Προσπάθεια να υποβαθμίσουν την αξία της λίστας καταβάλλουν τόσο η Ιπποκράτους όσο και ο πρώην υπουργός Οικονομικών κ. Γ. Παπακωνσταντίνου. Σύμφωνα με συνεργάτες του κ. Ευ. Βενιζέλου, η λίστα αφορούσε την κίνηση λογαριασμών από το 1997 – 2007 και περίπου τα 2/3 αυτής αναφέρονται σε πρόσωπα με μηδενικούς λογαριασμούς.
Ωστόσο δεν είναι σαφές αν έγιναν έλεγχοι στα υπόλοιπα πρόσωπα και αν απέδωσαν κάτι, ενώ οι εμπλεκόμενες πλευρές ανταλλάσουν «καρφιά» πυκνώνοντας το μυστήριο. Ο κ. Παπακωνσταντίνου διερωτάται γιατί δεν προχώρησε ο κ. Ι. Διώτης τους ελέγχους και τι εντολές έλαβε πραγματικά από τον κ. Βενιζέλο, άλλοι θέτουν ερωτήματα γιατί ο ο κ. Παπακωνσταντίνου έδωσε σε δόσεις τη λίστα και δυσχέρανε το έργο της φορολογικής αρχής και γιατί η λίστα βρέθηκε τελικώς στα χέρια του κ. Βενιζέλου και όχι στο ΣΔΟΕ.
Από την Ιπποκράτους, επισημαίνουν με νόημα ότι ο κ. Διώτης ήταν επικεφαλής του ΣΔΟΕ μέχρι τον περασμένο Αύγουστο και ότι στους τρεις μήνες που μεσολάβησαν από τον σχηματισμό της τρικομματικής κυβέρνησης θα μπορούσε να είχε ενημερώσει τον κ. Ι. Στουρνάρα, ο οποίος δήλωσε ότι δεν του παραδόθηκε η λίστα.
Από την πλευρά του ο κ. Παπακωνσταντίνου, εξηγεί ότι έδωσε στον τότε επικεφαλής του ΣΔΟΕ τα περίπου είκοσι ονόματα με συνολικές καταθέσεις κοντά στο 1 δισ. ευρώ και όχι ολόκληρη τη λίστα, αφενός γιατί δεν αξιολόγησε τους μηδενικούς λογαριασμούς και αφετέρου επειδή φοβήθηκε ότι θα υπάρξουν «διαρροές».
Να σημειωθεί ότι η λίστα αυτή δεν αφορά τους μεγαλοκαταθέτες που μετακίνησαν δεκάδες δισ. ευρώ από ελληνικές σε ελβετικές τράπεζες, για τη φορολόγηση των οποίων βρίσκονται σε εξέλιξη οι διαπραγματεύσεις με το υπουργείο Οικονομικών της Ελβετίας. Μάλιστα ο πρόεδρος του ΠαΣοΚ προειδοποιεί ότι η δημόσια συζήτηση για το θέμα της λίστας τείνει να εκθέσει διεθνώς τη χώρα και να ακυρώσει την προσπάθεια για τη σύναψη διακρατικής συμφωνίας με την Έλβετία.
Σύμφωνα με άλλες πηγές στη λίστα υπάρχουν ονόματα επιχειρηματιών, εξωχώριες εταιρείες εφοπλιστών, ένα πολιτικό πρόσωπο, το οποίο έχει ήδη ελεγχθεί και τώρα βρίσκεται εκτός Βουλής. Το μεγαλύτερο ποσό 500 εκατ. ευρώ εμφανίζεται στο λογαριασμό μιας υπαλλήλου ναυτιλιακής εταιρείας.
Ο κ. Παπακωνσταντίνου, αποδέχεται ότι η λίστα είχε νομικά προβλήματα και για τον λόγο αυτό είχε συγκαλέσει αρκετές συσκέψεις με τη νομική υπηρεσία του υπουργείου Οικονομικών. Παράλληλα όμως, είχε ζητήσει όπως λέει από τον κ. Ι. Καπελέρη να κάνει έναν προκαταρκτικό έλεγχο στα στοιχεία. Από τον έλεγχο αυτό, σύμφωνα πάντα με τον πρώην υπουργό Οικονομικών, προέκυψαν ενδείξεις φοροδιαφυγής και γι’ αυτό έδωσε εντολή στον κ. Καπελέρη να προχωρήσει τους ελέγχους για τα ύποπτα πρόσωπα.
‘Οταν ανέλαβε επικεφαλής του ΣΔΟΕ ο κ. Ι. Διώτης, ο πρώην υπουργός του έστειλε με την ασφάλειά του τη λίστα χέρι με χέρι και τώρα λέει ότι αν του είχε ζητηθεί ή υποδειχθεί να την παραδώσει με άλλον τρόπο θα το έκανε. Στη συνέχεια, με τον ανασχηματισμό τον Ιούνιο του 2011, ανέλαβε υπουργός Οικονομικών ο κ. Ευ. Βενιζέλος.
Στην ανακοίνωσή του ο πρόεδρος του ΠαΣοΚ επισημαίνει ότι ο κ. Διώτης του επισήμανε ότι η λίστα, ως προϊόν υποκλοπής, δεν μπορούσε να υπαχθεί σε νόμιμη επεξεργασία και να δημοσιοποιηθεί. Πηγές της Ιπποκράτους, διευκρίνιζαν ότι αυτό δεν σημαίνει ότι το υλικό δεν αξιοποιήθηκε ως ισοδύναμο μιας ανώνυμης καταγγελίας και δεν έγιναν οι σχετικοί έλεγχοι.
Επίσης, οι ίδιες πηγές, έλεγαν ότι ο κ. Βενιζέλος είχε στη κατοχή του τη λίστα σε φορητή βάση δεδομένων, διότι βρισκόταν στο προσωπικό του αρχείο από το υπουργείο Οικονομικών αλλά δεν τη χρησιμοποίησε με οποιονδήποτε τρόπο καθώς περιείχε προσωπικά δεδομένα.
Ο πρόεδρος του ΠαΣοΚ είχε την εύλογη εντύπωση ότι το υλικό αυτό παραμένει ως ανεπεξέργαστο στο ΣΔΟΕ, μεταδίδεται από την Ιπποκράτους. Μόλις, όμως, διαπίστωσε από τα δημοσιεύματα και τις ανακοινώσεις ότι καμία δημόσια υπηρεσία δεν έχει το υλικό αυτό -«όχι για παράνομη επεξεργασία, αλλά ως υλικό που ακόμη και χωρίς να γίνεται αντικείμενο επεξεργασίας πρέπει να υπάρχει στη διάθεση της πολιτείας για να μη μπορεί κανείς να ισχυριστεί ότι αποκρύφτηκε ή καταστράφηκε», προσθέτουν στελέχη της Ιπποκράτους- έστειλε στον πρωθυπουργό κ. Αντ. Σαμαρά, ό,τι του έδωσε ο κ. Διώτης και όπως ακριβώς του το έδωσε.
«Θα ήταν αδιανόητο να δοθεί η εντύπωση ότι χάθηκε υλικό που πέρασε από χέρια δημοσίων λειτουργών και πολιτικών προσώπων», επισημαίνουν. Προσθέτουν επίσης ότι η κριτική του ΣΥΡΙΖΑ και της ΔΗΜΑΡ, ότι άλλα κράτη χρησιμοποίησαν αντίστοιχες λίστες που τους αφορούσαν και είχαν έσοδα από τη φοροδιαφυγή, στηρίζεται σε αυθαίρετα στοιχεία και σε εικασίες.