«Ξεχάστε Ελλάδα-Ισπανία-Ιταλία: Το μεγάλο πρόβλημα της ευρωζώνης είναι η Γαλλία»: Αυτό υποστηρίζει σήμερα ο βρετανικός Economist, σύμφωνα με τον οποίο η Γαλλία είναι μία «ωρολογιακή βόμβα» για τη βιωσιμότητα της ευρωζώνης. Και δεν έχει άδικο: για μια ευρωζώνη η οποία αν και αποτελεί τη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου, δεν διαθέτει τα «όπλα» που όλοι οι «ανταγωνιστές» της όχι μόνον διαθέτουν αλλά και χρησιμοποιούν, πράγματι, η Γαλλία, αποτελεί τον επόμενο μεγάλο κίνδυνο, δίπλα στον οποίο τα μεγέθη της Ελλάδας, της Πορτογαλίας και της Ιρλανδίας, ακόμα ίσως και της Ισπανίας, μοιάζουν περίπου αστεία.
Όμως, γιατί συμβαίνουν όλα αυτά; Είναι η αιτία μόνο το ίδιο το χρέος, που ασφαλώς πρέπει να περιοριστεί, ή είναι η διαχείρισή του που μεγιστοποιεί τον κίνδυνο; Στα τρία σχεδόν χρόνια της κρίσης, οι ΗΠΑ και η Ιαπωνία, που δεν βιώνουν τέτοια κρίση, έχουν καταφύγει από τρεις φορές στα νομισματικά εργαλεία τα οποία η ευρωζώνη, υπό την εντολή της Γερμανίας, δεν διαθέτει. Οσο για την Κίνα, εκεί, τα δεδομένα είναι εντελώς διαφορετικά και κάθε σκέψη ότι μπορεί η Ευρώπη να την ανταγωνιστεί είναι απλώς εξωπραγματική.
Όμως, το Βερολίνο υποχρεώνει αυτά τα τρία χρόνια μια σειρά από χώρες της ευρωζώνης σε βίαιες προσαρμογές που προκαλούν εκτεταμένη ύφεση, που εκκολάπτουν κοινωνικές συγκρούσεις, αποδυνάμωση της δημοκρατίας και απώλεια κάθε συνοχής, χωρίς να επιτρέπει καμία πολιτική εξισορρόπησης και οδηγώντας την ευρωζώνη σε δομική κρίση και σειρά από χώρες μέλη της στα όρια της καταστροφής.
Αυτής της ευρωζώνης, με αυτούς τους όρους, ναι, η Γαλλία, είναι ο επόμενος μέγας κίνδυνος. Γιατί όμως να είναι αυτή η ευρωζώνη; Γιατί να «δουλεύει» έτσι, σε πλήρη αντίθεση με ότι υποστηρίζουν ότι πρέπει να συμβεί όλοι οι διεθνώς αναγνωρισμένοι οικονομολόγοι στον κόσμο;
Δεν υπάρχει παρά ένας και μόνον λόγος γι αυτόν τον παρατεταμένο παραλογισμό: ο γερμανικός ηγεμονισμός. Αυτόν πληρώνει η Ευρώπη και αυτού έχει καταστεί θύμα. Η Γερμανία εκμεταλλεύθηκε συνειδητά και συστηματικά την κρίση χρέους, δίνοντας στον εαυτό της ένα συγκριτικό πλεονέκτημα και μεγιστοποιώντας το ρόλο της τόσο σε οικονομικό, όσο και σε πολιτικό αλλά και σε θεσμικό επίπεδο.
Δυστυχώς, αυτή την σταδιακή πολιτική που διαρκώς εξαπλώνεται, οι άλλες χώρες που θίγονται από αυτήν, είτε δεν τη διέγνωσαν εγκαίρως, πιστεύοντας στα παραμύθια περί αλληλεγγύης, είτε δεν αντέδρασαν σε αυτήν. Και τώρα το πληρώνουν, τουλάχιστον ορισμένες από αυτές, με πρώτη την Ελλάδα. Γιατί τώρα βλέπουν οι πάντες τι σημαίνει αυτή η «αλληλεγγύη του τοκογλύφου» που οδηγεί με πρόγραμμα και σχέδιο στην πλήρη υποτέλεια – άλλωστε, γι αυτό τώρα οι Γερμανοί είναι (φραστικά) λίγο πιο μαζεμένοι με την Ελλάδα: γιατί η πολιτική τους για πλήρη υποτέλεια έχει εκφραστεί και έχει γίνει πλήρως αποδεκτή.
Ακόμα και τώρα, την ώρα που ακόμα και οι διεθνείς ιδιώτες πιστωτές ή το ΔΝΤ ζητούν «κούρεμα» του ελληνικού χρέους, το Βερολίνο το αρνείται πεισματικά: το Βερολίνο, παρά τους μύθους, δεν έχει χάσει ούτε σεντ μέχρι σήμερα από την ελληνική κρίση χρέους – αντίθετα, γερμανικές μελέτες έχουν δείξει πόσο έχει ωφεληθεί από αυτήν, σε αντίθεση φυσικά με όλους τους άλλους εμπλεκόμενους.
Αν δεν υπάρξει αντίδραση στη γερμανική πολιτική, ασφαλώς, σύντομα, θα το πληρώσει ακόμα και η Γαλλία, όταν θα διαπιστώσει ότι ζει το ιστορικό αδιέξοδο να μην μπορεί να στηριχθεί στο ίδιο της το νόμισμα. Όταν κατανοήσει ότι αυτό το νόμισμα, όπως αναδιαμορφώθηκε μέσα από την κρίση, όχι απλώς δεν της ταιριάζει, δεν είναι «δικό της», αλλά κινδυνεύει να την καταστρέψει. Την ώρα που τα γαλλικά εργοστάσια έχουν αρχίσει να κλείνουν το ένα μετά το άλλο σε αντίθεση με τα γερμανικά, ας δουν στο Παρίσι τι συμβαίνει στην Ελλάδα, και θα καταλάβουν…