Μουσεία στα social media. Μουσεία με κατανάλωση αλκοόλ και βραδιές «γνωριμίας ενηλίκων». Μουσεία με δωρεάν εισιτήριο. Μουσεία σε απόλυτη συνεργασία μεταξύ τους. Ποιες είναι οι ριζικές αλλαγές που θα πρέπει να κάνουν στην κουλτούρα και στον τρόπο λειτουργίας τους οι πολιτιστικοί οργανισμοί της χώρας για να εξασφαλίσουν το μίνιμουμ, δηλαδή τη βιωσιμότητά τους;
«Αυθεντίες» στην εξασφάλιση χορηγιών, επιτελικά στελέχη του μάρκετινγκ και των δημοσίων σχέσεων μεγάλων πολιτιστικών ιδρυμάτων του εξωτερικού που βρέθηκαν στην Ελλάδα για να συμμετάσχουν στην ημερίδα «Επιχειρηματικό Μουσείο» μίλησαν στο «Βήμα».
«Το κοινό ψάχνει να βρει διαφορετικό τρόπο να νιώσει την εμπειρία της τέχνης» μας λέει ο νεότατος Ράιαν Φρεντς, διευθυντής Μάρκετινγκ και Δημοσίων Σχέσεων του Walker Art Center της Μινεάπολης, στη Μινεσότα των ΗΠΑ. Το Walker είναι μέσα στα πέντε μουσεία των ΗΠΑ με τη μεγαλύτερη επισκεψιμότητα: περισσότεροι από 600.000 επισκέπτες κάθε χρόνο.
«Να, λοιπόν, κάτι απλό: τα social media. Είναι κάτι καινούργιο και ολοένα περισσότερα μουσεία το αγκαλιάζουν. Είναι ένας τρόπος να «μιλήσεις» στο κοινό σου. Στο Walker Art Center δεν επιτρέπαμε τη λήψη φωτογραφιών ώσπου αντιληφθήκαμε ότι αυτό δεν μπορείς να το σταματήσεις. Αποφασίσαμε λοιπόν να αλλάξουμε την πολιτική μας και να «μοιραζόμαστε» αυτές τις φωτογραφίες στα social media. Πριν από δέκα χρόνια θα σου ζητούσαμε να εγκαταλείψεις το μουσείο με την κάμερα ή το βίντεο στο χέρι. Τώρα αποφασίσαμε να δώσουμε στο κοινό λίγο παραπάνω φωνή για το πώς νιώθει την εμπειρία της τέχνης. Τα ιδρύματα τέχνης λειτουργούσαν ως σήμερα ως αυθεντίες στον χώρο του πολιτισμού. Τώρα ο κόσμος έχει στο Twitter μια πολύ ισχυρή φωνή. Να γιατί έχει αρθεί ο «τοίχος» μεταξύ τέχνης και κοινού».
Σύμφωνα με τον ίδιο, στα social media η αρνητική κριτική έχει ένα πλεονέκτημα. Παλαιότερα, αν είχες, ας πούμε, μια κακή εμπειρία από την επίσκεψή σου σε ένα μουσείο, θα τη μοιραζόσουν με τον γείτονά σου. Σήμερα το μαθαίνουν και οι άνθρωποι του μουσείου και μπαίνουν στον διάλογο. Μπορούν να αντικρούσουν, να αιτιολογήσουν ή όχι το επιχείρημα που ακούστηκε, να πει ο καθένας τις απόψεις και να μιλήσει για τις ανάγκες του.
«Καθιερώστε δωρεάν είσοδο»
Η Μαριάν Ρανς είναι υπεύθυνη Εταιρικών Σχέσεων του London Science Museum. Βρέθηκε για δεύτερη φορά στην Ελλάδα –μετά το εφηβικό ταξίδι της στα ελληνικά νησιά, σε ηλικία 17 ετών –και προτού αναχωρήσει για το Λονδίνο πρόσθεσε στις εμπειρίες της τη γευστική εμπειρία του γλυκού του κουταλιού, καθώς και μια τρίωρη γνωριμία της πόλης με το Athens by bike (το ποδηλατικό τουριστικό πακέτο) που ανακάλυψε μόνη της «σερφάροντας» στο Ιnternet.
Δεν θα ξεχάσει επίσης τον συναισθηματικό παλμό διευθυντών μεγάλων ελληνικών μουσείων που σχεδόν με δάκρυα στα μάτια ομολόγησαν ότι δεν μπορούν να βρουν τον τρόπο να μείνουν ζωντανοί μέσα σε ένα τόσο ανασφαλές οικονομικό περιβάλλον. «Πρέπει να είναι τρομερό το βάρος και η πίεση στους ανθρώπους αυτούς να κρατήσουν τη φλόγα ζωντανή. Και σκεφθείτε ότι μερικές φορές λέω εγώ ότι έχω μια κακή μέρα. Τι να πω τώρα για τους έλληνες συναδέλφους μου;» λέει.
Για την ίδια κανέναν δεν πρέπει να τρομάζει το γεγονός ότι ο πολιτισμός είναι ένα από τα πρώτα «θύματα» της κρίσης. «Αυτό συμβαίνει και στην Αγγλία. Οταν τα χρήματα λιγοστεύουν, ο πολιτισμός μοιάζει πολυτέλεια». Ακόμη και σε δύσκολες οικονομικές περιόδους όμως στη Βρετανία η πρόσβαση σε μερικά από τα μεγάλα εθνικά μουσεία είναι δωρεάν. «Εχουμε μεν δωρεάν είσοδο, αλλά ρωτάμε όποιον έρχεται αν θέλει να κάνει μια δωρεά για το μουσείο». Ο κόσμος, εξάλλου, θα πάει στο καφέ, στο σινεμά, στους εξομοιωτές. Θα ξοδέψει χρήματα ούτως ή άλλως. «Πιστεύω ότι για να μπει κανείς στα περισσότερα ελληνικά μουσεία πρέπει να πληρώσει, έτσι δεν είναι; Η δωρεάν είσοδος θα μπορούσε να καθιερωθεί για τα μουσεία, τουλάχιστον κάποιες ώρες και ημέρες. Αυτό θα προσελκύσει περισσότερο κοινό».
«Μην αφήσετε την κρίση να πάει χαμένη»
Ο Τζέιμς Ρ. Χάκνι, διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας συμβούλων Alexander Haas και ειδικός για χορηγίες σε μουσεία, λέει ότι με μια μικρή έρευνα που έκανε προτού έρθει στην Ελλάδα συνειδητοποίησε ότι δεν υπάρχει συνεργασία μεταξύ των μουσείων. «Δεν υπάρχει, ας πούμε, ένα ενιαίο εισιτήριο» εξηγεί. «Στην Ατλάντα, όπου ζω εγώ, με ένα εισιτήριο μπορείς να δεις τα πάντα. Κάθε Αμερικανός ξέρει από παιδί για την Ακρόπολη και τον Παρθενώνα. Να, δείτε τους πρώτους αποίκους της Αμερικής: προσπαθούσαμε να μοιάσουμε στην Ελλάδα, εκεί όπου γεννήθηκε η δημοκρατία. Ημασταν χωρίς ιστορία και κοιτάζαμε στην Ελλάδα. Παρ’ όλα αυτά, σήμερα ακούμε στις ΗΠΑ οργανωμένες καμπάνιες για τα μουσεία και τα πολιτιστικά ιδρύματα χωρών όπως η Γαλλία, η Γερμανία, ακόμη και η Νότια Αφρική, ποτέ όμως της Ελλάδας. Πολλές φορές οι άνθρωποι που είναι κοντά σε αυτά τα πράγματα ξεχνούν πόσο ξεχωριστά είναι».
Και καταλήγει: «Η κρίση είναι μια τρομερή ευκαιρία για να την αφήσετε να πάει χαμένη. Μπορεί να δώσει την αφορμή στα μουσεία να στραφούν σε ιδιώτες. Αν το κράτος δεν μπορεί να σας υποστηρίξει, ας απευθυνθείτε αλλού. Υπάρχει το παράδειγμα καινούργιου μουσείου στις ΗΠΑ για το οποίο η εύπορη Αλις Γουόλτον προσέφερε ως δωρεά 80 εκατ. δολάρια. Σε μικρότερη κλίμακα δεν θα μπορούσε να γίνει κάτι τέτοιο στην Ελλάδα;».
Βραδιές για γκέι, λεσβίες και ανύπαντρους
Πώς θα μπορούσε να προσελκύσει ένα μουσείο χορηγίες όταν δεν υπάρχουν πουθενά χρήματα; «Κατ’ αρχάς δεν πιστεύω ότι δεν υπάρχουν καθόλου χρήματα» απαντά η Μαριάν Ρανς του London Science Museum. «Ακόμη όμως και αν το δεχτούμε αυτό για την Ελλάδα, ίσως η κρίση θα ήταν μια καλή ευκαιρία να στραφεί κανείς προς το εξωτερικό και να αναζητήσει χορηγίες εκτός Ελλάδας. Κακά τα ψέματα: η Ακρόπολη, όπως ας πούμε και η Πομπηία είναι διεθνή brands και όλος ο κόσμος θα επιστρατευόταν να τα σώσει, αν υπήρχε ανάγκη. Απλώς δεν έχετε εκπαιδεύσει τους ειδικούς για να κάνουν αυτή τη δουλειά».
Πώς θα μπορούσε να προσελκύσει ένα μουσείο χορηγίες όταν δεν υπάρχουν πουθενά χρήματα; «Κατ’ αρχάς δεν πιστεύω ότι δεν υπάρχουν καθόλου χρήματα» απαντά η Μαριάν Ρανς του London Science Museum. «Ακόμη όμως και αν το δεχτούμε αυτό για την Ελλάδα, ίσως η κρίση θα ήταν μια καλή ευκαιρία να στραφεί κανείς προς το εξωτερικό και να αναζητήσει χορηγίες εκτός Ελλάδας. Κακά τα ψέματα: η Ακρόπολη, όπως ας πούμε και η Πομπηία είναι διεθνή brands και όλος ο κόσμος θα επιστρατευόταν να τα σώσει, αν υπήρχε ανάγκη. Απλώς δεν έχετε εκπαιδεύσει τους ειδικούς για να κάνουν αυτή τη δουλειά».
Μπορεί το Science Museum να φιλοξενεί περίπου 3 εκατομμύρια επισκέπτες ετησίως, ωστόσο οι άνθρωποι που εργάζονται εκεί προσπαθούν να προσελκύουν όλο και περισσότερο ποικίλων ενδιαφερόντων επισκέπτες. «Απευθυνόμαστε στα παιδιά, στους γονείς με παιδιά, στους γονείς χωρίς παιδιά, στους γηραιότερους, στις μειονότητες των Ασιατών και των μαύρων του Λονδίνου, διοργανώνουμε «gay and lesbian» βραδιές. Λέμε, ας πούμε, φέρτε τα σλίπινγκ μπαγκ για να διανυκτερεύσετε στο Μουσείο –τα παιδιά μου θα συμμετάσχουν σε ένα τέτοιο πρόγραμμα στις 24 Νοεμβρίου. Ξέρετε ποια είναι η πιο δημοφιλής εκδήλωση στο Μουσείο; Αυτή της τελευταίας Τετάρτης κάθε μήνα, όπου διοργανώνονται βραδιές γνωριμιών ανύπαντρων ενηλίκων. Εκεί θα δείτε τεράστιες ουρές έξω από το Μουσείο. Υπάρχει χαλαρή μουσική και παντού ποτά. Θα επιχειρούσε ποτέ κάτι τέτοιο ένα ελληνικό μουσείο;».
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ