Εξήντα τέσσερα χρόνια συμπληρώνονται στις 28 Μαρτίου από την ημέρα που έπεσε η ιστορική γέφυρα Κοράκου στην κοιλάδα του Αχελώου.
Από τότε, φορείς και κάτοικοι της περιοχές έχουν επανειλημμένα ζητήσει την ανακατασκευή της γέφυρας.
Στα πόδια του Φέλλου Πετρωτού (Λιασκόβου) Αργιθέας Καρδίτσας, στο συνοικισμό Συκιάς-θέση Πυργάκι ή Σκαλούλα κοντά στα Ξερικούλια και στα πόδια του Κοκκινόλακου των Πηγών (Βρεσθενίτσας) Άρτας (Φράξος- πλαγιά Τσολάκη), όπου ο Αχελώος ή Άσπρος ή Ασπροπόταμος χωρίζει τους δυο νομούς χτίστηκε το 1514-1515 η περίφημη μονότοξη πέτρινη καμάρα « Η Γέφυρα του Κοράκου» ή «το Κορακογιοφύρι » ή ποιητικά «του Κόρακα το διόφυρο» ή «του Άσπρου το γιοφύρι».
Έζησε για 434 χρόνια αντέχοντας σε σεισμούς και μανιασμένες κατεβασιές του Άσπρου και έπεσε κι αυτή θύμα του εμφυλίου στις 28 Μαρτίου του 1949.
Η γέφυρα ανατινάχθηκε το 1949 από άνδρες του Δημοκρατικού Στρατού, σε μια προσπάθεια να ανακόψουν την επίθεση που δέχονταν.
Το ιστορικό γεφύρι χτίστηκε από το Μητροπολίτη των γεφυριών Βησσαρίωνα το Β΄ μητροπολίτη Λάρισας που δεν τον ενδιέφερε η υστεροφημία για αυτό και δεν έβαλε το όνομά του ως χορηγός παρά την ονόμασε «του Κοράκου» λόγω του ύψους της και «επειδή την ημέρα των εγκαινίων σταθείς εις το μέσον της γέφυρας και ερωτών: «πώς με βλέπετε;», οι μαστόροι του απήντησαν: σαν κόρακα, αυτός τους είπε: «ε, τότε γέφυρα του Κοράκου να είναι το όνομά της»».
Οι περιοχές Αργιθέας και Τετραφυλλίας και γενικότερα οι νομοί Καρδίτσας – Άρτας, αν και συνορεύουν, αποκόπηκαν ώς το 1961, οπότε και κατασκευάσθηκε η σημερινή αμαξογέφυρα.
Τα τελευταία χρόνια έχουν πραγματοποιηθεί επιστημονικές ημερίδες, με θέμα την προώθηση του ζητήματος για την ανακατασκευή του γεφυριού.
Με το σκεπτικό ότι η «αλυσίδα» πολιτισμού πρέπει να έχει όλους τους κρίκους της, μαζί με την ανακατασκευή του γεφυριού το αίτημα περιλαμβάνει την αναστήλωση των τουρκικών φυλακίων που υπήρχαν εκατέρωθεν της γέφυρας και την ανάδειξη της επιχωματωμένης Κουτσοκαμάρας, ενός μικρότερου γεφυριού στην περιοχή.
Το Κορακογιόφυρο, όπως είναι επίσης γνωστή η γέφυρα Κοράκου, δεν ήταν απλώς ένα πετρογέφυρο. Αποτελεί θρύλο, ιστορία, πολιτισμό.
Η δε τέχνη και τεχνική του θεωρούνται αξεπέραστη. Ήταν κτισμένο πάνω στον άξονα της αρχαίας οδού Τρίκκης – Γόμφων – Αργιθέας – Αμβρακίας και είχε μεγάλη στρατηγική και εμπορική σημασία.
Ήταν η μεγαλύτερη μονότοξη γέφυρα των Βαλκανίων, καθώς το άνοιγμα στην βάσης της ήταν 48 μέτρα, το μεγαλύτερο ύψοςτης 26, το πλάτος της 2,30 ενώ η απόσταση από την μία άκρη έως την άλλη ήταν 80 μέτρα. Λέγεται ότι ειδικά τις μέρες της βαρυχειμωνιάς το πέρασμα της γέφυρας προκαλούσε φόβο και δέος. Μάλιστα, οι ηλικιωμένοι της περιοχής θυμούνται ότι, σε πολλές περιπτώσεις, όσοι είχαν υψοφοβία τους έδεναν τα μάτια.
Τη γέφυρα φρουρούσαν δυο Κούλιες, όπως ονομάζονταν τα τουρκικά φυλάκια, η μία από την πλευρά της Αργιθέας και η δεύτερη στην πλαγιά κάτω από τις Πηγές της Άρτας. Στις Κούλιες, που ήταν πέτρινα διώροφα κτίρια υπηρετούσαν τούρκοι φύλακες, που επόπτευαν το πέρασμα και το προστάτευαν από δολιοφθορά.
«Η ανακατασκευή τέτοιων ιστορικών μνημείων αποτελεί πρόκληση για τη σύγχρονη Ευρώπη. Αφενός γιατί η τέχνη και η τεχνική που αφορά το συγκεκριμένο έργο, αποτελεί αντικείμενο θαυμασμού και συνεπώς πρέπει να αναδειχθεί και να παραμείνει ως εξαιρετικά σημαντικό απόθεμα της ιστορικής συνέχειας, αφετέρου γιατί υπάρχει πάντα μια σημειολογική ερμηνεία στήριξης τέτοιων πρωτοβουλιών που σχετίζονται με ιστορικά κτίσματα. Η σύνδεση μας με την τοπική και εθνική ιστορία και τα μηνύματα ενότητας και συνεργασίας που κομίζουν στη σύγχρονη πολυπολιτισμική Ευρώπη των λαών και των πολιτισμών» είπε στο Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων ο ευρωβουλευτής Γιώργος Χατζημαρκάκης.