Πετυχημένη

«Εγώ μια μέρα θα έρθω σε αυτή την πλατεία και όχι, δεν θα με σπρώχνουν, θα με χειροκροτούν». Δεκαετία του 1970 και η Αννα Βίσση περπατά πεισματωμένη δίπλα στη μαμά της στην πλατεία Ομονοίας. Τότε δεν ήταν τίποτε άλλο από ένα πολύ μελαχρινό, νόστιμο 16χρονο κορίτσι που ήρθε με την οικογένειά της από την Κύπρο και στριμώχθηκε σε ένα διαμερισματάκι στην Κυψέλη με το όνειρο μιας καριέρας στο τραγούδι. Eκείνα τα λόγια της στάθηκαν προφητικά.

Η πορεία της ήταν ξέφρενη. Η Αννα Βίσση είναι σήμερα μια σταρ και όταν είναι στις μαύρες της – πράγμα που συμβαίνει συχνά τελευταία – δεν υπάρχει τίποτε καλύτερο από το να ακούει τις κραυγές των θαυμαστών της: «Αννα, ζούμε για να σε ακούμε».

Είχε από την πρώτη στιγμή όλο το πακέτο προκειμένου να τα καταφέρει στο ελληνικό πεντάγραμμο: ήταν όμορφη και επιπλέον είχε καλή φωνή. Μόνο εκείνη η κυπριακή προφορά στο γράμμα «τ» τής τα χάλαγε λίγο. Ηταν, όμως, επίμονη. Σήμερα εκείνο το «τ» δεν ακούγεται. Λέγεται ότι της έμεινε τραύμα και συνεχίζει ακόμη τα μαθήματα. «Θυμάμαι μόλις μπήκα στη Μinos, ο πρώτος άνθρωπος που είδα και μου σύστησαν ήταν ο Γιώργος Νταλάρας» έχει δηλώσει. Η γνωριμία τους μοιραία, θα ερωτευτούν και ο Νταλάρας θα σπρώξει τη Βίσση στο έντεχνο, ώστε να μετρά ακόμη και συμμετοχή στον δίσκο του Μίκη Θεοδωράκη «18 λιανοτράγουδα της πικρής πατρίδας» με τα μελοποιημένα ποιήματα του Γιάννη Ρίτσου. Ανέβαιναν στη μηχανή του και έτρεχαν.

Κάποτε, ύστερα από ένα ταξίδι στη Θεσσαλονίκη, όταν η Αννα κατέβηκε από τη μοτοσικλέτα δεν μπορούσε να σταθεί στα πόδια της από την κούραση. Ηξερε ότι της πήγαιναν τα πιο άνετα «ροκ» τζιπάκια. Ετσι, κάποια στιγμή η σχέση της με το έντεχνο, όπως και με τον Νταλάρα, έριξε τίτλους τέλους. Ηταν, άλλωστε, λογικό: η Αννα από κοριτσάκι ακόμη ήθελε τα φορεματάκια της τόσο κοντά, που η μητέρα της θύμωνε.

Η γνωριμία με τον ταλαντούχο Νίκο Καρβέλα υπήρξε καταλυτική. Εκείνος ήταν ένας ροκάς που έγραφε λαϊκοπόπ άσματα και εκείνη μια Κύπρια που ήθελα να γίνει Μαντόνα. Ο Καρβέλας την απελευθέρωσε σε όλα, ο συνδυασμός πέτυχε και έκαναν πλατινένιους δίσκους. Η Αννα καθιέρωσε τα σόου στις πίστες μαζί με τα φορέματα των ακριβών οίκων, αποκτώντας θαυμαστές που ορκίζονταν στο όνομά της. Για χρόνια τα μεσημεριανά την αποκαλούσαν «απόλυτη ελληνίδα σταρ». Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ήταν.

Φαντασμένη

Μέσα της δεκαετίας του 1990: Η Βίσση φοράει ένα κατακόκκινο φόρεμα, στέκεται μπροστά στον Πέτρο Κωστόπουλο, στην τηλεοπτική εκπομπή «Ο Πέτρος και ο λύκος», ανακοινώνοντας ότι είναι έτοιμη για διεθνή καριέρα. Αυτή τη διεθνή καριέρα μέχρι και σήμερα την κοιτάζει με το κιάλι, καθώς ακόμη και στη Eurovision του 2006 πέρασε απαρατήρητη. Η ίδια, πάντως, δεν τα έχει παρατήσει και στην Αμερική τρέχει με την πρώτη ευκαιρία. Βέβαια, οι κακές γλώσσες ισχυρίζονται ότι μάλλον οι παραγωγοί τη βρήκαν «ηλικιωμένη» και πολύ μέτρια φωνητικά και εμφανισιακά για να κάνει διεθνή καριέρα. Το μόνο της κατόρθωμά ήταν τελικά η φιλία της με τη διάσημη ενδυματολόγο της σειράς «Sex and the city», Πατρίσια Φιλντ, την οποία περιέφερε στα κανάλια για να αποδείξει του λόγου το αληθές.

Επί χρόνια τα κουτσομπολίστικα περιοδικά στήριξαν την ύλη τους επάνω της, δημιουργώντας αστικούς μύθους για την ερωτική ζωή της, τους οποίους υποδαύλιζε και η ίδια. Για να υποστηρίξει τη ροκ περσόνα της, μετά τον χωρισμό συνέχισε να διαμένει στο ίδιο σπίτι με τον Καρβέλα, ενώ από τη ζωή της παρέλασαν πολλοί άνδρες, οι περισσότεροι σταρ β΄ κατηγορίας. Η ίδια, πάντως, ξεπερνούσε τους πολλαπλούς χωρισμούς της τραγουδώντας «Παραλύω», υπονοώντας με το βλέμμα ότι ποτέ δεν ξεπέρασε τον αγαπημένο της Νίκο Καρβέλα. Στα 55 χρόνια της παραμένει κούκλα, παρά τις καταχρήσεις. Εκτός από το Photoshop, oι καλές επεμβάσεις και η πολλή γυμναστική βοηθούν. Το ίδιο νέα δεν παραμένουν τα τραγούδια της, τα οποία είναι όλα ξεπερασμένα – εκτός από το «Δώδεκα».

Τα τελευταία χρόνια ήταν αναμφισβήτητα δύσκολα. Εζησε μια κατάσχεση, εξαιτίας της δικαστικής διαμάχης που είχε με την εταιρεία παραγωγής του σόου «Με αγάπη Αννα» που παρουσίαζε το 1994, μάλωσε επαγγελματικά με τον Καρβέλα, τα ξαναβρήκε μαζί του για να τραγουδήσει τον βλακώδη στίχο «Αγάπη είναι τα κομμένα νύχια που πετάς». Ακόμη και φανατικοί θαυμαστές της αναπολούν την παλιά Βίσση, ενώ και το ριάλιτι σόου που παρουσιάστηκε πρόσφατα με θέμα τη ζωή της πήγε άπατο.

Το μαζικό κοινό την έχει ξεπεράσει, αν και η ίδια αντέχει στην πίστα, όπως έδειξε πέρυσι στο Rex, όπου χτυπιόταν για τρεις ώρες ασταμάτητα, ενώ η Μαίρη Λίντα, που δεν είναι πολύ μεγαλύτερή της, άντεξε μόνο μισή ώρα.