Για την αντιπολίτευση η εκταμίευση της δόσης δεν λύνει κανένα πρόβλημα. Το χρέος ακόμα και σε μία δεκαετία θα παραμείνει σε δυσθεώρητα επίπεδα. Η διαπίστωση των αντιμνημονιακών κομμάτων είναι σωστή. «Τα νούμερα δεν βγαίνουν». Η δόση δεν θα οδηγήσει στην οριστική λύση του προβλήματος. Αλλά όμως οι απαισιόδοξες προβλέψεις βασίζονται στη λανθασμένη ιδέα πως, στο επίπεδο της ευρωζώνης, τίποτα δεν πρόκειται να αλλάξει στο μέλλον: πως η Γερμανία θα εξακολουθήσει να επιβάλλει την αδιέξοδη πολιτική της λιτότητας. Πως οι χώρες του ευρωπαϊκού Νότου θα εξακολουθούν να δέχονται παθητικά τα κελεύσματα της κυρίας Μέρκελ. Πως, τέλος, η ευρωζώνη θα εξακολουθήσει να βρίσκεται σε κατάσταση ύφεσης. Αυτού του είδους τα επιχειρήματα είναι εξωπραγματικά. Τα πράγματα θα αλλάξουν ριζικά και σύντομα. Και αυτό για τον απλούστατο λόγο πως το σημερινό ευρωζωνικό status quo δεν είναι πια βιώσιμο. Η ευρωζώνη ή θα διαλυθεί ή θα αναγκαστεί να προχωρήσει σε μια βαθύτερη οικονομική, πολιτική και κοινωνική ενοποίηση. Η Ευρώπη του ευρώ δεν μπορεί να συνεχίσει επ’ άπειρον σαν μια τεράστια αγορά χωρίς σοβαρούς ρυθμιστικούς και αναδιανεμητικούς μηχανισμούς. Απ’ αυτή την άποψη, η δόση, αν όχι τίποτε άλλο, μας δίνει τη δυνατότητα να παραμείνουμε στην ευρωζώνη μέχρι τα πράγματα να αλλάξουν προς το συμφερότερο για τις υπερχρεωμένες χώρες. Αν έτσι έχουν τα πράγματα, τι πρέπει να κάνει η χώρα μας με τους σημαντικούς πόρους που θα έχει στη διάθεσή της τον Δεκέμβριο και τον προσεχή Μάρτιο;
Η οικονομία
Στον οικονομικό χώρο το προφανές πρώτο βήμα είναι η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών. Σ’ αυτό το θέμα το λαϊκιστικό επιχείρημα πως «τα λεφτά θα πάνε κυρίως στους τραπεζίτες» είναι παραπλανητικό. Το κράτος δεν χαρίζει χρήματα, αφού παίρνει ως αντάλλαγμα τραπεζικές μετοχές που το καθιστούν κύριο μέτοχο. Με άλλα λόγια, οι τράπεζες ημικρατικοποιούνται. Αυτό δίνει τη δυνατότητα στην κυβέρνηση να ελέγχει τη λειτουργία των τραπεζών κατά τέτοιον τρόπο που οι πόροι να διατίθενται για την ανάπτυξη της οικονομίας και όχι για τη διάσωση των τραπεζιτών. Ετσι η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών σε συνδυασμό με τους κατάλληλους κυβερνητικούς ελέγχους μπορεί να βγάλουν τη χώρα από το σημερινό τέλμα. Μπορεί να βοηθήσουν τις ετοιμοθάνατες μικροεπιχειρήσεις, καθώς και αυτές που έβαλαν λουκέτο. Μπορεί επίσης να βοηθήσουν στην αποπεράτωση των μεγάλων έργων και στη μείωση της ανεργίας. Τα παραπάνω μέτρα και πιο γενικά η ρευστότητα στην αγορά δεν θα οδηγήσουν γρήγορα στο ξεπέρασμα της ύφεσης. Θα βοηθήσουν όμως στην αλλαγή της ψυχολογίας των επιχειρηματιών και των καταναλωτών. Και, όπως είναι γνωστό, η αλλαγή «κλίματος» στην αγορά παίζει σημαντικό ρόλο στο σταδιακό πέρασμα από την ύφεση στην ανάπτυξη.
Βέβαια, πέρα από την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, μια σειρά από άλλα μέτρα πρέπει να παρθούν άμεσα. Η αναβίωση του τομέα της οικοδομής είναι μια προφανής προτεραιότητα, αφού αυτός ο τομέας είναι, μετά τον τουρισμό, η δεύτερη «ατμομηχανή» της ελληνικής οικονομίας. Μια δεύτερη προτεραιότητα είναι η ταχεία δημιουργία ενός πιο ευνοϊκού και σταθερού πλαισίου για την προσέλκυση επενδυτικών κεφαλαίων, ξένων και εγχώριων. Εδώ δεν πρέπει να περιμένουμε παθητικά την είσοδο ξένων επενδυτών. Πρέπει να προχωρήσουμε σε ένα πιο ενεργητικό, αν όχι επιθετικό, σχέδιο. Για παράδειγμα, μια ομάδα κρούσης (από οικονομολόγους και άλλους εμπειρογνώμονες) θα μπορούσε να έχει ως αποκλειστικό ρόλο την εξεύρεση πιθανών επενδυτών και τη συστηματική βοήθεια και παροχή πληροφοριών για τους τομείς όπου υπάρχουν σημαντικές επενδυτικές ευκαιρίες.
Τέλος, θα ήθελα να τονίσω πως οι παραπάνω κάπως ad hoc προτάσεις δεν λύνουν τις βασικές δομικές αδυναμίες και τα πιο μακροχρόνια προβλήματα της χώρας. Προβλήματα όπως ο εκσυγχρονισμός της γεωργίας, η στροφή προς νέες τεχνολογίες, η ανάπτυξη της έρευνας, η ορθολογικοποίηση της δημόσιας διοίκησης, η πάταξη της διαφθοράς και της κομματοκρατίας κτλ. αντίθετα με αυτό που πιστεύει η τρόικα, δεν λύνονται από τη μια μέρα στην άλλη. Μπορεί όμως τα προτεινόμενα πιο άμεσα υλοποιήσιμα μέτρα να βάλουν τις απαραίτητες βάσεις για την παραπέρα ανάπτυξη της χώρας.
Η πολιτική
Μία βασική προϋπόθεση για να πετύχουν οι οικονομικοί στόχοι είναι η πολιτική σταθερότητα. Οι κασσάνδρες που προβλέπουν την ταχεία διάλυση της τωρινής κυβέρνησης μάλλον θα διαψευστούν. Το ΠαΣοΚ και η ΔΗΜΑΡ δεν έχουν συμφέρον να ρίξουν την κυβέρνηση –τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα και μεσοπρόθεσμα. Ο κόσμος δεν θέλει ακόμα μία φορά εκλογές, με ό,τι αυτό θα σημαίνει για το μέλλον της χώρας. Για να επιβιώσει όμως η κυβέρνηση Σαμαρά ως το τέλος της τετραετίας απαιτείται η δημιουργία κανόνων που με σαφήνεια και σε πνεύμα ειλικρινούς συνεργασίας θα προσδιορίζουν τον ρόλο του κάθε κόμματος στη διακυβέρνηση της χώρας.
Η κοινωνία
Εδώ βρίσκονται τα πιο σοβαρά και επείγοντα προβλήματα. Οπως όλοι διαπιστώνουμε καθημερινά, τα μνημονιακά μέτρα που μας επιβλήθηκαν και εξακολουθούν να μας επιβάλλονται έχουν αποδομήσει τον κοινωνικό ιστό της χώρας. Αυτό έχει οδηγήσει στη μαζική διάλυση νοικοκυριών, στην αύξηση των αυτοκτονιών και της εγκληματικότητας, καθώς και στη ραγδαία άνοδο ενός νεοναζιστικού κόμματος, ενός κόμματος που αποσιωπά συστηματικά τις απίστευτες βαρβαρότητες του ναζισμού στη χώρα μας, καθώς και σ’ όλον σχεδόν τον πλανήτη. Το πρώτο βήμα στον κοινωνικό χώρο είναι η δημιουργία ενός εκτεταμένου προγράμματος που θα στοχεύει στην ουσιαστική βοήθεια του πληθυσμού που υποφέρει πιο πολύ από την κρίση. Αν η παρούσα κατάσταση δεν διορθωθεί γρήγορα, τα αποτελέσματα θα είναι τραγικά και διαλυτικά σε όλους τους θεσμικούς χώρους της κοινωνίας –από την εκπαίδευση και τον πολιτισμό ως την οικογένεια και τη γεωπολιτική θέση της χώρας.
Ο κ. Νίκος Μουζέλης είναι ομότιμος καθηγητής Κοινωνιολογίας στη LSE.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ