Κρίση αντιπροσώπευσης, απαξίωση πολιτικών προσώπων με το σκεπτικό «ίδιοι είναι όλοι», κορεσμός από προσωπικούς τακτικισμούς για ίδιον όφελος, προκύπτουν από την επιστημονική καταγραφή των απόψεων των Αγανακτισμένων στην πλατεία Συντάγματος. Στην έρευνα που αφουγκράστηκε όσα δηλώνουν, και κυρίως όσα πιστεύουν, οι συμμετέχοντες στο κίνημα του 2011, υπογραμμίζεται «το δημοκρατικό απόθεμά τους», ενάντια στον όποιο φόβο ήθελε τους Αγανακτισμένους ανατροπείς της έννομης τάξης, της ίδιας της Δημοκρατίας. Ποιοι είναι; Πού ανήκουν πολιτικά; Τι πιστεύουν για τη βία; Τι κοινά έχουν με τους Αγανακτισμένους της Πουέρτα δελ Σολ και της Νέας Υόρκης; Τα συμπεράσματα της έρευνας παρουσιάστηκαν μόλις στις 11 Ιουλίου στο ετήσιο συνέδριο της Διεθνούς Εταιρείας Πολιτικής Επιστήμης, στη Μαδρίτη, και αντανακλούν αγωνία για το μέλλον, αλλά και έντονη επιθυμία συμμετοχής στον δημόσιο βίο με δημοψηφίσματα και λαϊκές συνελεύσεις, στο πλαίσιο μιας αμεσότερης δημοκρατίας.
Το δείγμα αποτελούν κατά 49,4% άνδρες και κατά 50,6% γυναίκες, ενώ κατά το μεγαλύτερο ποσοστό του (30,8%) είναι νέοι 25-34 ετών. Οι ηλικιακές ομάδες 18-24 ετών, 35-44 ετών και 45-54 ετών διεκδικούν – ξεχωριστά η καθεμία – ποσοστό 17,9%, ενώ όσοι κινούνται ανάμεσα στα 55-64 έτη διαμορφώνουν ένα 12,8%. Οι άνω των 65 ετών αποτελούν το 2,6%.
Περισσότεροι από τους μισούς, ποσοστό 60%, διαθέτουν πτυχίο ΑΕΙ-ΤΕΙ, ενώ το 8% διαθέτει και μεταπτυχιακό τίτλο. Το 26% έχει ολοκληρώσει τη βασική εκπαίδευση, ενώ το 6% είναι απόφοιτοι Δημοτικού.
Στο ερώτημα της «ιδεολογικής αυτοτοποθέτησης», το δείγμα απαντά σε ποσοστό 42,6% ότι «όλα αυτά δεν σημαίνουν τίποτα». Το 36,8% δηλώνει προσκείμενο στην Αριστερά, το 14,7% στην Κεντροαριστερά, το 1,5% στην Κεντροδεξιά, και στη Δεξιά το 4,4%.
Οι Αγανακτισμένοι στέκονται ένα βήμα πέρα από κόμματα και ιδεολογίες, εκφράζουν απαξίωση απέναντι σε διεφθαρμένα πολιτικά πρόσωπα, έχουν μία εξιδανικευμένη, ίσως και ρομαντική, προσδοκία για το δημοκρατικό πολίτευμα.
Οταν ερωτώνται για «τον τρόπο με τον οποίο θα επιθυμούσαν να λαμβάνονται οι αποφάσεις», οι συμμετέχοντες στο κίνημα της πλατείας δείχνουν προτίμηση στα δημοψηφίσματα και στις λαϊκές συνελεύσεις σε ποσοστό 58,5%, ένα διόλου αμελητέο ποσοστό τάσσεται υπέρ των εκλεγμένων κυβερνήσεων και των αντιπροσωπευτικών θεσμών, 24,4%, ενώ το 17,1% θέλει ελίτ ισχυρούς ηγέτες και τεχνοκράτες.
Η απαξίωσή τους πάντως για το πολιτικό σύστημα, ιδίως για τα πρόσωπα που το εκπροσωπούν, είναι έκδηλη στην ενότητα «Γνώμη για τα πολιτικά κόμματα». «Νοιάζονται μόνο για τον εαυτό τους και εξαπατούν τους πολίτες» εκτιμά το 39%, «Είναι όλα ίδια» απαντά το 26,8%, «Τα κόμματα εξουσίας έχουν αποξενωθεί από τον λαό, αλλά τα μικρότερα κόμματα εκφράζουν καλύτερα τα αιτήματα των πολιτών» δηλώνει το 29,3%. Μόλις το 4,9% δίνει την πλέον συμβατική απάντηση «Τα κόμματα είναι απαραίτητα για τη λειτουργία της δημοκρατίας».
Η μόνιμη επωδός «Είναι όλοι ίδιοι. Νοιάζονται μόνον για τον εαυτό τους» συναντάται και κατά τη διερεύνηση της «Γνώμης για τους πολιτικούς», σε ποσοστό 57,1%. Υψηλό ποσοστό, 40,5%, εκφράζει διαφορετική αλλά εξίσου αρνητική άποψη «Δεν τηρούν τις υποσχέσεις τους. Πρωτίστως ενδιαφέρονται να επανεκλεγούν». Θετική γνώμη του τύπου «Δεν είναι όλοι ίδιοι ∙ υπάρχουν πολιτικοί που νοιάζονται για τα προβλήματα των πολιτών» εκφράζει μόλις το 2,4%.
Η Μαδρίτη και το κίνημα των Μ15
Η 15η Μαΐου, ημερομηνία έναρξης των κινητοποιήσεων στην Πουέρτα δελ Σολ της Μαδρίτης, έδωσε στους ισπανούς Αγανακτισμένους το δικό τους κωδικό όνομα: Μ15. «Η μαζικότητα αλλά και η δυναμική της επανάληψης των συγκεντρώσεων έκανε σαφές ότι το κίνημα των ισπανών Αγανακτισμένων ήλθε για να μείνει» σημειώνει ο κ. Κώστας Πιερίδης, εκ των ερευνητών που παρακολούθησαν τον Ιούλιο το ετήσιο συνέδριο της Διεθνούς Εταιρείας Πολιτικής Επιστήμης και κατέγραψε τις απόψεις των Ισπανών για το κίνημα. «Η μαζικότητα σηματοδότησε βεβαίως την απουσία κάποιου ομογενοποιημένου στόχου, έκανε το κίνημα να διατυπώνει ερωτήματα και όχι να δίνει συγκεκριμένες απαντήσεις. Από το σώμα των διαδηλωτών αναδύθηκε ένας ακτιβιστικός και ιδιαίτερος χαρακτήρας, για παράδειγμα ανδρώθηκε μια νέα μορφής «πάλη», αντίστοιχη του δικού μας «Δεν Πληρώνω», που αφορούσε την αστική ιδιοκτησία (Δεν πληρώνω το νοίκι μου ή τη δόση του στεγαστικού μου). Συγκριτικά, πάντως, αν θέλουμε να αναδείξουμε 3-4 κοινά χαρακτηριστικά του κινήματος ανά τον κόσμο, πρέπει να αναφερθούμε στον τρόπο οργάνωσής του, μέσω των social media, στον έντονα αντικομματικό χαρακτήρα του, αλλά και στην ειρηνική του φύση – παράμετρος πολύ σημαντική μετά το ύφος των μαζικών συγκεντρώσεων μετά τον Δεκέμβριο του 2008 στην Ελλάδα».
Το 56,1% φαίνεται να κλίνει σε μια «Ιδεατή δημοκρατία», με μια εξιδανικευμένη έννοια, αυτήν του ιδανικού πολιτεύματος, ποσοστό 33,3% διάκειται φιλικά απέναντι σε μια «Δημοψηφισματική / άμεση δημοκρατία», ενώ το 10,6% προτιμά τη «Διαδικαστική δημοκρατία», το σύστημα δηλαδή που έχει ως βασικά σημεία αναφοράς το Κοινοβούλιο και τους θεσμούς.
Πηγαίνοντας πιο βαθιά, αναζητώντας δηλαδή «τους λόγους για τους οποίους η δημοκρατία δεν λειτουργεί σωστά», η συντριπτική πλειοψηφία του 87,5% πιστεύει ότι υπάρχει κρίση αντιπροσώπευσης. Οι δύο άλλες απαντήσεις συνοδεύονται από πολύ μικρότερα ποσοστά: «κρίση νομιμοποίησης» (7,1%) και κρίση εμπιστοσύνης στις σχέσεις ΜΜΕ- πολιτών (5,4%).
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον κρύβουν οι θέσεις των ερωτηθέντων για τους προπηλακισμούς κατά των πολιτικών και τη βία. Γιαουρτώματα, γιουχαΐσματα και πάσης φύσεως προπηλακισμοί βουλευτών και υπουργών αντιμετωπίζονται αρνητικά από το 38,6% που δηλώνει «κατά», αλλά συναντά την ανοχή του 34,1%, που απαντά «Δεν θα το έκανα εγώ προσωπικά, αλλά δεν διαφωνώ που γίνεται». Σαφώς «υπέρ» δηλώνει το 27,3%.
Διαφορετικό σκηνικό διαμορφώνεται ωστόσο στην ερώτηση για «τη βία ως μέσο πολιτικής δράσης». Εναντίον των μεθόδων βίας καταφέρεται το 75,7% και υπέρ το 17,1%, ενώ το 7,1% δηλώνει «εγώ δεν θα τη χρησιμοποιούσα, αλλά δεν διαφωνώ που άλλοι τη χρησιμοποιούν».
Αντίφαση; Ή μήπως σύγχυση απόψεων; Η κυρία Βασιλική Γεωργιάδου επιμένει ότι υπάρχει «δημοκρατικό απόθεμα» στις αντιλήψεις των πολιτών που κατέβαιναν στην πλατεία το καλοκαίρι του 2011. «Δεν εντοπίσαμε αντιδημοκρατικές αντιλήψεις – εύρημα από τα σημαντικότερα της έρευνας. Υπάρχει όμως, και είναι σαφές στην ερώτηση για τους προπηλακισμούς, μια ανεκτικότητα στη βία, που αντανακλά την αρνητική εικόνα του πολίτη για τους θεσμούς. Συνδέεται άμεσα και με την κρίση αντιπροσώπευσης, σε επίπεδο προσώπων, όπως την αντιλαμβάνονται οι συμμετέχοντες».
Η ίδια προσθέτει μάλιστα ότι «το κίνημα των Αγανακτισμένων δεν λειτούργησε επ’ ουδενί ως φυτώριο αντιδημοκρατικών νοοτροπιών, όπως ίσως θα ήθελε η συμβατική θεώρηση των μορφών συλλογικής δράσης. Πρόκειται για συμπληρωματικές, και όχι εναλλακτικές, μορφές διεκδίκησης αιτημάτων. Μια παλαιότερης κοπής πολιτική, η πολιτική των τελευταίων είκοσι ετών, θα τις αντιμετώπιζε με φόβο, σήμερα όμως τα πράγματα είναι πολύ διαφορετικά, αποτελούν κομμάτια της ίδιας της Δημοκρατίας».
Δημοκρατικό έλλειμμα και βία
Οι 3 στους 4 τάσσονται κατά της χρήσης βίας
Το 56,1% φαίνεται να κλίνει σε μια «Ιδεατή δημοκρατία», με μια εξιδανικευμένη έννοια, αυτήν του ιδανικού πολιτεύματος, ποσοστό 33,3% διάκειται φιλικά απέναντι σε μια «Δημοψηφισματική / άμεση δημοκρατία», ενώ το 10,6% προτιμά τη «Διαδικαστική δημοκρατία», το σύστημα δηλαδή που έχει ως βασικά σημεία αναφοράς το Κοινοβούλιο και τους θεσμούς.
Πηγαίνοντας πιο βαθιά, αναζητώντας δηλαδή «τους λόγους για τους οποίους η δημοκρατία δεν λειτουργεί σωστά», η συντριπτική πλειοψηφία του 87,5% πιστεύει ότι υπάρχει κρίση αντιπροσώπευσης. Οι δύο άλλες απαντήσεις συνοδεύονται από πολύ μικρότερα ποσοστά: «κρίση νομιμοποίησης» (7,1%) και κρίση εμπιστοσύνης στις σχέσεις ΜΜΕ- πολιτών (5,4%).
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον κρύβουν οι θέσεις των ερωτηθέντων για τους προπηλακισμούς κατά των πολιτικών και τη βία. Γιαουρτώματα, γιουχαΐσματα και πάσης φύσεως προπηλακισμοί βουλευτών και υπουργών αντιμετωπίζονται αρνητικά από το 38,6% που δηλώνει «κατά», αλλά συναντά την ανοχή του 34,1%, που απαντά «Δεν θα το έκανα εγώ προσωπικά, αλλά δεν διαφωνώ που γίνεται». Σαφώς «υπέρ» δηλώνει το 27,3%.
Διαφορετικό σκηνικό διαμορφώνεται ωστόσο στην ερώτηση για «τη βία ως μέσο πολιτικής δράσης». Εναντίον των μεθόδων βίας καταφέρεται το 75,7% και υπέρ το 17,1%, ενώ το 7,1% δηλώνει «εγώ δεν θα τη χρησιμοποιούσα, αλλά δεν διαφωνώ που άλλοι τη χρησιμοποιούν».
Αντίφαση; Ή μήπως σύγχυση απόψεων; Η κυρία Βασιλική Γεωργιάδου επιμένει ότι υπάρχει «δημοκρατικό απόθεμα» στις αντιλήψεις των πολιτών που κατέβαιναν στην πλατεία το καλοκαίρι του 2011. «Δεν εντοπίσαμε αντιδημοκρατικές αντιλήψεις – εύρημα από τα σημαντικότερα της έρευνας. Υπάρχει όμως, και είναι σαφές στην ερώτηση για τους προπηλακισμούς, μια ανεκτικότητα στη βία, που αντανακλά την αρνητική εικόνα του πολίτη για τους θεσμούς. Συνδέεται άμεσα και με την κρίση αντιπροσώπευσης, σε επίπεδο προσώπων, όπως την αντιλαμβάνονται οι συμμετέχοντες».
Η ίδια προσθέτει μάλιστα ότι «το κίνημα των Αγανακτισμένων δεν λειτούργησε επ’ ουδενί ως φυτώριο αντιδημοκρατικών νοοτροπιών, όπως ίσως θα ήθελε η συμβατική θεώρηση των μορφών συλλογικής δράσης. Πρόκειται για συμπληρωματικές, και όχι εναλλακτικές, μορφές διεκδίκησης αιτημάτων. Μια παλαιότερης κοπής πολιτική, η πολιτική των τελευταίων είκοσι ετών, θα τις αντιμετώπιζε με φόβο, σήμερα όμως τα πράγματα είναι πολύ διαφορετικά, αποτελούν κομμάτια της ίδιας της Δημοκρατίας».
Η ταυτότητα της έρευνας
Την επιστημονική επιμέλεια της έρευνας είχε η κυρία Βασιλική Γεωργιάδου, αναπληρώτρια καθηγήτρια Πολιτικής Επιστήμης στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, ενώ στην ερευνητική ομάδα συγκαταλέγονται οι κυρίες Αναστασία Καφέ, υποψήφια διδάκτωρ Παντείου Πανεπιστημίου, Ζωή Λευκοφρύδη, διδάκτωρ και εντεταλμένη διδάσκουσα του Πανεπιστημίου της Βιέννης, Ρούλα Νέζη, υποψήφια διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών και επισκέπτρια ερευνήτρια του Πανεπιστημίου Twente της Ολλανδίας, καθώς και ο κ. Κώστας Πιερίδης, υποψήφιος διδάκτωρ Παντείου Πανεπιστημίου. Επελέγη η μέθοδος των ημιδομημένων συνεντεύξεων. Πραγματοποιήθηκαν συνολικά 90 συνεντεύξεις, εκ των οποίων αξιοποιήθηκαν οι 79. Οι συνεντεύξεις έλαβαν χώρα σε όλο το εύρος της πλατείας Συντάγματος, προκειμένου να διασφαλιστεί η αντιπροσωπευτικότητα του δείγματος όσον αφορά τις τυπικές και άτυπες ομάδες των συμμετεχόντων.
Την επιστημονική επιμέλεια της έρευνας είχε η κυρία Βασιλική Γεωργιάδου, αναπληρώτρια καθηγήτρια Πολιτικής Επιστήμης στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, ενώ στην ερευνητική ομάδα συγκαταλέγονται οι κυρίες Αναστασία Καφέ, υποψήφια διδάκτωρ Παντείου Πανεπιστημίου, Ζωή Λευκοφρύδη, διδάκτωρ και εντεταλμένη διδάσκουσα του Πανεπιστημίου της Βιέννης, Ρούλα Νέζη, υποψήφια διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών και επισκέπτρια ερευνήτρια του Πανεπιστημίου Twente της Ολλανδίας, καθώς και ο κ. Κώστας Πιερίδης, υποψήφιος διδάκτωρ Παντείου Πανεπιστημίου. Επελέγη η μέθοδος των ημιδομημένων συνεντεύξεων. Πραγματοποιήθηκαν συνολικά 90 συνεντεύξεις, εκ των οποίων αξιοποιήθηκαν οι 79. Οι συνεντεύξεις έλαβαν χώρα σε όλο το εύρος της πλατείας Συντάγματος, προκειμένου να διασφαλιστεί η αντιπροσωπευτικότητα του δείγματος όσον αφορά τις τυπικές και άτυπες ομάδες των συμμετεχόντων.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ