Ένα φουτουριστικό όραμα υψώνεται εδώ και λίγο καιρό στη μέση της απέραντης στέπας που καλύπτει το μεγαλύτερο μέρος της κεντρικής Ασίας. Η Αστανά, η νέα πρωτεύουσα του Καζακστάν, δίνει στους επισκέπτες της τη δυνατότητα να ρίξουν μια ματιά στο μέλλον της Ευρασίας και στους κατοίκους της την ευκαιρία να ζήσουν την περιπέτεια της ελεύθερης αγοράς με φόντο ένα σκηνικό σχεδιασμένο από τους πλέον σημαντικούς σύγχρονους αρχιτέκτονες.
Μια μεγαλούπολη ex nihilo
Την εποχή της Σοβιετικής Ένωσης σε αυτές τις εσχατιές της στέπας υπήρχε μια πόλη 200.000 περίπου κατοίκων με το όνομα Τσελίνιγκραντ, χτισμένη στις όχθες του ποταμού Ισίμ. Τυπική επαρχιακή σοβιετική πόλη σε ένα περιβάλλον με πολικό ψύχος τον χειμώνα και πολύ ζεστά καλοκαίρια. Η περιοχή ήταν γνωστή και σαν Ακμολά, που σημαίνει «λευκό νεκροταφείο» εξ αιτίας του χρώματος του εδάφους της. Σχεδόν στην καρδιά της κεντρασιατικής στέπας, με παγωμένους βοριάδες απίστευτης αγριότητας, τους οποίους τίποτα – ούτε δέντρα, ούτε λόφοι, ούτε βουνά – δεν υπάρχει για να επιβραδύνει, να φυσάνε ανελέητα το Τσελίνιγκραντ φυτοζωούσε μέσα στη σοβιετική παρακμή. Οι υποδομές της πόλης έμοιαζαν ξεχαρβαλωμένες και οι τεράστιες εργατικές πολυκατοικίες έδιναν την εντύπωση ότι από στιγμή σε στιγμή πρόκειται να καταρρεύσουν. Και ξαφνικά οι κάτοικοί του όχι μόνο έμαθαν ότι η πόλη τους θα γινόταν η νέα πρωτεύουσα της χώρας, αλλά είδαν μέσα σε λίγα μόνο χρόνια στην απέναντι όχθη του ποταμού, την οποία οι νέοι κάτοικοι της Αστανά αποκαλούν «αριστερή όχθη», να υψώνεται ένα … Μανχάταν. Η μοντέρνα Αστανά, που στα Καζακικά σημαίνει απλά «πρωτεύουσα», δημιουργήθηκε ex nihilo εδώ και περίπου μια δεκαπενταετία με προεδρικό διάταγμα και η κατασκευή της έχει κοστίσει μέχρι στιγμής περισσότερα από δέκα δις δολάρια, ποσό που αυξάνεται συνεχώς, καθώς στην πόλη επικρατεί ακόμα οικοδομικός οργασμός.
Η πόλη απλώνεται πάνω σε ένα γενικό σχέδιο του Ιάπωνα αρχιτέκτονα Κίσο Κουροκάβα. Την κεντρική αρτηρία της πόλης πλαισιώνουν δύο εντυπωσιακά κτίρια του Βρετανού Σερ Νόρμαν Φόστερ. Στη μία άκρη υψώνεται το Khan ShatyrEntertainmentCenter, έναmallτεραστίων διαστάσεων, που θεωρείται και η μεγαλύτερη «σκηνή» στον κόσμο, εξ ου και η ονομασία της που σημαίνει «Βασιλεύς των σκηνών». Το σχήμα της και η κατασκευή της παραπέμπουν στις παραδοσιακές σκηνές που για χιλιετίες στέγαζαν τους νομάδες της στέπας. Για την ολοκλήρωσή της χρειάστηκαν τέσσερα χρόνια και κόστισε συνολικά 400 εκατ. δολάρια. Τα υλικά από τα οποία είναι κατασκευασμένη προήλθαν από διάφορα μέρη του κόσμου. Το ειδικό πολυμερές πλαστικό που περιβάλλει τη «σκηνή» ήρθε από τη Γερμανία και την Κίνα, ενώ η άμμος που απλώνεται στην τροπική παραλία που βρίσκεται στον τελευταίο όροφο του mallμεταφέρθηκε στο Καζακστάν από τις Μαλδίβες και τα τροπικά φυτά στις παρυφές της παραλίας προέρχονται από την Ισπανία.
Στο εσωτερικό της μοιάζει με τα περισσότερα mall σε όλο τον κόσμο με πέντε ορόφους στους τέσσερις από τους οποίους κυριαρχούν τα καταστήματα, τα καφέ, τα εστιατόρια και οι αίθουσες με videogames, ενώ στον τελευταίο όροφο υπάρχει η τροπική παραλία, όπου με εισιτήριο περίπου 35 ευρώ μπορεί κανείς να κάνει μπάνιο, και όπου εκτός από το νερό θερμαίνεται τεχνητά και η άμμος. Τη διάρκεια της ημέρας το υλικό που την καλύπτει είναι αδιαφανές απ έξω, ενώ στο εσωτερικό αφήνει το φως να περνάει και να διαχέεται από παντού. Το σκηνικό αλλάζει δραματικά όταν δύσει ο ήλιος, οπότε η «σκηνή» φωτίζεται από μέσα με προβολείς σε διάφορους χρωματισμούς κάνοντάς την να λαμποκοπάει στο σκοτάδι και να είναι ορατή από μεγάλη απόσταση.
Στην άλλη άκρη της κεντρικής αρτηρίας υψώνεται η κορωνίδα της πόλης, Το Παλάτι για την Ειρήνη και την Αρμονία. Πρόκειται για μία τεράστια πυραμίδα που έχει χτιστεί πάνω σε έναν τεχνητό λόφο σε σχέδια του Φόστερ. Τα εγκαίνια της πυραμίδας έγιναν το 2006, χτίστηκε μέσα σε τέσσερα χρόνια και κόστισε 200 εκατ. δολάρια. Η ανέγερσή της ξεκίνησε από μια ιδέα του Προέδρου της χώρας Νουρσουλτάν Ναζαρμπάεφ, ο οποίος θέλησε να κατασκευάσει ένα κέντρο συνάντησης των θρησκευτικών ηγετών της υφηλίου.
Η πυραμίδα έχει ύψος 60 μέτρα και το εξωτερικό της αποτελείται από ένα ατσάλινο πλαίσιο και υαλοπίνακες. Στο εσωτερικό της στο πρώτο επίπεδο στεγάζει μια αίθουσα συναυλιών 1.500 θέσεων και το φουαγέ της είναι κατασκευασμένο από μαύρογρανίτηπου λαμποκοπάει. Μοναδική παραφωνία οι μεγάλες γλάστρες που στολίζουν τον χώρο και οι οποίες φιλοξενούν πλαστικά φυτά με λουλούδια. Ένα ασανσέρ μεταφέρει τους επισκέπτες στον πρώτο όροφο της κεντρικής αίθουσας, της οποίας το πάτωμα είναι κι αυτό φτιαγμένο από διαφανές γυαλί που δίνει στους επισκέπτες τη δυνατότητα να βλέπουν την αίθουσα συναυλιών από κάτω και την αίσθηση ότι περπατούν στον αέρα. Δύο ακόμα όροφοι φιλοξενούν παρεκκλήσια για τις δεκαοκτώ βασικές θρησκείες της χώρας, που συνολικά ξεπερνούν τις σαράντα. Φτάνοντας κανείς στην οροφή και αφού έχει περάσει από έναν αιωρούμενο διάδρομο που περιβάλλεται από έναν κρεμαστό κήπο μπαίνει σε μια αίθουσα όπου οι θρησκευτικοί ηγέτες του κόσμου συναντώνται κάθε τρία χρόνια. Στους γυάλινους τοίχους της αίθουσας κυριαρχούν βιτρό που έχουν μοτίβα ιπτάμενων κύκνων, ενώ ένας φακός στο πάτωμα διαχέει στο από κάτω αίθριο το φως.
Μοντερνισμός με άρωμα κεντρικής Ασίας
Ανάμεσα στην Πυραμίδα και τη «σκηνή», στη μέση της κεντρικής αρτηρίας βρίσκεται μια περίεργη κατασκευή που μοιάζει με γιγαντιαίο μπαλάκι του μπάντμινγκτον. Είναι ο πύργος Μπαϊτερέκ, ακόμια μία ιδέα του Προέδρου. Πρόκειται για μια μεταλλική κατασκευή συνολικού ύψους 97 μέτρων, που συμβολίζει το 1997, έτος που η Αστανά ανακηρύχτηκε νέα πρωτεύουσα του κράτους. Στην κορυφή του μεταλλικού πύργου στηρίζεται μία σφαίρα που έχει διάμετρο 22 μέτρα και ζυγίζει 300 τόνους. Το εξωτερικό της σφαίρας είναι κατασκευασμένο από γυαλί – χαμαιλέοντα που αλλάζει χρώμα ανάλογα με το φως το ήλιου.
Ένα απρόσμενα ηλιόλουστο μεσημέρι στις αρχές Οκτωβρίου αγόρασα ένα εισιτήριο στη βάση του κτιρίου και στη συνέχεια με το ασανσέρ ανέβηκα στη σφαίρα που έχει δύο ορόφους. Από εκεί πάνω μπορούσες να δεις τριγύρω όλη την πόλη. Μπορούσες να δεις το προεδρικό μέγαρο στεφανωμένο με έναν μπλε τρούλο, το υπουργείο εξωτερικών, το υπουργείο εθνικής άμυνας, τους ουρανοξύστες που πλαισιώνουν τις κεντρικές αρτηρίες του κέντρου, τα υπερσύγχρονα στάδια και την παλιά πόλη από την άλλη πλευρά του ποταμού, που σήμερα έχει εξωραϊστεί και δεν θυμίζει σε τίποτα το παλιό Τσελίνιγκραντ. Στον πάνω όροφο υπήρχε ένα αποτύπωμα του χεριού του Προέδρου και ήταν διασκεδαστικό να βλέπεις νέους και ηλικιωμένους Καζάκους να βάζουν το χέρι τους στο αποτύπωμα σε μία διαδικασία που υποτίθεται ότι συμβόλιζε την απόφασή τους να συμβάλλουν κι αυτοί στο όραμα του Ναζαρμπάεφ για ένα θαυμαστό, ολοκαίνουριο Καζακστάν.
Η πόλη απλώνεται τριγύρω λαμπερή και αυθάδης, χωρίς την πατίνα του χρόνου, τόσο καινούρια που μοιάζει εξωπραγματική. Οι φουτουριστικές κατασκευές δίνουν την εντύπωση ότι βρίσκεσαι σε σκηνικό μιας ταινίας επιστημονικής φαντασίας. Ανάμεσα στα κυβερνητικά κτίρια και και τις τράπεζες διακρίνει κανείς το γιγαντιαίο «Χαντράτ Σουλτάν» τζαμί, το μεγαλύτερο στην κεντρική Ασία, δωρεά του Κατάρ, μια μεγάλη συναγωγή την κατασκευή της οποίας πλήρωσε ένας δισεκατομμυριούχος Καζάκος Εβραίος και μια ρώσικη Ορθόδοξη εκκλησία που χτίστηκε με λαϊκή συμμετοχή.Από τον πύργο δεν βλέπει κανείς μόνο την πόλη, αλλά και την στέπα που την περιβάλλει από παντού και η οποία εκτείνεται στον ορίζοντα προς όλες τις κατευθύνσεις για χιλιάδες χιλιόμετρα.
Μια πρωταύουσα μετακομίζει
Στην ερώτησή μου για την αιτία της μεταφοράς της πρωτεύουσας πήρα διάφορες απαντήσεις. Άλλος μου έλεγε ότι η παλιά πρωτεύουσα, το Αλματί, που ήταν χτισμένη κοντά στα νότια σύνορα της χώρας στους πρόποδες της οροσειράς Τιαν Σεν, είχε εξαντλήσει τα περιθώρια για επέκταση, αδυνατούσε να απορροφήσει τον ολοένα αυξανόμενο πληθυσμό, ενώ τα γύρω βουνά εγκλώβιζαν την ατμοσφαιρική ρύπανση. Άλλος μου έλεγε ότι οι αιτίες ήταν γεωπολιτικές. Το Αλματί, που βρισκόταν στα νοτιοανατολικά σύνορα της χώρας ήταν πολύ απομακρυσμένο από την υπόλοιπη δημοκρατία. Τα κοιτάσματα πετρελαίου της Κασπίας βρίσκονταν περίπου τρεις χιλιάδες χιλιόμετρα δυτικά, ενώ οι γειτονικές «δημοκρατίες» στον νότο, όπως το Ουζμπεκιστάν και το Κιργιστάν ήσαν πολύ ασταθείς και βρίσκονταν πολύ κοντά στο Αλματί. Άλλος μου έλεγε ότι ήταν μια ευφυής ιδέα του Προέδρου προκειμένου να διασφαλίσει τα βόρεια σύνορα της χώρας με τη Ρωσία που έχουν μήκος περισσότερα από επτά χιλιάδες χιλιόμετρα, δεδομένου ότι μετά την κήρυξη της ανεξαρτησίας του Καζακστάν υπήρχαν πολλοί Ρώσοι αξιωματούχοι που έκαναν λόγο για εδαφικές αξιώσεις της Ρωσίας σε μεγάλες λωρίδες γης στα βόρεια του Καζακστάν.
Ο πρόεδρος Ναζαρπάεφ δεν ήταν ο πρώτος που είχε την ιδέα να κάνει την Αστανά πρωτεύουσα του κράτους. Ήδη από την εποχή του Νικίτα Χρουτσόφ, τη δεκαετία του 1950, υπήρχαν ανάλογα σχέδια. Ο Χρουτσόφ ήλπιζε να μετατρέψει την ακαλλιέργητη στέπα γύρω από το Τσελίνιγκραντ σε σιτοβολώνα της Σοβιετικής Ένωσης. Ήταν μία ιδέα που βρήκε πολλούς θιασώτες, με αποτέλεσμα τεράστιες εκτάσεις να σπαρθούν με σιτάρι, ενώ δόθηκαν κίνητρα σε χιλιάδες Ρώσους να μετακινηθούν και να εγκατασταθούν στην περιοχή. Κανείς, φυσικά, δεν ρώτησε τους Καζάκους, οι οποίοι γνώριζαν από πρώτο χέρι ότι η στέπα δεν μπορούσε να συντηρήσει τέτοιου είδους εντατικές καλλιέργειες. Στην αρχή το σχέδιο φάνηκε να πηγαίνει καλά και το Τσελίνιγκραντ αναπτύχθηκε ραγδαία. Όμως οι λυσσαλέοι άνεμοι που φύσαγαν κατά τη διάρκεια του χειμώνα ξερίζωσαν τα σπαρτά, ενώ η εντατικήλίπανσημε φυτοφάρμακα δηλητηρίασε το έδαφος. Το σχέδιο ξεψύχησε και η ιδέα ξεχάστηκε.
Τον Ιούλιο του 1994 ο πρόεδρος Ναζαρμπάεφ αποφάσισε να αναβιώσει την ιδέα και το όλο εγχείρημα ξεκίνησε επίσημα το 1997. Οι χιλιάδες κρατικοί υπάλληλοι που έπρεπε να μετακομίσουν στη νέα πρωτεύουσα δεν ήσαν καθόλου ευχαριστημένοι. Να μη ξεχνάμε ότι η περιοχή ήταν γνωστή σαν τόπος εξορίας, φιλοξενώντας σταλινικά στρατόπεδα συγκέντρωσης, ενώ η Αστανά θεωρείται σαν η δεύτερη πιο κρύα πρωτεύουσα του κόσμου μετά την Ουλάν Μπατόρ της Μογγολίας. Εδώ ήταν που ο Στάλιν εξόρισε χιλιάδες Γερμανούς του Βόλγα, Ινγκουσέτιους και Τσετσένους στις δεκαετίες του 30 και του 40. Η ιδέα να αφήσουν τις κατοικίες και τις οικογένειές τους στο όμορφο Αλματί για να εγκατασταθούν σε αυτή την περιοχή, που πολλοί αποκαλούσαν «σκουπιδοτενεκέ του Στάλιν», περίπου 1.000 χιλιόμετρα βορειότερα δεν τους άρεσε και πολύ.
Η μετακίνηση κράτησε περίπου δύο χρόνια και όπως πολλοί θυμούνται ο πρώτος χειμώνας ήταν τρομερός. Οι κάτοικοι του Αλματί δεν ήσαν συνηθισμένοι σε τέτοιο πολικό ψύχος και περίμεναν ανυπόμονα να έρθει το καλοκαίρι που όμως έφερε μαζί του νέα βάσανα – σκόνη και κουνούπια. Καθώς δεν υπήρχαν κτίρια για να στεγάσουν τις χιλιάδες των κρατικών υπαλλήλων, ακόμα και ανώτεροι αξιωματούχοι ζούσαν σε στρατώνες. Δεν είναι τυχαίο ότι οι ηλικιωμένοι προτίμησαν να παραμείνουν στο Αλματί, με αποτέλεσμα η Αστανά να δίνει την εντύπωση ότι κατοικείται αποκλειστικά από νέους ανθρώπους. Σιγά – σιγά οι υποδομές βελτιώθηκαν και χρόνο με τον χρόνο οι κάτοικοι της πόλης είδαν να διαμορφώνεται τριγύρω τους ένα νέο σκηνικό. Η ιδέα του προέδρου άρχισε να παίρνει σάρκα και οστά και σήμερα μπορεί κανείς να πει ότι η πόλη δεν έχει να ζηλέψει τίποτα από τις άλλες μεγαλουπόλεις του κόσμου.