Παλαιστινιακά Εδάφη και εφόσον λυθεί χωρίς περιπλοκές το ζήτημα των αποζημιώσεων, να ακολουθήσει επίσκεψη ισραηλινών αξιωματούχων στην Αγκυρα.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ