ΤΟ ΒΗΜΑ/The New York Times
Υπάρχουν πολλά πράγματα που μπορεί να επικρίνει κανείς όσον αφορά τους χειρισμούς του Προέδρου Ομπάμα στην οικονομία. Όμως το σπουδαιότερο ζήτημα τα τελευταία χρόνια δεν είναι τα λάθη του κ.Ομπάμα αλλά η αντιπολιτευτική πολιτική «καμένης γης» των Ρεπουμπλικάνων, που έχουν κάνει τα πάντα για να τον εμποδίσουν – και οι οποίοι σήμερα, έχοντας πρώτα μπλοκάρει όλες τις πολιτικές του προέδρου, ελπίζουν να καταλάβουν τον Λευκό Οίκο με το επιχείρημα ακριβώς πως οι πολιτικές του αυτές απέτυχαν.
Η άρνηση, πριν λίγες μέρες, του διευθυντή της Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας Οικιστικής Χρηματοδότησης (Federal Housing Finance Agency) — ενός διευθυντή που έμεινε από την εποχή Μπους και ο πρόεδρος Ομπάμα δεν μπόρεσε να αντικαταστήσει, να επιτρέψει την ελάφρυνση των χρεών σε χιλιάδες νοικοκυριά αποκρυσταλλώνει ακριβώς το παιχνίδι που παίζεται.
Λίγες πληροφορίες γι’ αυτό: πολλοί οικονομολόγοι πιστεύουν πως η συσσώρευση πολύ υψηλού χρέους στα νοικοκυριά, «κληρονομιά» των χρόνων της φούσκας, είναι ο βασικός λόγος που η χώρα δεν μπορεί να επιστρέψει στην ανάκαμψη. Για να το πούμε απλά, το υπερβολικό χρέος έχει δημιουργήσει μια κατάσταση όπου ο πολύς κόσμος προσπαθεί να ξοδεύει λιγότερα απ΄ όσα βγάζει. Δεδομένου ότι αυτό είναι ανέφικτο σε επίπεδο συνόλου – μια που οι δικές μου δαπάνες είναι το δικό σου εισόδημα, και αντίστροφα – το αποτέλεσμα είναι μια οικονομία που παραμένει πεισματικά στάσιμη.
Ποια πολιτική μπορεί να απαντήσει σε αυτό το πρόβλημα; Μια απάντηση είναι η αύξηση των κρατικών δαπανών ώστε να στηριχθεί η οικονομία ενόσω ο ιδιωτικός τομέας «διορθώνει» τους ισολογισμούς του: δεν είναι καιρός για λιτότητα, και οι περικοπές στα κρατικά κονδύλια είναι ένας από τα βασικά «βαρίδια» της οικονομίας. Μια άλλη απάντηση είναι η επιθετική νομισματική πολιτική: γι’ αυτό και είναι σκανδαλώδης η άρνηση της κεντρικής τράπεζας Fed να αναλάβει δράση, παρά την υψηλή ανεργία και τον χαμηλό πληθωρισμό.
Όμως η δημοσιονομική και νομισματική πολιτική μπορούν να συνοδευτούν, και έτσι θα έπρεπε, από ελαφρύνσεις στο φορτίο του χρέους. Η μείωση των χρεών που επιβαρύνουν τους Αμερικανούς πολίτες που αντιμετωπίζουν οικονομικά προβλήματα θα οδηγούσε στην δημιουργία περισσότερων θέσεων εργασίας και θα βελτίωνε τις οικονομικές ευκαιρίες για όλους.
Δυστυχώς, οι αρχικές προσπάθειες της κυβέρνησης Ομπάμα να ελαφρύνουν το χρέος των νοικοκυριών αποδείχτηκαν αναποτελεσματικές: στην προσπάθεια τους να μην απαλλάξουν από τα χρέη τους σκόπιμα «μπαταξήδες» χρεοφειλέτες, οι αξιωματούχοι συνόδευσαν τα μέτρα ελάφρυνσης με τόσους περιορισμούς, ώστε τελικά το πρόγραμμα δεν απέδωσε καθόλου. Τον τελευταίο καιρό ωστόσο η κυβέρνηση έδειξε να σοβαρεύεται σε αυτό το συγκεκριμένο θέμα.
Το καλύτερο μέρος για να ξεκινήσει κανείς την προσπάθεια ελάφρυνσης των Αμερικανών από τα χρέη τους είναι, προφανώς, οι υποθήκες που έχουν στην κατοχή τους η Fannie Mae και η Freddie Mac, οι δυο ημι-κρατικοί πιστωτικοί οργανισμοί που στην ουσία εθνικοποιήθηκαν τις τελευταίες μέρες της διακυβέρνησης του Τζορτζ Μπους.
Άλλωστε την ιδέα αυτή την στήριξαν αρχικά και τα δυο κόμματα: ο στενός συνεργάτης του Ρόμνι, ο καθηγητής του Columbia Γκλεν Χάμπαρντ, ζήτησε δημόσια από τις Fannie και Freddie να διευκολύνουν τους ιδιοκτήτες σπιτιών στην αναχρηματοδότηση των υποθηκών τους, ώστε να μειωθούν προσαυξήσεις και τόκοι και να βελτιωθεί το οικονομικό κλίμα στη χώρα. Η κυβέρνηση Ομπάμα στηρίζει αυτή την ιδέα και έχει ήδη παρουσιάσει ένα ειδικό πρόγραμμα μέτρων ελάφρυνσης για τους οφειλέτες με τα μεγαλύτερα προβλήματα.
Όμως ο Εντουαρντ ΝτεΜάρκο, ο διευθυντής της ομοσπονδιακής υπηρεσίας που επιβλέπει τις Fannie και Freddie, αρνείται πεισματικά κάθε συζήτηση για αναχρηματοδότηση. Και την εβδομάδα που μας πέρασε απέρριψε ολόκληρο το κυβερνητικό σχέδιο ελαφρύνσεων.
Ποιος είναι ο Εντ ΝτεΜάρκο; Ένας δημόσιος υπάλληλος που έγινε διευθυντής της ομοσπονδιακής υπηρεσίας οικιστικών πιστώσεων, όταν το 2009 παραιτήθηκε ο κανονικός διευθυντής που είχε διορίσει ο Μπους. Ο Ομπάμα προσπάθησε να τον αντικαταστήσει με έναν νέο διευθυντή, αλλά ο κ. ΝτεΜάρκο παραμένει εκεί, σχεδόν τέσσερα χρόνια αργότερα, επειδή οι Ρεπουμπλικάνοι γερουσιαστές μπλοκάρουν τις προσπάθειες αντικατάστασης του.
Στην επιστολή του, ο κ. ΝτεΜάρκο απορρίπτει το σχέδιο ελαφρύνσεων χρησιμοποιώντας ιδιαίτερα αδύναμα επιχειρήματα. Υποστηρίζει ότι το σχέδιο θα οδηγήσει σε μεγάλες ζημιές για τους φορολογούμενους – συμπέρασμα με το οποίο διαφωνούν ακόμα και οι ίδιοι του οι υπάλληλοι, που μετρούν μόνον οφέλη για το δημόσιο. Είναι άλλωστε γνωστό πως πολλές ιδιωτικές τράπεζες έχουν προσφέρει αντίστοιχες ελαφρύνσεις με αυτές που απορρίπτει ο κ. ΝτεΜάρκο, αν και δεν έχουν τα ευγενή κίνητρα επίσπευσης της οικονομικής ανάκαμψης που υποτίθεται πως κινητοποιούν τις κρατικές υπηρεσίες.
Το βασικό πρόβλημα είναι πως ο κ. ΝτεΜάρκο δείχνει να μην κατανοεί ποια είναι η δουλειά του. Υποτίθεται ότι η δουλειά του είναι να διευθύνει την υπηρεσία του και να διασφαλίζει την οικονομική της υγεία – όχι να χαράζει την εθνική οικονομική πολιτική. Αν ο υπουργός Οικονομικών, κατόπιν εντολής του προέδρου, αποφασίσει να επιδοτήσει με κρατικό χρήμα την αναχρηματοδότηση των υποθηκών κατά τρόπο ώστε να ενισχύει ουσιαστικά την ομοσπονδιακή πιστωτική υπηρεσία, τι δουλειά έχει ο διευθυντής της εν λόγω υπηρεσίας να εμποδίζει αυτή την πολιτική; Η συμπεριφορά αυτή είναι λόγος απόλυσης.
Μπορεί ο κ. ΝτεΜάρκο να απολυθεί επί τούτου; Διαβάζω διάφορες αντικρουόμενες αναλύσεις επ’ αυτού, αλλά ένα πράγμα είναι ξεκάθαρο: ότι αν επανεκλεγεί ο πρόεδρος Ομπάμα πρέπει να τον διώξει με συνοπτικές διαδικασίες, όπως θα έπρεπε να είχε κάνει εδώ και χρόνια. Όπως προείπα, όμως, ο κ.Ομπάμα έχει κάνει πολλά λάθη.
Όμως η ιστορία με τον κ. ΝτεΜάρκο όπως και νά ΄χει, αποδεικνύει, για μια ακόμη φορά, σε ποιο βαθμό η οικονομική πολιτική των ΗΠΑ έχει σακατευτεί από την αδιάλλακτη και ανεύθυνη πολιτική της αντιπολίτευσης. Αν η οικονομία μας είναι ακόμη σε στασιμότητα, μεγάλο – αν όχι το μεγαλύτερο μέρος της ευθύνης – δεν βαραίνει τον κ.Ομπάμα, αλλά όσους προσπαθούν να χρησιμοποιήσουν το οικονομικό τέλμα για ίδιο πολιτικό όφελος.