Πέρασαν ενενήντα χρόνια από την ώρα που οι Τσέτες του Κεμάλ έμπαιναν στη Σμύρνη: η Μικρασιατική Καταστροφή ήταν η μεγαλύτερη τραγωδία του σύγχρονου ελληνισμού αλλά και μία από τις φρικτότερες σφαγές και διώξεις στο σύγχρονο κόσμο. Πριν όμως εξελιχθεί σε βαριά στρατιωτική ήττα, η Μικρασιατική Καταστροφή υπήρξε, πάνω απ’ όλα, διπλωματική / γεωπολιτική ήττα της Ελλάδας. Πώς όμως έφτασε ο ελληνισμός σε αυτή την τραγωδία; Για να κατανοηθεί είναι ανάγκη να ανατρέξει κανείς όχι μόνο στο ίδιο το 1922, αλλά, κυρίως, σε διεθνή γεγονότα τόσο του 1918, όσο και του 1914 – 1915, καθώς επίσης και στις εσωτερικές πολιτικές εξελίξεις του 1920.
Στα τέλη του 1918 ο Ελευθέριος Βενιζέλος εκπροσωπούσε την Ελλάδα στο συνέδριο των νικητών του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου στο Παρίσι. Στις 17 / 30 Δεκεμβρίου 1918 υπέβαλλε στο Συνέδριο της Ειρήνης το επίσημο ελληνικό υπόμνημα με τις ελληνικές διεκδικήσεις στη Μικρά Ασία. Ολοκληρώνοντας τις νέες ρυθμίσεις μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο, οι μεγάλες δυτικές δυνάμεις της εποχής, η Αγγλία και η Γαλλία, έβλεπαν στην Ελλάδα του Βενιζέλου έναν σταθερό, μαχητικό και αξιόπιστο σύμμαχο των συμφερόντων τους στην περιοχή. Οι σχέσεις αυτές είχαν σφυρηλατηθεί ήδη από την εποχή των νικηφόρων Βαλκανικών Πολέμων που διπλασίασαν την Ελλάδα στα έτη 1912 – 1913. Και είχαν γίνει ακατάλυτες λίγο αργότερα, όταν με το ξέσπασμα του Πρώτου Παγκοσμίου ο Βενιζέλος, με τεράστιο εσωτερικό κόστος και διακινδύνευση, δεν άφησε τελικά τη χώρα να περάσει στην πλευρά των Κεντροευρωπαικών Αυτοκρατοριών όπως ουσιαστικά, δια της ουδετερότητας, επιθυμούσε το παλάτι που γι αυτό το λόγο παράνομα εκδίωξε τον πρωθυπουργό από τα καθήκοντά του, για να ακολουθήσει ο Εθνικός Διχασμός.
Τελικά, η εσωτερική απάντηση του Βενιζέλου στο Παλάτι, αλλά κυρίως η συνέπεια των συμμαχιών του και η ίδια η εξέλιξη του Πολέμου τον δικαίωσαν. Κι έτσι η Ελλάδα βρέθηκε στα 1918 όχι απλώς να κάθεται στο τραπέζι των νικητών αλλά και να προετοιμάζεται για το πιο μεγαλειώδες επίτευγμα της διπλωματικής ιστορίας της, τη Συνθήκη των Σεβρών του 1920, που έθετε τις βάσεις για την «Ελλάδα των πέντε θαλασσών και των δύο ηπείρων», αλλά με ένα ενδιάμεσο στάδιο: με συμμαχική εντολή, σε ρόλο διεθνούς δύναμης επιβολής της τάξης κι όχι σε ρόλο άσκησης εθνικής κυριαρχίας, την 1η Μαίου 1919 το καταδρομικό Αβέρωφ κατέπλεε πρώτο από τα ελληνικά στρατεύματα στο λιμάνι της Σμύρνης.
Εχοντας πίσω του τη Συνθήκη των Σεβρών, ο Βενιζέλος αποφάσισε, έπειτα από περίπου δέκα χρόνια πολέμων, να προχωρήσει σε εκλογές. Η αντιπολίτευση κατέβηκε με κεντρικό της σύνθημα την απαγκίστρωση και την αναδίπλωση στο εσωτερικό. Παρά τα πρωτοφανή για τη χώρα επιτεύγματα από το 1912 και μετά, η κόπωση, μετά από τόσα χρόνια πολέμων ήταν μεγάλη, όπως οξύτατες ήταν και οι συνέπιες του Εθνικού Διχασμού. Οι εκλογές προκηρύχθηκαν για την 1η Νοεμβρίου του 1920 και το αποτέλεσμά τους έπεσε σαν βόμβα: ο Βενιζέλος ηττήθηκε κατά κράτος.
Όμως, οι διάδοχοι του Βενιζέλου, από την επομένη κιόλας ημέρα της ανάληψης της εξουσίας, έπραξαν όμως το ακριβώς αντίθετο από εκείνο που είχαν υποσχεθεί και τους έδωσε τη μεγάλη εκλογική νίκη: όχι μόνον δεν προχώρησαν σε απαγκίστρωση από τη Μικρά Ασία, αλλά, αντιθέτως, επιχείρησαν μονομερώς, χωρίς συνεννόηση με τους Συμμάχους της χώρας των οποίων εντολή η Ελλάδα εκτελούσε, να αλλάξουν ριζικά τη φύση του ρόλου των εκεί ελληνικών στρατευμάτων και να προχωρήσουν ως εθνική δύναμη κατοχής στην ενδοχώρα της Μκράς Ασίας. Ηταν ο απόλυτος θρίαμβος της πιο αμοραλιστικής – και τελικά επικίνδυνης αφού είχε και σημαντικότατη διεθνή διάσταση – εκδοχής της ελληνικής μικροπολιτικής. Ηταν η καταστροφή που έφερε ένα ακραίο πολιτικό ψεύδος, σε καιρούς που το τι θα συνέβαινε στην Ελλάδα, είχε μεγάλη διεθνή σημασία.
Εκεί ακριβώς, ξεκινά και η Καταστροφή του 1922. Αποκομμένη από κάθε γεωπολιτική και διπλωματική πραγματικότητα που την είχε οδηγήσει στη Μικρά Ασία και υποτιμώντας ταυτόχρονα και τις τεράστιες στρατιωτικές δυσχέρειες του όλου εγχειρήματος της πορείας στα ενδότερά της, η Ελλάδα βρέθηκε σύντομα μόνη να επιχειρεί το αδιανόητο: τη στρατιωτική επικράτηση από τα παράλια μέχρι την Αγκυρα. Οι τραγικά ανεπαρκείς διπλωματικές και στρατιωτικές εκτιμήσεις έφτασαν τόσο μακριά, ώστε μόλις λίγο καιρό πριν την Καταστροφή, η Ελλάδα απειλούσε με προέλαση του στρατού της τόσο προς την Αγκυρα όσο και προς την Κωνσταντινούπολη, προκαλώντας την οξύτατη αντίδραση της Αγγλίας και της Γαλλίας.
Τελικά, οι Μεγάλες Δυνάμεις, απλώς, άλλαξαν σύμμαχο: αναλαμβάνοντας ουσιαστικά τον παλιό γεωπολιτικό ρόλο της Ελλάδας που η ίδια κάθε άλλο παρά τον εκπλήρωνε πια, ο Κεμάλ έγινε τώρα ο κεντρικός συνομιλητής τους και ο κύριος περιφερειακός «εγγυητής» μετά την κατάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Η συνέχεια ήταν προδιαγεγραμμένη: ήταν η φοβερότερη τραγωδία του σύγχρονου ελληνισμού , για την οποία η ευθύνη ήταν τεράστια σε εκείνους που ενώ προεκλογικά κήρυξαν την απαγκίστρωση, τελικά οδήγησαν τη χώρα μόνη στο Σαγγάριο. Η ολοκλήρωση αυτής της εθνικής και ανθρωπιστικής τραγωδίας ονομάστηκε Μικρασιατική Καταστροφή. Και, φυσικά, δεν ήταν η ιστορία κάποιων ανθρώπων που, έτσι απλά, στοιβάζονταν σε κάποια προκυμαία…