Είναι η ανεργία. Το δύσκολο παρόν. Το άδηλο, τρομακτικό αύριο. Αλλά είναι και ο δρόμος, ο χρόνος έως τη στιγμή που μένεις «επίσημα» χωρίς δουλειά.
Πολλοί άνεργοι δεν πήραν ποτέ (ή ακόμη) αποζημίωση. Τους οφείλονται δεδουλευμένα από την τελευταία εργασία τους. Χρήματα δηλαδή στα οποία υπολόγιζαν, δεν εισέπραξαν και πιθανότατα ποτέ δεν θα πάρουν.
«Ουκ αν λάβοις παρά του μη έχοντος», ακούνε εργαζόμενοι, προμηθευτές, συνεργάτες. Όχι πια «κάνε λίγη υπομονή ακόμη και θα αρχίσω να στα δίνω», αλλά «ξέχασέ τα», «πήγαινε στα δικαστήρια, να πληρώνεις δικηγόρους, και άμα βρεις άκρη του αγίου ποτέ…», κ.οκ….
Κάνει αυτό την κατάσταση αφόρητη. Μαζί με τις κλειστές παντού πόρτες, σε τρελαίνει.
Είναι αλήθεια ότι πολλοί επιχειρηματίες καταστράφηκαν. Εχασαν, μαζί με τις εταιρείες, και την περιουσία τους, ή μεγάλο μέρος αυτής. Κάποιοι έφτασαν στο απονενοημένο διάβημα. Τραγωδίες…Εκεί, ακόμη και ο άνεργος και απλήρωτος εργαζόμενος, καταλαβαίνει. Δεν του αρέσει, δεν συμφωνεί απαραίτητα, αλλά κατανοεί. Συνήθως μάλιστα πρόκειται για επιχειρηματίες που δεν αφήνουν σοβαρές εκκρεμότητες απέναντι στο προσωπικό. Κύριοι. Κιμπάρηδες.
Υπάρχουν όμως και εκείνοι που κατέβασαν μια ημέρα τα ρολά, έχοντας αφήσει απλήρωτους επί μήνες εκατοντάδες (χιλιάδες συνολικά) εργαζόμενους – οι περισσότεροι από τους οποίους είχαν υποστεί μεγάλες μειώσεις αποδοχών τα προηγούμενα χρόνια. Εριξαν κανόνι στην αγορά, σε ταμεία και εφορίες και… μην τον είδατε τον Μπαταχτσή.
Ή μάλλον, όχι ακριβώς έτσι. Διότι αρκετοί κυκλοφορούν ακόμη ανάμεσά μας. Ελεύθεροι. Απολαμβάνοντας όσα (πολλά) «γλίτωσαν», μαζί και την αδυναμία(;) του νόμου και την απροθυμία των αρχών να τους περιλάβουν.
Σχεδιάζουν, μάλιστα, και προχωρούν ορισμένοι σε νέες μπίζνες, χρησιμοποιώντας παρένθετα πρόσωπα και χωρίς σε καμία περίπτωση να τακτοποιούν ή, έστω, να υπόσχονται τακτοποίηση των οφειλόμενων απέναντι σε ιδιώτες και δημόσιο.
Αν αυτό είναι για κάθε τρίτο εξοργιστικό, αντιλαμβάνεστε πώς κάνει να αισθάνονται εκείνοι που εργάστηκαν σκληρά, στήριξαν στα δύσκολα και μια ημέρα έμειναν στον δρόμο, χωρίς μισθό, χωρίς αποζημίωση, χωρίς ελπίδα και προοπτική.
{{{ moto }}}
Πώς, όλες αυτές οι ιστορίες, που δεν είναι λίγες και λίγο πολύ αφορούν όλους τους κλάδους, φορτίζουν ακόμη περισσότερο το αρνητικό κλίμα απέναντι στο κράτος και τους κρατούντες – πυροδοτώντας την κοινωνική έκρηξη και πριμοδοτώντας αντικοινωνικά, αντιδημοκρατικά πολιτικά σχήματα.
Πώς, πέραν των άλλων, νοθεύουν τον ανταγωνισμό, δηλητηριάζουν την υγιή επιχειρηματικότητα, πληγώνουν και προσβάλλουν τον συνεπή επιχειρηματία.
Στοχεύει, λέει, η κυβέρνηση να απλοποιήσει τις διαδικασίες για νέες (ή παλιές) επιχειρήσεις, να χτυπήσει τη γραφειοκρατία και τις οπισθοδρομικές συντεχνίες, να οδηγήσει την οικονομία σε ανάπτυξη και την ανεργία σε μείωση. Μακάρι να τα επιτύχει.
Οποιαδήποτε προσπάθεια όμως, θα περπατά πάνω σε ναρκοπέδια όσο μένουν ανοιχτοί λογαριασμοί από το πρόσφατο παρελθόν.
Οσο άνεργοι και νεόπτωχοι βλέπουν απατεώνες πρώην αφεντικά τους να τρώνε και να πίνουν εις υγείαν των κορόιδων – εργαζομένων, αλλά και των επιχειρηματιών εκείνων που «ματώνουν» για να πληρώνουν.
Και όσο η φιλόδοξη επιχείρηση «ανάκαμψη» δεν αποκτά ηθικό υπόβαθρο και δεν συνεταιρίζεται με το κοινό περί δικαίου αίσθημα.