Εντονο προβληματισμό προκάλεσε στο υπουργείο Εξωτερικών η εξαγγελία του υπουργείου Υποδομών και Ανάπτυξης περί ενσωμάτωσης των εμπορικών ακολούθων, οι οποίοι εργάζονται στις πρεσβείες της Ελλάδας ανά τον κόσμο, στον νέο φορέα εξωστρέφειας που προωθεί η κυβέρνηση, καθώς είναι διάχυτος ο φόβος για επιστροφή στο παρελθόν, όταν τα γραφεία Οικονομικών και Εμπορικών Υποθέσεων (ΟΕΥ) υπάγονταν στο υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και λειτουργούσαν υπό δύσκολες συνθήκες.

Μάλιστα, όπως παρατηρούν πηγές με γνώση της υπόθεσης, η ανακοίνωση έγινε χωρίς προηγούμενη συνεννόηση με το ΥΠΕΞ και, μάλιστα, «δείχνουν» τον υπεύθυνο προς την πλευρά του αρμόδιου υφυπουργού Ανάπτυξης, κ. Νότη Μηταράκη.
Οπως παρατηρούν στελέχη του ΥΠΕΞ, η εξαγγελία του υπουργείου Υποδομών και Ανάπτυξης στηρίχθηκε στην πρόσφατη πρόταση της Task Force, η οποία αφορούσε την δημιουργία, κατά το ολλανδικό πρότυπο, μίας ενιαίας δομής εξωστρέφειας, με την οποία θα εξασφαλιζόταν θεσμικά η αποτροπή τριβών μεταξύ συναρμόδιων υπουργείων και ο καλύτερος συντονισμός τους στο εξωτερικό.

Οπως υπογραμμίζουν διπλωμάτες, δεν είναι τυχαίο ότι στην Ολλανδία το υπουργείο Εξωτερικών προ ολίγων εβδομάδων απέσπασε οριστικά την οικονομική διπλωματία από το υπουργείο Ανάπτυξης, έναν τομέα με τον οποίον θα ασχολείται εξ ολοκλήρου από τούδε και στο εξής.

Το πιο βασικό, σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, είναι ο κίνδυνος της επιστροφής των εμπορικών ακολούθων πίσω στο προ του 2003 καθεστώς. Μέχρι τότε υπάγονταν στο λεγόμενο εκείνη την εποχή υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και με απόφαση που ανακοίνωσε ο πρωθυπουργός, κ. Κώστας Σημίτης πέρασαν στο ΥΠΕΞ, ώστε να τερματιστούν οι τριβές μεταξύ των υπουργείων και να λυθούν τα σοβαρά λειτουργικά προβλήματα.
Και αυτό διότι, όπως διηγούνται, τα γραφεία Οικονομικών και Εμπορικών Υποθέσεων της Ελλάδας στο εξωτερικό λειτουργούσαν ως παράλληλα σύμπαντα με την κεντρική τους υπηρεσία, η οποία, χρειαζόταν οκτώ μήνες για να επιστρέψει το αντίτιμο μίας απόδειξης, «με αποτέλεσμα να σου έχουν κόψει το ρεύμα, να μην πληρώνεις ενοίκιο και να ζεις εξαθλιωμένος», ενώ δεν είχε –ούτε απέκτησε ποτέ –την εμπειρία για να ανταποκριθεί στην οικονομική εξωστρέφεια.
Τι λέει το πόρισμα Ολλανδών – Task Force
«Το Βήμα» έχει στη διάθεσή του το κείμενο πολιτικής για την εξωστρέφεια της οικονομίας και την οικονομική διπλωματία που ενσωμάτωσε το πόρισμα των Ολλανδών. Οπως αναφέρεται, γίνεται λόγος για την ανάγκη λειτουργίας μίας δομής, ευδιάκριτης από το σύστημα επενδύσεων «εσωτερικού» του υπουργείου Ανάπτυξης και εξετάζονται τρία σενάρια˙ ο φορέας εξωστρέφειας να τεθεί υπό τον Πρωθυπουργό, το ΥΠΕΞ ή το ΥΠΑΝ.
Το βασικό συμπέρασμα του κειμένου εστιάζει στην ανάγκη ενός ενοποιημένου σχήματος για την εξωστρέφεια, κάτι στο οποίο «καταλήγουν σύμφωνα με πρόσφατη έκθεσή τους και οι εμπειρογνώμονες της ολλανδικής κυβέρνησης».
Και αυτό διότι «η ενοποίηση –συγχώνευση των σημερινών συναρμόδιων φορέων για ενέργειες στο εξωτερικό, πέρα από την διασφάλιση μείωσης κόστους, συνεργειών και αποτελεσματικότητας, αναβαθμίζει τις οικονομικές και εμπορικές σχέσεις μας στο εξωτερικό και καθιστά τις πρεσβείες μας πραγματικά selling points».
Τα βασικά πλεονεκτήματα της συγκεκριμένης προσέγγισης είναι η διασφάλιση ενιαίας συγκροτημένης δράσης, η ύπαρξη του δικτύου των εξειδικευμένων γραφείων ΟΕΥ ανά τον κόσμο, η εμπειρία στα θέματα διεθνούς οικονομικής συνεργασίας και η μείωση του κόστους.
Ετσι, για τις ενέργειες στο εξωτερικό προτείνεται η συγκρότηση ενιαίας ομπρέλας (υπό τον Πρωθυπουργό, το ΥΠΕΞ ή το ΥΠΑΝ) δια της συγχώνευσης της Β’ Γεν. Διεύθυνσης του ΥΠΕΞ με την Γεν. Διεύθυνση Διεθνούς Οικονομικής Πολιτικής του ΥΠΑΝ, στην οποία θα εισέλθουν τα γραφεία ΟΕΥ και οι ΟΠΕ –Invest in Greece. Παράλληλα, προτείνεται μία κοινοπραξία εξωστρέφειας, με την δημιουργία επιχειρησιακής διασύνδεσης, και ο συντονισμός από μόνιμη διυπουργική επιτροπή.
Στην ανάλυση που ακολουθεί σημειώνονται τα υπέρ και τα κατά της υπαγωγής του φορέα εξωστρέφειας και για τα τρία σενάρια. Ετσι, μεταξύ άλλων αναφέρεται ότι, εάν υπαχθεί διοικητικά στο ΥΠΕΞ (Γραφεία ΟΕΥ, ΟΠΕ –IIG) τα πλεονεκτήματα θα είναι η αποτελεσματικότερη εκπροσώπηση στο εξωτερικό, το υψηλότερο επίπεδο του προσωπικού του ΥΠΕΞ και το μηδενικό πρόσθετο κόστος. Η αδυναμία είναι η ένταξη ενός παραγωγικού σχήματος σε ένα «μη παραγωγικό υπουργείο» και η διαφορά νοοτροπίας μεταξύ ΥΠΑΝ και ΥΠΕΞ, η οποία μάλιστα υποκρύπτει και την απειλή του να οδηγήσει σε εσωτερικές συγκρούσεις και παράλυση. Μεγάλη ευκαιρία ο προσανατολισμός του ΥΠΕΞ στην οικονομική διπλωματία.
Εάν περάσει στο ΥΠΑΝ, τα θετικά είναι η ένταξη ενός παραγωγικού σχήματος σε ένα παραγωγικό υπουργείο, η γνώση της βιομηχανίας και των προγραμμάτων της ΕΕ. Οι αδυναμίες είναι το πρόσθετο κόστος για την δημιουργία μίας υπηρεσίας από το μηδέν, η άγνοια διαχείρισης υπηρεσιών στο εξωτερικό, οι τριβές με τις πρεσβείας, οι ανάγκες σχετικής νομοθέτησης και η προηγούμενη κακή εμπειρία των γραφείων ΟΕΥ με το πρώην ΥΠΕΘΟ. Ετσι, η απειλή είναι η επανάληψη των λαθών του παρελθόντος και η χειρότερη εκπροσώπηση στο εξωτερικό. Μεγάλη ευκαιρία η σύνδεση του ΥΠΑΝ με τις εξαγωγικές επιχειρήσεις.
Στην περίπτωση που ο φορέας τεθεί υπό τον Πρωθυπουργό, αλλά τα μεν γραφεία ΟΕΥ παραμείνουν στο ΥΠΕΞ και ο ΟΠΕ/IIG στο ΥΠΑΝ, τα πλεονεκτήματα είναι το μηδενικό πρόσθετο κόστος, η απουσία τριβών μεταξύ των υπουργείων, η αποτελεσματικότερη εκπροσώπηση στο εξωτερικό και η διατήρηση των υφιστάμενων δομών. Στα αρνητικά καταλογίζονται η έλλειψη εμπειρίας και προηγουμένου για αυτό το εγχείρημα, αλλά και ο κίνδυνος ενδεχόμενες αστοχίες του νέου φορέα να έχουν αντίκτυπο στον Πρωθυπουργό. Ωστόσο, η μεγάλη ευκαιρία είναι η ανάδειξη της οικονομικής διπλωματίας σε κορυφαία πολιτική επιλογή.