Ο πρώτος λέγεται Τζουν. Ο δεύτερος Χίρο. Ο τρίτος Κέντζι. Δεν γνωρίζονται μεταξύ τους, αλλά έχουν ένα κοινό – εκτός από το ότι έχουν όλοι υπέροχα ιαπωνικά ονόματα: έχουν αποσυρθεί από τη ζωή και δεν είναι καν 25. Δεν ασχολούνται με τίποτα. Κλείνονται στο πατρικό τους για μήνες, αρνούνται να βγουν από τις προστατευμένες παιδικοεφηβικές κρεβατοκάμαρές τους. Συμπεριφέρονται σαν φοβισμένα μικρά παιδιά που έχουν εγκαταλειφθεί σε ένα σκοτεινό δάσος. Μερικοί παίζουν βιντεογκέιμ. Οι υπόλοιποι μπαίνουν στο Internet και ξεχνούν να βγουν. Ορισμένοι άλλοι διαβάζουν βιβλία και πίνουν μπίρα ή σόσου, την ιαπωνική εκδοχή της βότκας. Είναι η χαμένη γενιά της Ιαπωνίας και απαριθμεί εκατομμύρια αναχωρητές.
Ο Τζουν, ο Χίρο και ο Κέντζι αναφέρονται στο βιβλίο «Shutting Out the Sun: How Japan Created Its Own Lost Generation» του Μάικλ Ζιλεντζίγκερ. Πρόκειται για τα θύματα της οικονομικής κρίσης της Ιαπωνίας τη δεκαετία του 1990. Οι χικικομόρι, όπως ονομάστηκε αυτή η περίεργη φουρνιά ηττημένων παιδιών, που φοβήθηκαν τη ζωή, πρoτού καν τη ζήσουν, είναι ήδη παλιά, μακρινά νέα.
Την προηγούμενη εβδομάδα, ο πρόεδρος της ευρωπαϊκής Βουλής, Μάρτιν Σουλτς, δήλωσε: «Δημιουργούμε μια χαμένη γενιά. Η Ελλάδα, η Ιταλία, η Ισπανία και η Πορτογαλία έχουν ίσως την καλύτερα μορφωμένη νέα γενιά στην ιστορία τους. Οι γονείς έχουν επενδύσει χρήματα, τα έκαναν όλα όπως έπρεπε και τώρα, την ώρα που αυτοί οι άνθρωποι είναι έτοιμοι να δουλέψουν, η κοινωνία τούς λέει “δεν έχουμε θέση για εσάς”. Δώσαμε χρήματα για να διασώσουμε τις τράπεζες, αλλά κινδυνεύουμε να χάσουμε μια γενιά». O Σουλτς δεν πρωτοτύπησε. Ο οικονομολόγος Ρίτσαρντ Φρίμαν έχει μιλήσει εδώ και χρόνια για τη χαμένη γενιά της Αμερικής, όλους αυτούς που βγήκαν με φοιτητικά δάνεια στην αγορά εργασίας για να γίνουν οι βολικοί interns 20/20/20 (20 ετών, 20 ώρες την ημέρα, 20 δολάρια την ημέρα) των αμερικανικών επιχειρήσεων.
Ασφαλώς δεν μπορείς να συγκρίνεις μήλα με πορτοκάλια. Η κοσμοθεωρία της Ιαπωνίας είναι διαφορετική, πιο σιωπηλή, πιο εσωτερική, πιο υπόκωφη από τη δική μας. Η αμερικανική κρίση είναι επίσης διαφορετική, από την ισοπεδωτική ελληνική.
Εχει, λοιπόν, η Ελλάδα μια «χαμένη γενιά;». Και ποια είναι αυτή; Θα μπορούσε κάποιος να πει πως είναι οι 30something, αυτοί που έζησαν και την ψευτοχλιδή, ζουν τώρα και την ξηρασία. Ή οι 40άρηδες που έχασαν τα κεκτημένα με τα οποία θεμελίωσαν τη ζωή τους. Μήπως οι 50άρηδες; Αλλά αυτοί είναι κηλιδωμένοι από την ευθύνη. Οχι, η πραγματικά χαμένη γενιά της Ελλάδας είναι αυτή που δεν το ξέρει ακόμη. Αυτή που είναι στο σχολείο και ζει μέσω του παραμορφωτικού φακού της εφηβείας όλα αυτά που συμβαίνουν και όλα αυτά που έρχονται.
Μπορεί να το καταλάβει κανείς απλώς διαβάζοντας την επικαιρότητα. Για παράδειγμα, αυτό που συνέβη την προηγούμενη εβδομάδα στις Σκουριές. Εκεί όπου τα ΜΑΤ πέταξαν δακρυγόνα μέσα σε ένα σχολείο. Ας προσπεράσουμε τη σοκαριστική (αν μπορείς να σοκαριστείς ακόμη στην Ελλάδα του 2013) για την ωμότητά της πράξη. Σκεφτείτε την εποχή που πηγαίνατε σχολείο. Ποιες ήταν οι μόδες; Ποια τα θέματα συζήτησης; Πόσο εύκολα φούντωνε η ψευδαίσθηση της ψευτοεπανάστασης και της κατάληψης; Φανταστείτε τώρα το ίδιο συναίσθημα μέσα από το τωρινό πολεμικό κλίμα. Και φοβηθείτε.
Πώς θα μεγαλώσει αυτή η γενιά; Τι χρειάζεται για να μη γίνει μια αβοήθητη, φοβισμένη, ανώριμη, ανούσια, αυνανιστική, μονίμως εξοργισμένη, πολωμένη και οξύθυμη ομάδα ανθρώπων; Τι πρέπει να γίνει για να μην πάνε οι μισοί στη λοβοτομημένη Χρυσή Αυγή και οι άλλοι μισοί να προσπαθούν να καταλάβουν ποια είναι η λογική; Είναι μια γενιά που θα ξεκινήσει να παραπονιέται – δικαίως – για την παράλογη εξουσία των μεγάλων και μάλλον δεν θα σταματήσει να το κάνει, εθισμένη στην αυτιστική διαμαρτυρία.
Δεν πρόκειται να υπάρξουν έλληνες χικικομόρι. Παιδιά κλεισμένα σπίτι τους, ανίκανα να ξεμυτίσουν, με έναν υπολογιστή και την ήττα στα μάτια. Δεν ταιριάζει στο παρορμητικό ελληνικό DNA αυτή η παθητικότητα.
Αλλά είναι πιθανό η γενιά που κάθεται στα θρανία, στα γεμάτα περικοπές σχολεία της δημόσιας εκπαίδευσης, να χαθεί από τη θολούρα της. Θεωρητικά, είναι αυτοί στους οποίους πρέπει να στηριχτούμε. Αυτοί που θα χτίσουν τη νέα «μετεμφυλιακή» Ελλάδα. Αν δεν τους βοηθήσουμε, όμως, αν σταματήσουμε να τους εκμεταλλευόμαστε (από πολιτικές διαφημίσεις, μέχρι ασπίδες επανάστασης, τα παιδιά στα θρανία πάντα πουλάνε) θα τους καταδικάσουμε να είναι η γενιά που είχε την αμφίβολη τιμή να παρακολουθήσει φορώντας πιτζάμες, από την κορυφή της σκάλας, το πάρτι των μεγάλων και όταν τελικά μεγάλωσε αρκετά, για να μπει στο πάρτι, βρήκε μόνο σπασμένα ποτήρια, πεταμένες γόπες και λερωμένες μοκέτες. Και επειδή δεν έμαθε κάτι διαφορετικό, θα συνηθίσει να ζει ανάμεσά τους.
*Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino το Σάββατο 16 Μαρτίου 2013