Ο Πάτροκλος ήταν ακόμη μικρό παιδί όταν έβαψε τα χέρια του με αίμα. Πάνω στο παιχνίδι σκότωσε άθελά του τον Κλυσώνυμο, γιο του άρχοντα Αμφιδάμαντα, μας λέει η μία εκδοχή που τους θέλει συνομήλικους. Ωστόσο, ο ανήλικος και κατά τα άλλα φιλήσυχος Πάτροκλος τύγχανε πρίγκιπας στην πατρίδα του σύμφωνα με τον Ομηρο, ήταν γιος του Μενοίτιου που βασίλευε στον Οπούντα της αρχαίας Λοκρίδας. Ο πατέρας, προκειμένου να ξεπλύνει αυτό το αίμα της ντροπής και να κατευνάσει αυτούς που καραδοκούσαν να τον ανατρέψουν με αφορμή εκείνο το ατυχές γεγονός, εξανάγκασε τον ευαίσθητο και καθόλου πολεμοχαρή γιο του σε εξορία. Ετσι, τον έστειλε στην αρχαία Φθία, όπου ο βασιλιάς Πηλέας, πατέρας του Αχιλλέα, είχε στήσει, με το αζημίωτο φυσικά, ένα άσυλο για τους κατατρεγμένους νέους της εποχής.
Υπάρχει και μια άλλη εκδοχή, όμως, πιο πρόσφατη και μυθιστορηματική. Ανήκει στην αμερικανίδα συγγραφέα Μάντλιν Μίλερ, η οποία απέσπασε στα τέλη του περασμένου Μαΐου το Orange Prize for Fiction 2012 με το πρώτο της μυθιστόρημα υπό τον τίτλο «The Song of Achilles» («Tο τραγούδι του Αχιλλέα», εκδόσεις Βloomsbury, 2011), ένα βιβλίο «για την Ελλάδα στην εποχή των ηρώων», όπως το θέλουν οι εκδότες του στην Αγγλία και την Αμερική. Με σημερινούς όρους, θα λέγαμε ότι ο Πάτροκλος έπεσε θύμα μιας κλασικής περίπτωσης «bullying». Στο μυθιστόρημα της Μίλερ, ο Κλυσώνυμος, μεγαλύτερος και δυνατότερος από τον απροστάτευτο Πάτροκλο, του ζητάει απειλητικά τους πεσσούς (ζάρια) με τους οποίους παίζει. Ο τελευταίος αρνείται, δέχεται επίθεση και, απροσδόκητα, σε μια έξαρση αυτοάμυνας, τον σπρώχνει τόσο δυνατά στα βράχια, με αποτέλεσμα ο εκκολαπτόμενος μπράβος να σπάσει το κεφάλι του.
Βραβευμένο ντεμπούτο
«Το τραγούδι του Αχιλλέα», που ακούγεται από το βάθος των αιώνων και των μύθων, υποσκέλισε εφέτος στη βραχεία λίστα του Orange Prize for Fiction (τελευταία χρονιά με αυτή την ονομασία, καθώς ο ομώνυμος κολοσσός των τηλεπικοινωνιών απέσυρε τη χορηγία του από τον θεσμό) μυθιστορήματα γνωστών και έμπειρων συγγραφέων, όπως η Σύνθια Οζικ, η Αν Πάτσετ και η Αν Ενραϊτ, μεταξύ άλλων. Η συγγραφέας Τζοάνα Τρόλοπ, πρόεδρος της κριτικής επιτροπής, είπε μάλιστα ότι «ο Ομηρος θα ήταν υπερήφανος» για τη Μάντλιν Μίλερ.
Κάθε χρόνο, επί 16 χρόνια, στο πλαίσιο αυτής της διάκρισης βραβεύονται μυθιστορήματα γυναικών συγγραφέων κάθε εθνικότητας τα οποία έχουν γραφεί στα αγγλικά και έχουν εκδοθεί στη Βρετανία. Σε αυτή τη δροσερή επαναφήγηση, που παραμένει ευλαβικά πιστή στην «Ιλιάδα» του Ομήρου και την οποία μας εξιστορεί ο Πάτροκλος, η συγγραφέας, που γεννήθηκε στη Βοστώνη και μεγάλωσε στη Νέα Υόρκη και στη Φιλαδέλφεια, παρακολουθεί την πορεία της ξεχωριστής και αμφίσημης σχέσης του με τον Αχιλλέα, από την παιδική τους ηλικία μέχρι τη στιγμή που κορυφώνεται το ανθρώπινο δράμα στην Τροία, με τον τραγικό θάνατο του πρώτου και την αυτοκαταστροφική οργή του δεύτερου.
Ομηρικό love story
Η οικεία στους περισσότερους αφήγηση της Μίλερ πετυχαίνει μια λυρική απλότητα που βασίζεται κυρίως στους χαρακτήρες της
– ακόμη και η Θέτιδα, η μητέρα του Αχιλλέα, έχει ενδιαφέρον ως επίδοξη κακιά πεθερά που αναδύεται κάθε τόσο από τις κρυφές σπηλιές της θάλασσας και απειλεί τον Πάτροκλο με μαφιόζικες μεθόδους. Κατά τα λοιπά, το μυθιστόρημα είναι ένα κλασικό «love story» ανάμεσα σε δύο άνδρες το οποίο πολλοί χαρακτήρισαν «σέξι».
Πράγματι, ο Πάτροκλος λιώνει μπροστά στον Αχιλλέα με όλους τους πιθανούς τρόπους, αλλά το βιβλίο – απαραίτητη διευκρίνιση – είναι πιο κοντά στην Τζέιν Oστιν παρά στον Μαρκήσιο ντε Σαντ. «Πάντα με καθήλωνε εκείνη η τρομακτική στιγμή στην «Ιλιάδα» που σκοτώνεται ο Πάτροκλος και τον Αχιλλέα τον κυριεύει η οδύνη και η οργή. Ως τότε ο Αχιλλέας δεν ενδιαφέρεται για τίποτε άλλο πέρα από τον εαυτό του και την υστεροφημία του. Oταν, όμως, μαθαίνει τα νέα για τον θάνατο του συντρόφου του, αρχίζει να παραλογίζεται από την απώλεια του χαμένου έρωτα, πράγμα απολύτως ανθρώπινο, που σου προκαλεί τη συμπόνια. Αυτό μου φάνηκε πάρα πολύ συγκινητικό και επιπλέον μυστηριώδες, μια και ο Πάτροκλος είναι ένας ελάσσων χαρακτήρας στο έπος ως εκείνη την ώρα. Hθελα, επομένως, να καταλάβω ποιος ήταν αυτός ο άνδρας και γιατί έγινε τόσο σημαντικός για τον Αχιλλέα, ήθελα να κατανοήσω γιατί ο χαμός του καταρράκωσε τον λαμπρότερο των Ελλήνων. Ο Oμηρος μας είπε για το τέλος της σχέσης τους, εγώ ήθελα να αφηγηθώ το ξεκίνημά της» περιγράφει στο BHmagazino η 33χρονη Μάντλιν Μίλερ, την οποία εντοπίσαμε λίγες ημέρες μετά τη βράβευσή της, κατενθουσιασμένη και έτοιμη να οργώσει τον κόσμο για να προωθήσει «Το τραγούδι του Αχιλλέα», το οποίο έγραφε για περίπου μία δεκαετία, από τα φοιτητικά της χρόνια ακόμη.
Ρωτούμε για τη «φωνή» του Πάτροκλου, με την οποία αντιμετώπισε αρχικά κάποια προβλήματα, είναι μεν πειστική, αλλά έχει έντονο το χρώμα της γυναικείας ευαισθησίας. Πώς το ξεπέρασε; «Στράφηκα στο θέατρο για να εμπνευστώ περισσότερο, είμαι και σκηνοθέτις όπως ξέρετε (έργων του Σαίξπηρ σε μαθητικές παραστάσεις). Με ενδιέφερε περισσότερο να ακούσω τη φωνή του Πάτροκλου όπως ακριβώς θα ηχούσε την ώρα που θα τον έβλεπα στη σκηνή και όχι τόσο να επιβάλω τη δική μου φωνή σαν ήταν δική του. Χρειαζόμουν, για να το περιγράψω με όρους υποκριτικής, να “μπω στο πετσί του ρόλου”. Πριν από αυτό έγραφα με τον επίσημο, σοβαρό τρόπο της επικής αφήγησης, ώσπου αποδέχθηκα ότι ο Πάτροκλος, όπως εγώ τον φανταζόμουν, δεν ήταν καθόλου αυτό που θα λέγαμε ένας επικός χαρακτήρας. Η φωνή του συντονίζεται περισσότερο με τον τόνο και το ύφος της λυρικής ποίησης, με την ποίηση της ατομικής ευαισθησίας, της φιλίας, της ομορφιάς και του έρωτα. Θα συμφωνήσω μαζί σας, είναι πράγματι περισσότερο Σαπφώ από ό,τι Ομηρος».
Ο ομοερωτισμός των ηρώων
Η Μάντλιν Μίλερ δήλωσε τις προάλλες στον βρετανικό «Observer», στο πλαίσιο ενός ρεπορτάζ που αποτύπωνε την ακαδημαϊκή και καλλιτεχνική τάση επιστροφής στους κλασικούς, ότι «η ιδέα των δυο τους ως εραστών» είχε περάσει μάλλον στα ψιλά των μελετητών. «Η ιδέα ότι ο Αχιλλέας και ο Πάτροκλος υπήρξαν εραστές πηγαίνει πολύ πίσω, στον Πλάτωνα και στον Αισχύλο, αν όχι ακόμη πιο πίσω. Μολονότι πολλοί στην αρχαιότητα δεν συμφωνούσαν με αυτού του είδους τις σχέσεις, είναι γνωστό ότι επιδίδονταν σε αυτές. Ακόμη και σήμερα, νομίζω ότι εξακολουθούν να είναι αρκετά παραγνωρισμένες».
Και προσθέτει: «Είναι επίσης εξαιρετικά ατυχές το γεγονός ότι γενικότερα οι ομοφυλοφιλικές όψεις της αρχαίας ελληνικής γραμματείας (και πολλών άλλων βεβαίως) αγνοήθηκαν από τους μελετητές για πάρα πολλούς αιώνες. Τα τελευταία 50 χρόνια άρχισαν οι μελετητές να αναγνωρίζουν ακόμη και την ύπαρξή τους και, τοιουτοτρόπως, νομίζω, αποκαταστάθηκαν επιτέλους όλες οι πιθανότητες που θα μπορούσαν να νοηματοδοτήσουν αυτές τις ιστορίες».
Σε ποιον βαθμό το στοιχείο της ομοφυλοφιλίας επέδρασε στην προσέγγισή της; Δέχθηκε καθόλου κριτική για αυτό; «Παρ’ ότι ο Ομηρος δεν αναφέρει ευθαρσώς ότι ο Αχιλλέας και ο Πάτροκλος ήταν εραστές, η απροσμέτρητη οδύνη του Αχιλλέα για τον θάνατο του Πάτροκλου το υπονοεί. Υπονοεί, σύμφωνα πάντα με τη δική μου ανάγνωση, ότι πέραν μιας πνευματικής σχέσης υπήρχε προφανώς και μια σαρκική. Το υποδηλώνει, αν θέλετε, και ο τρόπος με τον οποίο θρηνεί ο Αχιλλέας: η έντονα φυσική, σωματική αντίδρασή του μπροστά στο νεκρό σώμα του Πάτροκλου. Το αγκαλιάζει, το κρατάει απαλά ολονυχτίς, ενώ το βρέχει με τα δάκρυά του, αρνείται να το θάψει και εύχεται οι δικές του στάχτες να τοποθετηθούν στο ίδιο μέρος με αυτές του συντρόφου του.
Η Μάντλιν Μίλερ ενδιαφέρεται για την αποτύπωση των αισθημάτων και τα αισθήματα είναι άφυλα. «Το βάθος της σχέσης ανάμεσα στον Αχιλλέα και στον Πάτροκλο είναι η καρδιά του μυθιστορήματός μου, από αυτό εμπνεύστηκα και αυτό είναι το θεμέλιο στο οποίο στηρίζονται όλες οι περιπέτειές τους. Δέχθηκα βέβαια και κριτική, αλλά οι περισσότεροι είναι φοβερά δεκτικοί και υποστηρικτικοί ως προς αυτό. Κοιτάξτε, αυτοί που έχουν μια εξοικείωση με τον αρχαίο κόσμο αντιλαμβάνονται ότι η ερμηνεία που δίνω στα πράγματα είναι όχι μόνο κοινός τόπος για τους περισσότερους, αλλά και μια ερμηνεία που έχει τις πιθανότητες με το μέρος της». Σε αυτό το σημείο τη ρωτήσαμε πώς εξηγεί το γεγονός ότι πολλοί χαρακτήρισαν «σέξι» το βιβλίο. Φτάσαμε έτσι να συζητάμε για την αισθητική του σεξ στη λογοτεχνία, τι είναι πιο υποβλητικό για τον αναγνώστη, ο υπαινιγμός, όπως έλεγε ο Ρολάν Μπαρτ, ή ο ρεαλισμός που διαγκωνίζεται με το πορνό της εικόνας; «Α, θα συμφωνήσω πλήρως με τον Μπαρτ! Το “σέξι” δεν έχει να κάνει μόνο με το σώμα ως φυσική οντότητα, αλλά και με τους υπαινιγμούς που το συνοδεύουν, ακόμη και το πλαίσιο αναφοράς. Να, τώρα θυμήθηκα “Τ’ απομεινάρια μιας μέρας” (στα ελληνικά από τις εκδόσεις Καστανιώτη) του Καζούο Ισιγκούρο. Είναι εκπληκτικό πόσο φορτισμένα, με ρομαντική διάθεση αλλά και σεξουαλική λαχτάρα, μπορούν να γίνουν ακόμη και τα πιο άκακα, αν μου επιτρέπετε την έκφραση, κομματάκια σε μια αφήγηση».
Και συνεχίζει: «Από την άλλη πλευρά, είναι σημαντικό, νομίζω, στη λογοτεχνία να αποδεχόμαστε τις σεξουαλικές περιπτύξεις των ηρώων όταν η πράξη αυτή καθαυτή είναι κομβικής σημασίας για το ξετύλιγμα της πλοκής και των χαρακτήρων. Ως συγγραφέας θεωρώ ότι το σημαντικό είναι να βρεις το καλύτερο δυνατό επίπεδο ισορροπίας ανάμεσα στους ήρωες και στα υλικά σου. Η σχέση του Πάτροκλου και του Αχιλλέα είναι μια σχέση ειλικρινούς, αμοιβαίας επιθυμίας, η οποία συνιστά μια πραγματική αποκάλυψη για τον Πάτροκλο, για εμένα είναι καθοριστικό να το καταλάβουμε αυτό. Ο δικός μου Πάτροκλος δεν ανήκει σε αυτούς που θα μας περιέγραφαν τα πάντα λεπτομερώς. Αλλωστε και εγώ αναζητούσα μια μέση, αισθησιακή περισσότερο, λύση για αυτό» είπε.
Ομηρικά έπη και Μπραντ Πιτ
Οι λογοτεχνικές επιστροφές στον ομηρικό κόσμο είναι συνεχείς και για τη Μίλερ αυτονόητες: «Είναι η πιο περίτρανη απόδειξη για την απίστευτη, οικουμενική δύναμη που έχουν αυτές οι ιστορίες. Είναι γεμάτες με τη βαθύτερη γνώση για την ανθρώπινη φύση, συναρπαστικές στιγμές αγωνίας και θεσπέσιας ποίησης. Επιπλέον, και αυτό είναι το πιο δελεαστικό, ενέχουν ένα είδος ευρύτητας που νομίζω ότι ευνοεί, για να μην πω προκαλεί, τις επαναφηγήσεις. Ο κόσμος του Ομήρου είναι τόσο μεγάλος και τόσο περίπλοκος, τόσο γενναιόδωρος και πλούσιος, που πάντα θα υπάρχει χώρος να γράψεις κάτι και να το επιστρέψεις σε αυτόν. Υπάρχουν επεισόδια στην Ιλιάδα και την Οδύσσεια που έχουν τόση ομορφιά και ενέργεια, ώστε μπορούν να ξεπηδήσουν από αυτά ολόκληρα μυθιστορήματα». Οπως, ανάμεσα σε πολλά άλλα, το μυθιστόρημα του 2009 «Λύτρα» (στα ελληνικά από τις εκδόσεις Πατάκη) όπου ο αυστραλός συγγραφέας Ντέιβιντ Μαλούφ δίνει τη δική του μυθιστορηματική εκδοχή για τα γεγονότα της ραψωδίας Ω της Ιλιάδας και εμβαθύνει περισσότερο στην ψυχοσύνθεση του Πριάµου και του Αχιλλέα.
Η Μίλερ έχει εντρυφήσει στο αρχαίο δράμα· μπορεί να διαβάσει την «Ιλιάδα» αλλά και την «Αινειάδα» από το πρωτότυπο. Αλλωστε, έχει στο βιογραφικό της σπουδές Κλασικής Φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο Μπράουν και Αρχαίου Δράματος στο Γέιλ (εκεί ειδικεύτηκε στη διασκευή κλασικών κειμένων σε σύγχρονες φόρμες). Στην ερώτηση πώς ακριβώς αναπλάθει η δική μας κουλτούρα και η βιομηχανία της ψυχαγωγίας τον αρχαίο κόσμο περιγράφει: «Αυτό που κάνουν οι σύγχρονες επαναφηγήσεις, είτε στη λογοτεχνία είτε στον κινηματογράφο, είναι να επανεφευρίσκουν αυτές τις παλιές ιστορίες για τις νεότερες γενιές. Οι περισσότεροι από τους μαθητές μου στα λύκεια όπου διδάσκω έχουν δει την ταινία “Τροία” (2002) του Βόλφγκανγκ Πέτερσεν με τον Μπραντ Πιτ και εξαιτίας αυτού ήταν περισσότερο πρόθυμοι στη συνέχεια να μάθουν για τον Τρωικό Πόλεμο».
Συνεπώς, τα όποια ερεθίσματα είναι καλοδεχούμενα: «Αποδεικνύονται όλα αυτά μια ακόμη ανοιχτή πύλη των σύγχρονων αναγνωστών προς την αρχαιότητα. Είναι, όμως, και ωραίες δουλειές από μόνες τους, για εμένα έχει πάντα πολύ ενδιαφέρον σε ποια ακριβώς διάσταση του αρχαίου κόσμου δίνει έμφαση ο συγγραφέας ή ο δημιουργός σε κάθε καινούργια καλλιτεχνική προσπάθεια. Για παράδειγμα, αναφερθήκατε προηγουμένως την “Πηνελοπιάδα” της Μάργκαρετ Ατγουντ (στα ελληνικά από τις εκδόσεις Ωκεανίδα), η οποία χρησιμοποιεί μια μεταμοντέρνα φόρμα για να προσδώσει μια φρέσκια, φεμινιστική φωνή στην παραδοσιακή ηρωίδα».
Η οργή και η οδύνη
Υπάρχει κάτι συγκεκριμένο που αναζητούμε στους περασμένους αυτούς καιρούς, μια χαμένη ηρωική διάθεση, για παράδειγμα; Μήπως μας έχουν κουράσει οι αντιήρωες της μεταμοντέρνας λογοτεχνίας; «Μου φαίνεται φυσικό στους σύγχρονους ταραγμένους καιρούς που ζούμε να στρεφόμαστε προς το παρελθόν, σε ιστορίες δηλαδή που αποδείχθηκαν ανθεκτικές μέσα στον χρόνο. Δεν θα βαρεθώ να το λέω, ο τρόπος με τον οποίο ο Ομηρος αποκάλυψε τις αδυναμίες της ανθρώπινης φύσης, την οργή μας, την υπερηφάνειά μας, την οδύνη και τον έρωτα, είναι αξεπέραστος. Η «Ιλιάδα» συγκεκριμένα είναι γεμάτη πράγματα που αποτυπώνουν με ενάργεια τα όσα συμβαίνουν και σήμερα στον κόσμο μας, από παρατεταμένους και δύσκολους πολέμους, διεφθαρμένους και μικρόψυχους πολιτικούς άνδρες μέχρι τη θυσία και τον βασανισμό ανθρώπων που δεν διαθέτουν καμία εξουσία. Νομίζω, πάντως, ότι έχετε δίκιο, λείπει αυτή η ηρωική διάσταση στις μέρες μας – όλοι θα θέλαμε να συμπεριφερόμασταν λίγο πιο ηρωικά, ακόμη και στη ζωή μας την ίδια. Ενα από τα πράγματα, όμως, που στ’ αλήθεια εκτιμώ και στον Αχιλλέα και στον Οδυσσέα επί παραδείγματι είναι πως, μολονότι είναι ήρωες, είναι επίσης άνθρωποι, ατελείς και ρεαλιστές» συνέχισε ενθουσιασμένη η Μάντλιν.
«Μα δεν είναι θαύμα ο Καβάφης;»
Υπάρχουν άλλες ιστορίες, άλλοι μυθικοί χαρακτήρες που την καταδιώκουν τόσο δημιουργικά; «Το συζητάτε; Υπάρχουν πάμπολλες ιστορίες από τα ομηρικά έπη που με κυνηγούν και πλέον θα με ενδιέφερε πάρα πολύ να τις ξαναπώ
– συγκεκριμένα με σαγηνεύει ο χαρακτήρας της Κίρκης, αυτής της μάγισσας στην «Οδύσσεια». Είναι πραγματικά μια ασυνήθιστη περίπτωση στη μυθολογία, είναι μια θεότητα χωρίς τις συνηθισμένες θεϊκές ικανότητες, είναι μάνα, αλλά όχι παντρεμένη. Μου αρέσει επίσης ο Οδυσσέας και η έξυπνη γυναίκα του, η Πηνελόπη, και δεν βλέπω την ώρα να ολοκληρώσω τα διαβάσματά μου για αυτούς. Βέβαια, υπάρχουν και τόσες φοβερές τραγωδίες, οι “Βάκχες” του Ευριπίδη και ο “Φιλοκτήτης” του Σοφοκλή είναι οι δύο πιο αγαπημένες μου, μαζί βέβαια με την τριλογία της “Oρέστειας” του Αισχύλου».
Τι είναι αυτό που τη συναρπάζει τόσο πολύ στους αρχαίους χρόνους; «Αυτές οι ιστορίες με συνέπαιρναν και με ενέπνεαν από τότε που ήμουν μικρό παιδί. Η μητέρα μου συνήθιζε να μου τις διαβάζει σαν παραμύθια στο κρεβάτι, λίγο πριν κοιμηθώ. Είχα καταγοητευτεί από εκείνους τους κόσμους που περιέγραφαν, το πάθος, τη θέληση, αλλά και τις εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες που είχαν να αντιμετωπίσουν οι χαρακτήρες. Νιώθω ακριβώς τα ίδια πράγματα σήμερα, περιβάλλω με την ίδια τρυφερότητα το διπλό δέος που μου παρέχουν: τη δυνατότητα να με ταξιδεύουν σε παλαιότερους, ενδιαφέροντες καιρούς και τη χαρά να ανακαλύπτω πόσες διαχρονικές αλήθειες κρύβουν και για τη δική μου ζωή. Φυσικά, είναι και η μουσικότητα αυτής της γλώσσας που με τρελαίνει!». Η ίδια λατρεύει την ελληνική κουλτούρα στην αρχαία, αλλά και στη νεοελληνική εκδοχή της, «την τέχνη, τη μουσική, το απίστευτο φαγητό σας».
Μολονότι δεν ομιλεί τη νέα ελληνική, έχει διαβάσει σε μετάφραση δείγματα κυρίως της νεοελληνικής ποίησης. «Μα δεν είναι ένα θαύμα ο Καβάφης;» αναφωνεί. «Οταν ήμουν στην Ελλάδα, ξέρετε, διασκέδαζα πάρα πολύ ενώ προσπαθούσα να καταλάβω, έχοντας βέβαια μόνο εφόδιο τα αρχαία ελληνικά, τις πινακίδες, τις επιγραφές ακόμη και τις εφημερίδες. Μιλώντας τώρα για την αρχαία ελληνική γλώσσα, αυτό που αγαπώ σε αυτήν είναι η ευκαμψία της, η προσαρμοστικότητα και μια εσώτερη δυναμική που ανακαλύπτω συνεχώς σε αυτήν. Μην ξεχνάμε ότι αυτή είναι η πηγή πολλών εννοιών και λέξεων, τις οποίες μέχρι σήμερα μεταχειριζόμαστε για να σκεφθούμε και να γράψουμε».
Το πρώτο πράγμα που της έρχεται στο μυαλό όταν ακούει τη λέξη «Ελλάδα» είναι «αυτή η μοναδική, απαστράπτουσα θάλασσα και οι λοφοπλαγιές κατάσπαρτες με ελαιόδεντρα». Εχει επισκεφθεί βέβαια το «Αχίλλειον» και το ερωτεύτηκε. «Ημουν πάρα πολύ τυχερή που βρέθηκα εκείνο το καλοκαίρι στην Κέρκυρα, στο πλαίσιο μιας αρχαιολογικής ανασκαφής. Είχα, επίσης, την ευκαιρία να δω και λίγο την ενδοχώρα, αλλά και άλλες περιοχές στα Επτάνησα. Εχω την αίσθηση ότι δεν θα μπορούσα να γράψω το βιβλίο χωρίς εκείνο το ταξίδι και τις άλλες περιπλανήσεις μου στην Ελλάδα. Είχα, πώς να το πω, ανάγκη να δω με τα ίδια μου τα μάτια και να βιώσω με τις αισθήσεις μου την απαράμιλλη ομορφιά του τοπίου, να περπατήσω ανάμεσα στα ελαιόδεντρα, να κολυμπήσω στο πέλαγος και ν’ ανέβω στα βουνά. Νόμιζα ότι είχα μεταφερθεί στον Παράδεισο κάθε στιγμή που περνούσε». «Ζήσατε, με λίγα λόγια, τον μύθο σας στην Ελλάδα» σημειώνουμε. «Απολύτως!», απάντησε γελώντας, «και ευελπιστώ να τον ξαναζήσω όσο πιο σύντομα γίνεται».