Η λυδία και η δανάη είναι ερωτευμένες, παντρεμένες και ετοιμάζονται να κάνουν παιδί. Αναζητούν τον κατάλληλο δωρητή σπέρματος και δεν φοβούνται τι θα πει ο κόσμος. Ο Πέτρος ήξερε από μικρός πως ο πατέρας του ήταν διαφορετικός. Το ότι ήταν γκέι το κατάλαβε όταν μεγάλωσε λίγο. Η Στέισι από τη Θεσσαλονίκη ήθελε να κάνει παιδί, αλλά ως λεσβία μπορούσε να το αποκτήσει μόνο κατόπιν συμφωνίας με έναν φίλο της. Το έκανε 11 χρόνια πριν.
Οι άνθρωποι που μιλούν στο ΒΗmagazino για τη «διαφορετική» οικογένειά τους ζουν ανάμεσά μας. Απέχουν από τον μέσο όρο, δέχονται πίεση από το κοινωνικό περιβάλλον, αλλά τολμούν να ζήσουν με τη διαφορετικότητά τους. Το θέμα των ομοφυλόφιλων γονιών ποτέ δεν ήταν εύκολη υπόθεση. Η κοινωνική πίεση αυτή τη φορά δεν αφορά μόνο την όλο και πιο συντηρητική ελληνική κοινωνία, αλλά φτάνει μέχρι και τις προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ.
Πριν από λίγες ημέρες, στις 6 Σεπτεμβρίου, στο Συνέδριο των Δημοκρατικών, ο Ζακ Γουόλς, γνωστός και ως «το παιδί που μεγάλωσε με δύο μαμάδες», απευθυνόμενος στον υποψήφιο των Ρεπουμπλικανών και πολέμιο του γάμου μεταξύ ομοφυλοφίλων, είπε: «Η οικογένειά μου, κύριε Ρόμνεϊ, είναι εξίσου αληθινή με τη δική σας». Η ελληνική πραγματικότητα κρύβει πολλές ιστορίες σαν του 21χρονου φοιτητή από την Αϊόβα. Μέχρι, όμως, να ανέβουν στο βήμα μιας πολιτικής εκδήλωσης για να μιλήσουν περί διαφορετικότητας και υπερηφάνειας, πρέπει να περάσουν κάποια χρόνια.
Τι ακριβώς συμβαίνει στην Ελλάδα όμως; Ποια είναι η νομοθεσία, η κοινωνική ανοχή και η πραγματικότητα; Τρεις άνθρωποι που βλέπουν το ζήτημα μέσα από τη δική τους προσωπική εμπειρία μίλησαν στο BHmagazino για το αν ο προσδιορισμός «LGBT», δηλαδή οικογένεια «lesbian, gay, bisexual και transgender», αναιρεί τελικά την ιδέα του θεσμού όπως την έχουμε παραδοσιακά στο μυαλό μας.
Η εμπειρία τού να έχεις γκέι πατέρα
Ο Πέτρος είναι 41χρόνων, εκπαιδευτικός και η ιστορία της οικογένειάς του είναι διαφορετική σε σχέση με τις περισσότερες. Ο ίδιος το ήξερε πως είναι γκέι ήδη από τη Β΄ Δημοτικού, προτού ακόμη μάθει πως αυτό που ένιωθε για τους συμμαθητές του ονομάζεται ομοφυλοφιλία. Μόνο αφότου έφτασε στο γυμνάσιο συνειδητοποίησε αυτό που δεν τόλμησε κανείς να του πει, ότι δηλαδή τόσα χρόνια τον μεγάλωνε ένας επίσης γκέι πατέρας. Προερχόμενοι και οι δύο από βαθιά θρησκευόμενο περιβάλλον, οι γονείς του παντρεύτηκαν το 1967 και έκαναν τέσσερα παιδιά. «Κάποια στιγμή, περίπου μετά το 1975, η μητέρα μου έμαθε για τον πατέρα μου. Φαίνεται πως ο ίδιος γνώριζε από την αρχή τι ήταν, αλλά πιστεύω πως στο πλαίσιο εκείνης της εποχής αποφάσισε να παντρευτεί. Τότε ήταν και η εποχή της πρώτης ελληνικής προσπάθειας απελευθέρωσης μέσω του Απελευθερωτικού Κινήματος Ομοφυλόφιλων Ελλάδας (ΑΚΟΕ) και θα μπορούσε να πει κανείς πως τα πράγματα ήταν πιο επαναστατικά σε σύγκριση με σήμερα».
Μέχρι και εκείνη τη στιγμή οι σχέσεις του με τον πατέρα του ήταν, όπως ο ίδιος δηλώνει με έμφαση, οι καλύτερες που θα μπορούσε να έχει. «Ηταν ο τύπος που θα μας πήγαινε στα νησιά το καλοκαίρι, σε θεατρικές παραστάσεις, στον κινηματογράφο, και όλα αυτά μαζί με τη μητέρα μου. Για μένα ο πατέρας μου ήταν το πρόσωπο με το οποίο θα μπορούσα να έχω την καλύτερη σχέση σε σύγκριση με οποιονδήποτε άλλον». Αν και αρχικά οι γονείς του θέλησαν να συνεχίσουν από κοινού το μεγάλωμα των παιδιών, διατηρώντας μια ανοιχτή σχέση, τελικά αυτό αποδείχθηκε αδύνατο. Η μητέρα του ήταν εκείνη που αρνήθηκε, και ακόμη αρνείται, την πραγματικότητα και προσπάθησε να ερμηνεύσει την ομοφυλοφιλία μέσα από τον χριστιανισμό, ως μία παροδική αρρώστια δηλαδή που κάποτε θα γιατρευτεί.
«Στις αρχές της δεκαετίας του ’80 και μετά, όταν εγώ και ο αδελφός μου πήγαμε στο γυμνάσιο και οι δύο αδελφές μου ήταν στο δημοτικό, ο πατέρας μου άρχισε να απομακρύνεται. Η μητέρα μου κλείστηκε τελείως στον εαυτό της, επιλέγοντας να μείνει για πάντα πιστή σε αυτόν. Με έναν έμμεσο τρόπο μάς παρέσυρε και εμάς στο δικό της δράμα. Τότε ήταν που μετακομίσαμε και μείναμε κοντά με άλλους χριστιανούς, κάτι το οποίο έκανε τον πατέρα μου να απομακρυνθεί ακόμη περισσότερο. Ο ίδιος παρέμεινε διακριτικός, χωρίς να δώσει εξηγήσεις. Επέλεξε να ακολουθήσει τη δική του διαδρομή, χωρίς εμάς». Για τον 41χρονο εκπαιδευτικό αυτός ήταν και ο λόγος για τον οποίο ξεκίνησαν τα προβλήματα στην οικογένεια, όχι δηλαδή επειδή ο πατέρας τους ήταν γκέι, αλλά επειδή αυτό παρέμεινε κάτι κρυφό. Εκεί ακριβώς έγκειται για τον ίδιο το όλο ζήτημα, το πώς αντιμετωπίζει δηλαδή μια τέτοια κατάσταση η ίδια η οικογένεια. «Μπορώ να φανταστώ οικογένειες στις οποίες ο καθένας κάνει τη δική του ζωή, αλλά εμείς ήμασταν το αντίθετο. Οτιδήποτε αρνητικό ή άσχημο και να μας συνέβαινε ως παιδιά όλοι το απέδιδαν στο ότι ο πατέρας μας είναι γκέι, χωρίς εμείς οι ίδιοι να γνωρίζουμε κάτι για αυτό. Μεγαλώσαμε μέσα σε ένα νοσηρό κλίμα, όπου όλα τα προβλήματα σχετίζονταν με αυτόν».
Η εικόνα που περιγράφει μοιάζει αρκετά προβληματική, πόσω μάλλον ιδωμένη μέσα από τα μάτια ενός εφήβου, όπως ήταν τότε ο Πέτρος. Από τη μία έβλεπαν έναν άνθρωπο γελαστό, επικοινωνιακό, που είχε έντονη κοσμική ζωή, ενώ από την άλλη ζούσαν μέσα σε ένα περιβάλλον που τον αντιμετώπιζε ως κάτι το καταραμένο. «Ηταν ουσιαστικά ο ιδανικός γονέας, όχι μόνο απέναντι στα δικά μας μάτια, αλλά και απέναντι στην κοινωνία, καθώς δούλευε σε ένα μεγάλο ιδιωτικό σχολείο, είχε πολλές γνωριμίες και σημαντική μόρφωση. Το ίδιο ίσχυε και για τη μητέρα μου, ήταν και οι δύο εκπαιδευτικοί και επομένως ιδανικοί σύμφωνα με τα τότε κριτήρια».
Στα 12 του, προτού ακόμη μάθει την αλήθεια για τον πατέρα του, εκμυστηρεύτηκε στη μητέρα του ότι και ο ίδιος είναι γκέι, αλλά αυτό που εισέπραξε ήταν η απόλυτη ακύρωση. Εκμεταλλευόμενη τη μόρφωση, αλλά και τη χριστιανική πίστη της, εκείνη άρχισε να ψάχνει πολλούς τρόπους για να του περνάει ότι οι ομοφυλόφιλοι είναι δυστυχισμένοι και πεθαίνουν μόνοι και άρρωστοι. Τον επόμενο χρόνο έμαθε πλέον από τον μεγαλύτερο αδελφό του την αλήθεια για τον πατέρα του, κάτι το οποίο σε συνδυασμό με την έμμεση πλύση εγκεφάλου από τη μητέρα του λειτούργησε για αυτόν τελείως αντιδραστικά. «Φαντάζομαι τώρα τον πατέρα μου να ανησυχεί και να σκέφτεται πώς θα μας επηρεάσει η δική του φύση. Το θέμα ήταν ότι δεν είχε σταθεί στα πόδια του, έτσι ώστε να διεκδικήσει το δικαίωμά του να μην κρύβεται». Στράφηκε, λοιπόν, και ο ίδιοςο Πέτρος, όπως και η μητέρα του, προς τη θρησκεία για οκτώ ολόκληρα χρόνια, τελειώνοντας μέχρι και εκκλησιαστική σχολή και θεωρώντας πως αυτό που ένιωθε ήταν κάτι νοσηρό και βρώμικο.
Δεν πρόλαβε ποτέ να ακούσει την ιστορία από τα χείλη του πατέρα του, καθώς πέθανε όταν ο Πέτρος ήταν μόλις 23 ετών. «Το ότι ήταν ομοφυλόφιλος αποτέλεσε πρόβλημα όσο ήταν ένα μυστικό που συνοδευόταν από ερμηνείες. Από μόνο του δεν προκαλεί κανέναν προβληματισμό, γιατί μας σημάδεψε με πολλούς θετικούς τρόπους. Ο ίδιος υιοθέτησε μια κριτική στάση απέναντι σε πολλά ζητήματα και αυτό μας οδήγησε στο να έχουμε και εμείς ανοιχτό πνεύμα. Διαβάζοντας έρευνες που έχουν γίνει για λεσβίες μητέρες, εντοπίζω στοιχεία που υπήρχαν και στη δική μας οικογένεια, αλλά δυστυχώς μόνο από την πλευρά του πατέρα μου. Γίναμε πιο ευαισθητοποιημένοι σε κοινωνικά προβλήματα και αυτό ήταν το μεγαλύτερο δώρο που θα μπορούσε να μας κάνει».
Βρίσκει απολύτως λογικό να υπάρχει ερευνητικό ενδιαφέρον για το πώς εξελίσσονται τα παιδιά που μεγαλώνουν με γκέι μπαμπάδες ή λεσβίες μαμάδες. Πιστεύει, όμως, πως όσοι δικαιολογημένα το αναρωτιούνται αυτό έχουν κάνει παράλληλα και ένα λογικό άλμα και δεν λαμβάνουν υπόψη τους οικογένειες όπως η δική του. «Συνεχίζουμε να παράγουμε τέτοιες στρεβλές και τοξικές οικογένειες και δεν παραδεχόμαστε ότι εκεί είναι το πρόβλημα» τονίζει. Παραδέχεται πως ένα παιδί που θα μεγαλώσει σε μια LGBT οικογένεια θα έχει να αντιμετωπίσει όλες τις προκαταλήψεις της κοινωνίας, γι’ αυτό και ο ίδιος θα ήθελε πρώτα να είναι σίγουρος πως διαθέτει τη δύναμη και την οικονομική ευχέρεια να αντιμετωπίσει όλα τα θέματα που ενδεχομένως να προκύψουν, προτού αποφασίσει να μεγαλώσει ένα παιδί. «Ιδιαίτερα αν έχεις συνηθίσει στη ζωή σου να σε κυνηγούν, δεν ξέρεις τι σκέφτονται οι άλλοι, και έχεις και παιδιά, γίνεσαι ακόμη περισσότερο προστατευτικός. Δεν θα ήθελα να εκθέσω το παιδί μου σε κάτι που δεν θα μπορούσα να του σταθώ».
Οσο για το πόσο μεγάλο ρόλο έπαιξε στον δικό του σεξουαλικό προσανατολισμό το γεγονός ότι ο πατέρας του ήταν γκέι είναι κατηγορηματικός. «Από το γυμνάσιο, προτού ακόμη μάθω για τον πατέρα μου, προσπαθώντας να καταλάβω τι ακριβώς μου συμβαίνει, γιατί νιώθω “διαφορετικός”, διάβαζα οτιδήποτε κοινωνιολογικό έπεφτε στα χέρια μου για να κατανοήσω τι μου συμβαίνει. Εχω άλλα τρία αδέλφια. Είμαι ο μοναδικός ομοφυλόφιλος, οπότε προφανώς ήταν στο DNA μου και δεν είχε να κάνει με το περιβάλλον στο οποίο μεγάλωσα».
«Μαμά, είσαι λεσβία;»
Η Στέισι είναι λεσβία. Είναι μητέρα ενός 11χρονου αγοριού και κατοικεί στη Θεσσαλονίκη. Το παιδί της το απέκτησε στα 32 της, από «μια φιλική συγκατοίκηση που οδήγησε σε βραχυχρόνιο δεσμό», όπως λέει η ίδια. «Ο απώτερος σκοπός μου ήταν να αποκτήσω ένα παιδί. Ουσιαστικά δεν υπήρξε οικογένεια ποτέ, ο πατέρας γνώριζε για μένα και όλα έγιναν κατόπιν επιθυμίας δύο ατόμων». Τα θέματα που μπορούν να προκύψουν από αυτή την κατάσταση τα έχει δουλέψει όχι μόνο προσωπικά μέσα από τη σχέση με τον 11χρονο γιο της, αλλά και ως μέλος της Λεσβιακής Ομάδας Θεσσαλονίκης, η οποία ιδρύθηκε το 2009. «Στην ομάδα υπάρχουν τέσσερις λεσβίες μητέρες με βιολογικά παιδιά και αρκετά ζευγάρια που συζητούν να αποκτήσουν ένα» εξηγεί.
Το παιδί μεγάλωσε με την ίδια, αλλά και με τους παππούδες του, τους γονείς της δηλαδή. «Η πρώτη απορία που εξέφρασε ο γιος μου από μικρή ηλικία ήταν γιατί το κρεβάτι του είναι τόσο μικρό σε σύγκριση με το δικό μου. Ηταν μια ιδανική αφορμή να αρχίσω να εξηγώ την ιστορία με τον πατέρα του» δηλώνει η Στέισι. Τον σεξουαλικό προσανατολισμό της δεν τον γνωρίζει το παιδί. Δεν θεωρεί πως είναι υποχρεωτικό να του εξηγήσει πως είναι λεσβία, αν το ίδιο δεν το απαιτήσει ή αν δεν διαπιστώσει πως του έχει δημιουργηθεί κάποιο πρόβλημα. «Τα παιδιά σαφώς και έχουν έκτη αίσθηση. Από εκεί και πέρα, όλα τούς φαίνονται φυσιολογικά όταν δεν εκδηλώνονται ακραίες συμπεριφορές. Δεν υπάρχει κανένας λόγος να φτιάξουν στο μυαλό τους κάτι άρρωστο, από τη στιγμή που η καθημερινότητά τους κυλάει όπως επιθυμούν».
Για αυτό ακριβώς το ζήτημα έχει έρθει σε αντίθεση με άλλες λεσβίες μαμάδες. Αλλά η ίδια επιμένει: «Δεν είναι εύκολο να του κοινοποιήσεις την κατάσταση στην οποία βρίσκεσαι, γιατί θεωρώ πως έτσι του βάζεις μια βόμβα στο χέρι και το στέλνεις στον δρόμο. Μετά είναι στη διάθεση του καθενός να πατήσει ένα κουμπί και να σκάσει η βόμβα στα μούτρα του. Αν ένα παιδί σε αγαπάει και νιώθει καλά μαζί σου, γιατί να το βάλεις σε αυτή τη διαδικασία; Εγώ, άλλωστε, δεν κρύβω κάτι, απλώς αφήνω τα πράγματα και κυλούν».
Σε αυτή τη δύσκολη θέση βρισκόταν η Ειρήνη, επίσης μέλος της Λεσβιακής Ομάδας Θεσσαλονίκης, η οποία έφτιαχνε διάφορα σενάρια στο μυαλό της για το πώς να μιλήσει στην κόρη της. Τελικά αυτό που τη διευκόλυνε ήταν το ίδιο το παιδί, αφού την πλησίασε και τη ρώτησε: «Ρε μαμά, μήπως είσαι λεσβία;». Για τη Στέισι, αυτό που έχει σημασία είναι το πόσο όμορφα μεγαλώνει ένα παιδί μέσα σε κάθε κατάσταση. «Αυτό που θέλει ένα παιδί είναι η αγάπη, η ασφάλεια, το να παίζεις μαζί του. Αν τα έχει αυτά, είναι καλά με όποιον και αν μεγαλώσει. Και ο πατέρας μου είναι ορφανός, αλλά τελικά έγινε ένας εξαιρετικός πατέρας».
Από τα 30 άτομα που είναι καταγεγραμμένα στην Ομάδα, μόνο η Λάλε από την Τουρκία είχε ομοφυλόφιλους γονείς και είναι και η ίδια λεσβία. Αυτό, σύμφωνα με την 44χρονη Στέισι, λέει πολλά για το αν τα παιδιά των ομοφυλόφιλων επηρεάζονται. Μέσα από την τρίχρονη εμπειρία της στην ομάδα επισημαίνει πως όσες μητέρες έχουν λύσει τα προβλήματα με τα παιδιά τους, πέρα από τις οικονομικές δυσκολίες, δεν αντιμετωπίζουν κάποιο άλλο πρόβλημα. Το κυρίαρχο ζήτημα στις οικογένειες λεσβιών είναι τι θα συμβεί όταν θελήσουν να αποκτήσουν παιδί. «Το θέμα δεν είναι η κοινωνία, αλλά πώς διαχειρίζεσαι εσύ την ομοφυλοφιλία σου. Αν έχει σημασία μόνο αυτή, τότε είναι λογικό να σε κρίνουν αρνητικά. Αν όμως δίνεις βάρος στον χαρακτήρα, στην ύπαρξη, στην προσφορά, στη δουλειά και στην ικανότητά σου, τότε όλοι θα σε αγαπούν για αυτά και κανένας δεν θα σε ενοχλήσει. Υπάρχουν χιλιάδες ομοφυλόφιλοι που σκύβουν το κεφάλι στο οκτάωρό τους και μετά απλώς περνούν καλά με τις παρέες τους. Είναι αόρατοι για αυτούς που δεν χρειάζεται να ξέρουν».
Δύο επίδοξες – λεσβίες – μαμάδες
Η Λυδία ήταν φίλη με τη Δανάη για επτά χρόνια, προτού η δεύτερη της εκμυστηρευτεί ότι είναι ερωτευμένη μαζί της. Βγαίνοντας από μια μακροχρόνια σχέση με έναν άνδρα, η Δανάη ήταν αρχικά ομοφοβική, αλλά προς έκπληξη της Λυδίας το ξεπέρασε γρήγορα. «Τελικά αυτό φαίνεται πως δεν ορίζεται από το πόσες σχέσεις έχεις κάνει, αλλά από τον τρόπο με τον οποίο αντιδράς και αισθάνεσαι μέσα σε μια συγκεκριμένη σχέση» λέει στο ΒΗmagazino η Λυδία. Οι δυο τους, 39 και 36 χρόνων αντίστοιχα, παντρεύτηκαν στην Ισπανία μαζί με άλλα 13 ζευγάρια από τον δήμαρχο της πόλης Φιγκέρες και αυτή την περίοδο βρίσκονται στη διαδικασία αναζήτησης δωρητή σπέρματος. Η Λυδία είναι αυτή που θα κυοφορήσει το παιδί και όπως είπε με ένα γλυκό χαμόγελο «σύντομα θα κάνουμε και έναν περισσότερο προσωπικό γάμο στο εξωτερικό και αν ευλογήσει ο Θεός αυτό ίσως γίνει μαζί με το μωρό». Οι μητέρες, λεσβίες ή μη, μπορούν να επιλέξουν είτε ελληνική είτε ξένη τράπεζα σπέρματος. Οι δύο γυναίκες προτίμησαν τη Cryos στη Δανία, γιατί προσφέρει περισσότερες πληροφορίες για τον δωρητή και όχι μόνο το χρώμα του δέρματός του, όπως στην Ελλάδα.
Η Λυδία διαφωνεί κάθετα με την άποψη που υιοθετούν άλλες λεσβίες μητέρες, ότι δηλαδή οι γιατροί σε αντιμετωπίζουν με καχυποψία. «Σε αυτή τη ζωή θεωρώ ότι όσο πιο απλά μεταδίδεις κάποια πράγματα στους άλλους, έτσι απλά θα τα δουν και αυτοί. Αν εγώ έρθω και σου πω ότι θα κάνω παιδί με τη σύντροφό μου, δείχνω σιγουριά για αυτό που πάω να κάνω και δεν νομίζω ότι εσύ μπορείς να το αμφισβητήσεις». Η δική της εμπειρία στην κλινική που επέλεξαν είναι απόλυτα θετική. «Μας δέχτηκαν με χαρά και αγάπη, και αυτό ήταν ένα ωραίο συναίσθημα. Αυτό που μου έχει μείνει μάλιστα είναι ότι όταν υπέγραφα τα χαρτιά ως υποψήφια βιολογική μητέρα, η κοπέλα στο Μικροβιολογικό ζήτησε συγγνώμη από τη σύζυγό μου επειδή δεν μπορούσε να τη βάλει και αυτή να υπογράψει. Αυτό δείχνει ότι υπάρχουν άνθρωποι στην κοινωνία που αποδέχονται περιπτώσεις όπως η δική μας. Δεν θα πρέπει να αντιμετωπίζεις η ίδια τον εαυτό σου ως ταμπού».
Οταν έρθει με το καλό το παιδί, υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να μετακομίσουν στο εξωτερικό για οικονομικούς – και μόνο – λόγους. «Δεν φοβόμαστε πώς θα αντιδράσει η κοινωνία. Υπάρχει και το νομικό πρόβλημα, αλλά δεν το φοβόμαστε ούτε αυτό. Είναι αλήθεια βέβαια ότι ένα παιδί ίσως θα μεγαλώνει πιο άνετα στο εξωτερικό με δύο μαμάδες, αλλά είμαστε έτοιμες να το παλέψουμε αυτό στην Ελλάδα. Δεν αρνούμαι ότι θα προκύψουν προβλήματα ή ότι το παιδί μπορεί να μπερδευτεί. Δεν είμαι τόσο εγωίστρια, όμως, για να θεωρώ ότι μπορώ να τα καταφέρω όλα μόνη μου, χωρίς καμία συμβουλή. Είναι κάτι που όλοι το έχουμε ανάγκη, γι’ αυτό άλλωστε υπάρχουν και οι κατάλληλοι άνθρωποι που μπορούν να βοηθήσουν». Η Λυδία με τη Δανάη περιμένουν ένα παιδί και δηλώνουν αποφασισμένες να κάνουν τα πάντα για χάρη του. Και αν το σκεφτείς ψύχραιμα, αν βγάλεις την ταμπέλα «λεσβίες», αυτό που σου μένει είναι μια οικογένεια που απλώς θα έχει δύο μαμάδες. l
Η ελληνική νομοθεσία
Στην Ελλάδα δεν υπάρχει νομοθεσία που να καλύπτει τη δεύτερη σύντροφο ως γονέα μέσα σε μία οικογένεια με δύο λεσβίες μαμάδες. «Αν πάθει κάτι η βιολογική μητέρα του παιδιού, τότε αυτό θα πάει αυτόματα στους παππούδες ή σε άλλους συγγενείς» λέει η Κωνσταντίνα Κ., μέλος του ΔΣ της Ομοφυλοφιλικής Λεσβιακής Κοινότητας Ελλάδας (ΟΛΚΕ). «Αν όμως κάποια γεννήσει στην Αγγλία, όπου το φύλο δεν έχει σημασία, αλλά αντιμετωπίζουν το ζευγάρι μόνο ως γονείς, το παιδί έχει το όνομα και από τις δύο γυναίκες. Ερχόμενη στην Ελλάδα, μπορεί να κάνει μήνυση γιατί, σύμφωνα με τον νόμο περί ελεύθερης διακίνησης πολιτών στην Ευρώπη, δεν της αναγνωρίζεται το δικαίωμα να υπάρχει η σύντροφός της ως δεύτερος γονέας».
Στο ελληνικό σχολείο, όπως λέει η ίδια, η κηδεμονία είναι κάτι το άτυπο, δηλώνεις ό,τι όνομα θέλεις. «Από την εμπειρία μου ως ακτιβίστρια θα σου πω ότι το κράτος και η θρησκεία δεν είναι έτοιμα, ενώ η κοινωνία είναι πολύ περισσότερο στο να δεχτεί τέτοιες καταστάσεις.
Μια λεσβία μητέρα μόνη της στην ουσία θα αποτελέσει μονογονεϊκή οικογένεια, δεν υπάρχει καμία έρευνα που να έχει αποδείξει ότι αυτό κάνει κακό στα παιδιά. Περισσότερο είναι όλα μέσα στο μυαλό μας όσον αφορά το πρότυπο που έχουμε για την οικογένεια και εμείς είμαστε αυτοί που συντηρούμε τα πρότυπα.
Είναι στο χέρι κάθε οικογένειας, κάθε μητέρας ή πατέρα, αν θα δημιουργήσει πρόβλημα ή όχι».