Ο κύκλος που κλείνει μέσα σε συμφέροντα και αλαζονεία

Τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές η διευθέτηση του κυπριακού προβλήματος είναι εν εξελίξει, οι εναλλακτικές λύσεις δεν φαίνεται να καρποφορούν και το χάος των σεναρίων δεν επιτρέπει ασφαλή πρόβλεψη για την κατάληξη του σημαντικού «Οχι» της κυπριακής Βουλής.

Τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές η διευθέτηση του κυπριακού προβλήματος είναι εν εξελίξει, οι εναλλακτικές λύσεις δεν φαίνεται να καρποφορούν και το χάος των σεναρίων δεν επιτρέπει ασφαλή πρόβλεψη για την κατάληξη του σημαντικού «Οχι» της κυπριακής Βουλής. Ας σκεφτούμε ωστόσο για μια στιγμή τι θα γινόταν, ή τι θα γίνει, αν η αρχική απόφαση του Eurogroup για την Κύπρο εφαρμοζόταν –ή εφαρμοστεί –ως είχε ή περίπου ως είχε:
α) Θα είχε παραβιαστεί η κοινοτική οδηγία εγγύησης των καταθέσεων μέχρι 100.000 ευρώ.
β) Θα είχε υιοθετηθεί μια λύση αντίθετη στην όλη ευρωπαϊκή στρατηγική αντιμετώπισης του προβλήματος των τραπεζικών χρεοκοπιών, στρατηγική που, μετά την κατάρρευση της Lehman Brothers, είχε ως θεμέλιο την εγγύηση των τραπεζικών καταθέσεων.
γ) Θα είχε επιτείνει το πρόβλημα των κυπριακών τραπεζών, διότι θα είχε παραβιάσει μια βασική αρχή της χρηματοοικονομικής: όταν τιμωρείς τους καταθέτες, αποδυναμώνεις την κύρια τραπεζική κεφαλαιακή βάση, την καταθετική, και ωθείς τις τράπεζες στην πλήρη αδυναμία εξυπηρέτησης των υποχρεώσεών τους. Αντί της ήπιας προσγείωσης του κυπριακού τραπεζικού τομέα (που ήταν ήδη σε κατάρρευση), επελέγη η στρατηγική της βίαιης συντριβής.
δ) Η βέβαιη βίαιη σμίκρυνση του κυπριακού τραπεζικού συστήματος θα οδηγήσει, παρά τις ανακεφαλαιοποιήσεις, σε μακρά πιστωτική ασφυξία, γεγονός που θα μεγιστοποιήσει την υφεσιακή δυναμική, μετατρέποντάς τη σε παρατεταμένο υφεσιακό σοκ. Ο μαρασμός που θα επέλθει θα είναι πολύ μεγαλύτερος από τον αντίστοιχο ελληνικό, ακριβώς γιατί το κυπριακό ΑΕΠ εξαρτάται πολύ περισσότερο από τον χρηματοπιστωτικό τομέα.
Η στρατηγική της μπουλντόζας


Τα προηγούμενα επιτρέπουν την καλύτερη ανάγνωση της αρχικής απόφασης του Eurogroup.
1. Επιβάλλεται το θεωρούμενο ως «σωστό», χωρίς να λαμβάνονται επαρκώς υπόψη οι επιπτώσεις στην κυπριακή οικονομία και οι συνέπειες στο επίπεδο ζωής των πολιτών της. Για να διορθωθεί ένα τραυματισμένο μέλος του σώματος, οδηγείται ο ασθενής σε κώμα. Κάτι αντίστοιχο συνέβη στην Ελλάδα όταν η υλοποίηση των μέτρων του μνημονίου επιχειρήθηκε να διασφαλιστεί μέσω της απειλής εξόδου της χώρας από τη νομισματική ζώνη: για να διασφαλίσω το νόμισμα, απειλώ το νόμισμα! Σήμερα, στην Κύπρο, ακολουθείται μια ανάλογη στρατηγική: για να λύσω το πρόβλημα της τραπεζικής πίστης, επιβάλλω μακράς διάρκειας πιστωτική ασφυξία! Ως εάν να μην έγινε κατανοητό από την ελληνική περίπτωση ότι η πιστωτική ασφυξία αποτελεί κρίσιμο κρίκο του αυτοτροφοδοτούμενου σπιράλ ύφεσης.
2. Το μικρό μέγεθος της Κύπρου (της οποίας η έξοδος από το ευρώ δεν θα επηρέαζε, πέραν κάποιων βραχυπρόθεσμων τοπικών αναταράξεων, τη σταθερότητα της ευρωζώνης) μετέτρεψε σε περίπατο τη στρατηγική της μπουλντόζας: αυτό είναι το πακέτο, ας συζητήσουμε τεχνικές λεπτομέρειες, όχι όμως την ουσία. Το μοντέλο αλληλεγγύης, με αντάλλαγμα τον σεβασμό των κανόνων και μια καλή δόση τιμωρίας, που μέχρι τώρα διείπε την ευρωπαϊκή πολιτική δεν εφαρμόστηκε καν στην περίπτωση της Κύπρου. Η παραβίαση της οδηγίας εγγύησης των καταθέσεων αποτελεί κατάργηση κανόνα. Τα δύο μέτρα και δύο σταθμά, η τακτική της επιβολής και η προχειρότητα της απόφασης μίκρυναν ηθικά –και τεχνοκρατικά –την ΕΕ. Η κυπριακή Βουλή, ανεξαρτήτως της τελικής έκβασης και της οπερέτας που ακολούθησε, ορθά καταψήφισε τη συμφωνία.
3. Τα μικρά οικονομικά μεγέθη της Κύπρου και η εύθραυστη γεωπολιτική της θέση (όλοι γνωρίζουν γιατί η Κύπρος επεδίωξε την ένταξή της στην ΕΕ) ήταν μια ευκαιρία επίδειξης στοιχειώδους «πολιτικής γενναιοδωρίας» από τον ισχυρό (στο νησί βρίσκεται ακόμη τουρκικός στρατός). Συνέβη το ακριβώς αντίθετο. Η πολιτική του αιφνιδιασμού (ήταν φανερό ότι η κυπριακή ηγεσία δεν ανέμενε τέτοιου τύπου προσφορά βοήθειας) εφαρμόζεται σε εμπόλεμη σχέση, όχι σε εταιρική. Αν η στρατηγική ισχύος είχε ορισμό, θα ήταν αυτός.
Συνολικά, η κυπριακή περίπτωση έδειξε, άλλη μία φορά, ότι η μεγάλη επιρροή των εθνικών συμφερόντων και των προτεραιοτήτων εσωτερικής πολιτικής στη λήψη αποφάσεων, η απόσταση «γνωστικών χαρτών» και νοοτροπιών (που υπερβαίνει κατά πολύ τη συζήτηση περί εθνικών στερεοτύπων), η θεσμική πολυμορφία και τα διαφορετικά εθνικά οικονομικά μοντέλα αποτελούν παράγοντες που υπονομεύουν τον ορθολογισμό των ευρωπαϊκών αποφάσεων, δυσχεραίνουν τη συνεργατική λογική και επιτείνουν το γνωστό πρόβλημα κυβερνησιμότητας που πάντα χαρακτήριζε την ΕΕ. Η κρίση αποδομεί την, ούτως ή άλλως, ασθενή ευρωπαϊκή ταυτότητα και ενισχύει τις αμοιβαίες δυσπιστίες. Οι Γερμανοί διερωτώνται γιατί να βοηθούν τους Νοτίους και, από πάνω, να αντιμετωπίζονται ως ναζί. Οι δε Νότιοι διερωτώνται γιατί θα πρέπει να πληρώνουν τα σπασμένα των ευρωπαϊκών περιοριστικών πολιτικών και, από πάνω, να δέχονται μαθήματα οικονομικού ορθολογισμού από τους Γερμανούς. Η προχειρότητα των αποφάσεων του Eurogroup για την Κύπρο, η τακτική της μονομερούς επιβολής, η απουσία ευαισθησίας απέναντι σε ένα αδύναμο (έστω δύστροπο) έθνος έδειξαν τη δυσκολία αυτοδιόρθωσης που χαρακτηρίζει τις κεντρικές ευρωπαϊκές κυβερνήσεις. Οι δηλώσεις –μνημείο κυνισμού και αλαζονείας –του σουηδού υπουργού Οικονομικών όχι μόνο δεν τιμούν μια χώρα που έχει καταστήσει την κουλτούρα συμβιβασμού στοιχείο της εθνικής της ταυτότητας αλλά κατέδειξαν την ανάδυση ενός καταμερισμού ρόλων με «νεοαποικιακά» χαρακτηριστικά. Ισως έχει έρθει η στιγμή οι ειδικοί των ευρωπαϊκών σπουδών στην Αθήνα να πάψουν να σιωπούν γι’ αυτή την παραβίαση του ελάχιστου «πολιτισμικού» κεκτημένου της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης.
Παραβιάσεις του κεκτημένου


Σήμερα το μοντέλο ανάπτυξης της κυπριακής οικονομίας έχει τελειώσει. Ο κύκλος έκλεισε και ματαίως επιδιώκουν οι Κύπριοι τη χίμαιρα της διάσωσής του. Η ανερμάτιστη πολιτική των κυπριακών τραπεζών και η διαπλοκή τους με την κυπριακή και την ελληνική πολιτική ηγεσία επιτάχυναν το τέλος. Με δεδομένο το ισχυρό κτύπημα που έχει υποστεί ο χρηματοπιστωτικός τομέας, η στρατηγική παραγωγικής αναδιοργάνωσης δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι ευνοείται εντός της ζώνης του ευρώ. Τα οικονομικά επιχειρήματα υπέρ της επιστροφής στη νομισματική κυριαρχία είναι σοβαρά. Υποτιμούν βέβαια το τεράστιο οικονομικό βάρος της ΕΕ –το οποίο επηρεάζει σημαντικά τις οικονομικές πολιτικές και χωρών που δεν ανήκουν στην ΕΕ. Υποτιμούν επίσης το τεράστιο κόστος της μετάβασης. Στην περίπτωση όμως της Κύπρου υποτιμούν, προπάντων, το ότι η έξοδος θα εξασθενίσει δραστικά μια στρατηγική ασφάλειας που σήμερα, και λόγω αποδυνάμωσης της Ελλάδας και λόγω φυσικού αερίου, είναι περισσότερο από ποτέ αναγκαία. Η θέση της στον χάρτη, αυτό είναι το δράμα της Κύπρου. Το οικονομικό πρόβλημα διαπλέκεται με το γεωπολιτικό –και σε αυτό, ανάμεσα σε άλλους λόγους, «πατάει» ο ευρωπαϊκός εκβιασμός. Ενας μικρός απειλούμενος παίκτης με μεγάλα εθνικά προβλήματα δεν μπορεί να μεγιστοποιήσει ταυτόχρονα τον οικονομικό και τον γεωπολιτικό κίνδυνο.
Δεν ενέχει διαγνωστικό ρίσκο το να στοιχηματίσει κανείς ότι η επόμενη δημοσκόπηση θα δείξει ισχυρή ενδυνάμωση των αντιευρωπαϊκών τάσεων στο εσωτερικό της ελληνικής κοινής γνώμης. Δεν ενέχει, επίσης, κίνδυνο διάψευσης το να προβλέψει κανείς ότι οι πολιτικές λιτότητας και επιβολής υπονομεύουν το ευρωπαϊκό όραμα. Οπως δεν ενέχει κίνδυνο το να προβλέψει κανείς τη διαχειριστική κούραση που δημιουργεί, τόσο στον Βορρά όσο και στον Νότο, το ιμπρόγκλιο των αμφισβητούμενων διασώσεων.
Η ευρωπαϊκή Βαβέλ δεν έχει επιδείξει μέχρι τώρα ούτε μακράς πνοής στρατηγική σκέψη ούτε ιδιαίτερη ευφυΐα στην αντιμετώπιση της κρίσης χρέους ούτε όμως ακραία ηλιθιότητα (όπως συχνά κατηγορείται). Η Κυπριακή Δημοκρατία, η οποία δεν δέχτηκε καν, επί προεδρίας του κομμουνιστή Χριστόφια, τον φόρο χρηματοπιστωτικών συναλλαγών, δεν κατάφερε καμία στιγμή να διαμορφώσει, εντός της ΕΕ, μια σοβαρή στρατηγική συμμαχιών. Σήμερα πληρώνει την αφελή (ή εγκληματική;) στρατηγική ενός χρηματοπιστωτικού τομέα που, ενώ διεκδικούσε τη μοναδικότητά του εντός της ευρωζώνης, δεν υιοθέτησε και τις αντίστοιχες στρατηγικές αυτοπροστασίας του. Τhere is a body in the lake, όπως θα έλεγε το γνωστό τραγούδι. Και δεν ευθύνονται γι’ αυτό μόνο η αλαζονεία, ο περιορισμένος γνωστικός χάρτης και τα ιδιοτελή λάθη των Ευρωπαίων.
Ο κ. Γεράσιμος Μοσχονάς είναι αναπληρωτής καθηγητής Συγκριτικής Πολιτικής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.