Ο Ενκί Μπιλάλ έρχεται στην Ελλάδα. Οι οπαδοί του κόμικ μάλλον θα κάνουν ουρές στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών, όπου αναμένεται να μιλήσει για το έργο του. Επειδή, όμως, έχει τόσο πολλά να πει, η περίπτωση αυτού του 61χρονου δημιουργού, ενός από τους σημαντικότερους ευρωπαίους κομίστες, ο οποίος γεννήθηκε στο Βελιγράδι και μετοίκησε στο Παρίσι όταν μαινόταν ο πόλεμος της Αλγερίας, είναι ενδιαφέρουσα και αξιοπρόσεκτη, ακόμη και για κάποιον που δεν έχει έρθει σε επαφή με τους ήρωές του και τη δυστοπική επιστημονική φαντασία του.
Παρακολουθήστε ζωντανά τη συζήτηση του Γ. Αρχιμανδρίτη με τον Enki Bilal στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών
Γιατί εκτός των άλλων, αυτός ο γοητευτικότατος άνδρας, ο πολιτογραφημένος Γάλλος που πυροβολεί με ακατάπαυστη ταχύτητα τα μασημένα γαλλικά του, ήταν κάποτε ένα μικρό αγόρι που μεγάλωνε στη Γιουγκοσλαβία του Τίτο. Οταν βρέθηκε σε γαλλικό έδαφος κλονίστηκε από την αυτονόητη ελευθερία με την οποία ήρθε αντιμέτωπος, αλλά και με την άγνοια των συνομηλίκων του γύρω από αυτό που θεωρούσαν τη «μαύρη τρύπα» της Ευρώπης, το ανατολικό, κομμουνιστικό κομμάτι της.
Ποιος είναι ο τύπος του ανθρώπου που εκφράζεται μέσα από την επιστημονική φαντασία; «Δεν νομίζω ότι η δουλειά μου ανήκει στην κατηγορία της επιστημονικής φαντασίας. Είναι ένας εύκολος χαρακτηρισμός που της αποδίδουν πολλοί. Μπορεί να διαδραματίζεται στο μέλλον, αλλά μιλάει για το σήμερα, κυρίως στα τελευταία έργα μου, για τα ασφυκτικά πολιτικά συστήματα, για την αποξένωση, και οι ήρωές μου αντικατοπτρίζουν το παρόν και τον αιώνα τον δικό μας. Ξέρετε, πολύς κόσμος παρεξηγεί την επιστημονική φαντασία, θεωρεί ότι η ανοίκεια απεικόνισή της δεν μπορεί να συνδέεται με την πραγματικότητα».
Οι γυναίκες που ζωγραφίζετε, πάντως, μοιάζουν εξωπραγματικές μέσα στην τελειότητά τους. «Ναι, ζωγραφίζω γυναίκες, αλλά πάντα μέσα σε ένα αφηγηματικό πλαίσιο. Πλέον δεν ζωγραφίζω με ζωντανό μοντέλο
– το έκανα στο παρελθόν, όπως επίσης άλλου είδους θεματολογίες που με ενδιέφεραν. Η κουλτούρα του κόμικ, όμως, μου επέτρεψε να καλλιεργήσω τη φαντασία μου και να οδηγηθώ σε πιο ελεύθερα μονοπάτια. Και ναι μεν οι ηρωίδες που σχεδιάζω είναι εμπνευσμένες από γυναίκες που γνωρίζω, ή γνώριζα, αλλά δεν υπάρχει πιστό αντίγραφο κάποιας από αυτές στις σελίδες των κόμικς μου. Το φανταστικό στοιχείο εισδύει στον ρεαλισμό και αναπόφευκτα τον ανατρέπει».
Οπότε, με αυτόν τον τρόπο δημιουργείτε τις ιδανικές γυναίκες; «Οι ηρωίδες μου είναι όμορφες – αν και όχι όλες το ίδιο –, αλλά δεν σημαίνει ότι είναι ιδανικές. Το τι σημαίνει ομορφιά και γοητεία είναι πολύ υποκειμενική υπόθεση ούτως ή άλλως. Αλλά ο τύπος ομορφιάς που εμφανίζεται στο έργο μου είναι κομμάτι μιας προσωπικής κουλτούρας, είναι ένας τύπος γυναίκας, ή γυναικών, που δημιουργώ ώστε να μιλήσω για τη γυναίκα με έναν πανανθρώπινο τρόπο. Δεν ζωγραφίζω, όμως, έναν κατάλογο μόδας. Οι ήρωές μου είναι ζωντανοί οργανισμοί και ζουν σε ένα κοινωνικοπολιτικό πλαίσιο, εξού και συχνά φέρουν σημάδια, ουλές, ο συμβολισμός των οποίων έχει φιλοσοφική χροιά. Αυτά τα “στίγματα” θα έλεγα ότι είναι και μια μεταφορά για τα δεινά που περνάει ο άνθρωπος μέσα σε αυτό κοινωνικοπολιτικό πλαίσιο της εποχής του. Οπως υποφέρουν οι Ελληνες μέσα σε αυτή την κρίση που τους πλήττει».
Τα γυμνά, ερωτικά σώματα τι συμβολίζουν στο έργο σας; «Περισσότερο αισθησιακά θα τα χαρακτήριζα παρά ερωτικά. Εξάλλου, με ενδιαφέρει πρωτίστως το πρόσωπο και μετά το κορμί. Τα ρούχα με ενδιαφέρουν ελάχιστα έως καθόλου, γιατί το σώμα είναι πολύ εκφραστικό από μόνο του και ως εκ τούτου πιο ενδιαφέρον για έναν καλλιτέχνη. Ανέκαθεν ίσχυε αυτό. Είναι χαρακτηριστικό ότι στη ζωγραφική τα ρούχα και το χτένισμα είναι δευτερεύουσας σημασίας. Στα βιβλία μου τα μαλλιά των γυναικών είναι συχνά κρυμμένα γιατί θέλω να αναδειχθεί η υπόστασή τους μέσα από το βλέμμα τους και την ανατομική διάστασή τους. Το σώμα είναι το δοχείο της αισθαντικότητας. Και δεν υπάρχει τίποτε πιο φυσικό από ένα γυμνό κορμί».
Τι σας έχει μείνει από τα περίπου δέκα χρόνια που ζήσατε στα Βαλκάνια τη δεκαετία του ’50; «Αυτό που μένει από εκείνη την περίοδο, κάπου βαθιά μέσα μου, είναι εκείνο το μικρό μελαγχολικό αγόρι που του έλειπε ο πατέρας του, ο οποίος είχε φύγει μακριά. Δεν ήμουν ποτέ πληθωρικός όπως οι άνθρωποι γύρω μου. Θα έλεγα ότι από τότε ήταν έκδηλη μια εσωτερικότητα στην προσωπικότητά μου, όπως ακριβώς συμβαίνει με τις δημιουργίες μου, πιστεύω. Τα έργα μου είναι πιο “ήσυχα”, δεν έχουν τη “φασαρία” που είναι έκδηλη στις ταινίες του Κουστουρίτσα, για παράδειγμα. Ο Κουστουρίτσα είναι, πιστεύω, γνήσιος εκπρόσωπος της βαλκανικής, εξωστρεφούς κουλτούρας. Βέβαια, εκείνος είναι Σλάβος του Νότου, εγώ είμαι και μισός Τσέχος, είμαι λίγο πιο εγκρατής».
Οταν πήγατε, όμως, στο Παρίσι αφήσατε το γαλλικό πνεύμα να σας διαπεράσει; Θα πρέπει να ήταν δύσκολο το πέρασμα από την Ανατολή στη Δύση… «Προσαρμόστηκα, δεν είχα προβλήματα. Αυτό που μου έκανε εντύπωση ήταν η άγνοια των συνομηλίκων μου για τις χώρες του ανατολικού μπλοκ. Δεν έπαψα να μιλώ τη γλώσσα των γονιών μου, όμως η γαλλική γλώσσα έγινε γλώσσα μου, αυτή χρησιμοποιώ στη δουλειά μου. Αυτό το σύμφυρμα πολιτισμών ήταν ένα μεγάλο πλεονέκτημα στη ζωή μου. Κάθε συναπάντημα με μια νέα κουλτούρα σε εμπλουτίζει ως άνθρωπο, σε κάνει πολυδιάστατο».
Ο πατέρας σας είναι Βόσνιος, αλλά γεννηθήκατε στο Βελιγράδι. Πλέον, όταν σας ρωτούν από πού είστε, τι απαντάτε; «Για μένα η χώρα προέλευσής μου θα είναι πάντα η Γιουγκοσλαβία. Δεν υπάρχει πλέον, αλλά μόνο σε εκείνη την ενωμένη χώρα μπορώ να ανατρέξω για τις αναμνήσεις μου. Δεν είμαι από τους τύπους που αισθάνονται νοσταλγία, αλλά η αλήθεια είναι ότι νοσταλγώ εκείνη τη χώρα στην οποία συνυπήρχαν αρμονικά διαφορετικές εθνότητες και θρησκείες. Οπως αποδείχθηκε, η “αρμονία” ήταν τεχνητή και επισφαλής και δεν άντεξε τελικά τον κυνισμό. Ομως έζησα εκεί τα πρώτα χρόνια της ζωής μου, όλες οι αισθήσεις μου είναι εμποτισμένες από εκείνες τις μνήμες. Και μολονότι έφυγα νωρίς, ο πόλεμος της Γιουγκοσλαβίας, οι φοβερές εχθροπραξίες που έλαβαν χώρα στον γενέθλιο τόπο μου, με πόνεσαν και με επηρέασαν βαθύτατα».
Και η Ενωμένη Ευρώπη; Πιστεύετε ότι έχει αποτύχει; «Η Ευρωπαϊκή Ενωση σίγουρα απέτυχε στους χρηματοοικονομικούς στόχους της. Ζούμε σε μια φοβισμένη Ευρώπη, στην οποία κάθε κράτος εποφθαλμιά την καλύτερη οικονομική συνθήκη για τον δικό του λαό και ίσως αυτό είναι φυσιολογικό. Πιστεύω ότι η Ευρώπη είναι υπεύθυνη για τον πόλεμο στη Γιουγκοσλαβία, δεν είχε τα αντανακλαστικά και τη γενναιοδωρία που θα έπρεπε να έχει ή το ενδιαφέρον για τους ανθρώπους της περιοχής. Θα ήθελα να είμαι Ευρωπαίος σε μια Ευρώπη που δεν θεωρεί απόλυτη προτεραιότητα το χρήμα. Και στην περίπτωση της χώρας σας, μολονότι οι γνώσεις μου στα οικονομικά είναι περιορισμένες, πιστεύω ότι η Ευρώπη πρέπει να επιδείξει αλληλεγγύη, γιατί ειδάλλως δεν έχει νόημα να μιλάμε για Ευρωπαϊκή Ενωση».
* Ο Ενκί Μπιλάλ θα συνομιλήσει με τον δημοσιογράφο Γιώργο Αρχιμανδρίτη στην Κεντρική Σκηνή της Στέγης Γραμμάτων και Τεχνών του Ιδρύματος Ωνάση στις 27 Φεβρουαρίου, στις 19.00.