Ευρώπη – ΗΠΑ, δύο ξένοι στον ίδιο πλανήτη

Διευρύνεται συνεχώς το χάσμα που υπάρχει στις αντιλήψεις και στις εκτιμήσεις μεταξύ Αμερικανών και Ευρωπαίων σε θέματα όπως η διατήρηση και η προοπτική της ειρήνης, η εκμετάλλευση των πηγών ενέργειας, η δημογραφική αλλαγή, ο αναδυόμενος κόσμος κτλ. «Εχουμε απομακρυνθεί τόσο πολύ;» αναρωτήθηκε ο αρθρογράφος του «New Yorker» σχολιάζοντας την «αταραξία» της αμερικανικής κοινωνίας και των πολιτικών της έναντι της δραστηριότητας και της «νέας σταυροφορίας» της Ευρώπης στο πρόβλημα της «επάρκειας σε τρόφιμα για την ανθρωπότητα».

Διευρύνεται συνεχώς το χάσμα που υπάρχει στις αντιλήψεις και στις εκτιμήσεις μεταξύ Αμερικανών και Ευρωπαίων σε θέματα όπως η διατήρηση και η προοπτική της ειρήνης, η εκμετάλλευση των πηγών ενέργειας, η δημογραφική αλλαγή, ο αναδυόμενος κόσμος κτλ. «Εχουμε απομακρυνθεί τόσο πολύ;» αναρωτήθηκε ο αρθρογράφος του «New Yorker» σχολιάζοντας την «αταραξία» της αμερικανικής κοινωνίας και των πολιτικών της έναντι της δραστηριότητας και της «νέας σταυροφορίας» της Ευρώπης στο πρόβλημα της «επάρκειας σε τρόφιμα για την ανθρωπότητα».

Στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, αναλυτές κάθε φιλοσοφικής προέλευσης αποδοκιμάζουν την έλλειψη πολιτικής – όπως πιστεύουν – της Ευρωπαϊκής Ενωσης στο «μέγα πρόβλημα» της μετανάστευσης και της «απειλής» να μεταβληθεί όχι μόνο φυλετικά αλλά και κοινωνικά, πολιτιστικά και παραγωγικά «αυτό που ως σήμερα βλέπουμε και θεωρούμε κόσμο μας», έγραφε την περασμένη Κυριακή η «Washington Post».

Υπάρχει η (απαραίτητη) υπερβολή και από τα δύο μέρη σε αυτές τις εκτιμήσεις, αλλά είναι πράγματι γεγονός ότι «ο κόσμος μας» δεν είναι ο ίδιος για όλους μας. Και αυτό δεν φαίνεται ίσως πουθενά τόσο καθαρά όσο στο πόσο διαφορετικά βλέπουν οι Ευρωπαίοι και οι Αμερικανοί το πρόβλημα της ειρήνης στα επόμενα χρόνια.
Το Βασιλικό Κολέγιο της Στοκχόλμης παρουσίασε στις αρχές του περασμένου Ιουνίου τα πορίσματα αναλυτικής μελέτης ομάδας αναλυτών για τις προοπτικές της ειρήνης. Επιστήμονες από οκτώ χώρες της Ευρώπης, δύο Ασιάτες και τρεις Αμερικανοί μελέτησαν τις «παραμέτρους πόλεμου-ειρήνης» σε 12 περιοχές της Γης και κατέληξαν, συμπερασματικά, στο ότι (α) ένα κύμα διαδοχικών εντάσεων σε δύο ή τρεις περιοχές θα συνεχιστεί επί αρκετό χρόνο, (β) δεν θα δημιουργηθεί «κλίμα πολέμου είτε σοβαρό κλίμα προπαρασκευής πολέμου» και (γ) βραχύβιες στρατιωτικές συγκρούσεις σε «οικονομικά ευπαθείς» περιοχές δεν θα λείψουν, αλλά αυτές δεν θα εξελιχθούν σε «επιχειρήσεις πολεμικών διαστάσεων». Ο πόλεμος στον Καύκασο, το καλοκαίρι του 2008, αναφέρεται ως χαρακτηριστικό παράδειγμα.
Ας υπενθυμίσουμε ότι οι «Financial Times», συνεχίζοντας μια παράδοση δεκαετιών, στην ειδική έκδοση της Πρωτοχρονιάς 2012 δεν έδωσαν πιθανότητες περισσότερο από 25% στην «ευρεία στρατιωτική σύγκρουση» για εφέτος και τα επόμενα χρόνια. Σε ακόμη μικρότερο ποσοστό, περίπου 22%, κατέβασε εκείνες τις ημέρες η «Le Figaro» την «προοπτική πολέμου». Η γαλλική εφημερίδα έκανε τις εκτιμήσεις της με βάση έρευνα της αρμόδιας επιτροπής του ΟΗΕ της Γενεύης.
Στο άλλο «άκρο της Γης», ακόμη και στην Ιαπωνία, η μεγάλη πλειοψηφία, 85% των ερωτηθέντων, όπως έγραψε στην ιστοσελίδα της η «Asahi Shimpun», δεν πιστεύει ότι η χώρα και η ευρύτερη περιοχή της θα εμπλακούν σε πόλεμο. Η διεκδίκηση και η κατοχή κάποιων βραχονησίδων από τις Κίνα, Ιαπωνία, Ταϊβάν, Φιλιππίνες – με πιθανότητα πετρελαίου στη θαλάσσια περιοχή τους – δημιούργησε όξυνση στις σχέσεις του Τόκιο με το Πεκίνο και έχει ανάψει τα αίματα κάποιων νοσταλγών του αυτοκρατορικού παρελθόντος.
Εντελώς διαφορετική είναι η εικόνα που δίνει η Αμερική. Δεν θα κατηγορήσει κανένας τον πρόεδρο Μπαράκ Ομπάμα για φιλοπόλεμη πολιτική αλλά πολιτικοί και άλλοι παράγοντες και από τα δύο κόμματα παραμένουν στην «εποχή Τζορτζ Μπους». Βλέπουν παντού «απειλές» και διαμορφώνουν ένα κλίμα που οδηγεί σε πόλεμο.Στις αρχές Αυγούστου ρωτήθηκαν από πανεπιστημιακό ίδρυμα της Καλιφόρνιας 64 γερουσιαστές και 132 βουλευτές από τα δύο κόμματα του Κογκρέσου αν βλέπουν πολεμική σύρραξη στο μέλλον στην οποία θα εμπλακούν οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι απαντήσεις τους προκάλεσαν ερωτήματα – όχι μόνο στην Αμερική. Μόνο 12 γερουσιαστές αισιοδοξούν ότι η ειρήνη στον κόσμο δεν θα διαταραχθεί σε βαθμό που να παρασυρθεί η Αμερική σε πόλεμο. Οκτώ γερουσιαστές όχι μόνο είναι βέβαιοι ότι «μια παγκόσμια σύρραξη είναι αναπόφευκτη» αλλά την προσδιορίζουν για τα επόμενα τρία ως οκτώ χρόνια και βλέπουν τη χώρα τους να παίρνει «δυναμικά και αποτελεσματικά μέρος» σε αυτήν. Το πολεμικό αίσθημα είναι ακόμη πιο έντονο μεταξύ των αμερικανών βουλευτών, αλλά σε διάκριση από τους γερουσιαστές αυτοί ελπίζουν και εκφράζουν ευχή να παραμείνει η Αμερική μακριά από πόλεμο. Σχεδόν τα τρία τέταρτα των βουλευτών που ρωτήθηκαν, συγκεκριμένα 96 βουλευτές – οι 38 του Δημοκρατικού Κόμματος -, θεωρούν τη στρατιωτική σύγκρουση περίπου αναπόφευκτη, την προσδιορίζουν γεωγραφικά στον νοτιοκινεζικό χώρο και στον Περσικό Κόλπο (δηλαδή στο Ιράν) και πιθανολογούν ότι η Αμερική «θα μπορεί να μείνει όσο το δυνατόν μακρύτερα» από πολεμική σύγκρουση.

(παρα)Στρατιωτική κουλτούρα
Μάχες στο προεκλογικό μέτωπο

Υπάρχει ένας «άνεμος πολεμικών κραυγών» και μια «επιταχυνόμενη βιομηχανία πολεμικής φιλολογίας και παραστρατιωτικής λογοτεχνίας-κουλτούρας» διαπίστωνε πρόσφατα η ιστοσελίδα του Amazon, αποκαλύπτοντας ότι το πρώτο εξάμηνο του 2012 εκδόθηκαν στην Αμερική 166 βιβλία «στρατιωτικού χαρακτήρα» με έμφαση στην «εφαρμογή στην πράξη» (δηλαδή σε πολεμικές επιχειρήσεις). Στα βιβλία αυτά δεν περιλαμβάνονται προσωπικές αναμνήσεις ούτε ιστορικές αναλύσεις και ντοκουμέντα. Αυτή τη στιγμή γράφονται και πρόκειται να κυκλοφορήσουν μέσα στο πρώτο τρίμηνο του 2013 δεκαοκτώ «εργασίες» σε θέματα στρατηγικής και του ρόλου της Αμερικής στη διαμόρφωσή της. Τρία χρόνια πριν, όλο το 2009, δεν είχαν ξεπεράσει τα 40.
Ως ένα βαθμό, αυτός ο πυρετός πολεμικού δυναμισμού μπορεί να αποδοθεί στο προεκλογικό κλίμα που άρχισε να διαμορφώνεται από τις αρχές του 2010 στη βάση του πολέμου στο Αφγανιστάν και του χαώδους κενού που δημιουργήθηκε με την αποχώρηση των αμερικανικών δυνάμεων από το Ιράκ. Η ψηφοθηρική εκμετάλλευση που έκαναν και εξακολουθούν να κάνουν οι Ρεπουμπλικανοί, με επικεφαλής τον προεδρικό υποψήφιο Μιτ Ρόμνεϊ, στην ένταση που σημειώνεται στον ευρύτερο χώρο της Ασίας – Ειρηνικού από την αναδυόμενη στρατιωτική παρουσία της Κίνας είναι ένας ακόμη παράγοντας που τροφοδοτεί την πολεμοστρατιωτική φιλολογία.
Ας προστεθεί και η αντίδραση των πολεμικών βιομηχανιών που θίγονται από τη μείωση του στρατιωτικού προϋπολογισμού την οποία αναγκάστηκε να κάνει η κυβέρνηση λόγω της κρίσης στην οικονομία. (Ο Chris Hellam στη μελέτη του, το 2010, για τις πηγές του στρατιωτικού προϋπολογισμού της Αμερικής γράφει ότι «ως ένα σοβαρό ποσοστό η στρατιωτική-πολεμική βιβλιογραφία των ΗΠΑ γαλουχείται και ενισχύεται οικονομικά από τις μεγάλες στρατιωτικές βιομηχανίες»).

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.