«Μπροστά μου πεσμένος μπρούμυτα στο μπάνιο. Ο Gian Maria. Ημίγυμνος. Παγωμένος. Νεκρός. Το αριστερό μου χέρι στην καρωτίδα του. Το ξέρω πριν τον αγγίξω. Η πρώτη μου φορά που βρίσκω κάποιον νεκρό και ο νεκρός είναι αυτός, ο Gian Maria Volonte. Το προηγούμενο μόλις βράδυ τραγουδούσαμε μέχρι τις τρεις το πρωί παρέα στην τραπεζαρία τού «Λύγκος» «Pandiera rossa triomphera»…».
Ηταν Τρίτη 6 Δεκεμβρίου 1994 στη Φλώρινα όταν η Μαργαρίτα Μαντά βίωσε την τραγωδία που με στακάτο και ευθύ τρόπο περιγράφει στην 206η σελίδα του βιβλίου της. Στα γυρίσματα της ταινίας του Θόδωρου Αγγελόπουλου «Το βλέμμα του Οδυσσέα». Της μεγαλύτερης ίσως κινηματογραφικής περιπέτειας του έλληνα σκηνοθέτη και ενδεχομένως μιας από τις μεγαλύτερες κινηματογραφικές περιπέτειες στην ιστορία του παγκόσμιου σινεμά. Γιατί όταν τα γυρίσματα μιας ταινίας έχουν πληγεί από την ύστατη τραγωδία, τον θάνατο ενός ανθρώπου και μάλιστα ενός από τους βασικούς ηθοποιούς της (πόσω μάλλον όταν πρόκειται για έναν θρύλο της Ευρώπης όπως ο Ιταλός Τζιαν Μαρία Βολοντέ), τότε, ναι, τα πάντα μπορεί να έχουν συμβεί σε αυτή την ταινία. Οντως συνέβησαν. Και η Μαργαρίτα Μαντά τα κατέγραψε.
Μέρα με τη μέρα. Από την Κυριακή 30 Ιανουαρίου 1994 στο ξενοδοχείο «Εuropa» της Καστοριάς ως την Κυριακή 19 Μαρτίου 1995 στο ξενοδοχείο «Palace» του Βελιγραδίου. Με στάσεις σε Θεσσαλονίκη, Σκόπια, Βουκουρέστι, Βούκοβαρ, Τουλκέα, Βραΐλα, Κωνστάντζα και αλλού. Οι σελίδες του ημερολογίου είναι όλο το ταξίδι της ταινίας, όλη η περιπέτεια, όλες οι χαρές και οι λύπες, όχι μόνο για τις δυσκολίες των κάδρων αλλά και για τις δυσβάσταχτες συνθήκες εργασίας, το απειλητικό κρύο, τις ακυρώσεις γυρισμάτων, την ικανοποίηση.
Ακόμη και το χιούμορ: ο Γιώργος Μιχαλακόπουλος είναι αναγκασμένος να παίξει στα όρια της λιποθυμίας από τη μυρωδιά του σκόρδου στην ανάσα του πρωταγωνιστή της ταινίας Χάρβεϊ Καϊτέλ, ο οποίος, χωρίς ποτέ να εκμεταλλευθεί το μέγεθος του ονόματός του, σε αντίθεση με όλους τους υπόλοιπους ηθοποιούς, είχε προσωπική ψυχολόγο, θερμαινόμενο τρέιλερ, γυμναστή και εκπαιδευτή για τα ελληνικά του.
«Εμπειρία ζωής»
Στον πρόλογο η Μαντά αναφέρει ότι το «Βλέμμα» αποδείχθηκε κάτι πολύ παραπάνω από μια δύσκολη ταινία, όπως στην αρχή υποψιαζόταν. «Για μένα στάθηκε εμπειρία ζωής που άλλαξε για πάντα τη ματιά μου επάνω στον κόσμο και στον κινηματογράφο». Ηταν φυσικό. Η Μαντά ήταν μικρό κορίτσι όταν ο Αγγελόπουλος την προσέλαβε και ζούσε μια τεράστια εμπειρία δίπλα στον σημαντικότερο σκηνοθέτη που έχει βγάλει αυτός ο τόπος.
Το δέος ήταν δεδομένο, αλλά αυτό δεν την εμπόδισε να καταθέσει την άποψή της για τον Αγγελόπουλο. Η ίδια μάλιστα φοβόταν ότι αυτός θα της έκοβε την «καλημέρα» μετά την ανάγνωση των τριών τετραδίων της που του έδωσε τον Απρίλιο του 1995 με αφορμή τα 60ά γενέθλιά του. Και όμως, εκείνος ενθουσιάστηκε από την «μπρούτα καταγραφή», όπως την αποκάλεσε, και επέμενε να εκδοθεί από τότε –κάτι που δεν συνέβη όσο ζούσε. Η τραγική ειρωνεία είναι ότι τελικά ο σκηνοθέτης που πέθανε πέρυσι δεν είδε το βιβλίο εκδομένο.
Επισήμως στο «Βλέμμα του Οδυσσέα» η Μαργαρίτα Μαντά είχε καθήκοντα σκριπτ. Ανεπισήμως ήταν βοηθός σκηνοθέτη, γραμματέας παραγωγής, μεταφράστρια, θεματοφύλακας του σεναρίου, αμπιγέζ και «ο άνθρωπος στον οποίο ο Θόδωρος τηλεφωνούσε μεταξύ πέντε και έξι το πρωί για να μοιραστεί τις όποιες αλλαγές, επαναγραφές, αναδομήσεις του σεναρίου είχε δει στον ύπνο του το βράδυ –και μαζί με αυτές να μου πει κι έναν στίχο από ποίημα δικό του ή από ένα ποίημα δικών του ποιητών».
Γραμμένο με σύντομες αλλά παραστατικότατες προτάσεις, το ημερολόγιο της Μαντά κάνει ζεστή παρέα στον αναγνώστη γιατί, εκτός του ότι του ανοίγει μια πόρτα στο πνεύμα του Αγγελόπουλου, υμνεί το μεγαλείο της δημιουργίας λέγοντας ότι όσο μεγαλύτερες οι δυσκολίες τόσο πιο απολαυστικό το αποτέλεσμα. Οταν η Μαντά γράφει για ακόμη ένα κερδισμένο πλάνο «που το αγαπήσαμε και μας αγάπησε», σου σηκώνεται η τρίχα.
Οχι, ο Αγγελόπουλος δεν ήταν καθόλου εύκολος στη δουλειά του αλλά, ναι, οι θυσίες και ο κόπος όλων των συνεργατών του άξιζαν τον κόπο για το μεγαλείο του οράματος που τόσο πιστά υπηρετούσε. «Τα κόκαλά μου πονάνε» γράφει στο Βελιγράδι η Μαντά. «Νιώθω να έχω συνέχεια πυρετό. Δεν θέλω να πάψω να έχω πυρετό. Ποια μαγική τρέλα ορίζει τη ζωή μου δύο βδομάδες τώρα; Δύο βδομάδες που μοιάζουν κιόλας δύο χρόνια;».
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ