Κι όμως, έχουμε έρευνα αιχμής

«Ωστε γίνεται και βιοϊατρική έρευνα στην Ελλάδα;» με ρώτησε περιπαικτικά γιατρός της Αθήνας με αφορμή την πρόσφατη αρθρογραφία του «Βήματος» περί της κατάστασης της επιστημονικής έρευνας στην Ελλάδα. Με αυτά τα ερεθίσματα, επισκέφθηκα ξανά το Ιδρυμα Ιατροβιολογικών Ερευνών της Ακαδημίας Αθηνών (ΙΙΒΕΑΑ), για να αποσαφηνίσω το ευρύτερο πεδίο παρεξήγησης: Γίνεται έρευνα αριστείας εκτός του πλαισίου της ΓΓΕΤ - και αν ναι, με ποιον τρόπο;

«Ωστε γίνεται και βιοϊατρική έρευνα στην Ελλάδα;» με ρώτησε περιπαικτικά γιατρός της Αθήνας με αφορμή την πρόσφατη αρθρογραφία του «Βήματος» περί της κατάστασης της επιστημονικής έρευνας στην Ελλάδα. Με αυτά τα ερεθίσματα, επισκέφθηκα ξανά το Ιδρυμα Ιατροβιολογικών Ερευνών της Ακαδημίας Αθηνών (ΙΙΒΕΑΑ), για να αποσαφηνίσω το ευρύτερο πεδίο παρεξήγησης: Γίνεται έρευνα αριστείας εκτός του πλαισίου της ΓΓΕΤ – και αν ναι, με ποιον τρόπο;
Κατά την τρίτη αυτή επίσκεψή μου στο ΙΙΒΕΑΑ (bioacademy.gr) μου δόθηκε ένα μάθημα για το πώς «τα φαινόμενα απατούν»: Αυτά που εξ όψεως έδειχναν «λείψανδρα κτίρια», έκρυβαν μέσα τους ένα επιστημονικό μελίσσι των υψηλότερων προδιαγραφών. Κατά τη δίωρη ξενάγησή μου στα 26.000 τετραγωνικά μέτρα τους διάβηκα πύλες ασφαλείας και διαδρόμους αποστειρωμένους, που οδηγούσαν στις «φωλιές» 51 ερευνητικών ομάδων.
Το προσωπικό των 52 στελεχών του Ιδρύματος πλαισίωναν πάνω από 360 ερευνητές, μεταπτυχιακοί σπουδαστές και μεταδιδακτορικοί επιστήμονες, που εξιχνίαζαν τους μηχανισμούς της βιολογίας των κυττάρων, των βλαστοκυττάρων, του καρκίνου, των μεταβολικών ασθενειών και της ανάπτυξης, καθώς επίσης της λειτουργίας των καρδιαγγειακών και νευρικών συστημάτων. Η πολύπλευρη αυτή βιοϊατρική έρευνα επιτελείται από επτά ερευνητικά κέντρα, εκ των οποίων δύο είναι βασικής έρευνας και τα άλλα είναι νευροβιολογίας, ανοσολογίας και μεταμοσχεύσεων, πειραματικής χειρουργικής, κλινικής έρευνας και περιβαλλοντικής υγείας. Το ότι βασική και κλινική έρευνα γίνονται στο ίδιο ίδρυμα είναι κάτι μοναδικό για την Ελλάδα και σπάνιο σε όλη την Ευρώπη.
Τα 22 εργαστήρια βιολογίας είναι εξοπλισμένα με μικροσυστοιχίες DNA, αναλυτές κυτταρομετρίας ροής, συσκευές μικροτομής με laser, πρωτεομική και φαρμακοτεχνολογία, ενώ στο Κέντρο Κλινικής Ερευνας υπάρχει ποζιτρονιακός τομογράφος (PET-CT). Και κάτι που καθιστά το ΙΙΒΕΑΑ ακόμη πιο μοναδικό για την Ελλάδα είναι ότι διατηρεί στις εγκαταστάσεις του την Τράπεζα Ομφαλοπλακουντιακού Αίματος. Χάρη στα βλαστοκύτταρα που διαθέτει και χορηγεί έχουμε ήδη 10 σωτήριες μεταμοσχεύσεις στο Νοσοκομείο Παίδων. Ακόμη περισσότερο, η μονάδα αυτή λειτουργεί ως μοναδικό «θησαυροφυλάκιο υγείας» για τις επόμενες γενιές Ελλήνων: Από τις 10.000 διαφορετικούς τύπους ιστοσυμβατότητας που εκτιμάται ότι χρειάζονται για την πλήρη κάλυψη του πληθυσμού μας, εμπεριέχει ήδη τις 2.000 και εμπλουτίζεται συνεχώς.
Ευλόγως εντυπωσιασμένος από τα όσα είδα, ρώτησα τον ακαδημαϊκό και πρόεδρο του ΙΙΒΕΑΑ κ. Γρηγόρη Σκαλκέα: «Γιατί υπάρχει αυτή η απόσταση μεταξύ των όσων κάνετε και όσων δείχνετε; Γιατί δεν προβάλλετε το έργο σας στον βαθμό που του αξίζει;».

«Ομολογώ ότι προσωπικά συμφωνώ με την αντίληψή σας»
μου απάντησε. «Ο μόνος λόγος είναι η παραδοσιακή θέση της Ακαδημίας Αθηνών, ότι δεν πρέπει να διατυμπανίζει η ίδια το έργο της. Αλλά στην περίπτωση του ΙΙΒΕΑΑ πιστεύω και εγώ ότι η καλύτερη ενημέρωση για τις δυνατότητές του θα συνέβαλλε θετικά».

«Από το 1995 έως το 2005 έχουμε αξιολογηθεί πολλαπλά, από εξωτερικούς αξιολογητές, αλλά ποτέ τα αποτελέσματα των αξιολογήσεων δεν ελήφθησαν υπ’ όψιν για τη χρηματοδότησή μας»
επισημαίνει ο πρόεδρος του επιστημονικού συμβουλίου κ. Δημήτρης Θάνος. «Ενα 30% του συνολικού προϋπολογισμού έρχεται από το υπουργείο Παιδείας και το υπουργείο Υγείας (1,5% των δημοσίων τους επενδύσεων, μη συμπεριλαμβανομένων των συγχρηματοδοτούμενων προγραμμάτων), άλλο ένα 30% από ανταγωνιστικά προγράμματα και το υπόλοιπο 40% από διαγνωστικές υπηρεσίες υγείας προς τους πολίτες. Ενδεικτικά γι’ αυτό το τελευταίο, πριν από έναν μήνα υπογράψαμε σύμβαση συνεργασίας με τον ΕΟΠYΥ».

Εστιάζοντας στα όσα μπορεί και θέλει να κάνει στο άμεσο μέλλον το ΙΙΒΕΑΑ, ποια είναι τα πεδία αιχμής για εσάς; ήταν η επόμενη ερώτηση. «Η Ευρωπαϊκή Ενωση έχει προδιαγράψει ως τομείς ερευνητικής προτεραιότητας τον καρκίνο, τα καρδιαγγειακά νοσήματα και τα νευροεκφυλιστικά, λοιμώδη και μεταβολικά νοσήματα. Από αυτά, τα πρώτα τέσσερα είναι κατ’ εξοχήν αντικείμενο του ΙΙΒΕΑΑ και σε αυτά μπορούμε να δράσουμε με αριστεία» απαντά ο επιστημονικός διευθυντής του ΙΙΒΕΑΑ κ. Αργύρης Ευστρατιάδης.

«Ενα άλλο πεδίο όπου μπορούμε να προσφέρουμε πολλά στον τόπο και να φέρουμε χρήματα από το εξωτερικό είναι ο έλεγχος γενοσήμων και βιοϊσοδυναμίας φαρμάκων»
συμπληρώνει ο κ. Θάνος. «Είμαστε άρτια εξοπλισμένοι για να προσφέρουμε μια τέτοια πιστοποίηση και οι πάντες – τόσο ο ΕΟΦ όσο και ξένες φαρμακευτικές εταιρείες – έχουν εκδηλώσει το ενδιαφέρον τους. Ομως προέχει το ενδιαφέρον του κράτους (και) γι’ αυτό το θέμα, να περάσει από τα λόγια στις πράξεις».
Θύλακες επιχειρηματικότητας
Μέτρα για προώθηση της καινοτομίας

Ολοι οι συνομιλητές από το επιτελείο του ΙΙΒΕΑΑ επισημαίνουν ότι στην Ελλάδα λείπει μια στρατηγική για την προώθηση και τη στήριξη της έρευνας και της καινοτομίας τόσο από το κράτος όσο και από τις επιχειρήσεις. «Στο εξωτερικό υπάρχει σε κάθε πανεπιστήμιο και ερευνητικό ίδρυμα το ειδικό γραφείο που ασχολείται με αυτό το ζήτημα. Εδώ, λόγω της λειτουργίας μας στο πλαίσιο της Ακαδημίας Αθηνών, έχουμε μόνο μία μονομετοχική εταιρεία που διαχειρίζεται τα πνευματικά δικαιώματα του ΙΙΒΕΑΑ» τονίζει ο επιστημονικός διευθυντής του ιδρύματος κ. Αρ. Ευστρατιάδης.

«Και στη Φινλανδία και στη Σουηδία το κράτος έχει δημιουργήσει δομές που διευκολύνουν τους νέους ερευνητές στα επιχειρηματικά τους βήματα, αλλά αυτό υπάγεται σε μια πλήρη στρατηγική από πλευράς της πολιτείας που ακολουθείται πιστά»
υπογραμμίζει ο διευθυντής του κέντρου Ανοσολογίας και Μεταμοσχεύσεων κ. Πασχάλης Σιδεράς.
«Οπως έχουν σήμερα τα πράγματα, από τη μια πνίγεσαι από τη γραφειοκρατία του κράτους και από την άλλη έχεις βιομηχανίες που αποφεύγουν κάθε ρίσκο – σου λένε βγάλε πρώτα την πατέντα κι έπειτα συζητάμε…» προσθέτει ο κ. Ευστρατιάδης.

«Μέρος της ευθύνης έχουν οπωσδήποτε και κάποιες απαρχαιωμένες αντιλήψεις της ελληνικής ακαδημαϊκής κοινότητας, αλλά το κύριο μέρος της ευθύνης για τη μη προώθηση της καινοτομίας έχει η επιχειρηματική αδυναμία στον τόπο μας»
επισημαίνει από την πλευρά του ο πρόεδρος του επιστημονικού συμβουλίου κ. Δ. Θάνος και τονίζει: «Οσον αφορά καθαρά την ανάπτυξη της έρευνας την ευθύνη έχει αποκλειστικά η έλλειψη στρατηγικής έρευνας από το κράτος μας. Η αντιμετώπιση ήταν καθαρά ευκαιριακή».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.