Τικ-τακ, τικ-τακ. Κάθε χτύπος του ρολογιού, κάθε δευτερόλεπτο που περνά εντός του πρώτου σπιτιού στη ζωή του ανθρώπου, που δεν είναι άλλο από τη μήτρα, αποτελεί διαβατήριο ζωής και υγείας για το έμβρυο που ετοιμάζεται μέρα με τη μέρα να βγει στον κόσμο. Διότι, αν γι’ αυτό το έμβρυο χτυπήσουν λιγότερα τικ-τακ, αν με λίγα λόγια το μωρό έρθει στη ζωή πρόωρα, οι κίνδυνοι που ελλοχεύουν είναι πολλοί και αφορούν τόσο την επιβίωσή του όσο και μακροπρόθεσμα την ποιότητα ζωής του. Η προωρότητα αποτελεί ένα μείζον ζήτημα δημόσιας υγείας με πολλές παραμέτρους, ορισμένες εκ των οποίων έχουν δημιουργηθεί τα τελευταία χρόνια μέσα από τον σύγχρονο τρόπο ζωής μας. Μια νέα μελέτη ειδικών της Α’ Μαιευτικής-Γυναικολογικής Κλινικής του Πανεπιστημίου Αθηνών στο νοσοκομείο «Αλεξάνδρα» χαρτογραφεί για πρώτη φορά στην Ελλάδα το τοπίο σχετικά με τις πρόωρες γεννήσεις, παρέχοντας μια πολύτιμη πυξίδα για σκέψη, αλλά και για πράξη. Τα όσα καταγράφηκαν από τους έλληνες ερευνητές δεν είναι και τα πλέον αισιόδοξα, καθώς όπως καταδείχθηκε σε διάστημα 28 ετών οι πρόωρες γεννήσεις παρουσίασαν διπλασιασμό! Ολα δείχνουν ότι, εκτός κι αν συντρέχει σοβαρός ιατρικός λόγος, δεν υπάρχει δικαιολογία προκειμένου να στερηθούν τα έμβρυα τον σωτήριο χρόνο των 40 εβδομάδων που πρέπει να ολοκληρώσουν μέσα στη μήτρα. Γιατί, κάθε έκπτωση σε αυτόν τον χρόνο μπορεί να μειώσει τα τικ-τακ του ρολογιού για την υπόλοιπη ζωή τους. Η στιγμή της γέννησης μιας νέας ζωής είναι από τις ευτυχέστερες και ιερότερες. Και είναι σημαντικό το κάθε παιδί που γεννιέται να είναι «εξοπλισμένο» με τα καλύτερα δυνατά εχέγγυα που μαρτυρούν υγεία για την υπόλοιπη ζωή του. Η πρόωρη γέννηση αποτελεί μια «βόμβα» στο… οικοδόμημα της ζωής των βρεφών. Βέβαια, η πρόοδος στη νεογνολογική φροντίδα, συμπεριλαμβανομένων των φαρμακευτικών θεραπειών, όπως τα κορτικοστεροειδή και τα αντιβιοτικά, έχει αυξήσει σημαντικά τις πιθανότητες επιβίωσης ακόμη και των πολύ μικρών νεογνών στον σύγχρονο κόσμο μας. Ωστόσο, δεν είναι μόνο η επιβίωση το ζητούμενο, αλλά και μια ζωή με ποιότητα γι’ αυτά τα παιδιά. Η νέα ελληνική μελέτη που βασίστηκε σε στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής καλύπτοντας 28 έτη (από το 1980 ως το 2008) και δημοσιεύθηκε στις 29 Ιανουαρίου του 2013 στο επιστημονικό έντυπο «Acta Obstetricia et Gynecologica Scandinavica» (AOGS) δίνει για πρώτη φορά πολλές και σημαντικές πληροφορίες για το τοπίο της προωρότητας στην Ελλάδα, μέσα από τις οποίες γεννιούνται και μεγάλα θέματα προς προβληματισμό και «συμμόρφωση».
Η μελέτη
Οπως εξηγεί στο «Βήμα της Κυριακής» ο επικεφαλής της ερευνητικής ομάδας, καθηγητής Μαιευτικής-Γυναικολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών, διευθυντής της Α’ Μαιευτικής-Γυναικολογικής Κλινικής του Πανεπιστημίου Αθηνών στο νοσοκομείο «Αλεξάνδρα» και εκλεγμένος πρόεδρος της Παγκόσμιας Εταιρείας Περιγεννητικής Ιατρικής κ. Αριστείδης Αντσακλής, η προωρότητα αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους παράγοντες περιγεννητικής θνησιμότητας (ορίζεται ως η θνησιμότητα μέσα στις πρώτες επτά ημέρες από τη γέννηση), αλλά και νοσηρότητας των βρεφών. Τα νέα σε ό,τι αφορά την περιγεννητική θνησιμότητα είναι πάντως καλά. «Η περιγεννητική θνησιμότητα εμφανίζει γενικώς μείωση τα τελευταία χρόνια σε παγκόσμιο επίπεδο, αλλά και στη χώρα μας, σύμφωνα με τη μελέτη που διεξαγάγαμε. Τα ευρήματά μας έδειξαν ότι το 1980 η αναλογία της θνησιμότητας των νεογνών ήταν 20,8/1.000 ζώσες γεννήσεις, ενώ το 2008 η αντίστοιχη αναλογία ήταν 3,7/1.000 ζώσες γεννήσεις. Η μείωση αυτή δεν οφείλεται στο ότι έχουμε καταφέρει να αποκρυπτογραφήσουμε πλήρως τις αιτίες της περιγεννητικής θνησιμότητας, αλλά στο ότι υπάρχει σημαντική βελτίωση τα τελευταία χρόνια στη νοσηλεία των νεογνών στις Μονάδες Εντατικής Θεραπείας».
Ωστόσο, τα νέα δεν είναι εξίσου καλά για την προωρότητα, η οποία δεν απειλεί μόνο με θάνατο αλλά και με σοβαρά προβλήματα υγείας, ακόμη και εφ’ όρου ζωής. «Διεθνώς η προωρότητα βρίσκεται τα τελευταία χρόνια στο 9%-11% των τοκετών. Τα ίδια ποσοστά τα οποία συνάδουν με τα διεθνή καταγράφηκαν τα τελευταία χρόνια από τη μελέτη μας και στην Ελλάδα –ωστόσο η διαφορά είναι ότι τα ποσοστά αυτά παρουσίασαν έκρηξη μέσα στα 28 χρόνια που κάλυψε η μελέτη». Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα ευρήματα, από το σύνολο των 3.218.463 γεννήσεων που καταγράφηκαν από το 1980 ως το 2008, συνολικά οι 151.594 ήταν πρόωρες (γεννήσεις ζώντων βρεφών από την 24η εβδομάδα της κύησης και μετά –ποσοστό της τάξεως του 4,7%). Το ποσοστό αυτό όμως εμφανίστηκε διπλασιασμένο το 2008, που ήταν και το τελευταίο έτος καταγραφής σε σύγκριση με το πρώτο έτος καταγραφής των στοιχείων το 1980 (εκτοξεύτηκε από το 4,66% στο 9,62%).
Η αύξηση αυτή, όπως σημειώνεται στη μελέτη, αφορούσε κυρίως την ομάδα των «όψιμα πρόωρων» βρεφών (εκείνων δηλαδή που γεννήθηκαν μεταξύ της 34ης και της 36ης εβδομάδας της κύησης). Είναι χαρακτηριστικό ότι κατά το τελευταίο έτος ανάλυσης που περιελήφθη στη μελέτη, το 2008, τα όψιμα πρόωρα βρέφη αντιστοιχούσαν στο 7,45% επί του συνόλου των γεννήσεων σε σύγκριση με ποσοστό της τάξεως μόλις του 1,66% το 1991. Στη μελέτη τονίζεται πως παρ’ ότι πολλοί ειδικοί πιστεύουν πως τα όψιμα πρόωρα μωρά είναι «ώριμα» με αποτέλεσμα να μην υπάρχει κίνδυνος γι’ αυτά, υπάρχουν σημαντικά στοιχεία που δείχνουν νοσηρότητα και σε αυτή την ομάδα προωρότητας.
Ηλικία, εξωσωματική, κάπνισμα, παχυσαρκία
Σε ό,τι αφορά τα αίτια των πρόωρων γεννήσεων ο κ. Αντσακλής αναφέρει ότι η προωρότητα αποτελεί μια επιπλοκή της εγκυμοσύνης με πολυπαραγοντική αιτιολογία, η οποία σε μεγάλο βαθμό παραμένει στο σκοτάδι για τους ειδικούς. Μεταξύ των αιτιολογικών παραγόντων πάντως που συνδέονται με τις πρόωρες γεννήσεις περιλαμβάνονται ιατρικά προβλήματα της μητέρας ή του εμβρύου, γενετικές επιδράσεις, η έκθεση σε περιβαλλοντικούς παράγοντες, οι θεραπείες για την υπογονιμότητα, καθώς και κοινωνικοοικονομικοί, αλλά και συμπεριφορικοί παράγοντες. Ο καθηγητής περιγράφει κάποιες από τις «ρίζες» του προβλήματος: «Κατ’ αρχάς, έχουμε πλέον πολλές γεννήσεις διδύμων –οι πολύδυμες κυήσεις αποτελούν σαφή παράγοντα προωρότητας. Οι πολύδυμες κυήσεις συνδέονται συχνά με την εφαρμογή μεθόδων εξωσωματικής γονιμοποίησης, καθώς οι γυναίκες πλέον αποφασίζουν να γίνουν μητέρες σε ολοένα και μεγαλύτερη ηλικία. Η μεγάλη ηλικία της μητέρας αποτελεί άλλον έναν παράγοντα κινδύνου για προωρότητα». Στη μελέτη σημειώνεται ότι τη δεκαετία του 1980 οι περισσότερες γυναίκες στην Ελλάδα γίνονταν μητέρες στα 20-24 χρόνια τους. Στις αρχές του 21ου αιώνα όμως η μέση ηλικία μητρότητας ανέβηκε κατά μία ολόκληρη δεκαετία (στα 30-34 έτη). Συγκεκριμένα, ως το 2008 οι γυναίκες που γίνονταν μητέρες μετά τα 34 έτη τους αποτελούσαν το 20,9% επί του συνόλου των γυναικών που βίωναν τη μητρότητα, όταν το αντίστοιχο ποσοστό το 1980 ήταν μόλις 6,9%. Αλμα στην ηλικία της μητρότητας λοιπόν, αλλά και άλμα προς τις… θερμοκοιτίδες.
Είναι πολλές όμως και διαφορετικές οι (μελανές) πτυχές του σύγχρονου τρόπου ζωής, οι οποίες φαίνεται να… σπρώχνουν τα μωρά να βγουν σε αυτόν τον (άγριο) κόσμο πριν την ώρα τους. «Η παχυσαρκία των γυναικών, η οποία εμφανίζει έκρηξη στην Ελλάδα με όσα συνεπάγεται για την υγεία, η υπέρταση και ο σακχαρώδης διαβήτης που «χτυπούν» ολοένα και περισσότερα άτομα (κυρίως όταν η γυναίκα είναι μεγαλύτερης ηλικίας), καθώς και το κάπνισμα που «θεριεύει» κυρίως μεταξύ των γυναικών στη χώρα μας είναι παράγοντες προωρότητας» εξηγεί ο κ. Αντσακλής.
Και μέσα σε όλα αυτά, το κοινωνικοοικονομικό επίπεδο παίζει ρόλο στα ποσοστά προωρότητας. Οι συγγραφείς της μελέτης αναφέρουν ότι το κύμα μετανάστευσης που βίωσε η χώρα μας τη δεκαετία του 1990 αύξησε τα γενικά ποσοστά γεννήσεων. Ωστόσο το χαμηλό κοινωνικοοικονομικό επίπεδο της ομάδας των μεταναστών το οποίο συνδέεται με προωρότητα φωτίζει άλλη μία πτυχή των αιτίων για την αύξηση των πρόωρων γεννήσεων στην Ελλάδα.
Ο ρόλος της καισαρικής
Και ο παράγοντας «καισαρικές» τι ρόλο μπορεί να κατέχει μέσα σε αυτό το τοπίο; Πρέπει να υπογραμμιστεί πως σε ό,τι αφορά τις καισαρικές στη χώρα μας γενικώς βασιζόμαστε σε εκτιμήσεις. Και αυτό διότι στα αρχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής δεν γίνεται αναλυτική καταγραφή σχετικά με τη μέθοδο που εφαρμόστηκε στη γέννα (καισαρική ή φυσιολογικός τοκετός). Σε κάθε περίπτωση, οι εκτιμήσεις αναφέρουν, όπως αναγράφεται και στη μελέτη των ειδικών του «Αλεξάνδρα», πως στην Ελλάδα οι καισαρικές αγγίζουν το 50% των τοκετών (μια τάση που είναι διεθνής), γεγονός που ίσως έχει τη δική του σημασία. Οι συγγραφείς της μελέτης τονίζουν χαρακτηριστικά: «Πιστεύεται πως η αύξηση του αριθμού καισαρικών συμβάλλει στην αύξηση των γεννήσεων όψιμα πρόωρων βρεφών. Μάλιστα, η κύρια ένδειξη για καισαρική είναι μια προηγούμενη καισαρική στη γυναίκα, γεγονός που οδηγεί σε έναν «φαύλο κύκλο» επαναλαμβανόμενων καισαρικών».
Πάντως, κατά τον κ. Αντσακλή, η ιατρογενής προωρότητα έχει ένα πολύ μικρό ποσοστό επί του συνόλου των αιτίων προωρότητας. «Εκτιμώ μάλιστα ότι η κατάσταση βελτιώνεται τα τελευταία χρόνια. Και αυτό διότι οι γιατροί είναι πιο προσεκτικοί, αφού υπήρξαν το πρόσφατο διάστημα φωνές που έκρουσαν το καμπανάκι σχετικά με τις πρώιμες καισαρικές».
Σύμφωνα με τον καθηγητή, το κύριο μήνυμα αυτής της μελέτης είναι «πως είμαστε πολύ πίσω σε ό,τι αφορά την πρόβλεψη και τη μείωση της προωρότητας. Πρέπει να γίνουν σημαντικά βήματα κυρίως στο πεδίο των φαρμακευτικών θεραπειών. Υπάρχουν ορισμένα φάρμακα και επιθέματα τα οποία όμως προσφέρουν τελικώς μόνο λίγες επιπλέον ημέρες εντός της μήτρας. Και συγχρόνως, καθώς η προωρότητα είναι ένα πολυπαραγοντικό σύνδρομο, πρέπει να κοιτάξουμε ακόμη πιο βαθιά στα αίτιά της. Τουλάχιστον πάντως σε ό,τι αφορά τους δεδομένους παράγοντες κινδύνου για προωρότητα οι οποίοι είναι στο χέρι των γυναικών, όπως το επιπλέον βάρος ή το κάπνισμα, πρέπει να υπάρξει σωστή ενημέρωση».
Η προωρότητα, σε όποια φάση της, έχει τεράστιο συναισθηματικό, οργανικό και οικονομικό κόστος για τις οικογένειες –βαραίνοντας παράλληλα σημαντικά τα συστήματα υγείας. Ακόμη και η γέννηση λίγες μόνο εβδομάδες πριν από το φυσιολογικό συνοδεύεται από σοβαρές συνέπειες για την υγεία του βρέφους. Το μήνυμα αυτό πρέπει να βρει τους παραλήπτες του, αφού, εκτός από τις περιπτώσεις όπου πράγματι ιατρικοί λόγοι επιβάλλουν ένα μωρό να έλθει πριν από την ώρα του στη ζωή, αυτό το δώρο της φύσης δεν πρέπει να παραδοθεί πριν από την… αναγραφόμενη ημερομηνία.
ΠΡΟΩΡΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΥΓΕΙΑ
Τι σημαίνει να είσαι πρόωρο Η πρόωρη γέννηση, ακόμη και κατά τέσσερις ως έξι εβδομάδες σε σύγκριση με το φυσιολογικό, μπορεί να έχει βαρύ κόστος για την υγεία του παιδιού –τόσο βραχυπρόθεσμο όσο και μακροπρόθεσμο.
Βραχυπρόθεσμες συνέπειες
- Τα πρόωρα βρέφη συχνά χρειάζονται ειδική φροντίδα στις Μονάδες Εντατικής Θεραπείας Νεογνών, όπως υποστήριξη των ζωτικών λειτουργιών τους. Αντιμετωπίζουν αυξημένο κίνδυνο επανεισαγωγής στο νοσοκομείο ακόμη και αν έχουν καταφέρει να βγουν από τη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας, καθώς και αυξημένο κίνδυνο αιφνιδίου βρεφικού θανάτου.
- Μία από τις κύριες βραχυπρόθεσμες συνέπειες της προωρότητας για την υγεία αφορά τα σοβαρά αναπνευστικά προβλήματα. Με δεδομένο ότι όταν ένα παιδί γεννιέται πρόωρα οι πνεύμονές του δεν έχουν ωριμάσει αρκετά ώστε να είναι έτοιμοι να αντεπεξέλθουν στον εφ’ όρου ζωής «φόρτο εργασίας» που τους περιμένει, συχνά τα μωρά αυτά χρειάζονται τεχνητή υποστήριξη της αναπνοής. Τα αναπνευστικά αυτά προβλήματα μπορούν να διαρκέσουν κατά το πρώτο έτος ζωής του παιδιού αλλά και να αυξήσουν τον κίνδυνο άσθματος αργότερα στη ζωή του.
- Ο εγκέφαλος είναι το τελευταίο μεγάλο όργανο που ωριμάζει στο έμβρυο –είναι χαρακτηριστικό ότι συνεχίζει να αναπτύσσεται και μετά τη στιγμή της γέννησης. Οσο πιο πρόωρο γεννιέται ένα βρέφος τόσο περισσότερες πιθανότητες έχει να εμφανιστεί αιμορραγία στον εγκέφαλό του ή άλλα σημάδια στρες τα οποία μπορούν να επηρεάσουν σημαντικά την εγκεφαλική ανάπτυξη. Ακόμη και στην 35η εβδομάδα της κύησης ο εγκέφαλος του εμβρύου ζυγίζει μόλις τα δύο τρίτα του βάρους του σε σύγκριση με το βάρος που έχει όταν η κύηση ολοκληρωθεί (περίπου στην 40ή εβδομάδα). Αν το παιδί γεννηθεί πρόωρα, ακόμη και λίγες εβδομάδες νωρίτερα, η σημαντική διαδικασία της ολοκλήρωσης της ανάπτυξης του εγκεφάλου λαμβάνει χώρα εκτός της μήτρας, δηλαδή σε ένα μη φυσιολογικό περιβάλλον.
Μακροπρόθεσμες συνέπειες
- Τα πρόωρα βρέφη μπορούν να εμφανίσουν μακροπρόθεσμα προβλήματα υγείας όπως εγκεφαλική παράλυση, νοητική υστέρηση, βλάβες στην όραση και στην ακοή, προβλήματα σε διαφορετικά όργανα αλλά και στη γενικότερη ανάπτυξη.
- Ακόμη και τα όψιμα πρόωρα μωρά (εκείνα που γεννιούνται μεταξύ της 34ης και της 36ης εβδομάδας) παρουσιάζουν συχνά μακροπρόθεσμες δυσκολίες, όπως προβλήματα στη συμπεριφορά, στην κοινωνικοποίηση και στη διαχείριση των συναισθημάτων, μαθησιακά προβλήματα. Αντιμετωπίζουν επίσης αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης της Διαταραχής Ελλειμματικής Προσοχής και Υπερκινητικότητας (ΔΕΠΥ).
- Τα παιδιά που γεννιούνται πρόωρα αντιμετωπίζουν αυξημένες πιθανότητες χρόνιων προβλημάτων υγείας στην ενήλικη ζωή τους όπως καρδιοπάθειες, υπέρταση και διαβήτη.
Πηγή: Παιδιατρικό Νοσοκομείο του Κεντάκι.
ΤΡΕΙΣ ΝΕΕΣ ΜΕΛΕΤΕΣ
Ψυχή, σώμα και τσιγάρο Ψυχικές παθήσεις: Ερευνητές του King’s College του Λονδίνου και του Ινστιτούτου Καρολίνσκα στη Στοκχόλμη της Σουηδίας διεξήγαγαν μία από τις μεγαλύτερες μελέτες σχετικά με τη σύνδεση των πρόωρων γεννήσεων και της ψυχικής υγείας αργότερα στη ζωή των παιδιών –η μελέτη περιελάμβανε στοιχεία σχετικά με 1,5 εκατομμύρια γεννήσεις στη Σουηδία από το 1973 ως το 1985. Ανακάλυψαν, όπως ανέφεραν πριν από λίγους μήνες στο επιστημονικό έντυπο «Αrchives of General Psychiatry», ότι άτομα που γεννήθηκαν πολύ πρόωρα (πριν από την 32η εβδομάδα της κύησης) αντιμετώπιζαν τριπλάσιο κίνδυνο να νοσηλευθούν με ψυχιατρική διαταραχή μετά τα 16 χρόνια τους ή στην ενήλικη ζωή τους σε σύγκριση με όσα ολοκλήρωσαν την κύηση. Ο κίνδυνος αυτός φάνηκε να ποικίλλει ανάλογα με το ψυχιατρικό πρόβλημα –σε ό,τι αφορούσε την ψύχωση ήταν 2,5 φορές μεγαλύτερος, σε ό,τι αφορούσε την κατάθλιψη τρεις φορές μεγαλύτερος και τη διπολική διαταραχή 7,4 φορές μεγαλύτερος. Τα ευρήματα αποκάλυψαν επίσης έναν μικρότερο αλλά υπαρκτό κίνδυνο ψυχιατρικών διαταραχών σε παιδιά που γεννήθηκαν μεταξύ της 32ης και της 36ης εβδομάδας της κύησης. Σύμφωνα με τους ερευνητές, η σύνδεση αυτή έχει τη βάση της σε λεπτές αλλαγές κατά την ανάπτυξη του εγκεφάλου. Το ανώριμο νευρικό σύστημα των πρόωρων βρεφών είναι ιδιαιτέρως ευάλωτο σε τραυματισμούς του εγκεφάλου οι οποίοι προέρχονται από επιπλοκές στη γέννα.
Θέμα ζωής και θανάτου: Αμερικανική μελέτη που δημοσιεύθηκε το 2011 στο επιστημονικό περιοδικό «Obstetrics and Gynecology» έδειξε ότι λίγες εβδομάδες αναμονής και υπομονής μπορούν να κάνουν τη διαφορά ακόμη και μεταξύ ζωής και θανάτου του παιδιού. Σύμφωνα με τη μελέτη αυτή που διεξήχθη από ειδικούς των Εθνικών Ινστιτούτων Υγείας των ΗΠΑ, του Ιδρύματος «March of Dimes» που μάχεται για την υγεία των βρεφών και της αμερικανικής Υπηρεσίας Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA), τα ποσοστά θνησιμότητας των βρεφών μειώνονται στο μισό αν το παιδί γεννηθεί τουλάχιστον στις 39 εβδομάδες της κύησης αντί για τις 37. Συγκεκριμένα η ανάλυση των στοιχείων της αμερικανικής Στατιστικής Υπηρεσίας που αφορούσαν το 2006 έδειξε ότι τα ποσοστά βρεφικής θνησιμότητας ήταν 3,9 ανά 1.000 γεννήσεις βρεφών στην 37η εβδομάδα της κύησης και 1,9 ανά 1.000 γεννήσεις για τα παιδιά που ολοκλήρωναν την κύηση και έρχονταν στο φως κατά τη 40ή εβδομάδα.
Σωτήρια καπνοαπαγόρευση: Το κάπνισμα της μητέρας αλλά και των γύρω της αποτελεί έναν από τους παράγοντες κινδύνου που… εγκυμονούν προωρότητα. Το γεγονός αυτό αποδεικνύεται μάλιστα μέσα από μια μελέτη που είδε πριν από λίγες ημέρες το φως της δημοσιότητας στην έγκριτη επιθεώρηση «British Medical Journal». Ειδικοί του Πανεπιστημίου Χάσελτ στο Βέλγιο διερεύνησαν στοιχεία που αφορούσαν 600.000 γεννήσεις και είδαν ότι τα ποσοστά γέννησης πρόωρων βρεφών (πριν από την 37η εβδομάδα της κύησης) εμφάνισαν σημαντική μείωση σε τρεις περιόδους οι οποίες τοποθετούνταν έπειτα από διαφορετικές φάσεις εφαρμογής της «καπνοαπαγόρευσης» στη χώρα. Συγκεκριμένα το 2006 το κάπνισμα απαγορεύθηκε στα περισσότερα γραφεία και στους δημόσιους χώρους, ενώ ακολούθησαν τα εστιατόρια το 2007 καθώς και τα μπαρ που σερβίρουν φαγητό το 2010. Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό ότι μετά τις απαγορεύσεις του 2007 και του 2010 το ποσοστό πρόωρων γεννήσεων έπεσε κατά περίπου 3% τη φορά –σε απόλυτους αριθμούς, τα ποσοστά αυτά αντιστοιχούν σε μείωση κατά έξι πρόωρες γεννήσεις ανά 1.000 γεννήσεις.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ