Η ολοένα κι αυξανόμενη βία στην Συρία έχει εντείνει τους φόβους για πιθανή επέκταση της συριακής κρίσης προς την πλευρά του Λιβάνου, επισημαίνει σε άρθρο του το ΒΒC. Όπως μεταδίδει η ανταποκρίτρια του βρετανικού δικτύου στη Βηρυτό, πολλοί κάτοικοι σκέφτονται πλέον σοβαρά το ενδεχόμενο να φύγουν από τη «χώρα των Κέδρων».
«Τους τελευταίους μήνες, οι δρόμοι της Βηρυτού κατακλύζονται από αυτοκίνητα με πινακίδες κυκλοφορίας από το Χαλέπι, την Χομς και τη Δαμασκό, σημάδι πως πολλοί Σύριοι της μεσαίας τάξης έχουν μεταφέρει πλέον το επίκεντρο των δραστηριοτήτων τους, εκτός της πατρίδας τους, σε μέρος που θεωρούν πιο ασφαλές», σημειώνει η Τζόρτζια Πάτερσον Ντάργκαμ, τονίζοντας πως «οι πιο φτωχές οικογένειες Σύρων προσφύγων εχουν εγκατασταθεί σε περιοχές κοντά στα σύνορα».
Ωστόσο, κι αυτοί σε λίγο θα αναζητούν τρόπο διαφυγής απ’ το Λίβανο, αφού ούτε η κατάσταση μέσα στη χώρα είναι καλή, με τις απεργίες των εργαζομένων της κρατικής εταιρείας ηλεκτροδότησης να είναι σχεδόν καθημερινό φαινόμενο και τους φόβους να εντείνονται πως ο εμφύλιος πόλεμος στη Συρία θα συμπαρασύρει το Λίβανο.
«Όλοι οι φίλοι μου εδώ, μου λένε πως οι καθημερινές ταραχές είναι αποτέλεσμα πολιτικών διεργασιών με σκοπό να υποκινηθούν συγκρούσεις», επισημαίνει η βρετανίδα ρεπόρτερ.
Η πολύνεκρη έκρηξη παγιδευμένου αυτοκινήτου στο κέντρο της Βηρυτού είναι ακόμη ένα σημάδι της κλιμακούμενης σύγκρουσης μεταξύ σουνιτών και αλαουιτών, τη θρησκευτική μειονότητα στην οποία ανήκει ο ίδιος ο Σύρος πρόεδρος Μπασάρ αλ Ασαντ. Ο πρωθυπουργός της χώρας, Νατζίμπ Μικάτι, έχει καλέσει εδώ και πολλές εβδομάδες τον στρατό και τις υπηρεσίες ασφαλείας «να κάνουν ό,τι είναι δυνατό, για να σταματήσει αυτή η παράλογη μάχη», δηλώνοντας θορυβημένος από τον κίνδυνο «να συρθεί ο Λίβανος μέσα στη σύγκρουση στη Συρία».
Η διεθνής κοινότητα παρακολουθεί με ανησυχία τη κατάσταση στον Λίβανο, που γνωρίζει τις χειρότερες συγκρούσεις μετά τον εμφύλιο πόλεμο του 1975-1990 που στοίχισε τη ζωή σε 120.000 ανθρώπους, ενώ άλλοι 76.000 εκτοπίστηκαν απ’ τις εστίες τους. Η Συρία εισέβαλε στον Λίβανο το 1976, με το πρόσχημα ότι θα ενεργούσε ως ειρηνευτική δύναμη, αλλά σύντομα η συριακή ειρηνευτική δύναμη λειτούργησε περισσότερο ως μια δύναμη κατοχής, που επιδίωκε να βάλει τον Λίβανο στη σφαίρα επιρροής της Συρίας.
Με τη συμφωνία του Ταΐφ του 1989, οι 128 έδρες του λιβανικού Κοινοβουλίου μοιράστηκαν ισότιμα μεταξύ χριστιανών και μουσουλμάνων και μετά την αποχώρηση των ισραηλινών – το 2000 – και των συριακών δυνάμεων το 2006, η χώρα επανέκτησε σταδιακά την πολιτική της σταθερότητα, ενώ το 2008 η Συρία αναγνώρισε τη χώρα ως ανεξάρτητο κράτος. Ωστόσο, ο Λίβανος έχει διαμαρτυρηθεί επανειλημμένως για τις συνεχιζόμενες παρεμβάσεις της Συρίας στο πολιτικό του σύστημα, κατηγορώντας ευθέως τον πρόεδρο Άσαντ ότι βρίσκεται πίσω από τη δολοφονία του σουνίτη Λιβανέζου πρωθυπουργού Ραφίκ Χαρίρι το Φεβρουάριο του 2005.