Η Ελλάδα είναι χρεοκοπημένη, «τελειωμένη», πεσμένη στο χώμα. Και το μόνο που θα μπορούσε ίσως να τη σώσει είναι ένα δεύτερο γενναίο «κούρεμα» των χρεών της, και δη εκείνων που βρίσκονται στα χέρια των κρατών.
Σε αυτό το κοινό συμπέρασμα καταλήγουν οι εκπρόσωποι των τεσσάρων σημαντικότερων οικονομικών ιδρυμάτων της Γερμανίας, που παρουσίασαν σήμερα σε συνέντευξη τύπου στο Βερολίνο την ετήσια «φθινοπωρινή διάγνωση» τους για την πορεία της ευρωπαϊκής οικονομίας υπό τον τίτλο: «Η ευρωκρίση εξασθενίζει τη συγκυρία – τα ρίσκα αποσταθεροποίησης παραμένουν υψηλά».

Οι σειρήνες συναγερμού άρχισαν να ηχούν ήδη στην αρχή της συνέντευξης. «Η Ελλάδα δεν σώζεται με τίποτα» δήλωσε ο εκπρόσωπος του Ινστιτούτου Παγκόσμιας Οικονομίας του Κιέλου Γιόαχιμ Σάιντε. Όλα τα βασικά οικονομικά μεγέθη δείχνουν ότι η ώρα της χρεοκοπίας πλησιάζει και ότι δεν μπορεί να αναχαιτισθεί με νέα δάνεια, ή επιμηκύνσεις. Οι συνάδελφοί του κουνούσαν επιδοκιμαστικά τα κεφάλια τους.
«Η Ελλάδα πέτυχε πολλά στο δημοσιονομικό τομέα» τόνισε εκπρόσωπος του Ινστιτούτου Οικονομικής Έρευνας ifo του Μονάχου Κάι Κάρστενσεν. «Όμως αυτό δεν φτάνει στο ελάχιστο για να εξασφαλίσει τη βιωσιμότητα του χρέους της».

Οι μεταξύ τους διαφορές ξέσπασαν μετά το τέλος της συνέντευξης, στις κατ΄ιδίαν συνομιλίες που είχε μαζί τους «Το Βημα» – με μήλο της έριδος, αν η χρεοκοπία θα πρέπει να γίνει εντός, ή εκτός της ευρωζώνης.

«Ασφαλώς εκτός» είπε ο κ.Κάστερσεν. Μόνο με μια παροδική έξοδο της χώρας από τη νομισματική ένωση – η οποία θα πρέπει να γίνει εθελούσια, όχι επειδή το επιβάλλουν οι άλλοι – θα μπορούσαν να λυθούν τα βασικά της προβλήματα, όπως η απελπιστικά χαμηλή ανταγωνιστικότητα. Αλλά και αυτή, πρόσθεσε, δεν πρόκειται να ευδοκιμήσει, αν δεν μειωθούν περαιτέρω οι μισθοί στον ιδιωτικό τομέα. «Οι μειώσεις που έγιναν στο δημόσιο είναι πολύ υψηλότερες» είπε. Αλλά αυτές πέφτουν στο κενό, επειδή οι δημόσιες υπηρεσίες και επιχειρήσεις δεν εξάγουν προϊόντα. Αυτά παράγονται μόνο από ιδιωτικές επιχειρήσεις. Στην ένσταση, ότι οι απώλειες των ιδιωτικών υπαλλήλων είναι πολύ μεγαλύτερες από εκείνες που εμφανίζονται στις στατιστικές, επειδή οι εργαζόμενοι δεν πληρώνονται για πολλούς μήνες, ή συμβιβάζονται με μικρότερο μισθό από τον προβλεπόμενο, η απάντησή του ήταν: «Αν είναι έτσι, τότε υπάρχει πρόβλημα με την ελληνική στατιστική υπηρεσία, η οποία, όπως δηλώνει, παρουσιάζει τους πραγματικούς, όχι τους εικονικούς μισθούς. Η αφετηρία μου είναι πάντως, ότι πρόκειται για αξιόπιστα στοιχεία».
Διαφορετική ήταν η προσέγγιση του κ.Σάιντε. «Η χώρα πρέπει να κάνει αναδιάρθρωση του χρέους της, αλλά εντός του ευρώ» είπε. «Τυχόν έξοδός της θα δημιουργήσει πρόβλημα στην Ευρώπη, αλλά κυρίως στην ίδια, αφού θα πρέπει μετά να εισάγει εμπορεύματα και να εξυπηρετεί το υπόλοιπο του χρέους της σε ευρώ. Αυτό δεν αντέχεται για μεγάλο διάστημα. Το αποτέλεσμα θα είναι καταστροφικό».

Πιο διαφοροποιημένη ήταν η θέση του διευθυντή του Ινστιτούτου Οικονομικής Έρευνας του Χάλε Όλιβερ Χολτεμέλερ. «Καλά, η χρεοκοπία θα έρθει» είπε. «Αλλά θα πρέπει να βοηθήσουμε αμέσως μετά την Ελλάδα να ξεφύγει από την καταστροφή και να επανέλθει βαθμιαία σε πορεία ανάκαμψης». Κι αυτό επιτάσσει την παροχή γενναίας οικονομικής βοήθειας στη βάση ενός μακρόχρονου σχεδίου ανασυγκρότησης.

Το καταλληλότερο πλαίσιο για όλα αυτά, τονίζει, θα ήταν η ευρωζώνη. Κι αυτό και για γενικότερους λόγους. «Οι πολιτικές απώλειες από τυχόν έξοδο θα ήταν ασύγκριτα μεγαλύτερες από τις οικονομικές» είπε. Η Ευρώπη θα έβγαινε σοβαρά τραυματισμένη από αυτό.

Ταυτόχρονα, η έξοδος δεν θα πρόσφερε πλεονεκτήματα στην Ελλάδα. «Η υποτιθέμενη αύξηση των εξαγωγών στο βιομηχανικό τομέα αποτελεί μύθο, δεδομένου ότι η Ελλάδα δεν έχει σοβαρή βιομηχανία» είπε. Κι από αυτή την άποψη, η πολυδιαφημιζόμενη εξωτερική υποτίμηση, δεν θα προσέφερε στην αύξηση της ανταγωνιστικότητας. «Τέτοια υποτίμηση έγινε στη Μεγάλη Βρετανία» υπενθύμισε. «Αλλά το αποτέλεσμα ήταν μηδενικό, επειδή οι Βρετανοί έχουν παροπλιστεί βιομηχανικά και έχουν μεταφέρει το βάρος της οικονομίας τους στα χρηματιστικά ιδρύματα. Η υποτιμημένη λίρα δεν έδωσε έτσι ώθηση στις εξαγωγές βιομηχανικών προϊόντων, επειδή η διαθέσιμη ποσότητά τους ήταν αμελητέα».

Οι τέσσερις ερευνητές, που με εξαίρεση τον κ.Χολτεμέλερ ανήκουν στους «σκληροπυρηνικούς» της νεοφιλελεύθερης οικονομικής σκέψης, άσκησαν σκληρή κριτική στο νέο πρόγραμμα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας ΕΚΤ για την χωρίς περιορισμό αγορά κρατικών ομολόγων. Με αυτή την πολιτική, «η ΕΚΤ μετατρέπεται σε φρουρό των εθνικών δημοσιονομικών πολιτικών και επηρεάζει έτσι την πιθανή ικανότητα πληρωμών των ξεχωριστών κρατών. Έτσι κινδυνεύει όμως όχι μόνο η ανεξαρτησία, αλλά και η αξιοπιστία της» αναφέρεται στο κείμενο της «διάγνωσης», που έγινε κατά παραγγελία της γερμανικής κυβέρνησης.

Αυτό θα μπορούσε να έχει πολύ βλαπτικές συνέπειες για το ευρώ, μέσω ενός καινούριου για την ευρωζώνη φαινομένου, της ανόδου του πληθωρισμού. Σε τι ύψη θα μπορούσε να ανέβει ο τελευταίος; «Αδύνατο να το προβλέψει κανείς» είπε ο κ.Σάιντε. Όμως, υπενθύμισε, στη δεκαετία του 90 είχαμε σε πολλά κράτη της σημερινής ευρωζώνης, που χρησιμοποιούσαν της κεντρικές τους τράπεζες ως χρηματοποιητικές μηχανές, πληθωρισμό της τάξης του 10% και παραπάνω. Κι αυτό δεν αποκλείεται να επαναληφθεί και στη νομισματική ένωση, αν δεν σταματήσει έγκαιρα η τρέχουσα πολιτική της ΕΚΤ.