Αν και την παράσταση στις μεταγραφές έκλεψε ο τηλεοπτικός αστέρας Πίου, το «μαύρο πιστόλι», το χρώμα στο καλοκαιρινό παζάρι της ελληνικής Σούπερ Λίγκας ήταν έντονα ελληνικό, νεανικό αλλά και «ελεύθερο». Με τα οικονομικά των περισσοτέρων ομάδων να βρίσκονται στο κόκκινο η στροφή προς την ελληνική αγορά και κυρίως προς τις ακαδημίες τους μοιάζει να είναι από τη μία πλευρά αναγκαστική αλλά από την άλλη (μπορεί να αποδειχθεί) ελπιδοφόρα. Αμούστακα παιδιά που βρίσκονταν στις ομάδες νέων καλούνται να συμπληρώσουν το ρόστερ ή ακόμη και να αποτελέσουν τον κορμό ομάδων που δεν έχουν πια τη δυνατότητα να ξοδέψουν όχι μόνο για φανταχτερές μεταγραφές αλλά ούτε καν για τους συνήθεις ξένους γυρολόγους.

Η οικονομική κρίση που βιώνει το ελληνικό ποδόσφαιρο αλλάζει με βίαιο τρόπο τη φυσιογνωμία αρκετών ομάδων, όχι μόνο των μικρομεσαίων αλλά και αυτών που διεκδικούν πρωταγωνιστικό ρόλο στο πρωτάθλημα, όπως η ΑΕΚ, ο ΠΑΟΚ ή ο Αρης. Η εισβολή της νέας γενιάς, που γίνεται όχι προγραμματισμένα και με αγωνιστικά κριτήρια αλλά λόγω της οικονομικής ανέχειας των περισσοτέρων ομάδων, «ελληνοποιεί» το πρωτάθλημα της Σούπερ Λίγκας και κηρύσσει το τέλος εποχής της «ξενοκρατίας» που κυριαρχούσε στα ελληνικά γήπεδα τα προηγούμενα χρόνια.

Είναι χαρακτηριστικό ότι με εξαίρεση τον Παναθηναϊκό και τους νεοφώτιστους Πλατανιά και Βέροια οι ομάδες της Σούπερ Λίγκας απέκτησαν περισσότερους Ελληνες απ’ ό,τι ξένους. Σε δύο περιπτώσεις μάλιστα (Πανιώνιος και ΟΦΗ) δεν υπήρξαν μεταγραφές ξένων παικτών, παρά μόνο Ελλήνων. Την ίδια ώρα σχεδόν όλες οι ομάδες, σε μερικές περιπτώσεις με μαζικό τρόπο, πρόσθεσαν στο ρόστερ τους παίκτες από τις ακαδημίες τους. Ετσι ο μέσος όρος ηλικίας ορισμένων ομάδων είναι εντυπωσιακά χαμηλός. Στον Αρη έπεσε στα 21,9 έτη, στην ΑΕΚ στα 22,1, στον ΠΑΟΚ στα 23,7, στον ΟΦΗ στα 23,8, στην Ξάνθη στα 23,9 και στον Παναθηναϊκό στα 24,4. Ταυτόχρονα μειώθηκε το ποσοστό των ξένων στο σύνολο των ρόστερ των ομάδων. Στην ελληνική Σούπερ Λίγκα, ως τη στιγμή που γράφονταν αυτές οι γραμμές, συμμετέχουν 128 ξένοι που αντιστοιχούν στο 27,8% του συνόλου των ποδοσφαιριστών της. Τα προηγούμενα χρόνια το ποσοστό των ξένων ξεπερνούσε το 50%.
Νέοι για πρεστίζ ή για επιβίωση
Τη γραμμή της σταδιακής ελληνοποίησης του ρόστερ ακολούθησε και ο εύπορος Ολυμπιακός, ο οποίος όμως χάρη στην οικονομική ισχύ του και στις δελεαστικές αγωνιστικές προοπτικές του – διεκδίκηση τίτλων και συμμετοχή στο Τσάμπιονς Λιγκ – «σαγήνευσε» μερικούς από τους καλύτερους νέους παίκτες, όπως ο Κώστας Μανωλάς, ο Βασίλης Καραγκούνης, ο Δημήτρης Σιόβας και ο Παναγιώτης Βλαχοδήμος, ενώ επέστρεψαν ο Κώστας Μήτρογλου και ο Γιάννης Ζαραδούκας, και εντάχθηκε στο ρόστερ ο αποκτηθείς τον Ιανουάριο από τον Ατρόμητο Ανδρέας Τάτος.
Ο Παναθηναϊκός μπορεί να απέκτησε μόνο ξένους παίκτες (7) αλλά φρόντισε να εξισορροπήσει την κατάσταση εντάσσοντας στο ρόστερ της πρώτης ομάδας πέντε έλληνες πιτσιρικάδες από την ομάδα νέων.
Για τη χειμαζόμενη οικονομικά ΑΕΚ η στήριξη σε μια στρατιά νέων ελλήνων παικτών από την ακαδημία της ή από άλλες ομάδες μικρότερων κατηγοριών ήταν επιλογή επιβίωσης. Η Ενωση, που είδε το μεγαλύτερο μέρος του περυσινού ρόστερ της να αποχωρεί, απέκτησε μόνο δύο έμπειρους ξένους, τους Γιάγκο και Φουρτάδο που προστίθενται στον μοναδικό αλλοδαπό που παρέμεινε, τον Ρότζερ Γκερέιρο.
Ο ΠΑΟΚ συνέχισε στην ίδια γραμμή που είχε εγκαινιάσει εδώ και δύο χρόνια, εντάσσοντας ακόμη 6 παίκτες της ομάδας νέων στο ρόστερ του (πέρυσι είχε «ανεβάσει» επτά νέους και πρόπερσι τέσσερις). Η επιλογή αυτή έχει αποδώσει και μεταγραφικά, αφού ο ενταχθείς το 2010 στο ρόστερ της πρώτης ομάδας Κώστας Σταφυλίδης μεταγράφηκε στην Μπάγερ Λεβερκούζεν αντί 1,5 εκατ. ευρώ (την παρούσα περίοδο θα παραμείνει στον ΠΑΟΚ ως δανεικός).
Παπούτσι από τον τόπο σου…
Αποκλειστικά Ελληνες (6) ή ξένους που αγωνίζονταν στο ελληνικό πρωτάθλημα (3) πρόσθεσε στο ρόστερ του ο Ατρόμητος, ενώ πιο «ελληνικό» θα είναι το ρόστερ του Αστέρα Τρίπολης, από τον οποίο έφυγαν 9 και ήρθαν μόλις 4 ξένοι. Παρόμοια και η εικόνα στον ως πρόσφατα «λάτιν» Αρη, από τον οποίο αποχώρησαν 11 ξένοι ενώ αποκτήθηκε μόλις ένας, ο Πουλίδο του Αστέρα. Ταυτόχρονα αποκτήθηκαν 5 νέοι Ελληνες και εντάχθηκαν στην πρώτη ομάδα 11 παίκτες από την ομάδα νέων.
Οι πιο «ελληνικές» ομάδες του πρωταθλήματος είναι ο Πανιώνιος (έμειναν μόνο 2 ξένοι) και η Κέρκυρα (3 ξένοι). Οι Νεοσμυρνιώτες ενέταξαν στο ρόστερ τους 10 ελεύθερους Ελληνες, αλλά και 10 παίκτες από τη δεύτερη ομάδα τους.
Κόντρα στο ρεύμα πήγαν οι νεοφώτιστες ομάδες της Βέροιας και του Πλατανιά, που προτίμησαν, με στόχο τη σωτηρία τους, τους έμπειρους ξένους, με αποτέλεσμα να είναι δύο από τις τρεις πιο γερασμένες ομάδες του πρωταθλήματος, με μέσον όρο ηλικίας τα 27 και τα 25,8 έτη αντιστοίχως.

Δεν ξόδεψαν ευρώ για τις μεταγραφές 13 ομάδες
Η στροφή των ΠΑΕ στα «δικά τους παιδιά» ή σε έλληνες πιτσιρικάδες που αποκτήθηκαν από άλλες ομάδες έφερε μια κάθετη πτώση στον μεταγραφικό τζίρο του καλοκαιρινού παζαριού. Οι ομάδες της Σούπερ Λίγκας ξόδεψαν συνολικά μόλις 4,745 εκατ. ευρώ για νέα αποκτήματα, ποσό που τοποθετεί το ελληνικό πρωτάθλημα στην 23η θέση του παγκόσμιου πίνακα, κάτω από το πρωτάθλημα της Σαουδικής Αραβίας και του Ιράν! Μάλιστα για πρώτη φορά το ισοζύγιο αγορών – πωλήσεων ήταν θετικό αφού, λόγω και της πώλησης του Κέβιν Μιραλάς από τον Ολυμπιακό στην Εβερτον αντί 7,650 εκατ. ευρώ, οι ελληνικές ΠΑΕ εισέπραξαν συνολικά 10,9 εκατ. ευρώ.
Το εντυπωσιακό είναι ότι από τα 4,745 εκατ. ευρώ που πληρώθηκαν από το σύνολο των ελληνικών ομάδων τα 4,550 εκατ. ευρώ δόθηκαν από τον Ολυμπιακό για την απόκτηση των Πάολο Ματσάδο από την Τουλούζ (2,7 εκατ. ευρώ), του Λεάντρο Γκρέκο από τη Ρόμα (850.000 ευρώ), του Παναγιώτη Βλαχοδήμου από την Ξάνθη (500.000 ευρώ), του Δημήτρη Σιόβα από τον Πανιώνιο (300.000 ευρώ) και του Πάμπλο Κοντρέρας από την Κόλο Κόλο (200.000 ευρώ). Τα υπόλοιπα ξόδεψαν ο Παναθηναϊκός (100.000 ευρώ για τον δανεικό Σισοκό) και η ΑΕΚ (95.000 για τους Φουρτάδο και Κουτρουμπή), ενώ οι άλλες 13 ελληνικές ομάδες δεν κατέβαλαν ούτε ένα ευρώ για την απόκτηση ποδοσφαιριστή, αφού προτίμησαν να ενισχυθούν αποκλειστικά από ελεύθερους ποδοσφαιριστές.
Την αντίστοιχη περυσινή περίοδο τα μεταγραφικά έξοδα των ομάδων είχαν ανέλθει σε 11 εκατ. ευρώ, χρήματα που είχαν δοθεί κυρίως για καραβιές ξένων παικτών, μεταξύ των οποίων ξεχώριζαν λίγα σπουδαία ονόματα, όπως ο Ισλανδός Εϊντούρ Γκούντγιονσεν (ΑΕΚ) και Φρανκ Γέστε, Πάμπλο Ορμπάιθ και Ζαν Μακούν του Ολυμπιακού. Την περίοδο 2007-2008 τα μεταγραφικά έξοδα των ελληνικών ομάδων είχαν φθάσει τα 40 εκατ. ευρώ, για να απογειωθούν την επόμενη σεζόν στα 60 εκατ. ευρώ. Από την περίοδο 2009-2010 ξεκίνησε η πτώση (35 εκατ. ευρώ) που συνεχίστηκε ακάθεκτη (2010-2011, 20 εκατ. ευρώ) ως την εφετινή περίοδο.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ