«Η Ελλάδα βρίσκεται πολύ πιο μπροστά από ό,τι πιστεύουν οι Γερμανοί», υποστηρίζει με άρθρο του στους «Financial Times Deutschland», ο οικονομικός διευθυντής του Ινστιτούτου για την Μακροοικονομία και τον Προϋπολογισμό Γκούσταβ Χορν και επισημαίνει ότι «η Ελλάδα, έπειτα από σκληρές μεταρρυθμίσεις, βρίσκεται στο δρόμο για την ανάκτηση της ανταγωνιστικότητάς της».
Ο Χορν τονίζει μάλιστα την ανάγκη να προσεγγίσει και η Γερμανία τους στόχους της Ευρωπαϊκής
Κεντρικής Τράπεζας, αλλά, όπως εξηγεί, από την αντίθετη κατεύθυνση, αυξάνοντας τους μισθούς.
Στο άρθρο του αναφερόμενος στην επιστολή 160 οικονομολόγων, οι οποίοι ζητούσαν από την καγκελάριο να μην εφαρμόσει τις αποφάσεις της πρόσφατης συνόδου κορυφής, κάνει λόγο για βαθιά ριζωμένες προκαταλήψεις περί «ασταθών Νοτιοευρωπαίων».
Ο ίδιος αναγνωρίζει την ανάγκη υλοποίησης των μεταρρυθμίσεων στην Ελλάδα, αλλά εκτιμά ότι στο θέμα της ανταγωνιστικότητας έχουν σε μικρό διάστημα, αλλά με πολλές θυσίες, επιτευχθεί πολλά και αναφέρεται σε «βίαιη μείωση των μισθών κατά 20%».
Ο Γερμανός οικονομολόγος τονίζει, ωστόσο, ότι στη Γερμανία πρέπει να γίνει το αντίθετο, να αυξηθούν, δηλαδή, οι μισθοί των εργαζομένων και επισημαίνει ότι και η χώρα του παραβίασε το όριο σταθερότητας των τιμών από την αντίθετη πλευρά, χωρίς μάλιστα η ανταγωνιστικότητα να αυξηθεί σημαντικά.
«Αυτό θα πρέπει να το πληρώσουν διπλά οι Γερμανοί εργαζόμενοι, αφενός μέσω της επιζήμιας
μισθολογικής πολιτικής και αφετέρου μέσω των υψηλών φόρων, με τους οποίους θα
επιχειρηθεί η σταθεροποίηση πολλών απειλούμενων από τη χρεοκοπία ευρωπαϊκών τραπεζών», προσθέτει ο κ. Χορν, για να καταλήξει υπογραμμίζοντας ότι «εάν γινόταν αυτό, οι Γερμανοί δεν θα χρειαζόταν να ανησυχούν ούτε για τραπεζικές κρίσεις ούτε για κρίσεις στο ισοζύγιο πληρωμών ούτε για τις πληρωμές στο ευρωσύστημα ούτε καν για το αν η Ευρώπη χρειάζεται το ευρώ».