Οι συνθήκες, ωστόσο, επαναπροσδιορίζουν και τις επιλογές. Στην Αθήνα το σύνθημα φαίνεται να είναι «επιστροφή στο κέντρο». Η νέα (ή σωστότερα επανακάμπτουσα) τάση στη διασκέδαση έρχεται να δώσει και πάλι πνοή σε ξεχασμένους δρόμους του κέντρου της πόλης.
Νέα στέκια συγκεντρώνονται σε διάφορα σημεία, όπως στην πλατεία Αγ. Ειρήνης στο Μοναστηράκι, συνήθως με τιμές πολύ διαφορετικές σε σχέση με το πρόσφατο παρελθόν· είναι ένας από τους λόγους της επιτυχίας τους, παραδέχονται πελάτες και ιδιοκτήτες.
Ο άλλος είναι η κρυμμένη δυναμική της περιοχής, το γεγονός ότι όλοι περνούσαν πάντα από την καρδιά του ιστορικού κέντρου. Ετσι, εκεί όπου άλλοτε υπήρχαν κλειστά και εγκαταλελειμμένα καταστήματα, τώρα έχουν ξεφυτρώσει νέα ρετρό και μπιστρό μαγαζιά στα νεοκλασικά οικήματα της «απαγορευμένης» πλατείας. Μια νέα χαρτογράφηση είναι αναγκαία, ιδίως για όσους έχουν αραιώσει τις εξόδους και… έχουν χάσει επεισόδια.
Πιο δίπλα, εκεί όπου κάποτε υπήρχαν μόνο υφασματάδικα, το Καπάκι café τα τελευταία δώδεκα χρόνια κρατά συντροφιά στα νεοκλασικά της πλατείας. «Το Καπάκι είναι ένα ζεστό και φιλόξενο café. Ο κόσμος το επιλέγει γι’ αυτόν τον λόγο: υπάρχει τόσο χρώμα εδώ μέσα που σε ευχαριστεί να καθίσεις και να χαλαρώσεις» δηλώνει η ιδιοκτήτρια Ιωάννα Μυρμήκου, παρατηρώντας: «Παρά την κρίση η κίνηση δεν έχει μειωθεί. Με την εμφάνιση και των άλλων café η πλατεία απέκτησε και πάλι ζωή. Σε αυτό βοηθά και το σημείο που βρισκόμαστε. Η Ερμού και το Μοναστηράκι έχουν σχεδόν πάντα πολύ κόσμο και αυτό μας βοηθά πολύ».
Στη άλλη πλευρά της πλατείας, το Throubi café παρασύρει τους φίλους της σόουλ και τζαζ μουσικής στον κόσμο του, τα τελευταία δυόμισι χρόνια. Το ψηλοτάβανο κτίριο του Τσίλερ, διακοσμημένο με πέτρα και ξύλο, θυμίζει χωριό και δημιουργεί ένα ζεστό κλίμα. «Από όταν έκλεισαν τα υφασματάδικα και ερήμωσαν τα κτίρια, ερήμωσε και η πλατεία. Είχε γίνει παρακμιακή και αφιλόξενη μέσα στο κέντρο» λέει ο υπεύθυνος του café, Γιώργος Βλαχομήτρος. Αλλά «τώρα πια ο κόσμος την έχει μάθει και έχει γίνει πλέον στέκι για όλους. Γιατί και οι τιμές είναι λογικές, το περιβάλλον είναι ιδιαίτερο και φιλικό, όπως άλλωστε είμαστε και εμείς».
Δίπλα ακριβώς, το Tailor Made μας καλεί να ανακαλύψουμε και να μάθουμε τα πάντα γύρω από τον καφέ. Η ονομασία έχει διττό χαρακτήρα: από τη μια είναι ο νέος «ράφτης» στην περιοχή όπου λειτουργούσαν πολλά υφασματάδικα. Από την άλλη, όλα τα ροφήματα και τα κοκτέιλ είναι… κομμένα και ραμμένα στις προτιμήσεις του πελάτη.
«Διαθέτουμε δέκα ποικιλίες καφέ και πάνω από 20 διαφορετικές ποικιλίες τσαγιού», λέει η ιδιοκτήτρια, Μοίρα Γεραντονάκη. «Οι πελάτες μας ξέρουν ότι εδώ θα βρουν ό,τι ακριβώς ψάχνουν για ένα ζεστό και χαλαρωτικό καφέ σε καλή τιμή. Επίσης μπορούν να αγοράσουν και για το σπίτι τον καφέ ή το τσάι που τους άρεσε». Το ψηλό ταβάνι του κτιρίου Τσίλερ οι ραπτομηχανές και οι έξυπνοι πίνακες με πατρόν σε συνδυασμό με την πέτρα και το ξύλο κυριαρχούν στον χώρο θυμίζοντας κάτι από μπαρόκ.
Λίγο πιο πάνω, στην οδό Ρόμβης, ανάμεσα στα εμπορικά καταστήματα, βρίσκεται ένα από τα πιο χαρούμενα café του κέντρου, το Pure Bliss. Τα πάντα είναι γεμάτα χρώματα και παιχνιδιάρικα σχέδια. «Πραγματικά είναι η «χαρά της ζωής». Οσα προβλήματα και αν έχω μέσα στο κεφάλι μου, τα ξεχνάω αμέσως μόλις έρχομαι εδώ. Το συνιστώ σε όλους» δηλώνει η Μαρία, τακτική θαμώνας του Pure Bliss.
Τα τραπέζια σε σχήμα λουλουδιών και καρδιάς, οι πολύχρωμες καρέκλες και οι χαλαρές μαξιλάρες σε κάνουν να αισθανθείς ότι βρίσκεσαι σε παραμύθι, απολαμβάνοντας το ρόφημα σου μέσα από μια μεγάλη ποικιλία αρωματικών καφέδων και τσαγιού σε καλές τιμές (3,5 –4 ευρώ).
Στρίβοντας στην οδό Θησέως, κρυμμένος μέσα στη στοά, ο μεθυσμένος Σινάτρα «κλείνει» πονηρά το μάτι προτείνοντας το περίφημο cocktail Drunk Sinatra με μαύρο ρούμι και άρωμα από εξωτικά φρούτα. Τα έντονα και φωτεινά χρώματα, η σόουλ, φανκ και τζαζ μουσική που σε παρασύρει και η 50’s –60’s διακόσμηση μετατρέπουν το Drunk Sinatra σε έναν χώρο διαφορετικό από τα υπόλοιπα στέκια της περιοχής.
«Επειδή το μαγαζί είναι μικρό, μας φέρνει ακόμα πιο κοντά. Ισως παίζει ρόλο και η θέση του. Ολα τα προβλήματα μένουν έξω από τη στοά» επισημαίνει η Ισμήνη, εργαζόμενη στο μπαρ. «Ο Ελληνας πάντα έβρισκε χρόνο για έναν καφέ, ειδικά στο κέντρο. Δεν νομίζω ότι ο κόσμος έφυγε ποτέ από εδώ. Αντιθέτως, γυρίζει εκεί που τον σέβονται. Εδώ άλλωστε βρίσκονται όλες οι υπηρεσίες, εδώ είναι το εμπορικό κέντρο της Αθήνας, οπότε όλοι γυρίζουν γύρω από αυτό», συμπληρώνει.
Ανηφορίζοντας στην Κολοκοτρώνη, όλοι οι δρόμοι οδηγούν στο Barley Cargo. Μια μπυραρία με μεγάλη ποικιλία ζύθου –πάνω από 150 ετικέτες από την Ελλάδα, την Τσεχία, τις ΗΠΑ, την Ολλανδία και το Βέλγιο –και καλού φαγητού. «Ο κόσμος έχει αγαπήσει το μαγαζί σε αυτό το μικρό διάστημα. Γιατί εδώ θα βρει την μπύρα που θέλει, θα τη συνοδεύσει με καλό φαγητό, θα περάσει καλά σε έναν ιδιαίτερο και απλό χώρο και θα πληρώσει λίγα», λέει ο Παναγιώτης, υπεύθυνος της μπυραρίας. Πρόκειται για έναν ιδιαίτερο εργοστασιακό χώρο, όπου μπορεί κανείς να απολαύσει την μπύρα του είτε στα μεγάλα ξύλινα βαρέλια μπύρας είτε στο μπάρ… είτε απλώς να ψωνίσει για το σπίτι του.
Αν όμως το κέντρο έχει πάντα την εμπορική κίνηση που το συντηρεί ζωντανό, στις γειτονιές τα πράγματα μοιάζουν πιο δύσκολα. Ανάμεσα στην πολύβουη Συγγρού, το Πάντειο και τις διάφορες εταιρείες, το Κουκάκι παραμένει μια ήσυχη, γραφική και οικογενειακή συνοικία των Αθηνών. Από πολλούς χαρακτηρίζεται ως η γειτονιά της παρέας – και όχι άδικα, αφού στα καφενεδάκια και στα ταβερνάκια του μαζεύονται και σήμερα παρέες όλων των ηλικιών, έστω και όχι με την ένταση άλλων εποχών. «Είναι ήσυχη γειτονιά, αλλά έχει τη δική της μαγική ζωή. Ξεφεύγεις από τη βαβούρα του κέντρου» υποστηρίζει ο Χάρης, φοιτητής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο.
Ανεβαίνοντας τον πεζόδρομο της Γεωργίου Ολυμπίου συναντάμε το Παγκάκι. Είναι ένα καφενείο, ένας χώρος συνάντησης πιο σωστά, ο οποίος δημιουργήθηκε από τους ίδιους τους εργαζόμενους σε μια προσπάθεια να δώσουν λύση στο πρόβλημα της ανεργίας. Ενα ρετρό μαγαζί με πολύ καλές τιμές (καφές 1 – 2,5 ευρώ), με ωραίο και ζεστό περιβάλλον. «Είναι πολύ καλή η προσπάθεια των παιδιών. Είμαστε όλοι μια παρέα, περνάμε καλά, τρώμε, πίνουμε, συζητάμε και ξεχνιόμαστε λίγο από τα προβλήματα. Ο,τι πρέπει για φοιτητές» λέει ο Τάκης, φοιτητής στο Χαροκόπειο.
Λίγο πιο πάνω οι Πατρίδες, ένα γραφικό καφενεδάκι, ψάχνουν να βρουν τη δική τους πατρίδα μέσα στην κρίση. «Μπορεί να έχουμε κόσμο, αλλά δεν υπάρχει κατανάλωση πια. Η κρίση μας έχει τσακίσει. Οσο και να ρίξουμε τις τιμές, ο κόσμος δεν έχει χρήματα, είναι πιο μαζεμένος πια», παρατηρεί η Μαρία Χαραλαμπίδου υπεύθυνη του καταστήματος. Η διακόσμηση, με τα μαρμάρινα τραπεζάκια και τις πολλές φωτογραφίες στον τοίχο, παραπέμπει σε παλαιότερες εποχές και σε καφενεία της Κωνσταντινούπολης, δημιουργώντας ταυτόχρονα ένα κλίμα ανάμνησης και συγκίνησης.
Δίπλα, στο χαρούμενο, διακοσμημένο με ρετρό στοιχεία Σπιρτόκουτο, κυριαρχεί παντού το χρώμα. Προβάλλοντας το σύνθημα «Ελα στην παρέα μας, έλα στο… σπιρτόκουτο», το μαγαζί θεωρείται από τα πιο παρεΐστικα café στο Κουκάκι. Ο χαρακτηρισμός του, μάλιστα, μόνο τυχαίος δεν είναι, καθώς το έχουν έξι φίλοι οι οποίοι τραγούδησαν την τρέλα της παρέας τους και μάλιστα τη γύρισαν και σε βίντεο-κλιπ. «Το Σπιρτόκουτο είναι μια νότα αισιοδοξίας και χαράς μέσα στη μουντίλα των καιρών» σημειώνει η Αγγέλα, ιδιωτική υπάλληλος.
Στην συμβολή του πεζόδρομου με την οδό Δημητρακοπούλου περιμένει το Πατάρι. «Είπαμε να ανοίξουμε αυτό το café εδώ, γιατί είναι πέρασμα, είναι γειτονιά. Προσπαθούμε να ανταποκριθούμε στις επιταγές των καιρών, γι’ αυτό και οι τιμές μας είναι χαμηλές. Μέχρι στιγμής ο κόσμος το έχει αγαπήσει, αν και ανοίξαμε τον Αύγουστο» δηλώνει η Βασιλική υπεύθυνη του café.