ΤΟ ΒΗΜΑ/ The New York Times
Πολλοί παροικούντες την Ουάσιγκτον δεν κρύβουν την οργή τους για την προσοχή που εσχάτως δίνεται στο προσωπικό ιστορικό του Μιτ Ρόμνι – για το αν κερδοσκοπούσε από τα βάσανα των εργαζομένων, για το αν συμμετείχε ή όχι στην διοίκηση της Bain Capital μετά το 1999, και βέβαια για την εξίσου μυστηριώδη άρνηση του να δημοσιοποιήσει τις φορολογικές του δηλώσεις προ του 2010. Ορισμένοι από τους «εξοργισμένους» προφανώς ενοχλούνται από οποιοδήποτε στοιχείο δείχνει πως αυτές οι εκλογές είναι μια μάχη μεταξύ των πλουσίων και των υπολοίπων από εμάς. Άλλοι εξοργίζονται για την «προσωποποίηση» του θέματος: γιατί να μην περιοριστούμε στις πολιτικές των υποψηφίων;
Και οι δύο απόψεις ομάδες έχουν πάρει διαζύγιο από την πραγματικότητα.
Κατ΄αρχήν, η πολιτική ουσία αυτών των εκλογών είναι η μάχη μεταξύ των πλουσίων και των υπολοίπων από εμάς. Το ιστορικό τα λέει όλα: ο πρώην πρόεδρος Τζορτζ Μπους επέβαλλε «εμπροσθοβαρείς» φοροπερικοπές, που ωφελούσαν δυσανάλογα τα υψηλά εισοδήματα. Σαν αποτέλεσμα, οι φόροι για τους πολύ πλούσιους είναι σήμερα οι χαμηλότεροι των τελευταίων 80 ετών. Ο πρόεδρος Ομπάμα προτείνει την κατάργηση αυτών των φορομειώσεων Μπους. Ο κ. Ρόμνι, αντίθετα, προτείνει ακόμη μεγαλύτερες μειώσεις δοτών για τους πλουσίους.
Οι συνέπειες της μάχης θα είναι μεγάλες για τα υψηλά εισοδήματα. Σύμφωνα με εκτιμήσεις του υπερκομματικού Κέντρου Φορολογικής Πολιτικής, το σχέδιο Ρόμνι θα μείωνε τους φόρους που πληρώνει κάθε χρόνο ο μέσος πλούσιος που ανήκει στο κορυφαίο εισοδηματικά 1% του πληθυσμού κατά 237.000 δολάρια, σε σχέση με τον φόρο σε περίπτωση εκλογής του Ομπάμα: για το κορυφαίο εισοδηματικά 0,1% των Αμερικανών, η τελική φοροελάφρυνση θα αγγίξει το 1,2 εκατομμύρια δολάρια ετησίως. Δεν πρέπει λοιπόν να προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι τα προεκλογικά δείπνα του κ. Ρόμνι συγκεντρώνουν τόσους πρόθυμους δωρητές, ώστε να παρατηρείται μποτιλιάρισμα από πολυτελείς λιμουζίνες.
Τι θα γίνει όμως με τους υπόλοιπους από εμάς; Σύμφωνα με το ίδιο Κέντρο, οι φοροπερικοπές του κ.Ρόμνι θα οδηγήσουν σε αύξηση του δημοσίου ελλείμματος κατά σχεδόν 500 δις. δολάρια το χρόνο. Ο ίδιος υποστηρίζει πως θα καλύψει αυτή την τρύπα κλείνοντας φορολογικά «παράθυρα», με τρόπο που δεν θα επιβαρύνει κι άλλο την μεσαία τάξη – άλλα ως τώρα αρνείται να αναφερθεί στις λεπτομέρειες του σχεδίου του, και ως εκ τούτου δεν υπάρχει κανένας λόγος να τον πιστέψουμε. Ρεαλιστικά μιλώντας, είναι σίγουρο πως αργά ή γρήγορα αυτές οι μεγάλες φορομειώσεις για τους πλουσίους θα αντισταθμιστούν από αυξημένους φόρους και/ή χαμηλότερα επιδόματα και υπηρεσίες προς την μεσαία τάξη και τους φτωχούς.
Όπως είπα, λοιπόν, και επί της ουσίας, αυτές οι εκλογές αφορούν την μάχη των πλουσίων με τους άλλους, και όσοι ψηφοφόροι δεν το καταλαβαίνουν κάνουν κακό στον εαυτό τους.
Αφού όμως έτσι έχουν τα πράγματα, μήπως έχουν δίκιο αυτοί που λένε πως η προεκλογική μάχη πρέπει να εστιαστεί στην πολιτική ουσία, και όχι στο προσωπικό ιστορικό του κ.Ρόμνι; Η απάντηση είναι απλή – επιστρέψτε στην πραγματικότητα!
Δείτε το ως εξής – οι ψηφοφόροι δεν είναι πολιτικοί αναλυτές, να μελετούν εξονυχιστικά τις αναλύσεις του Κέντρου Φορολογικής Πολιτικής. Και, όταν ένας πολιτικός – ας πούμε ο κ.Ομπάμα – αναφέρεται σε συγκεκριμένους αριθμούς σε μια ομιλία του, πάντα θα βρεθεί κάποιος άλλος πολιτικός από την άλλη πλευρά, για να τον αμφισβητήσει. Πως μπορούν οι ψηφοφόροι να καταλάβουν ποιος λέει την αλήθεια και ποιος όχι; Στην πραγματικότητα, όταν στις αρχές του χρόνου δόθηκε σε ομάδες πολιτών μια ακριβής περιγραφή των φορολογικών προτάσεων του κ. Ρόμνι, οι περισσότεροι αρνήθηκαν να πιστέψουν ότι ένας υποψήφιος πρόεδρος ήταν δυνατόν να υποστηρίζει τέτοια μέτρα.
Ίσως σε έναν ιδανικό κόσμο να μπορούσαμε να βασιστούμε στα ειδησεογραφικά μέσα, ώστε αυτά να ξεκαθαρίσουν τι είναι αλήθεια και τι ψέμα. Στον δικό μας κόσμο, ωστόσο, οι περισσότεροι ψηφοφόροι μαθαίνουν τα νέα μέσα από σύντομα ψήγματα ειδήσεων στην τηλεόραση, τα οποία σχεδόν ποτέ δεν περιλαμβάνουν ουσιαστική πολιτική ανάλυση. Τα έντυπα ΜΜΕ προσφέρουν τέτοιες πολιτικές αναλύσεις – αλλά ακόμη και αυτά τα δημοσιεύματα, μέσα από την αγωνία των συντακτών τους να φανούν «ισορροπημένα», συχνά δεν κάνουν τίποτα άλλο από το να επαναλαμβάνουν τα αντίρροπα επιχειρήματα των πολιτικών ομιλιών.
Πιστέψτε με: ελάχιστες είναι οι αναλύσεις που λένε ξεκάθαρα την αλήθεια, ότι δηλαδή ο κ.Ρόμνι προτείνει τεράστιες μειώσεις φόρων για τους πλούσιους, χωρίς κάποιο εφικτό αντιστάθμισμα, πέρα από τις περικοπές επιδομάτων για όλους τους άλλους πολίτες. Αντίθετα, θα βρείτε πολλά δημοσιεύματα που λένε ότι «οι Δημοκρατικοί λένε» πως ο κ.Ρόμνι προτείνει φορομειώσεις, περιλαμβάνοντας και τις απαραίτητες περί του αντιθέτου δηλώσεις Ρεπουμπλικάνων.
Πως μπορεί λοιπόν το προεκλογικό επιτελείο του Ομπάμα να διαπεράσει αυτή την πολιτική, αλλά και δημοσιογραφική ομίχλη; Ο μόνος τρόπος είναι να μιλήσει για την προσωπική ιστορία του κ.Ρόμνι, και για τον τρόπο με τον οποίο αυτό το ιστορικό αντανακλά την πραγματικότητα για τις ανοιχτά φιλικές προς τους πλούσιους και εχθρικές προς την μεσαία τάξη πολιτικές του προτάσεις.
Συνεπώς, η απολύτως αληθινή καταγγελία πως ο κ.Ρόμνι θέλει να περιορίσει ακόμη περισσότερο τους φορολογικούς συντελεστές για τους πλουσίους, παρά το ότι αυτοί βρίσκονται ήδη σε χαμηλά επίπεδα-ρεκόρ, έρχεται να κολλήσει τέλεια με το προσωπικό του ιστορικό ασυνήθιστα εκτεταμένης φοροαποφυγής – τόσο ασυνήθιστης, μάλιστα, ώστε ο ίδιος να φοβάται να δείξει στους ψηφοφόρους τις δηλώσεις που είχε υποβάλει πριν το 2010.
Η εξίσου αληθινή καταγγελία, πως ο Ρόμνι προωθεί πολιτικές που θα ωφελήσουν τους πλούσιους βλάπτοντας τους απλούς Αμερικάνους εργαζομένους επίσης ταιριάζει γάντι με το ιστορικό της Bain, που σημείωνε υψηλή κερδοφορία ενόσω οι εργαζόμενοι των εταιρειών που «εξυγίανε» υπέφεραν- ένα ιστορικό τόσο οξύ και ξεκάθαρο, ώστε να αναγκάζει τον κ. Ρόμνι να προσπαθεί να αποστασιοποιηθεί από αυτό, με το επιχείρημα πως δεν διηύθυνε την εταιρεία του μετά το 1999, παρά το γεγονός ότι η ίδια η εταιρεία τον καταγράφει ως διευθύνοντα σύμβουλο και μοναδικό ιδιοκτήτη της τουλάχιστον ως το 2002!
Τελικά, αυτό που θέλω να πω είναι πως το να μιλά κανείς για το προσωπικό ιστορικό του κ. Ρόμνι δεν αποτελεί διαφυγή από τον ουσιαστικό πολιτικό διάλογο. Το αντίθετο: σε ένα πολιτικό και δημοσιογραφικό περιβάλλον που συστηματικά αποφεύγει να αναφερθεί στην ουσία, το να μιλά κανείς για την Bain και τους υπεράκτιους τραπεζικούς λογαριασμούς είναι ο μόνος τρόπος να αναδείξει κανείς τα πραγματικά πολιτικά ζητήματα. Και γι’ αυτό θα έπρεπε να χειροκροτούμε, και όχι να καταδικάζουμε αυτή την επιλογή της καμπάνιας Ομπάμα.