Η τύχη της Ελλάδας στα χέρια της Πολιτικής

Αν επιχειρήσει κανείς να αξιολογήσει τις συνθήκες που διαμορφώνονται για τη χώρα μας θα διαπιστώσει χωρίς πολύ κόπο ότι το διεθνές περιβάλλον βελτιώνεται αισθητά.

Αν επιχειρήσει κανείς να αξιολογήσει τις συνθήκες που διαμορφώνονται για τη χώρα μας θα διαπιστώσει χωρίς πολύ κόπο ότι το διεθνές περιβάλλον βελτιώνεται αισθητά.

Οι ξένοι αναγνωρίζουν την προσπάθεια που έχει αναληφθεί και αντιλαμβάνονται πια πόσο μεγάλα βάρη σηκώνει ο ελληνικός λαός.
Είναι κοινή πεποίθηση λοιπόν ότι δεν θα πιέσουν πολύ τα πράγματα γιατί απλούστατα γνωρίζουν ότι δεν πάει άλλο.Κατά τα φαινόμενα θα προσφερθεί χρόνος και ίσως ανοχή, στοιχεία πιθανώς ικανά να στηρίξουν ελληνικές προσπάθειες και αιτήματα για περισσότερη αναπτυξιακή βοήθεια και ακόμη καλύτερη ρύθμιση των χρεών.
Η κυβέρνηση Σαμαρά στο βαθμό που βελτιώνει κάπως τη δημοσιονομική θέση της χώρας θα μπορεί να από καλύτερες θέσεις να διεκδικεί πόρους και το συζητούμενο, αλλά μη προσφερόμενο για την ώρα, κούρεμα του επίσημου χρέους, αυτού δηλαδή που κατέχουν τα ευρωπαϊκά κράτη και οι ευρωπαϊκοί οργανισμοί.
Όπως και να έχει το διεθνές περιβάλλον δείχνει βελτιωμένο και η συζήτηση για το ελληνικό πρόβλημα είναι πλέον πιο άνετη, δεν είναι φορτισμένη όπως στο παρελθόν.
Παρά ταύτα όμως το πρόβλημα στο εσωτερικό της χώρας παραμένει οξύ. Η κατάσταση είναι δύσκολη πολιτικά, οικονομικά και κοινωνικά. Οι πολίτες βαρυγκωμούν, η ανεργία πληγώνει κυρίως τη νεολαία και την στρέφει προς ακραίες επιλογές, είτε της άκρας αριστεράς ή της άκρας δεξιάς και η αδυναμία γρήγορης ανάκαμψης καθιστά την εξομάλυνση των οικονομικών και κοινωνικών συνθηκών δύσκολη.
Υπό αυτή την έννοια η χώρα είναι πολιτικά ασταθής. Το αγαθό της πολιτικής σταθερότητας δεν έχει κατακτηθεί. Κανείς δεν μπορεί να βεβαιώσει ότι θα παραμείνει στην εξουσία μια κυβέρνηση με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά, ικανή να κινεί σταθερά ,προς συγκεκριμένη κατεύθυνση τα θέματα της χώρας. Η κυβέρνηση Σαμαρά, παρ’ ότι επί της ουσίας δεν έχει σοβαρούς αντιπάλους στο κοινωνικό πεδίο – οι συνδικαλιστές είναι φθαρμένοι, δεν είναι σε θέση να κινητοποιήσουν τα πλήθη και ο κόσμος μπορεί να ορίζεται από τον θυμό αλλά πιο πολύ νοιάζεται για το τι θα γίνει από εδώ και πέρα παρά για οτιδήποτε άλλο – δεν μπορεί να βρει τον απαιτούμενο βηματισμό.
Οι σύμμαχοί του κ. Σαμαρά είναι δύσκολοι, τα στελέχη που ο ίδιος διαθέτει δεν είναι τα καλύτερα, οι καραμανλικοί πασχίζουν να επανέλθουν και βάζουν τους δικούς τους στόχους, χωρίς να αντιλαμβάνονται αυτά που οι πολίτες τους αποδίδουν και ο κρατικός μηχανισμός παραμένει δυσκίνητος και αιχμάλωτος των παλαιοκομματικών δομών, δεν μπορεί να αποδώσει τα αναμενόμενα.
Υπό αυτή την έννοια η κυβέρνηση είναι δύστοκος. Η μάχη κατά της φοροδιαφυγής είναι ασθενική και οι ιδιωτικοποιήσεις πάνε αργά.
Με αποτέλεσμα να μην μπορούν να εισέλθουν στη χώρα επενδυτικοί πόροι ικανοί να προκαλέσουν ένα ισχυρό αναπτυξιακό κύμα, που τόσο χρειάζεται ο τόπος και η οικονομία, παρ’ ότι έχουν διαμορφωθεί σχετικές προϋποθέσεις.
Η χώρα είναι πλέον φθηνότερη, η αγορά εργασίας ευέλικτη, το δυναμικό διαθέσιμο και η στρατηγική θέση της κρίσιμη για όποιον μπορεί να δει την Ελλάδα ως βάση για ολόκληρη την περιοχή.Και είναι αλήθεια πολλοί αυτοί που τη βλέπουν έτσι.

Αν μπορούσε να εξασφαλισθεί το αγαθό της πολιτικής σταθερότητας τα πράγματα θα διευκολύνονταν πολύ. Η χώρα ουσιαστικά χρειάζεται επιπλέον πόρους ύψους περίπου 10 έως 15 δισ. ετησίως, προκειμένου να ξεφύγει από την κρίση. Αν το πολιτικό σύστημα προσέφερε σταθερότητα και ασφάλεια τα χρήματα είναι ψίχουλα μπροστά σ’ αυτά που είναι αυτή τη στιγμή διαθέσιμα παγκοσμίως.

Με άλλα λόγια η χώρα είναι σε μεγάλο βαθμό πλέον αντιμέτωπη με το πολιτικό πρόβλημά της, με τη διάρθρωση , τη δομή και την επιρροή που ασκούν οι πολιτικές δυνάμεις στην ελληνική κοινωνία και κυρίως με τις αντιλήψεις που αυτές φέρουν και την κατανόηση της θέσης και του προβλήματος που αντιμετωπίζει η Ελλάδα.
Το βασικό ερώτημα λοιπόν της παρούσης περιόδου είναι ποιοι και πως μπορούν να σταθεροποιήσουν πολιτικά τη χώρα και να χαράξουν νέους δρόμους.
Η αλήθεια είναι ότι το πάζλ δεν είναι το καλύτερο. Η Νέα Δημοκρατία είναι κι αυτή φθαρμένη. Η φθορά της καταγράφηκε στις πρώτες περυσινές εκλογές. Μπορεί να επανέκαμψε κάπως στις δεύτερες εκλογές, αλλά η ευθύνη της διακυβέρνησης Καραμανλή βαραίνει πολύ τη Νέα Δημοκρατία. Στην πρώτη ευκαιρία θα αποδοθεί. Πράγμα που γνωρίζει καλά ο κ.Σαμαράς και με την πρώτη ευκαιρία θα θελήσει αναβαπτίσει το κόμμα του, με ανοίγματα στο κέντρο, με επαναπροσδιορισμό ευρωπαϊκό και με ανασυγκρότηση της κεντροδεξιάς παράταξης.

Στην περίπτωση αυτή μπορεί να ελπίζει στην επανασυσπείρωση των δεξιών ψηφοφόρων, που σήμερα έχουν εγκλωβισθεί στους Ανεξάρτητους Έλληνες του Πάνου Κομμένου, οι οποίοι λειτουργούν σαν προθάλαμος της Χρυσής Αυγής. Μόνο η ανασυγκρότηση και το άνοιγμα μπορούν να διασώσουν πολιτικά τη Νέα Δημοκρατία. Υπό την προϋπόθεση πάντα βεβαίως ότι η τρικομματική κυβέρνηση θα αποδώσει κάποιο έργο και δεν θα χαθεί στο χάος των διαφωνιών και της αναποτελεσματικότητας.

Το ΠαΣοΚ, κακά τα ψέματα, είναι σε δεινή θέση, παρά τις φιλότιμες προσπάθειες του κ. Βενιζέλου. Ο χώρος κυριαρχείται από τελειωμένους ηγετίσκους, που δεν αντιλαμβάνονται ότι οι ψηφοφόροι τους έχουν εγκαταλείψει για άλλες πολιτείες. Οι προσπάθειες ανασύστασης της κεντροαριστεράς είναι προβληματικές.

Επί της ουσίας ο χώρος της κεντροαριστεράς έχει καταληφθεί από τον ΣΥΡΙΖΑ και το ΠαΣοΚ, κατά τα φαινόμενα, δεν έχει πολλές δυνατότητες εκτός κυβέρνησης. Εντός αυτής , με δυναμική και διακριτή παρουσία, μπορεί να ελπίζει στην επανάκτηση τμήματος των κεντρώων ψηφοφόρων που δεν θα θελήσουν να κινηθούν προς τον ΣΥΡΙΖΑ ή δεν μπορούν να κάνουν το βήμα προς τον Σαμαρά.

Η ΔΗΜΑΡ μπορεί να πει κανείς ότι στέκεται στην παρούσα φάση. Δεν θέλει και πολλά.Με ένα ποσοστό 5-6% ο τυχοδιωκτισμός των στελεχών της ικανοποιείται, μπορούν να συμμετέχουν, να παρεμβαίνουν και να διεκδικούν θέσεις στο δημόσιο βίο. Υπό αυτή την έννοια δεν θα προσεγγίσουν εύκολα το ΠαΣοΚ, παρά όσα κατά καιρούς θρυλούνται. Θα προτιμήσουν ένα αυτόνομο, ειδικό ρόλο, ο οποίος αρκεί να ικανοποιήσει τις μικρές φιλοδοξίες των περισσοτέρων που πλαισιώνουν τον κ. Φ.Κουβέλη.
Ο ΣΥΡΙΖΑ, που πλέον αποτελεί τον δεύτερο μεγάλο πόλο της πολιτικής ζωής, έχει καταληφθεί από το άγχος για την εξουσία. Γι’ αυτό και οι κινήσεις του είναι απολύτως τυχοδιωκτικές. Απορρίπτει τους γερμανούς και εκθειάζει τους αμερικανούς, τα βάζει με τον Σαμαρά, αλλά εκθειάζει τους καραμανλικούς, επιτίθεται στον Δένδια, αλλά θέλει να τα έχει καλά και με τους νοικοκυραίους και γενικώς η μεταβλητότητά του σπάει ρεκόρ, το εκκρεμές του κ.Τσίπρα μοιάζει να μην έχει όρια.

Το σημαντικότερο ωστόσο έχει να κάνει με το πως η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ αντιλαμβάνεται τη θέση της χώρας στον κόσμο και πόσο κατανοεί την ιστορικότητά της. Πολλοί πιστεύουν ότι δεν υπάρχει σταθερή εκτίμηση των πραγμάτων γιατί απλούστατα δεν υπάρχουν οι παραστάσεις και η απαιτούμενη κουλτούρα συστημικού κόμματος, παρ’ ότι διεκδικεί να παίξει τέτοιο ρόλο. Ο τρόπος που δρα και συμπεριφέρεται είναι ενδεικτικός.

Ο ΣΥΡΙΖΑ την «πέφτει» στον καθένα που έχει διαφορετική άποψη, ανοίγει βεντέτες με επιχειρηματίες, οι μέθοδοι που χρησιμοποιεί δεν απέχουν πολύ από εκείνες που χρησιμοποιούν ακατανόμαστες δυνάμεις, γενικώς δείχνει ανωριμότητα ακόμη και στην πολεμική του, η οποία καμία σχέση δεν έχει με εκείνη του ΚΚΕ, που παραμένει θεσμικό κόμμα με αίσθηση της θέσης και του ρόλου του.

Και το κυριότερο δεν απαντά στο βασικό ερώτημα της κοινωνίας για το μετά. Όλα αυτά είναι δηλωτικά του άγχους της εξουσίας. Αν συνεχίσει έτσι, αν δεν βρει σταθερό βηματισμό, ακόμη κι αν την πάρει την εξουσία θα την ξοδέψει πολύ γρήγορα, με ότι αυτό συνεπάγεται για τη χώρα και συνολικά για τα πολιτικά πράγματα της χώρας.

Από εκεί πέρα την αστάθεια τρέφουν και τα φαινόμενα βίας και τρομοκρατίας που ανεδείχθησαν τελευταίως. Ο παράγων της ένοπλης βίας δεν είναι αμελητέος. Δεν είναι λίγοι εκείνοι που θεωρούν δεδομένο ότι στο επόμενο διάστημα θα υπάρξουν μεγάλα τρομοκρατικά γεγονότα, ικανά να προκαλέσουν αστάθεια και να επιδράσουν καθοριστικά στα πολιτικά πράγματα της χώρας. Όσα προηγήθηκαν της ληστείας στον Βελβεντό και όσα ακολούθησαν φανερώνουν κινητικότητα μεγάλη στον κύκλο της ένοπλης βίας. Πολύ εκτιμούν ότι προπαρασκευάζονται χτυπήματα μεγάλα και προεξοφλούν ότι θα χυθεί αίμα.

Αν παρεμβληθεί τόσο δυναμικά ο παράγων της ένοπλης βίας πολλά μπορούν να συμβούν στο εύθραυστο ελληνικό πολιτικό περιβάλλον, θέτοντας πιθανώς υπό αίρεση τα πάντα, από την οικονομική πρόοδο έως την διεκδικούμενη πολιτική σταθερότητα.

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.