Μετά την «ακριβότερη πίτσα στον κόσμο» _ με φύλλα χρυσού και τρούφες που κοστίζει 1.800 ευρώ και πωλείται στη Μάλτα _, το «ακριβότερο χάμπουργκερ στον κόσμο» _ επίσης με φύλλα χρυσού και τρούφες που κοστίζει 220 ευρώ και σερβίρεται στη Νέα Υόρκη _ και το «ακριβότερο σάντουιτς με μπέικον στον κόσμο» _ που κοστίζει 175 ευρώ και πωλείται στην Αγγλία _, ήρθε το «ακριβότερο κοκ-ο-βεν στον κόσμο», ένας κόκορας κρασάτος αλά γαλλικά που σερβίρεται στο εστιατόριο «Coq d’Argent» του Λονδίνου προς 1.160 ευρώ το πιάτο.
Το εστιατόριο περιγράφει τον πανάκριβο κόκορα ως εξής: «Μαρινάρεται για 24 ώρες σε ένα από τα καλύτερα γαλλικά κρασιά, το Le Chambertin Grand Cru, Trapet 2009, το κρέας είναι μαλακό και τρυφερό με κομψή πλούσια και φρουτώδη επίγευση λόγω του κρασιού εσοδείας».
Το κρασί αυτό κοστίζει 290 ευρώ το μπουκάλι στην Αγγλία. «Ξέρετε τι δεν θα έκανα ποτέ αν είχα ένα τόσο ακριβό κρασί; Δεν θα έκανα μαρινάδα», γράφει ο «Guardian» διακωμωδώντας τη μόδα με τα πανάκριβα πιάτα στη γαστριμαργία. «Τι πιστεύετε ότι συμβαίνει στην «φρουτώδη επίγευση» όταν βράσει το κρασί μαζί με μπέικον και κρεμμύδια; Ποιες οι πιθανότητες να διατηρηθούν «η πολυπλοκότητα και οι νότες λουλουδιών» όταν το κρασί σιγοβράζει μαζί με ένα μπούτι από κοτόπουλο;».
Ο κρασάτος κόκορας θα είναι βεβαίως νοστιμότατος. Όχι όμως και πολύ καλύτερος απ’ όσο αν είχε μαριναριστεί σε ένα κρασί των 8 ευρώ το μπουκάλι. Μακάρι να μπορούσε να ειπωθεί το ίδιο και για την παρωδία που αποτελεί το «ακριβότερο σάντουιτς με μπέικον στον κόσμο» _ ένα σάντουιτς με μπέικον είναι από τα ελάχιστα εδέσματα που όσο φθηνότερα, τόσο νοστιμότερα. Το σάντουιτς των 150 ευρώ περιέχει σαφράν, φύλλα χρυσού και νεροκάρδαμο ενώ όλα μαγειρεύονται σε λάδι τρούφας.
«Αναρωτιέμαι πόσοι ανόητοι θα αποχωριστούν εύκολα 1.160 ευρώ για να αγοράσουν ένα κυριλέ βραστό κοτόπουλο;» γράφει η βρετανική εφημερίδα.
Το πρόβλημα του «Guardian» είναι ότι τα «ακριβότερα στον κόσμο» πιάτα διαφημίζουν δωρεάν το εστιατόριο που τα λανσάρει επειδή δήθεν τα έσοδα προορίζονται για φιλανθρωπικό σκοπό. Όμως αφού παρουσιαστούν κατά κόρον στα μέσα ενημέρωσης, κανείς δεν ελέγχει αν ή πόσα χρήματα πήγαν όντως στις φιλανθρωπίες για τις οποίες προορίζονταν. «Κανείς δεν ελέγχει τους αριθμούς, αλλά όλοι αναπαράγουν την είδηση του «ακριβότερου» _ πρόκειται για δημόσιες σχέσεις στην πιο κυνική και χειριστική μορφή τους».