«Με κατατρέχουν, με εξουσιάζουν φρικιά και δαίμονες πίσω μου τρέχουν και με προστάζουν», τραγουδούσαν προφητικά το μακρινό 1991 η Άννα Βίσση και ο Νίκος Καρβέλας. Η συνθήκη του Μάαστριχτ καθαρογραφόταν προς υπογραφή, η Ευρωπαϊκή Ένωση ήταν στα σκαριά και το ευρώ στο δρόμο. Με τη μαγική του σφαίρα, όμως, το τρομερό δίδυμο της ελληνικής ποπ διέβλεπε ήδη το ζοφερό μέλλον είκοσι χρόνια μετά, όταν οι βασκανίες των φθονερών θα υπονόμευαν την έλξη Ελλάδας και Ευρώπης και μια ολόκληρη ήπειρος θα βασανιζόταν από οικονομικούς δαίμονες.
Προτού αναπέμψουμε δεήσεις στον Ύψιστο αναζητώντας μάγισσες για να επιδοθούμε στο προσφιλές μας κυνήγι, το λιγότερο που μπορούμε να κάνουμε είναι να κοιτάξουμε τα στοιχειά καταπρόσωπο. Στην Αφύπνιση των δαιμόνων. Η κρίση του ευρώ και πώς να βγούμε από αυτήν (Πόλις, 2012), ο γάλλος οικονομολόγος Ζαν Πιζανί – Φερύ γράφει το πιο σαφές, περιεκτικό και ευσύνοπτο βιβλίο που μπορεί να διαβάσει κανείς σήμερα, παραμονές της διαπραγμάτευσης / αναδιαπραγμάτευσης / επαναδιαπραγμάτευσης (προσθέστε και άλλες προθέσεις της αρεσκείας σας) του μνημονίου, για την αδέξια αρχιτεκτονική της νομισματικής ένωσης.
Ο Φερύ εντοπίζει το πρόβλημα του γάμου του ευρώ στην ασυμφωνία χαρακτήρων. Για τους Γερμανούς, με πρωτεργάτη τον Χέλμουτ Κολ, ευρωπαϊκό ζητούμενο, για το οποίο μέσο ήταν το κοινό νόμισμα, αποτελούσε η πολιτική ένωση – μια άρρητη και ασαφής μορφή ομοσπονδίας. Για τους Γάλλους του Φρανσουά Μιτεράν προτεραιότητα αποτελούσε η οικονομική κυβέρνηση, μια άρρητη και ασαφής μορφή κρατικής οντότητας – όχι ομοσπονδίας. Η εικοσαετία από τη συνθήκη του Μάαστριχτ μέχρι σήμερα μπορεί να διαβαστεί ως διαδοχή αψιμαχιών για να αποτραπεί από την πλευρά της Γαλλίας ό,τι φοβάται ως γερμανικό φεντεραλισμό, από την πλευρά της Γερμανίας ό,τι υποπτεύεται ως γαλλική επιδίωξη ελέγχου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Το αποτέλεσμα; «Κοινό νόμισμα θα υπάρξει, στερημένο όμως από κάθε αξιόλογο πολιτικό η θεσμικό υπόβαθρο». Κατά συνέπεια, «όπως είναι φυσικό, δεν θα συνοδεύεται από ισχυρούς μηχανισμούς αλληλεγγύης. Η τελευταία, για να υπάρξει, απαιτεί εμπιστοσύνη, και τα ευρωπαϊκά κράτη δεν έκαναν κανένα βήμα προς αυτή την κατεύθυνση».
Πέρα από τις λοιπές κακοτεχνίες του συστήματος (ο φαύλος κύκλος μεταξύ κρίσης χρέους και τραπεζικών τριγμών με διάμεσο τα κρατικά ομόλογα, το «τρεμάμενο χέρι» της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας σε αντίθεση με τη στιβαρότητα της Federal Reserve, οι αγγλοσαξονες κόρακες των επενδύσεων και οι «πολιτισμικές προκαταλήψεις» τους), είναι ακριβώς οι όροι «αλληλεγγύη» και «εμπιστοσύνη» που αποδεικνύονται κομβικές έννοιες για να ερμηνεύσει κανείς τις σημερινές σχέσεις των εταίρων. Διόλου τυχαία οι υφεσιακές συνέπειες του μνημονίου από την πλευρά της Ελλάδας βιώνονται ταυτόχρονα με τις οικονομικές (ίσως και περισσότερο) ως έλλειμμα αλληλεγγύης, ενώ από εκείνη της Ευρωπαϊκής Ένωσης αντιμετωπίζονται ως κρίση εμπιστοσύνης. Η ανεπαρκής πολιτική διευθέτηση των ευρωπαϊκών θεσμών αποτελεί την πραγματική μαύρη τρύπα του ευρώ.
Εξ ου και το αντίδοτο του Φερύ για την επάνοδο στην εσωτερική ισορροπία του νομίσματος δεν περιορίζεται σε οικονομικές συνταγές. Τεχνικά, η υφεσιακή πτέρυγα της Ευρώπης αναζητά την επαναβιομηχάνισή της, η οποία οφείλει να επέλθει με ένα συνδυασμό πληθωρισμού στις βόρειες χώρες και επενδυτικών πρωτοβουλιών στις νότιες. Η «ασκητική πολιτική» και το «μπόντι μπίλντινγκ» των τραπεζών είναι ημίμετρα, η αλληλεγγύη που θα εγγυώνται τα ευρωομόλογα αποτελεσματική μεν, αλλά σταματά στον προθάλαμο του προβλήματος: η ΕΕ χρειάζεται αντιπροσωπευτικούς πολιτικούς θεσμούς και ξεκάθαρη κατεύθυνση. Η ανάγκη πολιτικής ένωσης επιβεβαιώνει το κεντρικό σύνθημα της Αμερικανικής Επανάστασης: «no taxation without representation» – «μια δημοσιονομική αρχή», μεταφράζει ο Φερύ,«είναι αδύνατον να υπάρξει χωρίς δημοκρατικά θεμέλια».