Μια πόλη μουντή, στενόχωρη και απομονωμένη, που έχει σφηνωθεί στην άκρη του πουθενά, με τον πληθυσμό της να βουλιάζει στην κατήφεια και στην ακινησία. Αυτή είναι η πόλη που πρωταγωνιστεί στη νουβέλα Η αρχή του κακού της Μαρίας Φακίνου (γενν. 1976), η οποία έκανε την πρώτη πεζογραφική της εμφάνιση προ εξαετίας με το μυθιστόρημα Το καπρίτσιο της κυρίας Ν. Ενα βιβλίο όπου η συγγραφέας δοκίμασε ένα επιδέξιο παιχνίδι με τους περιορισμούς που βάζει η τέχνη της μυθοπλαστικής αφήγησης στους ήρωές της προκρίνοντας άλλοτε τη συρρίκνωση και άλλοτε τον αναδιπλασιασμό τους.
Η Αρχή του κακού θα αφήσει πίσω της τα τερτίπια της συγγραφικής τέχνης για να αναδείξει έναν ανώνυμο, ευθύς εξαρχής καταπονημένο και ταυτοχρόνως εξαιρετικά μυστηριώδη αστικό θίασο: μια πόλη που μαστίζεται από τον κακό καιρό, τις συνεχείς διακοπές του ηλεκτρικού ρεύματος και τις χέρσες καλλιέργειες που την περιστοιχίζουν ενόσω και το καθημερινό της περιβάλλον μοιάζει εντελώς αποπροσωποποιημένο, με τους κατοίκους να κατονομάζονται μόνο μέσω των επαγγελματικών ιδιοτήτων, του φύλου, της ηλικίας ή της θέσης την οποία κατέχουν στην κοινότητα (ο Δήμαρχος, ο Επιστάτης, ο Ψαράς, ο Παπάς, ο Χασάπης, ο Ταχυδρόμος, ο Μελισσοκόμος, ο Χορδιστής, η Γυναίκα, το Παιδί, οι Ξένοι).
Τι περιμένουν όλοι αυτοί από τη ζωή τους; Υπάρχει κάτι που να προσδοκούν ή να φοβούνται; Μπορεί ξαφνικά να χτυπήσει και να αλλάξει τον σχεδόν ακινητοποιημένο ρυθμό της η παγωμένη καρδιά τους; Κανένας δεν θα ξέρει να το πει και να το ομολογήσει, ως την ώρα που θα καταφθάσει στην πόλη μια μεσόκοπη γυναίκα (η Γυναίκα) περιμένοντας να συναντηθεί εκεί με ένα πρόσωπο (τον Χορδιστή) για το οποίο πιστεύει ακράδαντα ότι έχει κάποια λυτρωτική διέξοδο να της αποκαλύψει.
Η αναμονή δεν θα είναι αδιατάρακτη. Ενας ανήκουστος βόμβος για τον οποίο μιλάει ακατάπαυστα η Γυναίκα θα στρέψει τους πάντες εναντίον της, ενώ ένα κατατρεγμένο αλλά και αθώο πλάσμα (το Παιδί) θα πεθάνει φριχτά δολοφονημένο από τους νεαρούς γόνους της πόλης, τους οποίους θα σπεύσουν να συγκαλύψουν κατά τον πλέον ιταμό τρόπο οι γονείς τους. Στο τέλος ο Χορδιστής θα αναλάβει να σαρώσει όλη αυτή τη μοχθηρία (τη μοχθηρία ενός κόσμου που δεν θα ανεχθεί την παραμικρή αλλαγή στα κακότροπα ήθη του και θα υπερασπιστεί κατατονικά τις πέτρινες αξίες του) σκορπώντας παντού την καταστροφή και τον θάνατο.
Η νουβέλα της Φακίνου διαθέτει πολλαπλά ειδολογικά στρώματα: ξεκινάει από την αλληγορία και το μαγικό παραμύθι, περνάει από την παράδοση των γοτθικών αφηγήσεων για να αγγίξει τη λογοτεχνία του φανταστικού, συμπλέκεται με την αστυνομική ιστορία μυστηρίου και το διαρκές παιχνίδι με τον γρίφο και το αίνιγμα και καταλήγει στο βασικό της ζητούμενο, που είναι η δυστοπία: η απεικόνιση με άλλα λόγια μιας βαθιά διεφθαρμένης και απροσδιόριστης χρονικά και γεωγραφικά πολιτείας η οποία θα πληρώσει τα ανείπωτα αμαρτήματά της με μια βιβλική τιμωρία.
Το κάδρο θα συμπληρωθεί με μια σειρά ποιητικά πρόσωπα και μοτίβα: από τις θεραπευτικές ικανότητες του Παιδιού που θα αναστήσει τα δύο πουλιά της Γυναίκας, τον φόβο του Χασάπη για το ιερό αίμα των σφαγίων, την τρέλα και την αυτοκτονία του Ταχυδρόμου και την ασήκωτη μοναξιά του Μελισσοκόμου και του Επιστάτη ως την τρομώδη γέννηση του ανθρωπόμορφου προβάτου, τον υποβλητικό χορό των γυναικών της πόλης μέσα στη νύχτα, τον ήχο του κουδουνιού του ποδηλάτου του Χορδιστή και τα ανατομικά παπούτσια ή την ονειροβασία της Γυναίκας επί των κυμάτων.
Μολονότι πρόκειται μόνο για το δεύτερο βιβλίο της, η Φακίνου καταφέρνει να φτιάξει μια σύνθεση με αδιάσπαστη ενότητα και γερά οργανωμένο μύθο χωρίς να επιτρέψει στη φαντασία της να διολισθήσει στην αυθαιρεσία ή στην ποιητική γραφή της να υποκύψει στον ποιητικισμό. Ενα ολοκληρωμένο αποτέλεσμα.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ