{{{ moto }}}
Αν την έβλεπε ο Ινγκμαρ Μπέργκμαν πιστεύω ότι θα ζήλευε. Και θα είχε κάθε δίκιο να ζηλέψει, γιατί μέσα σε δύο ώρες και κάτι –δύο τρομερές ώρες και κάτι –η «Αγάπη» («Αmour», Γαλλία / Αυστρία / Γερμανία, 2012) του Μίχαελ Χάνεκε συμπυκνώνει όλες τις φοβίες που κάποτε νιώθαμε να ζωντανεύουν μέσα μας παρακολουθώντας στις ταινίες του Μπέργκμαν. Ο φόβος του θανάτου, ο φόβος του γήρατος, ο φόβος της απώλειας, ο φόβος του χαμού του συντρόφου, ο φόβος της εξαΰλωσης του έρωτα… Ο φόβος, ο φόβος, ο φόβος.

«Κοίτα με» λέει στην Αν Λοράν (Εμανουέλ Ριβά) ο σύζυγός της Ζορζ (Ζαν Λουί Τρεντινιάν). Απορία και φόβος φτιάχνουν μια παράξενη μάσκα στο πρόσωπό του. Εκείνη τίποτε. Δύο γεροντάκια καθισμένα σε μια κουζίνα. Η γυναίκα συνέρχεται και δεν θυμάται τίποτε από το ολιγόλεπτο μπλακάουτ. Σε λίγο η κατάστασή της θα επιδεινωθεί, αλλά ο φακός του Χάνεκε δεν συγχωρεί. Εγκλωβισμένος σε αυτό το πλούσιο σπίτι των παριζιάνων αστών, σταθερός και αυστηρός σαν σκιάχτρο, ο φακός-μάτι του σκηνοθέτη θα παρακολουθήσει τη σχέση του ζευγαριού να παραμορφώνεται όλο και πιο πολύ. Αργά, μεθοδικά, σχεδόν σαδιστικά.
Η επιστροφή στο σπίτι μετά το νοσοκομείο. Το αναπηρικό καροτσάκι. Και μετά το ηλεκτρικό αναπηρικό καροτσάκι. Ο κόπος για τη μεταφορά από το καροτσάκι στην πολυθρόνα. Το λούσιμο. Η τουαλέτα. H γυμναστική στα πόδια. Το βιβλίο που του ζητεί να της φέρει. Η άρνησή της να πιει νερό. Το φτύσιμο. Το χαστούκι. Η παραίτηση. Η επιμονή.
Ολα σε slow motion. Αλλά μέσα σε αυτό το τρομακτικό δράμα, αυτό το θρίλερ της τρίτης ηλικίας, μια αξιοπρέπεια που σκλαβώνει: «Υποσχέσου μου ότι δεν θα με ξαναπάς ποτέ στο νοσοκομείο». Δεν θα την ξαναπάει. Για ποιον λόγο άλλωστε; Βρίσκεται εκεί για να τη φροντίσει ο ίδιος. Ως τον θάνατο. Γιατί φυσικά την αγαπά. Γιατί αυτό σημαίνει αγάπη. Ερωτας. Αληθινός έρωτας.
Ο Χάνεκε ανακουφίζει την ιστορία με μικρές αναλαμπές. Επισκέψεις (η «στον κόσμο της» κόρητου ζεύγους που υποδύεται η Ιζαμπέλ Υπέρ, ο παλιός μαθητής του πιάνου –Αλεξάντρ Θαρό, ο θυρωρός της πολυκατοικίας –Ραμόν Αγκίρε) ή κουβέντες ανάμεσα στο ζευγάρι. Η περιγραφή μιας κηδείας με τον ηλίθιο παπά, τον θλιβερό επικήδειο μιας συναδέλφου και τη γραμματέα που έβαλε το «Yesterday» των Beatles. Το ξεφύλλισμα του άλμπουμ με τις παλιές φωτογραφίες ενώ τρώνε. «Είναι όμορφη η ζωή» την ακούμε να λέει.
Είναι αδύνατον αυτή η ταινία να μην αγγίξει ακόμη και τον πιο κυνικό θεατή. Γιατί, πολύ απλά, δεν υπάρχει άνθρωπος στη Γη που δεν έχει ζήσει ή δεν πρόκειται να ζήσει μια παρόμοια κατάσταση. Ωστόσο ο Χάνεκε δεν είναι ένας ακόμη εικονογράφος που θέλει να μουσκέψει με δάκρυα τις ταινίες του εκβιάζοντας συναισθήματα. Και δεν έχει ανάγκη από γλυκανάλατες μουσικές, όπως ενδεχομένως θα γινόταν αν αυτή η ίδια ταινία είχε γυριστεί στο Χόλιγουντ (Θεέ μου, τι εφιάλτης μόνο που το σκέφτομαι!). Οπως ο δάσκαλός του, φυσικά ο Μπέργκμαν, ο Χάνεκε επιλέγει τη δύσκολη οδό της χειρουργικής επέμβασης των ψυχών, γιατί μόνον έτσι οι ψυχές των ηρώων του θα μπορέσουν να γίνουν ο καθρέφτης των θεατών.

Βαθμολογία: 5
Αίθουσες: ΔΑΝΑΟΣ –ΕΜΠΑΣΣΥ –ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ –ΑΤΛΑΝΤΙΣ – ΚΗΦΙΣΙΑ ODEON ΓΛΥΦΑΔΑ
Η μοναξιά του σύγχρονου ελληνόπουλου
Η «Κόρη» (Ελλάδα / Ιταλία, 2012), τελευταία ταινία του Θάνου Αναστόπουλου («διόρθωση») προκαλεί σοκ και μπορεί κυριολεκτικά να σε διαλύσει χωρίς ποτέ να καταφύγει στην κατάθλιψη και στη μιζέρια. Στη σύγχρονη Αθήνα, μια 14χρονη κοπέλα (η εκπληκτική Σαβίνα Αλιμάνι που θυμίζει λίγο άγουρη εκδοχή της Σκάρλετ Τζοχάνσον) θεωρεί ότι ο πατέρας της εξαφανίστηκε από προσώπου γης επειδή έπεσε θύμα εξαπάτησης του συνεταίρου του. Απάγει λοιπόν τον οκτάχρονο γιο του τελευταίου και τον φυλακίζει στην ξυλαποθήκη της επιχείρησης των πατεράδων.
Με αυτή την αφορμή ο σκηνοθέτης θέτει μια σειρά επίκαιρων ερωτημάτων με επίκεντρο το μερίδιο της ευθύνης των γονέων που δεν βρίσκονται πλέον όσο θα όφειλαν στο πλευρό των παιδιών τους. Επίσης, η ταινία επισημαίνει το πόσο απίστευτα δύσκολη (σχεδόν αφόρητη) ενδεχομένως να έχει γίνει η ζωή στην Ελλάδα για τα παιδιά.
Βλέπουμε παιδιά που θα πρέπει μόνα να πάρουν αποφάσεις, μόνα να βρουν λύσεις, μόνα να παλέψουν –ακόμη και για τη ζωή τους!- και μόνα να επιβιώσουν. Μικρές αλλά έντονες πινελιές φτιάχνουν το ευρύτερο πορτρέτο μιας πόλης-φυλακής στην οποία δεν θα βρούμε ούτε έναν άνθρωπο έτοιμο να αντιμετωπίσει ένα 14χρονο κορίτσι σαν αυτό που είναι: ένα παιδί. Προσέξτε τις σκηνές με τον διαχειριστή της πολυκατοικίας ή τον λογιστή της επιχείρησης των συνεταίρων. Είναι σκηνές απίστευτης ψυχολογικής βίας.
Σε κάποιες σκηνές «πιάνεται» η ψυχή σου. Ούτε το θέμα είναι εύκολο και ούτε βέβαια το θέαμα όταν τα παιδιά κρατούν ηλεκτρονικά πριόνια στα χέρια τους. Οσο για το δραματικότατο (και σκηνοθετικά κάπως αμήχανο) φινάλε, σίγουρα θα συζητηθεί και θα διχάσει, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι μειώνεται η αξία αυτής της ανατριχιαστικά άμεσης ταινίας που δηλώνει με πάθος τον στόχο της λέγοντας ότι «όταν σε αδικούν πρέπει να κάνεις κάτι» (συμπρωταγωνιστούν οι Γιώργος Συμεωνίδης, Ορνέλα Καπετάνι –γονείς του κοριτσιού, Ιερώνυμος Καλετσάνος, Θεοδώρα Τζήμου –γονείς του αγοριού που υποδύεται ο μικρός Άγγελος Παπαδήμας).

Βαθμολογία: 3
Αίθουσες: ΑΑΒΟΡΑ –ΜΙΚΡΟΚΟΣΜΟΣ
Ο Τζέισον Μπορν έγινε Ααρον Κρος
Ο Τόνι Γκίλορϊ, σεναριογράφος των τριών περιπετειών που έκαναν σουπερστάρ τον Ματ Ντέιμον στον ρόλο τού χωρίς μνήμη πράκτορα Τζέισον Μπορν, επανέρχεται με μια τέταρτη ταινία, κρατώντας αυτή τη φορά και καθήκοντα σκηνοθέτη.
Στην «Κληρονομιά του Μπορν» («The Bourne legacy», ΗΠΑ, 2012) ο Τζέρεμι Ρένερ «παίρνει τη σκυτάλη» από τον Ντέιμον και υποδύεται τον Ααρον Κρος, έναν αντίστοιχο πράκτορα με αδιανόητες ικανότητες, ο οποίος επίσης βρίσκεται στο στόχαστρο σκοτεινών δυνάμεων και επίσης θα πρέπει να βρει μόνος του τη λύση. Ή μάλλον σχεδόν μόνος, γιατί στο πλευρό του θα βρεθεί και μια όμορφη επιστήμονας με το θεσπέσιο πρόσωπο της Ρέιτσελ Βάιζ σε έναν δυναμικό ρόλο.
Το σεναριακό εύρημα αυτής της ταινίας έγκειται στο ότι η πλοκή της εξαρτάται από τα γεγονότα των τριών προηγούμενων ταινιών. Για την ακρίβεια, υπάρχουν ακόμη και σκηνές από το «Χωρίς ταυτότητα», την «Υπεροχή του Μπορν» και το «Τελεσίγραφο του Μπορν» που δένουν έξυπνα με την ταινία.
Μια ταινία πληθωρική και διαρκώς στην κίνηση, γυρισμένη σε διάφορα σημεία του πλανήτη, από την Αλάσκα ως τη Μανίλα, όπου θα δούμε μια εξαιρετική σκηνή κυνηγητού μοτοσικλέτας και αυτοκινήτων που ανεβάζει στο ζενίθ την αδρεναλίνη. Βεβαίως, κακά τα ψέματα, ακριβώς επειδή ο Γκίλροϊ γνωρίζει απ’ έξω και ανακατωτά το θέμα από τις τρεις προηγούμενες ταινίες, δεν μπορεί να αποφύγει την επανάληψη. Η αίσθηση déjà vu υπάρχει στην ταινία, αλλά αυτό δεν μας εμποδίζει να την απολαύσουμε. Ερμηνευτικά μιλώντας, ο πάντα μαγνητικός Εντουαρντ Νόρτον ξεχωρίζει στον ρόλο του στελέχους της CIA που στόχο έχει την αντιμετώπιση του Κρος.
Βαθμολογία: 3
Αίθουσες: ΑΘΗΝΑΙΟΝ CINEPOLIS ΓΛΥΦΑΔΑ –CINE ΧΟΛΑΡΓΟΣ –ΤΡΙΑ ΑΣΤΕΡΙΑ –ΑΘΗΝΑΙΟΝ –ΒΑΡΚΙΖΑ –ΑΙΓΛΗ ΧΑΛΑΝΔΡΙ
Πολιτικό ποίημα από την Τουρκία
Το «Φθινόπωρο» («Sonbahar», Τουρκία, 2011) του πρωτοεμφανιζόμενου στη μεγάλου μήκους δημιουργία τούρκου σκηνοθέτη Οζγκάν Αλπέρ είναι μια ταινία που δεν χορταίνεις να χαζεύεις ανακαλύπτοντας ομορφιές της τουρκικής φύσης κατά τη διάρκεια της εποχής που αναφέρεται στον τίτλο.
Ο Αλπέρ θέλει να συνδυάσει την ειδυλλιακή, μελαγχολική τουρκική ύπαιθρο με τη μοναχικότητα του κεντρικού ήρωα της ταινίας (Ονούκ Ααϊλάκ), ενός εκπαιδευτικού που ύστερα από 10 χρόνια φυλάκισης για πολιτικούς λόγους, αποφυλακίζεται και με κατεστραμμένους πνεύμονες από τις απεργίες πείνας επιστρέφει στο ορεινό χωριό της καταγωγής του.
Εκεί παρακολουθούμε τη σταδιακή αλλά σταθερή εξαΰλωσή του. Καπνίζει το ένα τσιγάρο μετά το άλλο, χαζεύει τη μελαγχολική φύση, το ολοζώντανο πράσινο, τα ποτάμια και τα γεφύρια. «Μεγάλωσες ή συρρικνώθηκες, γιε μου;» τον ρωτά η μάνα του που όλα αυτά τα χρόνια της απουσίας του τον περίμενε κλαίγοντας και τώρα θέλει να τον παντρέψει.
Ποιητική και συγχρόνως πολιτική (υπάρχουν παρεμβολές τηλεοπτικών ρεπορτάζ με εικόνες διαμαρτυριών στους δρόμους) αλλά πάνω απ’ όλα κινηματογραφική, η ταινία σηματοδοτεί το ντεμπούτο ενός πολύ αξιόλογου σκηνοθέτη ο οποίος δεν κρύβει τις επιρροές του από το έργο του μεγάλου πρωτοπόρου του σύγχρονου τουρκικού κινηματογράφου Νούρι Μπίλγκε Τσεϊλάν.

Βαθμολογία: 3
Αίθουσα: ΛΑΪΣ – ΤΑΙΝΙΟΘΗΚΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ
Λευχαιμία και αστειότητα
Στο «Matching Jack» (Αυστραλία, 2010) που σκηνοθέτησε η ελληνικής καταγωγής Αυστραλέζα Νάντια Τας, παρακολουθούμε την ιστορία δύο παιδιών (Τομ Ράσελ, Κόντι Αμιντ, Μακ Φι) που χαροπαλεύουν με λευχαιμία μέσα στον ίδιο θάλαμο ενός νοσοκομείου της Μελβούρνης. Το ένα είναι γόνος πλουσίων και χρειάζεται δότη μυελού των οστών, το άλλο, σε προχωρημένο στάδιο, είναι ο γιος ενός ναυτικού (Τζέιμς Νέσμπιτ) που προσπαθεί επί ματαίω να το ψυχαγωγήσει.
Οι άνθρωποι με προβλήματα υγείας ανέκαθεν απασχολούσαν στο έργο της την Τας και η σχέση που αναπτύσσεται ανάμεσα στα δύο παιδιά είναι ασφαλώς συγκινητική και ανθρώπινη. Ωστόσο το κατά τα άλλα αφελέστατο και σχεδόν παιδαριώδες σενάριο των Λιν Ρινιού και Ντέιβιντ Πάρκερ ξεδιπλώνεται πάνω στην εξής απίστευτη, σχεδόν γελοία ιδέα: ο μόνος τρόπος για να σωθεί το πλούσιο παιδί είναι να βρεθεί δότης από παιδιά που πιθανόν να γεννήθηκαν από παρελθούσες σχέσεις του σεξομανούς πατέρα (Ρίτσαρντ Ρόξμπεργκ) χωρίς ποτέ να το μάθει.
Οπότε τι γίνεται; Η μάνα του παιδιού και κεντρικό πρόσωπο της ιστορίας (Τζασίντα Μπάρετ) καλείται να αναζητήσει όλες τις παλιές γκόμενες του συζύγου της για να τις ρωτήσει αν έμειναν ποτέ έγκυοι χωρίς να του το πουν!
Η εικόνα πολύ συχνά αγγίζει τα όρια της αστειότητας, σαν να βλέπεις ρομαντική κομεντί –κάτι που η ταινία δεν νομίζω ότι θέλει να είναι. Αν δείτε την ταινία θα διαπιστώσετε ότι το μόνο που τελικά καταφέρνει είναι να αποδείξει πόσο λίγη φαίνεται μπροστά στον «Ερωτα» του Μίχαελ Χάνεκε. Οσο ψυχαναλυτική και βαθιά είναι η ταινία του αυστριακού σκηνοθέτη, τόσο μονοδιάστατη, αφόρητα απλοϊκή και εν τέλει γκροτέσκα είναι αυτή εδώ.

Βαθμολογία: 1
Αίθουσα: ΑΙΓΛΗ

Βαρετός τρόμος με κάποιες εκλάμψεις
Η κατάρα των ταινιών «Blair Witch project» και «Paranormal activity» συνεχίζεται με το «Σιωπηλό σπίτι» («Silent house», ΗΠΑ, 2011), που όλως περιέργως σκηνοθέτησαν δύο άτομα, οι Κρις Κέντις και Λόρα Λάου. Και λέω «όλως περιέργως» γιατί το 99% των πλάνων της ταινίας δείχνει ένα τρομαγμένο γυναικείο πρόσωπο (Eλίζαμπεθ Ολσεν) να προσπαθεί να προφυλαχθεί από την απειλή μέσα σε ένα σπίτι χωρίς φώτα. Πόση σκηνοθεσία χρειάζεται κάτι τέτοιο; Το μόνο αξιόλογο εύρημα (που και αυτό κάποια στιγμή εξαντλείται) είναι ότι όλο το γύρισμα έχει γίνει με φυσικούς φωτισμούς, είτε του ήλιου, είτε των κεριών, είτε των φανών και των φακών, που όμως κρατούν οι ίδιοι οι ήρωες. Συνεπώς έχουμε ακόμη μία τρομακτική (σε κάποια σημεία) αλλά και βαρετή τελικά ταινία που προσπαθεί να γίνει με το ζόρι κλειστοφοβική, γεγονός που από κάποια στιγμή και μετά την παγιδεύει.

Βαθμολογία: 1
Αίθουσες: ΣΕ ΟΛΑ ΤΑ VILLAGE ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΣ
>>>Προβάλλεται επίσης η νέα ταινία musical της Barbie, «Barbie: Η Πριγκίπισσα & η Ποπ Σταρ» για την οποία διαβάζουμε από το δελτίο τύπου ότι «η Barbie πρωταγωνιστεί ως η πριγκίπισσα Τόρι, μια πριγκίπισσα που ονειρεύεται να ξεφύγει από τη ζωή στο κάστρο και τα καθήκοντα της και να ζει διασκεδαστικά όπως η αγαπημένη της ποπ σταρ Κέιρα! Όταν η Κέιρα, έρχεται στο κάστρο για να δώσει συναυλία, οι δύο τους συναντιούνται και αμέσως γίνονται κολλητές φίλες, καθώς καταλαβαίνουν πόσα κοινά έχουν! Η καθεμιά εύχεται να μπορούσε να ζήσει τη ζωή της άλλης!»
Βαθμολογία: _
Αίθουσες: ΑΘΗΝΑΙΟΝ CINEPOLIS ΓΛΥΦΑΔΑ – ΑΘΗΝΑΙΟΝ – ΑΙΓΛΗ – ΑΕΛΛΩ – ODEON STARCITY – ODEON ΚΟΣΜΟΠΟΛΙΣ ΜΑΡΟΥΣΙ – STER ΙΛΙΟΝ – VILLAGE ΡΕΝΤΗ – VILLAGE MALL – VILLAGE ΦΑΛΗΡΟ – VILLAGE ΠΑΓΚΡΑΤΙ – VILLAGE ΑΓ. ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ –ΝΑΝΑ – ΒΑΡΚΙΖΑ – ΤΡΙΑ ΑΣΤΕΡΙΑ ΣΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ODEON ΠΛΑΤΕΙΑ – VILLAGE COSMOS – STER CENTURY