«Τη μια μέρα υπάρχει ζωή… και τότε, ξαφνικά, συμβαίνει, έρχεται ο θάνατος». Με αυτή τη φράση άρχιζε η Επινόηση της μοναξιάς (Ζαχαρόπουλος, 2001) του γνωστού και καταξιωμένου αμερικανού συγγραφέα και σεναριογράφου Πολ Όστερ. Εκεί, μεταξύ αναμνήσεων, μαρτυρίας και στοχασμών, ο Όστερ ξεδίπλωνε συγκινητικές σκέψεις για τη ζωή με αφορμή τον θάνατο του πατέρα του. Σήμερα, 30 χρόνια από την πρώτη δημοσίευση του βιβλίου το 1982, ο συγγραφέας επανέρχεται με ένα νέο αυτοβιογραφικό βιβλίο, το Winter Journal (Χειμερινό ημερολόγιο), το οποίο θα κυκλοφορήσει στις ΗΠΑ τον Αύγουστο.
Εδώ ο Όστερ επικεντρώνεται στη μητέρα του, στο διαζύγιο με τον πατέρα του και στη μοναξιά της, στα τελευταία χρόνια της και στη δική του αγωνία μπροστά στον επικείμενο θάνατό της. Το βιβλίο είναι όμως και μια ανασκόπηση της δικής του ζωής που βαδίζει τον δρόμο των γηρατειών, μια αυτοβιογραφία του σώματος και των αισθήσεων, ευχάριστων και επώδυνων: «Η ιστορία αρχίζει εκεί, στο σώμα σου, κι εκεί επίσης θα τελειώσουν όλα, στο σώμα σου», γράφει.

Εξαιρετικός ο Πολ Όστερ, λυρικός και στοχαστικός μαζί, εναλλάσσει αναμνήσεις της παιδικής ηλικίας, που αναπτύσσονται σε θαυμάσιες νοσταλγικές εικόνες, με στοχασμούς της τρίτης ηλικίας, όταν ο χρόνος κυλά από τα χέρια και οι ψευδαισθήσεις της νεότητας αποκαλύπτονται ανίσχυρες μπροστά στη φυσική νομοτέλεια.

«Νομίζεις ότι δεν θα σου συμβεί ποτέ, ότι δεν μπορεί να συμβεί σ’ εσένα. Ότι είσαι το μόνο πρόσωπο στον κόσμο στο οποίο δεν πρόκειται να συμβεί κανένα από αυτά τα πράγματα. Κι έπειτα, ένα ένα, όλα αρχίζουν να σου συμβαίνουν, με τον ίδιο τρόπο που συνέβησαν σε όλους τους άλλους.

»Πατάς ξυπόλητος στο κρύο πάτωμα, καθώς κατεβαίνεις από το κρεβάτι και βαδίζεις προς το παράθυρο. Είσαι έξι ετών. Έξω χιονίζει και στην πίσω αυλή τα κλαδιά των δέντρων γίνονται σιγά σιγά λευκά.

»Μίλα τώρα προτού να είναι πολύ αργά, και έπειτα να ελπίζεις ότι θα συνεχίσεις να μιλάς ώσπου να μην έχει απομείνει κάτι άλλο να ειπωθεί. Έτσι κι αλλιώς, ο χρόνος λιγοστεύει. Ίσως είναι καλύτερα να αφήσεις τις ιστορίες σου στην άκρη για την ώρα και να εξετάσεις πώς ένιωσες ζώντας μέσα σε αυτό το σώμα από την πρώτη μέρα που μπορείς να θυμηθείς ότι ήσουν ζωντανός ως ετούτη εδώ. Ένας κατάλογος αισθητηριακών δεδομένων, αυτό που θα αποκαλούσε κάποιος μια φαινομενολογία του αναπνέειν.

»Είσαι δέκα ετών και ο αέρας του μεσοκαλόκαιρου είναι ζεστός, πνιγηρά ζεστός, τόσο υγρός και δυσάρεστος, που, παρόλο που κάθεσαι στην σκιά των δέντρων στην πίσω αυλή, ο ιδρώτας μουσκεύει το μέτωπό σου.
»Είναι αδιαφιλονίκητο γεγονός ότι δεν είσαι πια νέος. Σε έναν μήνα από σήμερα, θα είσαι 64 ετών. Και μολονότι αυτό δεν σημαίνει ότι είσαι υπερβολικά μεγάλος -δεν είναι αυτό που κάποιος μπορεί να αποκαλούσε «προχωρημένη τρίτη ηλικία»-, δεν μπορείς να σταματήσεις να σκέφτεσαι όλους τους άλλους που δεν έφτασαν τόσο μακριά όσο εσύ. Αυτό είναι ένα παράδειγμα από τα ποικίλα πράγματα που δεν θα μπορούσαν να συμβούν, τα οποία όμως, στην πραγματικότητα, συνέβησαν.

»Ο άνεμος στο πρόσωπό σου στη διάρκεια της χιονοθύελλας της περασμένης βδομάδας, το κρύο να σε περονιάζει φριχτά κι εσύ είσαι εκεί έξω στους άδειους δρόμους και αναρωτιέσαι τι σ’ έπιασε κι άφησες το σπίτι ενώ η θύελλα σφυροκοπά, και παρ’ όλα αυτά, ακόμη και την ώρα που πάλευες να κρατήσεις την ισορροπία σου, ένιωθες την ευχαρίστηση αυτού του ανέμου, την απόλαυση να βλέπεις τους γνώριμους δρόμους να καταλήγουν μια θολούρα από λευκό χιόνι που στροβιλίζεται».

Στο βίντεο που ακολουθεί, ακούστε αποσπάσματα από το βιβλίο. Ο θαυμάσιος λόγος του Όστερ, ποιητικά ρυθμικός, θυμίζει μπαλάντες του Λέοναρντ Κοέν.