Δύο νέες λίστες «μαμούθ», με περισσότερους από 500.000 φορολογούμενους που έχουν τραπεζικές συναλλαγές ύψους 300.000 ευρώ μέσα σε ένα χρόνο αλλά και για όσους έχουν λάβει πάσης φύσεως δάνεια άνω των 200.000 ευρώ (με χρονικό βάθος ελέγχου από το 2000) καταρτίζει ο ΣΔΟΕ όπως προκύπτει από δύο έγγραφα που έχει αποστείλει στις ελληνικές τράπεζες.
Στόχος των ελεγκτών του Υπουργείου Οικονομικών είναι να αντιπαραβάλλουν τα στοιχεία από τις δύο λίστες με τις αντίστοιχες φορολογικές δηλώσεις των πολιτών προκειμένου να εντοπίσουν και να φορολογήσουν τεράστια ποσά «μαύρου χρήματος» που διακινήθηκαν μέσω τραπεζών. Στελέχη του ΣΔΟΕ μιλούν για μια γιγαντιαία έρευνα μπροστά στην οποία «ωχριά» εκείνη για τα εμβάσματα στο εξωτερικό. Ωστόσο ανώτατα στελέχη τραπεζών μιλούν για έναν τεράστιο όγκο δεδομένων που ίσως προκαλέσει «σύγχυση» και «δυσπραγία» στους αρμόδιους ελεγκτές του ΣΔΟΕ αφού θα είναι εξαιρετικά δύσκολη και χρονοβόρα η διασταύρωση των στοιχείων.
Το αρχικό έγγραφο ΣΔΟΕ με το οποίο εκδηλώνεται η πρόθεση να συνταχθεί λίστα με όσους έχουν συναλλαγές άνω των 300.000 ευρώ εντός ενός χρόνου, την περίοδο 2000-2012, συντάχθηκε στις 15 Ιουνίου 2012 -με αριθμό πρωτοκόλλου 7906- δηλαδή τρεις μόλις ημέρες πριν τις εθνικές εκλογές και έχει επικαιροποιηθεί πολλές φορές, ύστερα από σχετικά διευκρινιστικά αιτήματα των Τραπεζών.
Στα έγγραφα του ΣΔΟΕ που εστάλησαν και στο γραφείο του Πρωθυπουργού ζητείται «η αποστολή σε ηλεκτρονική μορφή αρχείων στα οποία αρχικά να αποτυπώνονται τα στοιχεία φυσικών προσώπων που διαθέτουν ή διέθεταν από 1ης Ιανουαρίου 2000 ως και σήμερα, ατομικά ή κοινά πάσης φύσεως τραπεζικούς λογαριασμούς (εκτός λογαριασμών όψεως) όπου η κίνηση ενός τουλάχιστον λογαριασμού (εκτός λογαριασμού όψεως) του οποίου οι συνολικές πιστώσεις ή οι χρεώσεις σε ένα τουλάχιστον έτος υπερέβησαν τις 300.000 ευρώ».
Το εντυπωσιακό στοιχείο είναι ότι με αυτήν την λίστα ο ΣΔΟΕ θα είναι σε θέση να ελέγξει και στην συνέχεια, πιθανόν, να φορολογήσει όσους ιδιώτες έφεραν χρήματα από την Ελβετία και άλλες χώρες του εξωτερικού με τον φόβο των οικονομικών μέτρων που θα λαμβάνονταν για όσους είχαν στείλει χρήματα εκτός χώρας. Ωστόσο στελέχη του Υπουργείου Οικονομικών επεσήμαιναν ότι «δεν υπάρχει τέτοια πρόθεση για τα χρήματα που μεταφέρθηκαν πάλι σε ελληνικές τράπεζες».
Το δεύτερο έγγραφο του ΣΔΟΕ στάλθηκε προ τεσσάρων ημερών στις τράπεζες και ζητά από τα πιστωτικά ιδρύματα να του παραδώσουν τα πλήρη στοιχεία όσων έλαβαν δάνεια άνω των 200.000 ευρώ την τελευταία δωδεκαετία. Έτσι ώστε να αντιπαραβληθούν τα νέα δεδομένα με τις φορολογικές δηλώσεις των παραληπτών των δανείων προκειμένου να δουν αν πολλές από αυτές τις δανειοληψίες ήταν εικονικές και ψευδεπίγραφες και υπέκρυπταν «μαύρο» η «βρώμικο» χρήμα. Ακόμη θα ελεγχθεί πως πολλά από αυτά τα δάνεια αποπληρώνονταν χωρίς τα εισοδήματα των δικαιούχων να δικαιολογούν κάτι τέτοιο.
Οπως ανέφεραν ωστόσο, προς «Το Βήμα» στελέχη τραπεζών «οι δύο αυτές λίστες είναι εξαιρετικά δύσκολο να καταρτισθούν και θα είναι εξίσου σύνθετο και προβληματικό στις οικονομικές υπηρεσίες να το εκμεταλλευθούν. Σε πολλά πιστωτικά ιδρύματα αυτοί που έχουν συναλλαγές ύψους 300.000 ευρώ, μέσα σε ένα χρόνο -από το 2000 μέχρι σήμερα- μπορεί να αποτελούν το 2-7% των πελατών της τράπεζας. Μιλάμε δηλαδή για εκατοντάδες χιλιάδες ονόματα και εκατομμύρια συναλλαγές που απορούμε πως θα μπορούσαν να ελεγχθούν. Ηδη όλες οι τράπεζες και οι υπεύθυνοι των πληροφοριακών συστημάτων, δημιουργούν ειδικό λογισμικό πρόγραμμα για να προσδιορίσουν τα απαιτούμενα του αιτήματος του ΣΔΟΕ και να εντοπίσουν τους λογαριασμούς με συνολικές εισροές και εκροές σε αυτό το όριο, κάθε έτος. Ωστόσο υπάρχει συνεχής αλληλογραφία με το ΣΔΟΕ για να διευκρινιστούν πολλές πτυχές της λίστας αυτής».
Η πλήρης ροή των στοιχείων από τις τράπεζες προς το ΣΔΟΕ αναμένεται να αρχίσει τις επόμενες ημέρες…
Την ίδια ώρα, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία του ΣΔΟΕ, από τους 5.817 ελέγχους που έχουν πραγματοποιηθεί σε τραπεζικούς λογαριασμούς πολιτών για διάφορες υποθέσεις -μετά κυρίως από καταγγελίες- έχουν συνταχθεί 340 φορολογικοί φάκελοι που αφορούν πρόστιμα της τάξης των 800.000.000 ευρώ. Ακόμη στο στάδιο της ολοκλήρωσης είναι 130 ακόμη δικογραφίες.