«Ξέρουμε πλέον ακριβώς τι έχει συμβεί με την λίστα Λαγκάρντ, όμως είναι δύσκολο να το αποδείξουμε. Όλα φαίνεται να έχουν γίνει από τον πρώην υπουργό Οικονομικών κ. Γιώργο Παπακωνσταντίνου και όλα τελικά έχουν μια λογική εξήγηση…».
Η φράση αυτή ανώτατου δικαστή περικλείει τη «μεγάλη αλήθεια» για την αλλοίωση της λίστας καταθετών της ελβετικής τράπεζας HSBC.
«Το Βήμα» παραθέτει τα στοιχεία και τις πληροφορίες που φαίνεται να διαμορφώνουν –σύμφωνα με τις αναφορές δικαστών -μία σαφή εικόνα τι ακριβώς έχει συμβεί ύστερα και από τις πρόσφατες «εξηγήσεις» του κ. Παπακωνσταντίνου σε διαδοχικές συνεντεύξεις του.
Σε επτά φάσεις -σύμφωνα με τους δικαστικούς λειτουργούς- βρίσκεται η εξήγηση όλων των μυστηρίων της λίστας Λαγκάρντ:
1. Οταν μαθεύτηκε ότι υπήρχε λίστα καταθετών στην HSBC
Στα μέσα του 2010 παραδίδεται και στην χώρα μας η λίστα -σε μορφή CD- των καταθετών της HSBC από την «υφαρπαγή» των στοιχείων από υπάλληλό της, τον Ντανιέλ Φαλστιάνι. Την ίδια ώρα η τράπεζα ενημερώνει τους πελάτες της, ότι τα ονόματά τους πιθανόν να δημοσιοποιηθούν, ενώ υπάρχουν σχετικές αναφορές στον ξένο και στον ελληνικό Τύπο. Ετσι φαίνεται να πληροφορούνται το ενδεχόμενο διαρροής των ονομάτων τους οι τέσσερις οικείοι του κ. Παπακωνσταντίνου τα ονόματα των οποίων αφαιρέθηκαν από την λίστα.
2. Ο φόβος για τα ονόματα των τεσσάρων στη λίστα Λαγκάρντ
Όταν στα τέλη του 2010, λοιπόν, ο κ. Παπακωνσταντίνου παραλαμβάνει το CD μέσω της διπλωματικής οδού, φαίνεται ήδη να γνωρίζει μέσω ορισμένων συγγενών του ότι στον κατάλογο αυτό θα βρίσκονται και τα ονόματα των «τεσσάρων συγγενών του». Ο πρώην υπουργός υπολόγισε πιθανόν, σύμφωνα με τους δικαστικούς, ότι μία δημοσιοποίηση αυτών των καταθέσεων σε ελβετικές τράπεζες συγγενών του, που έχουν θέσεις στο δημόσιο, ασχολούνται με εμπόριο όπλων και άλλες δραστηριότητες, θα άνοιγε τους «ασκούς του Αιόλου». Πολύ δε περισσότερο όταν τότε ήταν η πρώτη περίοδος που υπήρχαν αναφορές για το σκάνδαλο της φοροδιαφυγής στην Ελβετία, η υπόθεση ήταν πρωτόλεια και όλοι οι καταθέτες έχει είχαν «δαιμονοποιηθεί».
3. Η στιγμή της αλλοίωσης της λίστας
Ετσι λοιπόν φέρεται την ίδια περίοδο να επεξεργάζεται αμέσως το CD, να εντοπίζει τα τέσσερα ονόματα των συγγενών του και να τα αφαιρεί. Όμως, επειδή το CD των γαλλικών υπηρεσιών δεν επιδέχεται ηλεκτρονικής επέμβασης, ούτε μπορεί να δημιουργήσει έναν νέο αντίγραφο CD (σ.σ κάτι που θα προκαλούσε απορίες) πιθανόν αντιγράφει την λίστα σε USB (στικάκι) και εκεί με ευχέρεια θα είχε τη δυνατότηατα να διαγράψει τα τέσσερα ονόματα που έχουν καταθέσει παλαιότερα χρήματα εκεί. Πιθανόν να δημιουργεί και άλλα αντίγραφα USB για να χαθούν τα ίχνη της παρέμβασης.
4. Το πρόβλημα στο άλλοθι του υπουργού
Ο κ. Παπακωνσταντίνου επικαλείται ότι «αν είχε αφαιρέσει αυτός τα ονόματα, για λόγους παραπλάνησης θα μπορούσε να αφαιρέσει και άλλα ονόματα». Όμως τότε θα διέτρεχε έναν άλλο κίνδυνο: το υπουργείο Οικονομικών είχε ζητήσει την ίδια περίοδο τη λίστα αποστολέων εμβασμάτων σε όλες τις ελβετικές τράπεζες -άρα και στην HSBC – την τελευταία διετία. Εκεί ελλόχευε ο κίνδυνος να υπάρχουν στους αναφερόμενους καταθέτες της HSBC και εκείνοι που θα υπήρχαν και στην λίστα Λαγκάρντ, ως καταθέτες στην ίδια τράπεζα. Όμως αυτούς τους καταθέτες μπορεί να τους είχε αφαιρέσει κατά… λάθος, ο κ. Παπακωνσταντίνου ως άλλοθι για την εξαφάνιση των ονομάτων των συγγενών του. Αυτή η σύγκριση θα οδηγούσε σε υπόνοιες αλλοίωσης της λίστας Λαγκάρντ για αυτούς τους «συμπληρωματικά αφαιρεθέντες» και αυτό θα ήταν «προδοτικό» για τον ίδιον.
5. Η «τρύπα» στη λίστα των 20 μεγαλοκαταθετών
Ο κ. Παπακωνσταντίνου, όπως δήλωσε σε συνέντευξή του, έδωσε σε έναν συνεργάτη του -το όνομα του οποίου επιφυλάχθηκε να αποκαλύψει- το στικάκι, για να εντοπίσει τους 20 καταθέτες μεγάλων ποσών. Τη λίστα αυτή έδωσε σαν χειρόγραφο σημείωμα στον τότε γενικό γραμματέα του ΣΔΟΕ κ. Ι. Καπελέρη ο οποίος το κρατά μέχρι και σήμερα. Ο κ. Παπακωνσταντίνου υποστηρίζει ότι ο συνεργάτης του που έφτιαξε την «λίστα των 20» δεν είδε τα όνομα των συγγενών του γιατί το μόνο που έπραξε είναι να διαμορφώσει την λίστα -που ήταν σε μορφή Exel- με βάση μόνο τον αύξοντα αριθμό των ποσών των καταθέσεων και δεν έβλεπε τα ονόματα των υπόλοιπων καταθετών. Ωστόσο όσοι έχουν δει τη μορφή της λίστας λένε ότι αυτή η απλή αναταξινόμηση και αναδιαμόρφωση της λίστας, με βάση όχι το ονοματεπώνυμο ή άλλο κριτήριο αλλά το ποσό των καταθέσεων δεν είναι απλή. Κι αυτό γιατί στην ηλεκτρονική λίστα Λαγκάρντ, σε κάθε όνομα καταθέτη, υπάρχει σειρά εγγράφων για τις τραπεζικές συναλλαγές του σε διάφορες χρονικές περιόδους. Ετσι λοιπόν για να φτιαχτεί αυτή η «λίστα των 20 μεγαλοκαταθετών» θα έπρεπε κάποιος να ανοίξει κάθε αρχείο και κάθε όνομα και να αναδείξει αυτούς τους 20 «χειροκίνητα». Όμως το πιθανότερο είναι, πράγματι, ο άγνωστος συνεργάτης του κ. Παπακωνσταντίνου να μην είδε τα ονόματα των συγγενών του υπουργού στην λίστα που είχε δει, γιατί απλούστατα από το στικάκι που επεξεργαζόταν, τα ονόματα ήδη είχαν αφαιρεθεί. Εξάλλου ο κ. Παπακωνσταντίνου δεν θα διακινδύνευε ο συνεργάτης του να δει τα ονόματα των οικείων του και να υπάρχει κίνδυνος διαρροής και από εκεί…
6. Οι τρεις δρόμοι προς την αλήθεια που «έκλεισαν»
Όταν δημιουργήθηκε το τελευταίο τρίμηνο το σχετικό θέμα, ο κ. Παπακωνσταντίνου φαίνεται να «έφραξε» τους τρεις μοναδικούς δρόμους που θα οδηγούσαν τις ευθύνες στον ίδιο ή στο γραφείο του. Δήλωσε ότι δεν θυμάται ποιος μετέτρεψε το CD σε στικάκι, συμπλήρωσε ότι έχασε το αρχικό CD (το οποίο με απλή αντιπαραβολή με το στικάκι θα έδειχνε την αλλοίωση) ενώ προκατέλαβε ότι αυτός ο έμπιστος συνεργάτης του που έκανε την «λίστα των 20» δεν είδε ονόματα παρά μόνον ποσά. Ετσι φαίνεται να έκλεισαν όλες οι «τρύπες». Είναι χαρακτηριστικό ότι ακόμη και εάν το USB -όπως γράφτηκε- δινόταν στα Εργαστήρια της ΕΛ.ΑΣ για εξέταση, δεν θα μπορούσε να προσδιορισθεί ποια ονόματα περιείχε αρχικά γιατί ήδη ήταν προδιαμορφωμένο χωρίς τα ονόματα των τεσσάρων του CD. Από τότε που δημιουργήθηκε το στικάκι, αυτό φαίνεται να είναι στην συνέχεια απείραχτο. Από το γραφείο των οικονομικών εισαγγελέων δίνουν ή θα δώσουν παρόν στενοί συνεργάτες του κ. Παπακωνσταντίνου όπως η κυρία Μόνα Παπαδάκου, ο κ. Αναστάσιος Μπάνος, ο κ. Παύλος Αμανατίδης, η κυρία Χρύσα Χατζή και άλλοι. Οι περισσότεροι δηλώνουν άσχετοι με την υπόθεση, ενώ είναι χαρακτηριστική είναι η αναφορά του κ. Αμανατίδη -πρώην προϊστάμενος της Διεύθυνσης Προσωπικού στο Υπουργείο Οικονομικών τώρα στέλεχος του ΣΔΟΕ Κοζάνης- προς το «ΒΗΜΑ» ότι «έμαθα για την λίστα Λαγκάρντ από την τηλεόραση». Εξάλλου και ο συνεργάτης που θα κατονομασθεί ως ο δημιουργός της λίστας των 20 μεγαλοκαταθετών αναμένεται να ευθυγραμμιστεί με την «δεσμευτική δήλωση» Παπακωνσταντίνου ότι «είδε μόνο νούμερα» αφού ελλοχεύει ο κίνδυνος και ο ίδιος να κατηγορηθεί για σοβαρά αδικήματα. Και όπως δηλώνουν οι ίδιες δικαστικές πηγές «δύσκολα ο υπουργός θα εμπιστευόταν το έργο επεξεργασίας του αρχικού CD ή αφαίρεσης των ονομάτων συγγενών του, σε κάποιον άλλον».
7. Η ατυχία του κ. Παπακωνσταντίνου και το παιχνίδι των πιθανοτήτων
Ο κ. Παπακωνσταντίνου ήταν πολλαπλά άτυχος. Όταν έδινε τον Αύγουστο του 2011 το USB με το αντίγραφο της λίστας στον κ. Διώτη περίμενε ίσως -σύμφωνα με τους δικαστικούς- ότι θα ακολουθούσε κανονική έρευνα από τις οικονομικές υπηρεσίες που θα ήλεγχαν τους υπόλοιπους αναφερόμενους στη λίστα Λαγκάρντ και ουδείς θα αντιλαμβανόταν την διαφορά ανάμεσα στο αρχικό CD και στο στικάκι. Όλα θα έδειχναν μια κανονική διαδικασία ελέγχου και κάθαρσης. Όμως «έσπασε ο διάολος το πόδι του» – όπως χαρακτηριστικά ανέφεραν δικαστικοί- και ακολούθησε το βέτο που προέβαλε (για το θέμα νομιμότητας της λίστας) ο νέος γενικός του ΣΔΟΕ κ. Ιωάννης Διώτης. Ετσι δεν υπήρξε διερεύνηση της λίστας, πολλαπλασιάσθηκαν τα ερωτήματα γιατί η έρευνα «κόλλησε», ο θόρυβος υπερμεγεθύνθηκε, κάποιοι έλεγαν ότι κάτι «κρυβόταν», κάποιοι υπoψιάσθηκαν αλλοίωση και έτσι ζητήθηκε πάλι το αρχικό CD από τις γαλλικές αρχές. Ετσι η υπόθεση γύρισε πίσω, στα τέλη του 2010 και στο γραφείο του πρώην υπουργού. «Πραγματική αναποδιά» για τον κ. Παπακωνσταντίνου, λένε οι δικαστικοί.
Η μοναδική πιθανότητα ελέγχου
Οπως αναφέρουν οι ίδιες πηγές «ίσως ο μόνος τρόπος για να αποδειχθεί με πλήρη ακρίβεια και χωρίς οποιαδήποτε αμφιβολία ποιος έχει κάνει την αλλοίωση είναι να γίνει έλεγχος στους υπηρεσιακούς και προσωπικούς υπολογιστές του πρώην υπουργού Οικονομικών και των συνεργατών του. Κι αυτό με βάση τα log files, όπως έγινε και στην περίπτωση του συστήματος νομίμων συνακροάσεων στην υπόθεση υποκλοπών. Ισως μόνο έτσι…»